του Alexandre Latsa*
Την Τετάρτη, 5 Δεκεμβρίου 2012, ο πρωθυπουργός της Αλβανίας Sali Berisha τάχθηκε δημοσίως υπέρ της χορήγησης αλβανικής ιθαγένειας σε όλους τους Αλβανούς, όπου και αν διαμένουν. Η σχετική δήλωση έγινε κατά την διάρκεια επίσκεψης του στην πόλη της Αυλώνας, όπου κηρύχθηκε η ανεξαρτησία του αλβανικού κράτους μόλις πριν από 100 χρόνια. Εκείνη την εποχή η Αλβανία είχε μόλις απελευθερωθεί από την οθωμανική κυριαρχία. Η πρόσφατη δήλωση έγινε μετά από μια άλλη, στην οποία προέβη ο Sali Berisha από κοινού με τον ομόλογό του ηγέτη του Κοσσυφοπεδίου Hashim Thaci πριν από λίγες εβδομάδες, υποσχόμενος την ένωση όλων των Αλβανών.
Η θέση αυτή ήταν καίρια, δεδομένου ότι η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων του Κοσσυφοπεδίου σήμερα είναι αλβανικής καταγωγής, γεγονός που δεν ίσχυε παλαιότερα. Κατά τη διάρκεια του Βαλκανικού Πολέμου του 1913, οι Σέρβοι εξακολουθούσαν να αποτελούν την πλειοψηφία του πληθυσμού. Το 1941, το Κοσσυφοπέδιο προσαρτήθηκε στο (ήδη) φασιστικό ιταλικό προτεκτοράτο της Μεγάλης Αλβανίας. Μετά τον πόλεμο, ο Tito απαγόρευσε την αλβανική μετανάστευση, αφού η Γιουγκοσλαβία, σύμφωνα με τον ίδιο, θα μπορούσε να είναι ισχυρή μόνο εφόσον η Σερβία ήταν όσο το δυνατόν ασθενέστερη. Το 1974, ο ίδιος ανακήρυξε το Κοσσυφοπέδιο αυτόνομη επαρχία, πράξη η οποία ακυρώθηκε από τον Slobodan Milosevic το 1989, και ενώ οι Σέρβοι δεν αποτελούσαν πλέον παρά το 15% του πληθυσμού.
Όταν το 2008, σχεδόν μια δεκαετία μετά την στρατιωτική εισβολή του ΝΑΤΟ, το Κοσσυφοπέδιο ανακήρυξε μονομερώς την ανεξαρτησία του, ελάχιστοι πολιτικοί αναλυτές επέστησαν την προσοχή στην εμφανή «αλβανικότητα» αυτού του νέου κρατιδίου. Αντίθετα, χαιρετίστηκε το γεγονός ότι ένας δήθεν καταπιεσμένος λαός κέρδισε επιτέλους την ελευθερία του. Από τις περισσότερες χώρες της Δύσης, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η αναγνώριση ήταν άμεση, χωρίς να τεθεί καν το ζήτημα της μεταχείρισης της σερβικής χριστιανικής μειονότητας και του μέλλοντος που την περίμενε, παρά το φοβερό προηγούμενο του 2004, όταν οι Χριστιανοί έγιναν θύματα ενός πογκρόμ, κατά το οποίο κάηκαν εκκλησίες και παραβιάστηκαν τα βασικότερα ανθρώπινα δικαιώματα. Είναι αλήθεια ότι η Ευρώπη, ή μάλλον η Ευρωπαϊκή Ένωση, εκείνη την εποχή είχε άλλες προτεραιότητες: την επιτυχημένη οργάνωση της παρέλασης των ομοφυλοφίλων «Gay Pride» στο Βελιγράδι.
Τέσσερα μόλις χρόνια μετά την παρωδία της ανεξαρτησίας του Κοσσυφοπεδίου, έγινε δημοσίως εμφανής η γελοιότητα της πρωτοβουλίας. Τέσσερα μόνο χρόνια χρειάστηκε ο Αλβανός Πρωθυπουργός για να αποδείξει ότι οι «εθνικιστές», όπως τους αποκάλεσαν, Σέρβοι είχαν δίκιο όταν με συνέπεια υποστήριζαν ότι δεν βρέθηκαν αντιμέτωποι με τους Κοσοβάρους (αφού οι πραγματικοί κάτοικοι της περιοχής του Κοσσυφοπεδίου είναι Σέρβοι) αλλά με τους Shqiptar (Αλβανούς), σε ένα νέο επεισόδιο μιας παλιάς σύγκρουσης στα Βαλκάνια που έχει φέρει πολλές φορές αντιμέτωπους εδώ και έξι περίπου αιώνες τους Ορθόδοξους Σλάβους με τους προσήλυτους «γόνους» της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η υποστήριξη των Δυτικών στη δημιουργία του ανεξάρτητου και ισλαμοκρατούμενου Κοσσυφοπεδίου και η εχθρότητα εναντίον της Σερβίας μπορεί, εκ πρώτης όψεως, να φαίνεται εντελώς ανεξήγητη. Ωστόσο, στο διάστημα μεταξύ 1991 και 2008, οι κινήσεις των στρατηγών των ΗΠΑ και των συμμάχων τους κατευθύνθηκαν βάσει ενός και μοναδικού σκεπτικού: της καταστροφής της Σερβίας, με σκοπό την αποδυνάμωσή της όσο το δυνατόν νωρίτερα και στον μέγιστο βαθμό, προτού επέλθει η αναπόφευκτη ιστορική στιγμή της επανασύνδεσής της, μέσω μιας συμμαχίας, με την Ρωσία.
Φυσικά, ήταν αναγκαίο να απονεκρωθεί συγχρόνως η Ρωσία. Εάν μεταξύ 1991 και 2000 διεξήχθη ένας πόλεμος στρατιωτικός και «μηντιακός» εναντίον της Σερβίας του Milosevic, με στόχο την εξολόθρευση της χώρας, εναντίον της Ρωσίας εξαπολύθηκε ένας οικονομικός και ηθικός πόλεμος, που βρήκε πρόσφορο έδαφος στην ηγεσία του Yeltsin. Σήμερα είναι πλέον ορατό ότι η σταυροφορία εναντίον του κομμουνιστικού κόσμου έχει μετατραπεί σε μια σταυροφορία εναντίον του Ορθόδοξου κόσμου, και κυρίως εναντίον του ισχυρότερου πόλου αντίστασης που διαθέτει η Ορθοδοξία: εναντίον της Ρωσίας.
Ο θεωρητικός και υπέρμαχος του περιορισμού της Ρωσίας στην Ευρασία, Zbigniew Brzezinski, δήλωσε σε δημόσια εμφάνισή του το 2007: «Μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, ο κύριος εχθρός των ΗΠΑ θα είναι η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία».
Σήμερα είναι δυνατή μια θεώρηση της δημιουργίας της «Μεγάλης Αλβανίας» σε αυτό ακριβώς το ιστορικό και γεωστρατηγικό πλαίσιο. Είναι σαν πετάει κάποιος στον αέρα ένα σπίρτο, με την πρόθεση να δημιουργήσει μια φλόγα που θα ξεκινήσει μια νέα πυρκαγιά στην κόλαση των Βαλκανίων. Αυτή η πυρκαγιά θα έχει ως αποτέλεσμα την περαιτέρω αποδυνάμωση της Ευρώπης, αλλά και την εμβάθυνση της αποσταθεροποίησης του Ορθόδοξου κόσμου (Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, Ελλάδας, Μαυροβουνίου, Σερβίας και άλλων χωρών) και τον περιορισμό ή και ακύρωση της προσέγγισής τους με την Ρωσία. Έμμεσα, πρόκειται για μια απόπειρα περιορισμού της επιρροής της Ρωσίας στην Ανατολική Ευρώπη και της προσέγγισής της με τη Δυτική Ευρώπη. Με τον τρόπο αυτό, οι Ηνωμένες Πολιτείες για άλλη μια φορά επιδιώκουν να επιτύχουν τον πρωταρχικό τους στόχο: να αποτρέψουν την προσέγγιση μεταξύ της ηπειρωτικής Ευρώπης και του Καθολικού και Ορθόδοξου κόσμου.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου