Γράφει η Παρθένα Τσοκτουρίδου
Κοίταξε τις πέτρες της Άγκυρας
Βλέπε και τα δακρυσμένα μου μάτια
Μείναμε σκλάβοι των Τούρκων
Για δες της τύχης τα γραμμένα.
Οι λόφοι της Άγκυρας είναι μονοκόμματοι
Η Ελλάδα κάηκε, κατακάηκε
Να τυφλωθείς καταραμένε Άγγλε
Στην Ελλάδα δεν απόμεινε ελπίδα.
Ο στρατός που πήγε για την Άγκυρα
Έμεινε εκεί πεσκέσι στους Τούρκους
Όσοι μας βοήθαγαν έκαναν πίσω
Και τους Έλληνες τους παρέσυρε το κύμα.
(Τραγούδι των Ποντίων της Πάφρας, που είναι κατάρα για τους Άγγλους συμμάχους)
«Είναι τέτοια η ευθύνη των μεγάλων δυνάμεων της εποχής και των συμμάχων, ώστε με το τέλος της ανθρωποσφαγής, ο μητροπολίτης Τραπεζούντιος Χρύσανθος, γράφει: «Με την ένοχη συμμετοχή δύο μεγάλων δυνάμεων της Δύσης, της Γερμανίας και της Αυστρίας κατά τα έτη 1914-1918, εσφάγη από τους Νεότουρκους ολόκληρον έθνος, το Αρμενικόν και εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων απεσπάσθησαν βιαίως των εστιών τους και πέθαναν στην εξορία. Με την ένοχη συμμετοχή των συμμαχικών Χριστιανικών δυνάμεων της Δύσεως κατά τα έτη 1912-1922, το εθνικό κίνημα των Τούρκων υπό τον Μουσταφά Κεμάλ, συνεπλήρωσε το έργο των Νεοτούρκων» (Βλάσης Αγτσίδης, «ΠΟΝΤΙΑΚΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ», Εκδ. Κυριακίδη, σελ. 96-101).
Όλοι οι σύμμαχοι της Ελλάδας είχαν αρχίσει από πολύ νωρίς, πολύ πριν την επάνοδο του Κωνσταντίνου, να υποστηρίζουν τον Κεμάλ. Ο Βασίλης Νότης γράφει: «Οι δυτικές δυνάμεις, που αυτή την εποχή στέλνουν στρατό για να καταστείλουν τη Σοβιετική Επανάσταση, παραμένουν απλοί θεατές του πολέμου ανάμεσα στον Ελληνικό και Τουρκικό στρατό. Ο Ελληνικός στρατός δεν υποστηρίζεται από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις καθ’ όσον η νίκη του Τουρκικού στρατού έχει πιο μεγάλη σημασία γι’ αυτές. Η ελληνική νίκη που θα κατέληγε σε προσάρτηση της Σμύρνης και ενδεχόμενα της Κων/πολης, που συγκέντρωσαν το πιο σημαντικό τμήμα της ελληνικής αστικής τάξης, θα είχε ως συνέπεια την ισχυροποίηση του ελληνικού καπιταλισμού σε μια ανταγωνιστική δύναμη για την Ευρώπη».
Η Γαλλία ενθαρρύνει εξαρχής τους Τούρκους να αντισταθούν. Η υποστήριξη των Γάλλων προς τον Κεμαλικό στρατό βρίσκει και την επίσημη έκφρασή της με την Γαλλοτουρκική συμφωνία της Άγκυρας που υπογράφεται στις 20 Οκτωβρίου 1921. Την μέρα της υπογραφής της συνθήκης, ο Γιουσούφ Κεμάλ ανακοινώνει την απόφαση της Κεμαλικής κυβέρνησης να παραχωρήσει σε Γάλλους κεφαλαιούχους την εκμετάλλευση κοιτασμάτων σιδήρου, χρωμίου και ασημιού. Ακόμα ανακοινώνει την επιθυμία των Κεμαλικών για μικτές Γαλλο-Τουρκικές εταιρείες για την κατασκευή και εκμετάλλευση λιμανιών, σιδηρογραμμινών γραμμών κλπ. Σε ένα απόρρητο κρυπτογραφημένο τηλεγράφημα του Γάλλου Πρωθυπουργού Αριστείδη Μπριάν προς τον Στρατηγό Goyteaud, που αποκαλύφθηκε πολύ αργότερα, διατάσσεται η παράδοση στις Τούρκικες αρχές από στρατιωτικές στολές και τουφέκια μέχρι αεροπλάνα και υλικό για το τηλεγραφικό σταθμό (Παγτζιλόγλου Μίλτος).
Οι Αμερικανοί από την πλευρά τους είναι αντίθετοι με τη διάλυση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, γιατί αποβλέπουν στη δημιουργία Αμερικανικού προτεκτοράτου πάνω σε όλη την Τουρκία. Η Αμερικανική αντιπροσωπεία ζητά τη διατήρηση του Τουρκικού καθεστώτος στην Ασιατική Τουρκία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θέλουν την εντολή των συμμάχων για ολόκληρη την Ασιατική Τουρκία, αποβλέποντας στα πετρέλαια της Μοσούλης. Ο Αμερικανός ναύαρχος Τσέστερ ζητά προνόμια για μεγάλη σιδηροδρομική γραμμή που θα συνδέει το εσωτερικό της Ανατολής με τα παράλια της Μεσογείου. Χαρακτηριστική είναι, μετά το τέλος των τραγικών γεγονότων, η παρομοίωση του Μουσταφά Κεμάλ με τον Γεώργιο Ουάσινγκτον (Κείμενο του τότε Αμερικανού Προξένου στη Σμύρνη, Τζωρτζ Χόρτον στην εφημερίδα «Ουάσινγκτον Σταρ», αναφορά Καψή Γιάννη, «Χαμένες Πατρίδες»).
Οι Σοβιετικοί αντιμετωπίζουν την Ιωνία, την Ανατολική Θράκη, τον Πόντο, την Αρμενία, το Κουρδιστάν σαν τον παραδοσιακό χώρο των Τούρκων, με αποτέλεσμα την άφθονη βοήθεια προς τους Κεμαλικούς σε όπλα, χρήματα και συμβούλους. Θεωρούν επαναστάτες τους στρατιωτικο-γραφειοκράτες Οθωμανούς και αποσιωπούν το γεγονός της ύπαρξης μεγάλων μη Τούρκικων πληθυσμών.
Η Μεγάλη Βρετανία, ενώ αρχικά υποστηρίζει τις ελληνικές θέσεις, δεν επεμβαίνει για να περιορίσει την ήττα της συμμάχου της Ελλάδας (Κιουχτσόγλου Γ., «Η πραγματική Αγγλία», Αθήνα, 1956 – J.Meynard – Π. Μερλόπουλος – Κ. Νοταράς, «Πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα», Αθήνα, 1974).
Πίσω από τις πλάτες της ελληνικής κυβέρνησης, Άγγλοι, Γάλλοι και Αμερικανοί με τον Στρατηγό Χάρμποτ πηγαίνουν στη Σεβάστεια για επαφές με τους Κεμαλικούς στρατηγούς αναγνωρίζοντας έτσι το Κεμαλικό Κίνημα. Τα στρατιωτικά όργανα των συμμάχων που είχαν καθήκον να φρουρούν τις αποθήκες πολεμοφοδίων, αφήνουν ελεύθερες τις πόρτες για να εξοπλίζεται στα φανερά πια ο Κεμαλικός στρατός.
Την περίοδο που το Βατούμ βρίσκεται στην κατοχή των Άγγλων, ο Βρετανός αρμοστής απαγορεύει στις ποντιακές οργανώσεις να συγκροτήσουν ποντιακά τάγματα για να αγωνιστούν για την απελευθέρωση του Πόντου. Έτσι απαγορεύει την απόβαση ελληνικού στρατού στην Τραπεζούντα.
Ακόμα και ο ίδιος ο Άγγλος Πρωθυπουργός Λόυντ Τζωρτζ παραδέχεται τις Αγγλικές ευθύνες. Δηλώνει στη Βουλή των Κοινοτήτων: «Οι Τούρκοι οργιάζουν εναντίον των Ελλήνων του Πόντου, χωρίς να διασώζονται απ’ τις Αγγλογαλλικές δυνάμεις».
Οι Ιταλοί μαζί με τους Γάλλους εφοδιάζουν τον Κεμαλικό στρατό με όπλα, ιματισμό, φορτηγά αυτοκίνητα, αεροπλάνα, καταδιωκτικά και αναγνωριστικά ενώ ο ελληνικός στρατός έχει αφεθεί από τους «Συμμάχους» τελείως αβοήθητος.
Οι τρεις σύμμαχες χώρες (Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία) απορρίπτουν πλήρως τη τελευταία αγωνιώδη πρόταση των Μικρασιατών και της ελληνικής κυβέρνησης για τη δημιουργία αυτόνομου Μικρασιατικού κράτους με πρωτεύουσα τη Σμύρνη (Λουκάτος Σπ., «Οι μεγάλες δυνάμεις και η Μικρασιατική καταστροφή», «Η Μικρασιατική Εκστρατεία και καταστροφή», Αθήνα, Εκδ. Σύγχρονη εποχή, 1983, σελ. 68). Απειλούν με ένοπλη αντιμετώπιση στην περίπτωση που η ελληνική κυβέρνηση προσχωρήσει στην κατάληψη της Κων/πολης.
Στο λιμάνι της Σμύρνης, την ημέρα της εισόδου των Τούρκων και της έναρξης των φοβερών σφαγών του άμαχου πληθυσμού, βρίσκονται 21 πλοία συμμαχικά από τα οποία 11 Αγγλικά, 5 Γαλλικά, 2 Ιταλικά, 3 των ΗΠΑ. Το μοναδικό τους ενδιαφέρον είναι η προστασία των Προξενείων τους. Οι εκπρόσωποι των «συμμάχων» θαυμάζουν απαθείς και ολότελα αδιάφοροι το φρικτό θέαμα. Στην Κων/πολη, οι «συμμαχικές» αρχές αδιαφορούν τελείως για τους πρόσφυγες απ’ τον Πόντο και τους αφήνουν αβοήθητους χωρίς κάποια στοιχειώδη έστω στέγαση και περίθαλψη (Σαμουηλίδης Χρ. «Η ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού», Αθήνα, Εκδ. Αλκυών, 1985, σελ. 269). Στα Μουδανιά, οι Γαλλικές αρχές αφοπλίζουν τους Έλληνες στρατιώτες και τους παραδίδουν στους Τούρκους.
Οι Βρετανοί αντιπρόσωποι στη επανειλημμένα υπενθυμίζουν στον αρχηγό της Τούρκικης αντιπροσωπείας, Ισμέτ Πασά ότι η Τουρκία δεν θα ήταν σε θέση να διαπραγματευτεί ως «νικήτρια» αν ο Αγγλικός στρατός δεν είχε αδρανήσει τον Αύγουστο, Σεπτέμβριο και Οκτώβριο του 1922, αν δηλ. δεν είχε επιτρέψει συνειδητά την καταστροφή.
Τέλος, ακόμα και το Βατικανό έχει ανάμειξη στα γεγονότα. Λίγα χρόνια μετά την καταστροφή έρχονται στο φως διάφορα έγγραφα που αποδεικνύουν περίτρανα πως το Βατικανό, όπως και άλλες δυνάμεις, είχαν παρακινήσει τη Γαλλία να βοηθήσει τους Τούρκους, γιατί δεν ήθελε να πάρουν οι Ορθόδοξοι Έλληνες την Κων/πολη. Το Βατικανό φοβόταν πως η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία θα γινόταν σοβαρός αντίπαλος σε περίπτωση που θα εδραιώνονταν στο παλιό κέντρο του ανατολικού Χριστιανισμού. Έτσι, για δεύτερη φορά στην Ιστορία, η μεσαιωνική παροιμία των Καθολικών Χριστιανών της κεντρικής Ευρώπης πραγματοποιείται με τη βοήθεια των Δυτικών Συμμάχων: «Οι χριστιανοί τότε μόνο θα είναι πραγματικά ευτυχείς, όταν θα εξαφανιστούν οι καταραμένοι Έλληνες αιρετικοί κι οι Τούρκοι καταστρέψουν την Κων/πολη» (Καρλ Μαρξ, από άρθρο στη New York tribune, 13/3/1854, αναφορά στο περιοδ. ΤΟΤΕ, Αθήνα, τεύχ. 9. σελ. 44).
(Απόσπασμα της ιστορικής μελέτης "Αλησμόνητες Πατρίδες του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας" της Π. Τσοκτουρίδου, έπαινος "Μάνα Κόντου" της Ένωσης Σμυρναίων- Μικρασιατών Βορ. Ελλάδος, 2010)
πηγή
Δημοσίευση σχολίου