GuidePedia

0


Πρόσφατη ανάρτησή μας σχετικά με την απόσυρση πλοίων του USN προκάλεσε αρκετά σχόλια από αναγνώστες, σε σχέση με τη δυνατότητα και σκοπιμότητα της απόκτησης αποσυρόμενων καταδρομικών κλάσης Ticonderoga του USN από το ΠΝ. Επειδή η συζήτηση μπήκε σε ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες, κρίνουμε σκόπιμη μία ξεχωριστή ανάλυση εδώ.

Εδώ στο "Εν Κρυπτώ" έχουμε επανειλημμένα τονίσει ότι σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, που είναι αναγκασμένη να διατηρεί ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις ενώ ταυτόχρονα οι οικονομικές της δυνατότητες είναι περιορισμένες (πολύ περισσότερο λόγω της κρίσης), κάθε ευκαιρία για απόκτηση αξιόμαχου μεταχειρισμένου υλικού δωρεάν ή σε χαμηλές τιμές πρέπει να αξιοποιείται.

Στις αρχές της δεκαετίας του '90, η παραχώρηση μεταχειρισμένων αεροσκαφών, πλοίων και αρμάτων μάχης επέτρεψε την απόσυρση πεπαλαιωμένου υλικού, τη μείωση της πολυτυπίας, αλλά έδωσε και νέες δυνατότητες στρατηγικού χαρακτήρα, όπως την αεράμυνα περιοχής για το ΠΝ, που πρόσφεραν τα Α/Τ κλάσης "Κίμων" (Charles F. Adams). Ένα πρόσφατο δείγμα επιτυχημένης απόκτησης μεταχειρισμένου υλικού ήταν η απόκτηση 223 Α/Κ πυροβόλων Μ-109Α3GEA2 από τα γερμανικά αποθέματα, που αναβάθμισαν ριζικά τις ικανότητες του πυροβολικού του ΕΣ, με τίμημα μόλις 18 εκ. Ευρώ. Αντίθετα, οι υψηλού κόστους αγορές οπλικών συστημάτων "από πρώτο χέρι" συχνά μετατρέπουν τις ΕΕΔ σε πειραματόζωα και αποδεικνύονται επωφελείς μόνο για την τσέπη των αντιπροσώπων μεγάλων εταιρειών και όσων κρατικών λειτουργών τους "συναναστρέφονται".

Αν προσθέσουμε στα παραπάνω το γεγονός ότι η οικονομική κρίση αποκλείει κάθε σκέψη για απόκτηση νέου κύριου υλικού μεσοπρόθεσμα, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι τέτοιες ευκαιρίες απόκτησης μεταχειρισμένου υλικού πρέπει να θεωρούνται "μάννα εξ ουρανού". Το ερώτημα όμως που τίθεται, ειδικά σε σχέση με τα συγκεκριμένα πλοία, είναι (α) αν ταιριάζουν στις ελληνικές αμυντικές ανάγκες και (β) αν η σχέση κόστους - απόδοσης που παρουσιάζουν είναι βιώσιμη και αποδεκτή.

Α. Οι ελληνικές αμυντικές ανάγκες

Όπως είχαμε γράψει και παλιότερα, οι σημαντικότερες στρατηγικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει διαχρονικά το ΠΝ στο πλαίσιο της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης είναι
(1) η διασφάλιση των θαλάσσιων διόδων μεταξύ ηπειρωτικής Ελλάδας και νήσων Αν. Αιγαίου από τον κίνδυνο (κυρίως) των τουρκικών υποβρυχίων και
(2) η ναυτική παρουσία πλησίον της Κύπρου, όπου ο βασικός κίνδυνος είναι η τουρκική αεροπορία (μάλιστα η πρόσφατη "κινητικότητα" στη ΝΑ Μεσόγειο λόγω των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, ενδεχομένως θέτει ως πρωταρχική απαίτηση την ανάγκη παρουσίας πλησίον της Κύπρου).
Οι δύο αυτές προκλήσεις προδιαγράφουν τους τομείς όπου κυρίως απαιτείται να είναι ικανές οι μεγάλες μονάδες του ΠΝ:
(α) ανθυποβρυχιακός αγώνας και (β) αντιαεροπορική άμυνα περιοχής.
Άλλες αποστολές όπως η "καταναυμάχηση" των εχθρικών μεγάλων μονάδων επιφανείας ή η μεταφορά πυραύλων πλεύσης (cruise) για την επίτευξη πληγμάτων στο εχθρικό έδαφος (ικανότητα που είναι πολύ "της μόδας" τελευταία σε σχέση με το ενδεχόμενο παραγγελίας φρεγατών FREMM οπλισμένων με πυραύλους SCALP) είναι στρατηγικά δευτερεύουσες και μπορούν να εκτελεστούν επιτυχέστερα από άλλα ναυτικά μέσα (ΤΠΚ κατά μεγάλων εχθρικών μονάδων, υποβρύχια ως ανεντόπιστοι φορείς πυραύλων cruise), καθώς και από την ΠΑ (Mirage 2000 ως φορείς Exocet/SCALP).

Επομένως οι κύριες μονάδες του ΠΝ απαιτείται να έχουν ικανότητες (α) ανθυποβρυχιακές και (β) αντιαεροπορικές. Στον ανθυποβρυχιακό τομέα μπορεί να ειπωθεί ότι οι ικανότητες των φρεγατών τύπων MEKO και Standard που υπηρετούν είναι επαρκείς, ιδίως επειδή τα οργανικά ελικόπτερα S-70B Aegean Hawk παραμένουν στην αιχμή της τεχνολογίας. Στον αντιαεροπορικό τομέα όμως, οι ικανότητες των φρεγατών του ΠΝ περιορίζονται στην αυτοπροστασία τους, έστω σε ελαφρώς ευρύτερη ακτίνα μετά την προσθήκη του ESSM. Η ικανότητα Α/Α άμυνας περιοχής, που είναι κρισιμότατη για την ενίσχυση της Κύπρου και γενικά για τη ναυτική παρουσία του ΠΝ στην Αν. Μεσόγειο, απωλέσθηκε με τον παροπλισμό του τελευταίου από τα Α/Τ κλάσης Charles F. Adams, του Α/Τ Κίμων, το 2004. Οι προτάσεις για αντικατάστασή τους με απόκτηση 4 αμερικανικών αντιτορπιλικών κλάσης Kidd δεν ευοδώθηκαν, κι έτσι το ΠΝ έκανε ένα μεγάλο στρατηγικό βήμα πίσω. Μαζί του και οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις ως σύνολο: γιατί τα πλοία αυτού του είδους, πέρα από την ευρεία Α/Α κάλυψη που μπορούν να παράσχουν με το δικό τους οπλικό σύστημα σε μια μοίρα του στόλου κατευθυνόμενη προς Κύπρο, μπορούσαν να διευκολύνουν και με πολλούς άλλους τρόπους (τακτική εικόνα ραντάρ, αναμετάδοση τηλεπικοινωνιών κ.ά.) τις ελληνικές ενέργειες προς υποστήριξη της Κύπρου, και ιδιαίτερα τις επιχειρήσεις της ΠΑ.


Το Α/Τ Κίμων (D-218) εκτοξεύει πύραυλο SM-1. Από την είσοδό του σε υπηρεσία (1991) και ως την απόσυρσή του (2004) παρείχε στο ΠΝ (μαζί με τα Νέαρχος, Φορμίων και Θεμιστοκλής) αντιαεροπορική άμυνα περιοχής. Μετά...

Η διαθεσιμότητα αμερικανικών σκαφών με ικανότητα Α/Α άμυνας περιοχής δίνει τη δυνατότητα να ξαναγίνει ένα "βήμα μπροστά" και να καλυφθεί το κενό. Πριν λίγο καιρό είχε συζητηθεί το ενδεχόμενο παραχώρησης αντιτορπιλικών της κλάσης Arleigh Burke "με ελκυστικούς όρους" (δηλ. όχι δωρεάν), της οποίας η τύχη αγνοείται. Όμως με δεδομένο ότι τα 4 αποσυρόμενα καταδρομικά τύπου Ticonderoga ανήκουν σε παλιότερη κλάση και προορίζονται για διάλυση (όχι για πώληση όπως οι αποσυρόμενες φρεγάτες), ίσως σε αυτή την περίπτωση θα ήταν εφικτή μια δωρεάν παραχώρηση, εφ' όσον υπάρξει η κατάλληλη πολιτική πίεση.

Εννοείται δε, ότι τα συγκεκριμένα πλοία θα κάλυπταν πλήρως τις ελληνικές ανάγκες παρουσίας στην Αν. Μεσόγειο. Με ικανότητα ταυτόχρονης έρευνας, ιχνηλάτησης και καθοδήγησης βλημάτων για πάνω από 100 εναέριους στόχους ταυτόχρονα, χάρη στο ραντάρ παθητικής διάταξης τύπου SPY-1Β(V), καρδιά του συστήματος αεράμυνας AEGIS, ένα τέτοιο καταδρομικό θα μπορούσε να ελέγξει αποτελεσματικά το κρίσιμο τρίγωνο Κρήτης - Καστελλορίζου - Κύπρου. Πλήρεις είναι επίσης οι αισθητήρες ανθυποβρυχιακού πολέμου, με παθητικό σόναρ AN/SQR-19 TACTAS και ενεργό σόναρ AN/SQS-53B/C/D, ενώ μεταφέρονται και δύο ελικόπτερα Seahawk. Από τους κάθετους εκτοξευτές (VLS) Mk41 122 θέσεων (σε δύο μονάδες των 61 θέσεων εκάστη, μία στην πλώρη και μία στην πρύμνη) μπορεί να βληθεί μεγάλη ποικιλία βλημάτων, όπως Standard, Tomahawk, κάθετα εκτοξευόμενοι ASROC (VLA) και ESSM. Ο οπλισμός συμπληρώνεται με 8 πυραύλους επιφανείας- επιφανείας Harpoon, δύο CIWS Phalanx, δύο πυροβόλα των 5"/54 και δύο τριπλούς τορπιλοσωλήνες Mark 32. Επίσης τα συγκεκριμένα πλοία (σε αντίθεση με τα νεώτερα Arleigh Burke) έχουν υποδομή για φιλοξενία διοικητή ναυτικής δύναμης, κάτι που τα καθιστά ιδανικά για ναυαρχίδες του στόλου.

Από κάποιες πλευρές τέθηκε το ερώτημα, αν τα συγκεκριμένα σκάφη, κατασκευασμένα μεταξύ 1991 και 1994, μπορούν να ανταποκριθούν σε νέες ανάγκες και απειλές, όπως τα υποβρύχια τύπου 214 και τα αεροσκάφη F-35 που αναμένεται να ενταχθούν στο τουρκικό οπλοστάσιο. Αν και μια πλήρης ανάλυση του θέματος είναι αδύνατη εδώ, θεωρούμε ότι σε σχέση με τη μελλοντική υποβρύχια απειλή κρίσιμη σημασία θα έχουν οι ικανότητες του οργανικού ελικοπτέρου, και σε αυτόν τον τομέα το ΠΝ ακολουθεί τις εξελίξεις "κατά πόδας". Όσο για τη μελλοντική εναέρια απειλή, ουδείς μπορεί να εγγυηθεί την αντιμετώπισή της. Το βέβαιο όμως είναι ότι το ραντάρ SPY-1 είναι ένα σύστημα που έθεσε νέα στάνταρ στον τομέα του και εξακολουθεί ακόμα και σήμερα, σχεδόν τριάντα χρόνια μετά την εισαγωγή του σε υπηρεσία, να εξοπλίζει νέα πλοία.

Β. Σχέση κόστους - απόδοσης

Οπωσδήποτε τα σκάφη της κλάσης Ticonderoga, με μήκος 173 μέτρων, εκτόπισμα σχεδόν 10.000 τόνους και πλήρωμα σχεδόν 400 άτομα, είναι έξω από τα σημερινά "στάνταρ" του ΠΝ. Και μάλιστα ειδικά σε εποχή οικονομικής κρίσης, που κάθε Ευρώ μετράει. Είναι επομένως λογικό να εκφραστούν αμφιβολίες για τη σκοπιμότητα της απόκτησης των συγκεκριμένων σκαφών, που θα αφορούσαν κυρίως το κόστος απόκτησης, εισαγωγής σε υπηρεσία και χρήσης τους, τις ανάγκες επάνδρωσης, καθώς και τις απαιτήσεις τους σε υποδομή.

Ξεκινώντας από το κόστος απόκτησης, ας ξεκαθαρίσουμε αμέσως ότι εννοούμε μόνο την πιθανότητα δωρεάν παραχώρησης, η οποία θα έπρεπε να επιδιωχθεί πιεστικά, με πολιτικά μέσα. Ο,τιδήποτε άλλο θα ήταν εκτός των δυνατοτήτων της ελληνικής οικονομίας - όπως είναι και κάθε νέα ναυπήγηση πλοίων τέτοιας κλάσης.

Εφ' όσον λοιπόν υπάρξει δυνατότητα δωρεάν παραχώρησης, τίθεται το ζήτημα του αρχικού κόστους εισαγωγής του τύπου σε υπηρεσία. Αυτό το κόστος φαίνεται ανεκτό, δεδομένου ότι τα περισσότερα οπλικά συστήματα των Ticonderoga υπηρετούν στο ΠΝ (ESSM, Harpoon, Phalanx, πυροβόλα Mk45, τορπιλοσωλήνες Mk 32, SRBOC, Nixie) ή υπηρετούσαν σε άλλες εκδόσεις τους (ASROC, SΜ-1). Εξ ίσου γνωστοί (από τις φρεγάτες κλάσης Ύδρα) είναι και οι αεριοστρόβιλοι LM2500 που αποτελούν το προωστήριο σκεύος. Το κυρίως κόστος εισαγωγής θα αφορά την εκμάθηση και υποστήριξη του ηλεκτρονικού εξοπλισμού, καθώς και το οπλικό φορτίο των πυραύλων SM-2 (που πάντως θα μπορούσε να επιδιωχθεί η δωρεάν παραχώρησή τους). Αλλά σε γενικές γραμμές, αν τα πλοία μεταβιβασθούν σε κατάσταση λειτουργίας (hot transfer), το αρχικό κόστος δεν φαίνεται σημαντικό.

Στη συνέχεια τίθεται το ζήτημα του κόστους χρήσης. Σύμφωνα με αυτήν και αυτήν την πηγή που μας υπέδειξε αναγνώστης μας, η λειτουργία ενός καταδρομικού τύπου Ticonderoga (συμπεριλαμβανομένης μισθοδοσίας, καυσίμων και συντήρησης) το 2010 κόστιζε περί τα 60 εκ. δολλάρια, δηλαδή περίπου €50 εκατομμύρια ετησίως, με αυξητική τάση. Για να υπάρξει μια συγκριτική αξιολόγηση, το ετήσιο αυτό κόστος θα έπρεπε να συγκριθεί με το αντίστοιχο κόστος χρήσης μιας φρεγάτας γενικών καθηκόντων, όπως οι ΜΕΚΟ-200 (κλάσης Ύδρα) και Standard (κλάσης Έλλη) που υπηρετούν στο ελληνικό ΠΝ. Επειδή όμως τέτοια στοιχεία δεν μας είναι διαθέσιμα και επιπλέον στον υπολογισμό του κόστους λειτουργίας οι ανωτέρω πηγές συνυπολογίζουν το κόστος μισθοδοσίας (που διαφέρει σημαντικά μεταξύ USN και ΠΝ), αποφασίσαμε να συγκρίνουμε το ετήσιο κόστος λειτουργίας των καταδρομικών Ticonderoga με αυτό των φρεγατών Oliver Hazard Perry στο USN. Η λογική της σύγκρισης είναι ότι οι Ο.Η.Perry είναι φρεγάτες γενικών καθηκόντων, που σε πολλά χαρακτηριστικά τους (ηλικία, εκτόπισμα, μέγεθος πληρώματος) είναι συγκρίσιμες με την κλάση Standard (Έλλη) του ΠΝ. Η μόνη κρίσιμη διαφορά μεταξύ των δύο τύπων είναι το προωστήριο σκεύος: αμφότερες χρησιμοποιούν αεριοστροβίλους, αλλά οι φρεγάτες Perry εμφανίζονται οικονομικότερες (με 2 αεριοστρόβιλους συνολικής ισχύος 41.000 HP) σε σύγκριση με τις Standard που χρησιμοποιούν τέσσερις αεριοστρόβιλους κινητήρες συνολικής ισχύος 60.000 HP. Επομένως είναι λογικό να υποτεθεί αυξημένη κατανάλωση καυσίμου για τα ελληνικά πλοία.

Αν λοιπόν συγκρίνουμε τα στοιχεία κόστους χρήσης των καταδρομικών Ticonderoga που προκύπτουν από την προαναφερθείσα πηγή με τα στοιχεία κόστους χρήσης φρεγατών O.H. Perry που προκύπτουν από αυτήν την πηγή, βλέπουμε ότι για το έτος 1993 το μέσο κόστος χρήσης μιας φρεγάτας O.H. Perry ήταν περίπου 16 εκ. δολλάρια, ενώ ενός καταδρομικού Ticonderoga περίπου 37 εκ. δολλάρια. Αν θεωρήσουμε το ετήσιο κόστος χρήσης των ελληνικών φρεγατών Standard ως ελαφρώς υψηλότερο αυτού των O.H.Perry λόγω μεγαλύτερης κατανάλωσης καυσίμων, προκύπτει κατά προσέγγιση ότι το κόστος χρήσης ενός καταδρομικού τύπου Ticonderoga από το ΠΝ θα ήταν περίπου το διπλάσιο του κόστους χρήσης μιας φρεγάτας κλάσης "Έλλη". Αυτή η εικόνα αντιστοιχεί και προς τους απαιτούμενους αριθμούς πληρώματος, όπου τα καταδρομικά απαιτούν περίπου το διπλάσιο πλήρωμα.

Είναι αυτοί οι αριθμοί απαγορευτικοί; Κατά τη γνώμη μας, όχι.

Το ΠΝ νομοτελειακά θα αποσύρει σχετικά σύντομα τις τέσσερις φρεγάτες κλάσης Standard που δεν υποβλήθηκαν σε εκσυγχρονισμό. Ο λόγος δεν είναι μόνο η πίεση για οικονομίες, αλλά και η φθορά του χρόνου και η δυσκολία υποστήριξης παλιών συστημάτων. Ήδη αποσύρθηκε η Φ/Γ Μπουμπουλίνα (F 463) και προφανώς θα ακολουθήσουν οι Φ/Γ Κανάρης (F 464), Θεμιστοκλής (F 465) και Νικηφόρος Φωκάς (F 466). Οι τέσσερις αυτές φρεγάτες θα μπορούσαν να αντικατασταθούν από δύο καταδρομικά κλάσης Ticonderoga χωρίς προβλήματα εξοικείωσης με το κύριο υλικό, χωρίς να προκύψει μεγαλύτερο κόστος χρήσης, και χωρίς πρόσθετες ανάγκες σε προσωπικό (θα μπορούσε να εξεταστεί και η προμήθεια δύο πρόσθετων σκαφών, αλλά μόνο ως πηγών ανταλλακτικών). Μια τέτοια κίνηση θα επέφερε μείωση των μεγάλων μονάδων του ΠΝ σε 12, αλλά στην πραγματικότητα η συνολική ισχύς πυρός του θα πολλαπλασιαζόταν, καθώς οι διαθέσιμοι προς εκτόξευση πύραυλοι από τα δύο αυτά καταδρομικά (260) θα ξεπερνούσαν το σύνολο των διαθέσιμων πυραύλων των δεκατριών φρεγατών του στόλου στη σημερινή του σύνθεση! Και αν η βελτίωση της ισχύος πυρός μπορεί να ποσοτικοποιηθεί σε αριθμό πυραύλων, η βελτίωση της τακτικής εικόνας και του συντονισμού επιχειρήσεων που θα προσέφερε ο ηλεκτρονικός εξοπλισμός των Ticonderoga, είναι απλά ανεκτίμητη.

Μία ένσταση που συχνά προβάλλεται κατά της προμήθειας τόσο μεγάλων σκαφών από το ΠΝ είναι η ανάγκη δημιουργίας νέων υποδομών, που προκύπτει από τις διαστάσεις τους και ιδίως το βύθισμά τους (10,2 μέτρα έναντι π.χ. 6 μέτρων της φρεγάτας "Ύδρα").
Κατ' αρχήν καλό είναι να υπομνησθεί ότι τέτοια μεγέθη πλοίων δεν είναι εντελώς άγνωστα για το ΠΝ: ενδεικτικά, το ΠΓΥ "Προμηθεύς" (Α-374) έχει ακόμα μεγαλύτερο εκτόπισμα και βύθισμα.
Επιπλέον όμως, η "ασυμβατότητα" με τις εγκαταστάσεις του Ναυστάθμου Σαλαμίνας πρέπει πια να πάψει να αποτελεί κριτήριο, γιατί οι νέες στρατηγικές συνθήκες επιβάλλουν στο ΠΝ την εντατικότερη αξιοποίηση του Ναυστάθμου Κρήτης: Αφ' ενός η λειτουργία του ναυστάθμου του Ακσάζ έχει συντομέψει σημαντικά την πρόσβαση του TDK προς τα Δωδεκάνησα και το Καρπάθιο, επιβάλλοντας αντίστοιχη συντόμευση του χρόνου αντίδρασης του ΠΝ, και αφ' ετέρου το διακύβευμα στην περιοχή της Αν. Μεσογείου έχει "βαρύνει" πολύ με την ανακάλυψη των κοιτασμάτων φυσικού αερίου. Μπροστά σε αυτές τις νέες συνθήκες, η προσκόλληση στο Ναύσταθμο Σαλαμίνας (που κατά τις κακές γλώσσες έπαιξε καίριο ρόλο στην απόρριψη των Kidd...) φαίνεται αρτηριοσκληρωτική, για να μην πούμε συντεχνιακή.

Σε τελική ανάλυση...

Σε τελική ανάλυση, η δωρεάν παραχώρηση πλοίων αυτής της κλάσης στην Ελλάδα θα αποτελούσε μείζονα κίνηση από πλευράς ΗΠΑ, και θα απαιτούσε κατάλληλη προετοιμασία σε πολιτικό επίπεδο. Το κρίσιμο ζήτημα όμως είναι ότι οι ΗΠΑ φαίνονται πράγματι διατεθειμένες λόγω της γεωπολιτικής συγκυρίας να ρίξουν το βάρος τους στην πλάστιγγα και να στηρίξουν την Ελλάδα με τρόπους που πριν λίγα χρόνια θα φαίνονταν αδιανόητοι, και με κόστος αμελητέο σε σύγκριση με τις προσφερόμενες δυνατότητες. Είναι μια ευκαιρία που πρέπει να εκμεταλλευτούμε.

Αυτή η διάθεση στήριξης της Ελλάδας από πλευράς των ΗΠΑ είχε φανεί και από την προσφορά παραχώρησης των 400 αρμάτων μάχης Abrams, που θα ανέτρεπε (θα ανατρέψει;) το ελληνοτουρκικό ισοζύγιο χερσαίας ισχύος. Αυτή η διάθεση στήριξης είχε εκδηλωθεί και στο πλαίσιο της ελληνικής κρίσης χρέους, με την αμερικανική κυβέρνηση να πιέζει ασφυκτικά τις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες (ιδιαίτερα σε προηγούμενα στάδια της κρίσης) να βοηθήσουν τη χώρα μας.
Μία πιθανή αιτία για αυτή τη στάση των ΗΠΑ ενδεχομένως είναι η σαφής αντίληψή τους, ότι τυχόν αποσταθεροποίηση της Ελλάδας θα σήμαινε κίνδυνο απώλειας ενός σταθερού συμμάχου και ενός κομβικής σημασίας κράτους (σε αυτό το πλαίσιο άλλωστε απέκρουσαν τις προσπάθειες των Σκοπίων να εκμεταλλευτούν την απόφαση του ΔΔΧ επαναφέροντας αίτημα ένταξης στο ΝΑΤΟ).
Μία δεύτερη πιθανή αιτία είναι η, μετά από πολλά χρόνια, σύμπλευση των ελληνικών συμφερόντων με αυτά του Ισραήλ και των ΗΠΑ, με αιχμή το ενεργειακό ζήτημα. Είναι προφανές ότι η διαμάχη για τη νομή των υδρογονανθράκων της Αν. Μεσογείου βρίσκεται μόλις στην αρχή της, και η θεαματική σύμπλευση Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ θα δοκιμαστεί σύντομα στην πράξη, από τις αξιώσεις μιας Τουρκίας υπερφίαλης και γεμάτης νεοοθωμανική αυτοπεποίθηση.
Το Ισραήλ είναι ισχυρό σε πολλά πεδία ισχύος, αλλά όχι στη θάλασσα. Άρα, παρά τις αεροπορικές ασκήσεις, η σημαντικότερη ελληνική συνεισφορά στη συνολική ισορροπία ισχύος μεταξύ Τουρκίας - Ισραήλ - Κύπρου - Ελλάδας θα ήταν μια ισχυρή ναυτική δύναμη, με δυνατότητα κυρίαρχης παρουσίας στην Αν. Μεσόγειο. Επομένως κάθε ελληνικό αίτημα προς τις ΗΠΑ για οπλικά συστήματα που θα επιτρέψουν κυρίαρχη ναυτική παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο, λογικά θα τύχει της ισραηλινής υποστήριξης σε όλα τα επίπεδα...

Όπως είχε πει κάποτε ένας Άγγλος επιτελής, "τώρα που τελείωσαν τα λεφτά, είναι καιρός να χρησιμοποιήσουμε το μυαλό μας". Αυτό ισχύει και στην περίπτωσή μας: οι γεωπολιτικές εξελίξεις δεν θα περιμένουν την Ελλάδα να ξεπεράσει την οικονομική κρίση. Η χώρα πρέπει να περιφρουρήσει τα συμφέροντά της, και έχει ήδη αργήσει. Στις 31 Μαρτίου 2013 ίσως μπορούμε να κερδίσουμε αρκετό από το χαμένο χρόνο...

πηγή

Δημοσίευση σχολίου

 
Top