Επεσε προχθές και ο τελευταίος θύλακας οργανωμένης αντίστασης του διαρκώς αποδυναμούμενου κεμαλικού κατεστημένου στην Τουρκία: αυτός που υπήρχε στο δικαστικό σώμα, το οποίο αδίστακτα παρενέβαινε ωμά στην πολιτική ζωή της γειτονικής χώρας απαγορεύοντας δεκάδες αριστερά, κουρδικά και ισλαμικά κόμματα, όταν αυτά γίνονταν ενοχλητικά για τα συμφέροντα του κεμαλικού συστήματος.
Δεν μιλάμε για κάποια ανεξάρτητη δικαιοσύνη, αλλά για μια φασίζουσα εστία που βρισκόταν σε αδιάκοπη υπηρεσία προστασίας του στρατιωτικοπολιτικού κεμαλικού κατεστημένου.
Με το θριαμβευτικό 58% που απέσπασε ο Ερντογάν στο δημοψήφισμα για την αναθεώρηση 26 άρθρων του τουρκικού Συντάγματος, μπορεί να συνεχίσει από πιο ισχυρές θέσεις την πορεία του για την πολιτική αναμόρφωση της σύγχρονης Τουρκίας.
Τριάντα χρόνια σχεδόν πέρασαν και κανένας Τούρκος πολιτικός δεν είχε θελήσει -ή αν θέλησε, δεν είχε τολμήσει- να αναθεωρήσει το φασιστικό Σύνταγμα του 1982 που είχε επιβάλει ο αιμοσταγής πραξικοπηματίας στρατηγός Κενάν Εβρέν. Το τελείωσε την Κυριακή ο Ερντογάν, αφού όμως πρώτα παρέμεινε και αυτός στην εξουσία οκτώ ολόκληρα χρόνια και προετοίμασε πολύ προσεκτικά το έδαφος για τον προχθεσινό θρίαμβό του.
Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι η συνταγματική αναθεώρηση του Ερντογάν αποτελεί άλμα εκδημοκρατισμού της τουρκικής δικαιοσύνης. Οι στρατιωτικοί υπάγονται πλέον και στα πολιτικά δικαστήρια, τα δικαιώματα των πολιτικών διευρύνονται, οι Τούρκοι αποκτούν για πρώτη φορά το δικαίωμα προσφυγής και στο Συνταγματικό Δικαστήριο, όταν καταπατώνται τα θεμελιώδη δικαιώματά τους.
Η εξάρθρωση όμως του κεμαλικού ελέγχου στο δικαστικό σώμα γίνεται με οργανωτικά μέτρα: οι δικαστές του Συνταγματικού Δικαστηρίου από 11 αυξάνονται σε 17, ενώ τα μέλη του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου από 7 γίνονται 22.
"Δεδομένου ότι οι νέες τοποθετήσεις δικαστών θα γίνουν σε μια στιγμή κατά την οποία το κόμμα του Ερντογάν ελέγχει τόσο το κοινοβούλιο όσο και την Προεδρία της Δημοκρατίας, η πολιτική κατεύθυνση των δικαστηρίων μπορεί να αλλάξει εν μια νυκτί" επισημαίνει σχετικά η αμερικανική εφημερίδα "Γουόλ Στριτ Τζέρναλ", η οποία δεν βλέπει με καλό μάτι τη συνταγματική αναθεώρηση, φοβούμενη προφανώς ότι συντελεί σε πολιτικές εξελίξεις στην Τουρκία που δεν ευνοούν τα συμφέροντα των ΗΠΑ.
Ο Ερντογάν και οι ισλαμιστές του κυριαρχούν όλο και περισσότερο στην τουρκική πολιτική σκηνή. Περιορίζουν τα πραξικοπηματικά στοιχεία στην ηγεσία του στρατεύματος, παρεμβαίνοντας με επιτυχία στις πρόσφατες κρίσεις των ανώτατων αξιωματικών. Καταφέρουν αλλεπάλληλα πλήγματα στους μηχανισμούς διαπλοκής των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών με το παρακράτος και τον υπόκοσμο. Εξαρθρώνουν τώρα το κεμαλικό δίκτυο ελέγχου της δικαιοσύνης.
Εδώ όμως χρειάζεται ψύχραιμη εκτίμηση των προοπτικών αυτής της πολιτικής διαπάλης στην Τουρκία. Θα ήταν σοβαρότατο σφάλμα να θεωρήσει κανείς ότι έχουμε να κάνουμε με μια ανειρήνευτη σύγκρουση ισλαμιστών από τη μια μεριά και στρατού και δικαστών από την άλλη. Δεν πρόκειται περί αυτού.
Ο στόχος του Ερντογάν είναι να προσεταιριστεί σταδιακά όλες τις συνιστώσες του κεμαλικού κατεστημένου - στην οικονομία, στον στρατό, στους δικαστές. Θα έχουμε μια ώσμωση του ανερχόμενου ισλαμισμού και του αποδυναμούμενου κεμαλισμού, μια συνύφανση των δύο ρευμάτων της τουρκικής κοινωνίας. Το ποιοτικά καινούργιο στοιχείο όμως είναι ότι αυτή τη φορά θα είναι οι ισλαμιστές αυτοί που θα επιβάλουν τους όρους αυτής της συμβίωσης γιατί αυτοί κυριαρχούν στην πολιτική σκηνή πλέον και όχι οι κεμαλιστές.
Αλλο πράγμα είναι η απώλεια των προκλητικών προνομίων και των μηχανισμών που διασφάλιζαν την παντοδυναμία των κεμαλιστών ανεξαρτήτως των εξελίξεων στην τουρκική κοινωνία και εντελώς άλλο πράγμα είναι να νομίσει κανείς ότι θα εξαλειφθεί ως διά μαγείας το κεμαλικό κοσμικό ρεύμα από την τουρκική κοινωνία.
Οι περισσότερες εκλογικές αναμετρήσεις δίνουν περίπου 60% στους ισλαμιστές και 40% στα κεμαλικά κόμματα, πράγμα που σημαίνει ότι στην τουρκική κοινωνία έχουν σχεδόν ίση επιρροή, άρα η σύνθεσή τους θα εμπεριέχει ισχυρές δόσεις από τις θέσεις και τις αντιλήψεις και των δύο ρευμάτων.
Δημοσίευση σχολίου