
Η Αμερικανική πρεσβεία έχει ολοκληρώσειι την προετοιμασία και ο Αμερικανός Υπουργός Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ αναμένεται σύντομα στην Αθήνα με την επίσκεψή του να αποτελεί κάτι περισσότερο από μια ακόμη διπλωματική επίσκεψη υψηλού επιπέδου. Σύμφωνα με Αμερικανικές πηγές το ταξίδι Χέγκσεθ στην Αθήνα γίνεται σε μια περίοδο που η Ουάσιγκτον επιχειρεί να χαράξει μια πιο ενεργητική πολιτική στην Ανατολική Μεσόγειο, αναγνωρίζοντας την Ελλάδα ως σταθερό σημείο αναφοράς σε μια ευρύτερη περιοχή όπου κυριαρχούν η ρευστότητα, η ανταγωνιστικότητα και η στρατηγική αβεβαιότητα.
Ένα ταξίδι με πολιτικό και επιχειρησιακό βάρος
Σύμφωνα με τις ίδιες διπλωματικές πηγές, το βασικό αντικείμενο των συζητήσεων του κ. Χέγκσεθ με την ελληνική κυβέρνηση θα επικεντρωθεί σε δύο άξονες:
α) την προετοιμασία του 6ου γύρου του στρατηγικού διαλόγου Ελλάδας–ΗΠΑ, και
β) την ανανέωση της MDCA, η οποία τα τελευταία χρόνια έχει εξελιχθεί στον κεντρικό μηχανισμό των αμερικανικών διευκολύνσεων στη χώρα.
Στο πλαίσιο αυτό, ιδιαίτερη σημασία αποκτά η πρόσφατη ένταξη της Ελλάδας στο State Partnership Program — μια πρωτοβουλία που συνδέει κράτη–μέλη του ΝΑΤΟ και εταίρους με την αμερικανική Εθνοφρουρά. Πρόκειται για πρόγραμμα που δεν έχει απλώς συμβολικό χαρακτήρα, αλλά δημιουργεί σταθερούς διαύλους στρατιωτικής συνεργασίας, ανταλλαγής τεχνογνωσίας και συμμετοχής σε κοινές ασκήσεις.
Η Ελλάδα ως κόμβος: από τη Σούδα στην Αλεξανδρούπολη
Στελέχη του Πενταγώνου επισημαίνουν ότι η Ελλάδα αποτελεί, πλέον, «αναπόσπαστο κρίκο» της νέας αρχιτεκτονικής ασφαλείας στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Η Σούδα παραμένει το επιχειρησιακό κέντρο βαρύτητας, ενώ η Αλεξανδρούπολη εξελίσσεται σε κόμβο μεταφοράς στρατιωτικού εξοπλισμού και ενεργειακής διασύνδεσης.
Για τις ΗΠΑ, η Ελλάδα προσφέρει τρία πλεονεκτήματα:
Πρόσβαση σε κρίσιμους θαλάσσιους διαύλους.
Ασφάλεια και προβλεψιμότητα, σε αντίθεση με άλλες περιοχές όπου οι ισορροπίες είναι πιο εύθραυστες.
Συμβατότητα στρατηγικών στόχων στο ΝΑΤΟ και στην ευρύτερη περιοχή.
Οι ελληνικές στοχεύσεις και οι «κόκκινες γραμμές»
Από την Αθήνα, η ενίσχυση της συνεργασίας με την Ουάσιγκτον προσεγγίζεται ως ευκαιρία για ουσιαστική αναβάθμιση των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Στο τραπέζι βρίσκονται ζητήματα όπως η υποστήριξη κρίσιμων οπλικών συστημάτων, η συμμετοχή σε νέα εκπαιδευτικά προγράμματα και η διεύρυνση συνεργασιών σε τομείς όπως η κυβερνοάμυνα και η τεχνολογική έρευνα.
Ωστόσο, κυβερνητικές πηγές αναγνωρίζουν ότι παραμένουν ανοιχτά κρίσιμα ζητήματα:
Ποιο θα είναι το εύρος της αμερικανικής παρουσίας σε ελληνικές βάσεις στο μέλλον;
Με ποιους όρους θα ενισχυθεί η ελληνική άμυνα, ειδικά σε σχέση με τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο;
Πώς θα αποφευχθεί η εικόνα ότι η Ελλάδα μετατρέπεται σε «πλατφόρμα» αποκλειστικά αμερικανικών σχεδιασμών;
Η Αθήνα επιδιώκει μια σχέση βαθιά, αλλά όχι άκριτη· μια συνεργασία με τις ΗΠΑ που ενισχύει την αποτρεπτική ισχύ χωρίς να διαταράσσει είτε τις περιφερειακές ισορροπίες είτε τους ισχυρούς δεσμούς με την Ευρώπη.
Οι περιφερειακές προεκτάσεις
Η επίσκεψη Χέγκσεθ στέλνει σαφές μήνυμα προς τους περιφερειακούς δρώντες ότι οι ΗΠΑ επανέρχονται δυναμικά στην περιοχή. Το μήνυμα αυτό αφορά κυρίως:
την Τουρκία, που βλέπει την αμερικανική στενή συνεργασία με την Ελλάδα να αποκτά νέα χαρακτηριστικά,
τις χώρες της Μαύρης Θάλασσας, όπου η Ουάσιγκτον χρειάζεται σταθερούς εταίρους,
την Ευρώπη, η οποία παρακολουθεί με ενδιαφέρον τη μετατόπιση αμερικανικής προσοχής στον ευρωπαϊκό Νότο.
Το αποτύπωμα της επίσκεψης
Η προσεχής παρουσία του Αμερικανού υπουργού Άμυνας στην Αθήνα λειτουργεί ως επιβεβαίωση μιας στρατηγικής πραγματικότητας: η Ελλάδα έχει περάσει από τη φάση του «σημαντικού συμμάχου» στη φάση του «απαραίτητου εταίρου». Αυτό, όμως, δημιουργεί και αυξημένες ευθύνες.
Τους επόμενους μήνες, ο τρόπος με τον οποίο θα διαμορφωθεί η νέα MDCA, καθώς και οι συμφωνίες που θα προκύψουν μέσω του State Partnership Program, θα κρίνουν το εάν η ενίσχυση της συνεργασίας θα μεταφραστεί σε μακροπρόθεσμο πλεονέκτημα για την ελληνική ασφάλεια — ή σε πηγή εσωτερικών και περιφερειακών τριβών.
Σε κάθε περίπτωση, η επίσκεψη Χέγκσεθ αναδεικνύει ότι η Ελλάδα βρίσκεται ξανά στο επίκεντρο του αμερικανικού στρατηγικού σχεδιασμού. Και αυτό, ανεξάρτητα από τις προκλήσεις, αποτελεί εξέλιξη που η Αθήνα καλείται να αξιοποιήσει με προσοχή, συνέπεια και ρεαλισμό.
Το Χρονικό της ελληνοαμερικανικής στρατηγικής συνεργασίας (2019–2025)
2019 : Υπογραφή της επικαιροποιημένης MDCA
Η Αθήνα και η Ουάσιγκτον προχωρούν σε αναβάθμιση της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας.
Η συμφωνία διευρύνει τις αμερικανικές διευκολύνσεις σε Σούδα, Λάρισα, Στεφανοβίκειο και Αλεξανδρούπολη, εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή επιχειρησιακής συνεργασίας.
2020–2021 : Εμβάθυνση μέσω επιχειρησιακής παρουσίας
Η Αλεξανδρούπολη αναδεικνύεται σε κόμβο μεταφοράς δυνάμεων προς την Ανατολική Ευρώπη.
Παράλληλα, η Σούδα υποστηρίζει αυξημένες αποστολές του 6ου Στόλου, ενώ οι κοινές ασκήσεις πολλαπλασιάζονται.
2022 : Στρατηγική Αναβάθμιση στο ΝΑΤΟ
Με φόντο τον πόλεμο στην Ουκρανία, η Ελλάδα καθίσταται για τις ΗΠΑ χώρα-προωθημένο σημείο στο νοτιοανατολικό άκρο της Συμμαχίας.
Η MDCA ανανεώνεται με πολυετή ορίζοντα, σταθεροποιώντας την αμερικανική παρουσία.
2023–2024 : Διεύρυνση σε νέους τομείς
Οι δύο πλευρές επεκτείνουν τη συνεργασία σε τομείς όπως:
κυβερνοάμυνα,
στρατιωτική εκπαίδευση,
ενεργειακή ασφάλεια,
συμμετοχή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας σε αμερικανικά προγράμματα.
