Του Μανώλη Κυπραίου
Η αναπαραγωγή της είδησης από τα ελληνικά μμε, ήταν απόλυτη. Οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις ετοίμαζαν επίθεση κατά της Ελλάδος με το σχέδιο «Βαριοπούλα». Εισβολή στην ελληνικό τμήμα της Θράκης, κατάληψη ελληνικών νησιών στο Αιγαίο και ούτω το καθεξής. Κι όμως κανένας δεν μπήκε στον κόπο να εξετάσει δύο πτυχές αυτού του θέματος:
Πρώτον, γιατί έγινε η «διαρροή» από το τουρκικό Γενικό Επιτελείο και την κυβέρνηση Ερντογάν και δεύτερον ποιά θα ήταν η αντίδραση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων. Ας αναλύσουμε βήμα-βήμα λοιπόν, αυτές τις πτυχές που δεν «φωτίστηκαν» ξεκινώντας από το πρώτο ερώτημα που είναι η «διαρροή».
Είναι κοινό μυστικό και το γνωρίζουν άπαντες όσοι ξέρουν καλά πως λειτουργεί το τουρκικό Γενικό Επιτελείο, πως κανένα σχέδιο, καμία ενέργεια και καμία «είδηση» δεν δημοσιεύεται αν δεν υπάρχει συγκεκριμένος σκοπός. Αυτή η «διαρροή» που έγινε δεν ήταν τυχαία. Το τοπίο της γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής αλλάζει άρδην στην περιοχή μας. Ένα στρατηγικό τρίγωνο Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ δημιουργείται, απειλώντας το «μαλακό υπογάστριο» της Τουρκίας. Οι τρεις χώρες ανακάλυψαν τεράστια αποθέματα φυσικού πλούτου-τα οποία σκοπεύουν σύντομα να εκμεταλλευτούν-κινώντας ξανά το ενδιαφέρον των «μεγάλων δυνάμεων» αλλά το σημαντικότερο, αφήνοντας την Τουρκία «εκτός παιχνιδιού».
Οι ένοπλες δυνάμεις, υπάρχουν πρωτίστως για να ασκούν πολιτική και να υπηρετούν τους σκοπούς που η πολιτική ηγεσία χαράσσει. Έτσι λοιπόν, στο παιχνίδι των πιέσεων της Άγκυρας ενάντια της Αθήνας και της Λευκωσίας, ανέλαβαν ρόλο οι ένοπλες δυνάμεις για να μας «φοβίσουν» με έμμεσο, αλλά ξεκάθαρο τρόπο, στέλνοντας το μήνυμα: «μπορούμε να σας επιτεθούμε, όποτε το θελήσουμε για αυτό να δεχόσαστε κάθε απαίτησή μας». Και το σχέδιο της «διαρροής» ήταν όπως φαίνεται ιδιαίτερα μελετημένο από την «Διεύθυνση Ψυχολογικού Πολέμου» του τουρκικού Γενικού Επιτελείου και την αντίστοιχη διεύθυνση της τουρκικής υπηρεσίας πληροφοριών (ΜΙΤ). Και όπως προείπαμε, η αναπαραγωγή από τα ελληνικά μμε ήταν απόλυτη, μεταδίδοντας στην ελληνική κοινή γνώμη αυτούσιο το «μήνυμα» της Τουρκίας.
Όμως σε επιχειρησιακό επίπεδο, αν εκδηλωνόταν αυτή η επίθεση των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων τι θα γινόταν; Ποια θα ήταν η αντίδραση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων;
Πρώτα από όλα να τονίσουμε πως βάσει της «διαρροής» το τουρκικό Γενικό Επιτελείο θεωρούσε πως θα πετύχαινε απόλυτα τους Αντικειμενικούς Σκοπούς (ΑΝΣ) της επιχείρησης, καθιστώντας σαφές πως οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις είναι εν ολίγοις «άχρηστες».
Μήνυμα που με έμμεσο τρόπο προσπάθησε η τουρκική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία να περάσει-επίσης-στην ελληνική κοινή γνώμη. Κι όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι.
Το ελληνικό Γενικό Επιτελείο, δεν αποτελείται ούτε από «κοπρίτες» ούτε από «ωραίες κοιμωμένες». Η συγκέντρωση δυνάμεων και η κινητοποίηση εκ μέρους της Τουρκίας, θα είχε γίνει άμεσα αντιληπτή από τα κέντρα πληροφοριών, αλλά και τα συστήματα επιτήρησης και έγκαιρης προειδοποίησης που διαθέτει η Ελλάδα. Αυτό θα είχε θέσει σε συναγερμό και αυξημένη επιφυλακή τις ελληνικές δυνάμεις. Όσο και η Τουρκία να προσπαθούσε να εκμεταλλευτεί το στοιχείο του αιφνιδιασμού, το εύρος της-αναγκαστικής-κινητοποίησης για να εξαπολύσει επιθετικές επιχειρήσεις εναντίον της Ελλάδος θα ήταν αντιληπτό.
Και βέβαια, οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις δεν θα έμεναν με σταυρωμένα χέρια. Υπήρχε και υπάρχει εκ μέρους του ελληνικού ΓΕΕΘΑ και στρατηγική και τακτικές για ενδεχόμενη ελληνοτουρκική σύρραξη. Εχοντας εντολή εμπλοκής από την ελληνική πολιτική ηγεσία-απόφαση που θεωρούμε δεδομένη-θα εξαπέλυε συντριπτικό αντιπλήγμα ενάντια στις τουρκικές δυνάμεις ή όπως χαρακτηρίζεται στην στρατιωτική ορολογία, πλήγμα «ισοδύναμου τετελεσμένου» σε συγκεκριμένες στρατηγικές αντίπαλες θέσεις, ενώ όποιο τμήμα του ελληνικού χώρου βρισκόταν «υπό κατάληψη» θα δεχόταν το «ανηλεές σφυροκόπημα» από τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις, από ξηρά, αέρα και θάλασσα. Το τουρκικό Γενικό Επιτελείο θα έπρεπε να προφυλάξει τις δυνάμεις του είτε για να παραμείνουν στα υπό κατάληψη εδάφη, είτε να προβούν σε ασφαλή απαγκίστρωση και αυτό αναγκαστικά θα επέφερε κλιμάκωση και γενικευμένη σύρραξη, από την Θράκη έως την Κρήτη. Και αυτό το γνωρίζουν στο τουρκικό Γενικό Επιτελείο. Οποιαδήποτε «μικρή ενέργεια» αναγκαστικά θα επιφέρει κλιμάκωση. Και γι΄ αυτό δεν εκτέλεσαν το σχέδιο.
Το τίμημα που θα «πλήρωναν» οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις θα ήταν βαρύ και η ενδεχόμενη νίκη τους «πύρρειος», άρα «μη νίκη».
Μοναδικός τρόπος για να επιτεθεί η Τουρκία στην Ελλάδα, είναι να κάνει αιφνιδιαστική και άμεση επίθεση χρησιμοποιώντας τον μέγιστο δυνατό αριθμό δυνάμεων ενάντια όλης της ελληνικής επικράτειας. Καταλήψεις βραχονησίδων και «μικρών» νησιών το μοναδικό που μπορούν να επιτύχουν στρατηγικά είναι «εντύπωση», μιας και δίνουν το χρόνο και την δυνατότητα στον αντίπαλο να επικεντρωθεί να εντοπίσει και να πλήξει αποτελεσματικά.
Σε αυτή την μικρή ανάλυση μπορεί κανένας να καταλάβει εν τάχει, ποιος είναι ο σκοπός της Τουρκίας με αυτή «διαρροή» και πρέπει να επικεντρωθούμε στο γεγονός πως αυτή της η ενέργεια δείχνει πως αρχίζει να «ανησυχεί» για την αναβάθμιση της Ελλάδας. Και αυτό το μήνυμα πρέπει να κρατήσουμε όλοι μας. Δεν έχουμε τίποτε να φοβηθούμε και κανένας δεν μπορεί να μας φοβίσει. Γιατί ιστορικά το ελληνικό έθνος έχει αποδείξει πως μπορεί να τα βάλει με υπέρτερους αντιπάλους και να τους κερδίσει. Και αυτό οι Τούρκοι επιτελείς το γνωρίζουν και βάλλουν κατά του «μαλακού αρμού» μας που είναι το ηθικό προσπαθώντας να μας κάνουν να δεχθούμε τις απαιτήσεις τους. Όμως λογαριάζουν χωρίς τον ξενοδόχο που είναι η «ψυχή του Έλληνα»…
ΠΗΓΗ
Η αναπαραγωγή της είδησης από τα ελληνικά μμε, ήταν απόλυτη. Οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις ετοίμαζαν επίθεση κατά της Ελλάδος με το σχέδιο «Βαριοπούλα». Εισβολή στην ελληνικό τμήμα της Θράκης, κατάληψη ελληνικών νησιών στο Αιγαίο και ούτω το καθεξής. Κι όμως κανένας δεν μπήκε στον κόπο να εξετάσει δύο πτυχές αυτού του θέματος:
Πρώτον, γιατί έγινε η «διαρροή» από το τουρκικό Γενικό Επιτελείο και την κυβέρνηση Ερντογάν και δεύτερον ποιά θα ήταν η αντίδραση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων. Ας αναλύσουμε βήμα-βήμα λοιπόν, αυτές τις πτυχές που δεν «φωτίστηκαν» ξεκινώντας από το πρώτο ερώτημα που είναι η «διαρροή».
Είναι κοινό μυστικό και το γνωρίζουν άπαντες όσοι ξέρουν καλά πως λειτουργεί το τουρκικό Γενικό Επιτελείο, πως κανένα σχέδιο, καμία ενέργεια και καμία «είδηση» δεν δημοσιεύεται αν δεν υπάρχει συγκεκριμένος σκοπός. Αυτή η «διαρροή» που έγινε δεν ήταν τυχαία. Το τοπίο της γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής αλλάζει άρδην στην περιοχή μας. Ένα στρατηγικό τρίγωνο Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ δημιουργείται, απειλώντας το «μαλακό υπογάστριο» της Τουρκίας. Οι τρεις χώρες ανακάλυψαν τεράστια αποθέματα φυσικού πλούτου-τα οποία σκοπεύουν σύντομα να εκμεταλλευτούν-κινώντας ξανά το ενδιαφέρον των «μεγάλων δυνάμεων» αλλά το σημαντικότερο, αφήνοντας την Τουρκία «εκτός παιχνιδιού».
Οι ένοπλες δυνάμεις, υπάρχουν πρωτίστως για να ασκούν πολιτική και να υπηρετούν τους σκοπούς που η πολιτική ηγεσία χαράσσει. Έτσι λοιπόν, στο παιχνίδι των πιέσεων της Άγκυρας ενάντια της Αθήνας και της Λευκωσίας, ανέλαβαν ρόλο οι ένοπλες δυνάμεις για να μας «φοβίσουν» με έμμεσο, αλλά ξεκάθαρο τρόπο, στέλνοντας το μήνυμα: «μπορούμε να σας επιτεθούμε, όποτε το θελήσουμε για αυτό να δεχόσαστε κάθε απαίτησή μας». Και το σχέδιο της «διαρροής» ήταν όπως φαίνεται ιδιαίτερα μελετημένο από την «Διεύθυνση Ψυχολογικού Πολέμου» του τουρκικού Γενικού Επιτελείου και την αντίστοιχη διεύθυνση της τουρκικής υπηρεσίας πληροφοριών (ΜΙΤ). Και όπως προείπαμε, η αναπαραγωγή από τα ελληνικά μμε ήταν απόλυτη, μεταδίδοντας στην ελληνική κοινή γνώμη αυτούσιο το «μήνυμα» της Τουρκίας.
Όμως σε επιχειρησιακό επίπεδο, αν εκδηλωνόταν αυτή η επίθεση των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων τι θα γινόταν; Ποια θα ήταν η αντίδραση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων;
Πρώτα από όλα να τονίσουμε πως βάσει της «διαρροής» το τουρκικό Γενικό Επιτελείο θεωρούσε πως θα πετύχαινε απόλυτα τους Αντικειμενικούς Σκοπούς (ΑΝΣ) της επιχείρησης, καθιστώντας σαφές πως οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις είναι εν ολίγοις «άχρηστες».
Μήνυμα που με έμμεσο τρόπο προσπάθησε η τουρκική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία να περάσει-επίσης-στην ελληνική κοινή γνώμη. Κι όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι.
Το ελληνικό Γενικό Επιτελείο, δεν αποτελείται ούτε από «κοπρίτες» ούτε από «ωραίες κοιμωμένες». Η συγκέντρωση δυνάμεων και η κινητοποίηση εκ μέρους της Τουρκίας, θα είχε γίνει άμεσα αντιληπτή από τα κέντρα πληροφοριών, αλλά και τα συστήματα επιτήρησης και έγκαιρης προειδοποίησης που διαθέτει η Ελλάδα. Αυτό θα είχε θέσει σε συναγερμό και αυξημένη επιφυλακή τις ελληνικές δυνάμεις. Όσο και η Τουρκία να προσπαθούσε να εκμεταλλευτεί το στοιχείο του αιφνιδιασμού, το εύρος της-αναγκαστικής-κινητοποίησης για να εξαπολύσει επιθετικές επιχειρήσεις εναντίον της Ελλάδος θα ήταν αντιληπτό.
Και βέβαια, οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις δεν θα έμεναν με σταυρωμένα χέρια. Υπήρχε και υπάρχει εκ μέρους του ελληνικού ΓΕΕΘΑ και στρατηγική και τακτικές για ενδεχόμενη ελληνοτουρκική σύρραξη. Εχοντας εντολή εμπλοκής από την ελληνική πολιτική ηγεσία-απόφαση που θεωρούμε δεδομένη-θα εξαπέλυε συντριπτικό αντιπλήγμα ενάντια στις τουρκικές δυνάμεις ή όπως χαρακτηρίζεται στην στρατιωτική ορολογία, πλήγμα «ισοδύναμου τετελεσμένου» σε συγκεκριμένες στρατηγικές αντίπαλες θέσεις, ενώ όποιο τμήμα του ελληνικού χώρου βρισκόταν «υπό κατάληψη» θα δεχόταν το «ανηλεές σφυροκόπημα» από τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις, από ξηρά, αέρα και θάλασσα. Το τουρκικό Γενικό Επιτελείο θα έπρεπε να προφυλάξει τις δυνάμεις του είτε για να παραμείνουν στα υπό κατάληψη εδάφη, είτε να προβούν σε ασφαλή απαγκίστρωση και αυτό αναγκαστικά θα επέφερε κλιμάκωση και γενικευμένη σύρραξη, από την Θράκη έως την Κρήτη. Και αυτό το γνωρίζουν στο τουρκικό Γενικό Επιτελείο. Οποιαδήποτε «μικρή ενέργεια» αναγκαστικά θα επιφέρει κλιμάκωση. Και γι΄ αυτό δεν εκτέλεσαν το σχέδιο.
Το τίμημα που θα «πλήρωναν» οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις θα ήταν βαρύ και η ενδεχόμενη νίκη τους «πύρρειος», άρα «μη νίκη».
Μοναδικός τρόπος για να επιτεθεί η Τουρκία στην Ελλάδα, είναι να κάνει αιφνιδιαστική και άμεση επίθεση χρησιμοποιώντας τον μέγιστο δυνατό αριθμό δυνάμεων ενάντια όλης της ελληνικής επικράτειας. Καταλήψεις βραχονησίδων και «μικρών» νησιών το μοναδικό που μπορούν να επιτύχουν στρατηγικά είναι «εντύπωση», μιας και δίνουν το χρόνο και την δυνατότητα στον αντίπαλο να επικεντρωθεί να εντοπίσει και να πλήξει αποτελεσματικά.
Σε αυτή την μικρή ανάλυση μπορεί κανένας να καταλάβει εν τάχει, ποιος είναι ο σκοπός της Τουρκίας με αυτή «διαρροή» και πρέπει να επικεντρωθούμε στο γεγονός πως αυτή της η ενέργεια δείχνει πως αρχίζει να «ανησυχεί» για την αναβάθμιση της Ελλάδας. Και αυτό το μήνυμα πρέπει να κρατήσουμε όλοι μας. Δεν έχουμε τίποτε να φοβηθούμε και κανένας δεν μπορεί να μας φοβίσει. Γιατί ιστορικά το ελληνικό έθνος έχει αποδείξει πως μπορεί να τα βάλει με υπέρτερους αντιπάλους και να τους κερδίσει. Και αυτό οι Τούρκοι επιτελείς το γνωρίζουν και βάλλουν κατά του «μαλακού αρμού» μας που είναι το ηθικό προσπαθώντας να μας κάνουν να δεχθούμε τις απαιτήσεις τους. Όμως λογαριάζουν χωρίς τον ξενοδόχο που είναι η «ψυχή του Έλληνα»…
ΠΗΓΗ
Δημοσίευση σχολίου