Την ίδια περίοδο, η Αλεξανδρούπολη εντάσσεται και στον ενεργειακό σχεδιασμό των ΗΠΑ για τη νοτιοανατολική Ευρώπη.
2025 :Νέα σελίδα.Χέγκσεθ, SPP και ανανέωση MDCA
Η άφιξη του υπουργού Άμυνας των ΗΠΑ Πιτ Χέγκσεθ στην Αθήνα λειτουργεί ως ορόσημο:
Η Ελλάδα εντάσσεται στο State Partnership Program (SPP), αποκτώντας πρόσβαση σε συστηματική συνεργασία με την Εθνοφρουρά των ΗΠΑ.
Ο 6ος γύρος του στρατηγικού διαλόγου δρομολογεί περαιτέρω εμβάθυνση, με έμφαση στην τεχνολογία, την εκπαίδευση και την πολιτική προστασία.
Οι δύο χώρες προετοιμάζουν την επόμενη φάση της MDCA, με στόχο μεγαλύτερη διαλειτουργικότητα και σαφέστερη κατανομή ρόλων στην περιοχή.
Το αποτύπωμα της εξαετίας
Μέσα σε έξι χρόνια, η ελληνοαμερικανική σχέση έχει μετατοπιστεί:
από συνεργασία υποδομών, σε συνεργασία στρατηγικού βάθους.
Η Ελλάδα έχει καταστεί σημείο αναφοράς για τον αμερικανικό σχεδιασμό, ενώ η Ουάσιγκτον αντιμετωπίζει πλέον την Αθήνα ως σταθερό, μακροπρόθεσμο εταίρο σε μια περιοχή με υψηλές γεωπολιτικές απαιτήσεις.
Με φόντο τον πόλεμο στην Ουκρανία, η Ελλάδα καθίσταται για τις ΗΠΑ χώρα-προωθημένο σημείο στο νοτιοανατολικό άκρο της Συμμαχίας.
Η MDCA ανανεώνεται με πολυετή ορίζοντα, σταθεροποιώντας την αμερικανική παρουσία.
2023–2024 : Διεύρυνση σε νέους τομείς
Οι δύο πλευρές επεκτείνουν τη συνεργασία σε τομείς όπως:
κυβερνοάμυνα,
στρατιωτική εκπαίδευση,
ενεργειακή ασφάλεια,
συμμετοχή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας σε αμερικανικά προγράμματα.
Την ίδια περίοδο, η Αλεξανδρούπολη εντάσσεται και στον ενεργειακό σχεδιασμό των ΗΠΑ για τη νοτιοανατολική Ευρώπη.
2025 :Νέα σελίδα.Χέγκσεθ, SPP και ανανέωση MDCA
Η άφιξη του υπουργού Άμυνας των ΗΠΑ Πιτ Χέγκσεθ στην Αθήνα λειτουργεί ως ορόσημο:
Η Ελλάδα εντάσσεται στο State Partnership Program (SPP), αποκτώντας πρόσβαση σε συστηματική συνεργασία με την Εθνοφρουρά των ΗΠΑ.
Ο 6ος γύρος του στρατηγικού διαλόγου δρομολογεί περαιτέρω εμβάθυνση, με έμφαση στην τεχνολογία, την εκπαίδευση και την πολιτική προστασία.
Οι δύο χώρες προετοιμάζουν την επόμενη φάση της MDCA, με στόχο μεγαλύτερη διαλειτουργικότητα και σαφέστερη κατανομή ρόλων στην περιοχή.
Το αποτύπωμα της εξαετίας
Μέσα σε έξι χρόνια, η ελληνοαμερικανική σχέση έχει μετατοπιστεί:
από συνεργασία υποδομών, σε συνεργασία στρατηγικού βάθους.
Η Ελλάδα έχει καταστεί σημείο αναφοράς για τον αμερικανικό σχεδιασμό, ενώ η Ουάσιγκτον αντιμετωπίζει πλέον την Αθήνα ως σταθερό, μακροπρόθεσμο εταίρο σε μια περιοχή με υψηλές γεωπολιτικές απαιτήσεις.
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου