
Γιώργος Σκαφιδάς
Πέρα από τις μονομέρειες όσων τείνουν να βλέπουν μόνο μεγάλες νίκες ή μεγάλες ήττες, τα περασμένα χρόνια η ελληνική πλευρά έκανε κάποια βήματα (όχι άλματα) προς την κατεύθυνση της (μερικής έστω – και πάντοτε σε σχέση με την προτέρα κατάσταση) ενίσχυσης των ελληνικών θέσεων έναντι των γειτόνων.
Ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός (ΘΧΣ) που δόθηκε στη δημοσιότητα τον περασμένο Απρίλιο, ήρθε να αποτυπώσει, επί χάρτου, τα απώτατα δυνητικά όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ στη Μεσόγειο με βάση τη μέση γραμμή και τον νόμο Μανιάτη (4001/2011), αντικαθιστώντας έτσι στην πράξη τον «ανεπίσημο» σχετικό χάρτη του Πανεπιστημίου της Σεβίλλης τον οποίο επικαλούνταν επί σειρά ετών όσοι ήθελαν να δουν πώς η ελληνική ΑΟΖ μπορεί να εφάπτεται με την Κυπριακή στην Ανατολική Μεσόγειο. Η κατάρτιση θαλάσσιων χωροταξικών σχεδίων δεν ισοδυναμεί με οριοθέτηση ΑΟΖ, θα πουν ορθώς πολλοί. Ακόμη κι έτσι ωστόσο, δεν γίνεται τα απώτατα δυνητικά όρια των ελληνικών θαλασσίων διεκδικήσεων να μην υπάρχουν αποτυπωμένα σε επίσημους/κρατικούς χάρτες. Υπό αυτήν την έννοια, η ΘΧΣ ήρθε όντως να κλείσει μια εκκρεμότητα…
Η μερική οριοθέτηση ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου ήταν -επίσης– κάτι που δεν υπήρχε πριν από τον Αύγουστο του 2020, αλλά τώρα υπάρχει· όπως άλλωστε και η ανακήρυξη Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης στη θαλάσσια περιοχή του Ιονίου, που είναι κι αυτή πια γεγονός (μέχρι το Ακρωτήριο Ταίναρο της Πελοποννήσου) στη βάση της ελληνοϊταλικής συμφωνίας οριοθέτησης του Ιουνίου του 2020· ενώ η Ελλάδα προχώρησε τα περασμένα χρόνια και στην επέκταση των χωρικών της υδάτων από τα 6 στα 12 ναυτικά μίλια στο Ιόνιο.
Με άλλα λόγια, υπήρχαν εκκρεμότητες που τα τελευταία χρόνια έκλεισαν, τυπικά έστω.
Η δημιουργία δύο νέων Εθνικών Θαλάσσιων Πάρκων, στο Ιόνιο και στις νότιες Κυκλάδες, όπως εκείνη ανακοινώθηκε από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στις 21 Ιουλίου, έρχεται να προστεθεί ως κίνηση σε αυτήν τη σειρά των θετικών ελληνικών βημάτων.
Τα πάρκα αυτά «είναι συνεκτικά και γεωγραφικά προσδιορισμένα, προκειμένου να μπορούν να επιτηρούνται και να είναι εφικτή η αποτελεσματική διαχείρισή τους με σκοπό την ουσιαστική προστασία τους», αναφέρει η ελληνική κυβέρνηση, υπογραμμίζοντας ότι πρόκειται για περιοχές που «θα επιτηρούνται με την χρήση ολοκληρωμένου συστήματος παρακολούθησης και εποπτείας (drones, ραντάρ, δορυφορικές εικόνες, κ.ά.) από τον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής σε συνεργασία με τις κατά τόπους λιμενικές Αρχές».
Το τουρκικό ΥΠΕΞ έσπευσε να αντιδράσει κατά τρόπο αναμενόμενο, υπενθυμίζοντας στην ελληνική πλευρά την τουρκική θεωρία περί «γκρίζων ζωνών». Πιστή στην «παράδοση» των αναθεωρητικών διεκδικήσεων, η τουρκική διπλωματία μιλά για «γεωγραφικούς σχηματισμούς των οποίων η ιδιοκτησία δεν έχει μεταβιβαστεί στην Ελλάδα με διεθνείς συμφωνίες», καλεί την Ελλάδα να αποφεύγει τις «μονομερείς ενέργειες» και υπογραμμίζει ότι η δημιουργία των δύο θαλασσίων πάρκων από την Ελλάδα «δεν πρόκειται να έχει νομικές συνέπειες» σε σχέση με τα ανοιχτά ζητήματα των ελληνοτουρκικών στο Αιγαίο. Παράλληλα, Τούρκοι αξιωματούχοι «βλέπουν» πιθανά «προβλήματα» στην ελευθερία της ναυσιπλοΐας και προειδοποιούν με αντίμετρα εάν τα τουρκικά συμφέροντα ή δικαιώματα πληγούν… Ειρήσθω εν παρόδω – και με φόντο το προαναφερθέντα, διερωτάται κανείς εάν θα μπορούσαμε για παράδειγμα να δούμε το προσεχές διάστημα ελληνοτουρκικές κόντρες με «αέρα» αλιείας στο Αιγαίο («στα δύο νέα Εθνικά Θαλάσσια Πάρκα θα απαγορεύεται παντού η αλιεία με μηχανότρατα ή βιντζότρατα», διευκρινίζει το ελληνικό υπουργείο Περιβάλλοντος – «στα Εθνικά Θαλάσσια Πάρκα θα απαγορευθεί πλήρως η αλιεία με μηχανότρατα», σημειώνει η ελληνική κυβέρνηση).
Το ελληνικό ΥΠΕΞ έσπευσε να (αντ)απαντήσει στην Τουρκία, κι εκείνο κατά τρόπο αναμενόμενο, απορρίπτοντας τη θεωρία των «γκρίζων ζωνών», παρουσιάζοντας το νομικό καθεστώς στο Αιγαίο ως ξεκάθαρο, την ελληνική κυριαρχία ως σαφώς και οριστικώς ορισμένη από διεθνή συμβατικά κείμενα και την ελληνοτουρκική διαφορά ως μία και μοναδική (βλ. ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδα).
Η χορογραφία των αντεγκλήσεων ακολουθεί μια σε γενικές γραμμές πεπατημένη οδό στα ελληνοτουρκικά εδώ και χρόνια. Τι γίνεται, όμως, όταν γίνονται κινήσεις εκτός της πεπατημένης; Πώς αντιδρά κάθε πλευρά; Και ποιος επικρατεί (προσωρινά ή όχι, μένει να φανεί) επί του πεδίου; Με άλλα λόγια… έχουν πρακτικό αντίκρυσμα τα βήματα που έγιναν από την ελληνική πλευρά τα τελευταία χρόνια;
H ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης-Κύπρου (GSI), ένα έργο το οποίο έχει την στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν προχωράει όπως θα έπρεπε. Κι αυτό, λόγω των οικονομικού τύπου ανησυχιών που γέννα η γεωπολιτική αβεβαιότητα που δημιουργεί ως σύγχρονος «πειρατής» η Τουρκία στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου. Υπενθυμίζεται ότι τουρκικά πολεμικά πλοία είχαν επιχειρήσει να παρεμποδίσουν τις έρευνες του ιταλικού πλοίου «Ievoli Relume» νοτίως της Κάσου και της Καρπάθου το καλοκαίρι του 2024. Έναν χρόνο μετά, επί του πρακτέου, το στρατηγικής σημασίας έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης-Κύπρου δείχνει να έχει περιέλθει σε ένα τέλμα παρατεταμένης ακινησίας από το οποίο δεν μπορεί να βγει, ενώ το «Ievoli Relume» ακόμη δεν έχει επιστρέψει για έρευνες στην περιοχή της Καρπάθου όπως ήταν προγραμματισμένο (το «Ievoli Relume» απέπλευσε τον περασμένο Μάρτιο από την Κρήτη με κατεύθυνση την Ιταλία και πλέον, σύμφωνα με το Marine Traffic, βρίσκεται κάπου στη Βόρεια Θάλασσα).
Από την άλλη ωστόσο, και σε αντίθεση με την ακινησία του Great SeaInterconnector, η Τουρκία παρουσιάζει έντονη κινητικότητα στο μέτωπο της Λιβύης το τελευταίο διάστημα, προσεγγίζοντας την ανατολική πλευρά (Βεγγάζη, Τομπρούκ) των Χαφτάρ, Σάλεχ και Χαμάντ, ενώ παράλληά συνάπτει νέες συμφωνίες και με τη δυτική πλευρά (Τρίπολη), συμφωνίες που έρχονται να πατήσουν πάνω στα τουρκολιβυκά μνημόνια του 2019. Ενδεικτικά, υπενθυμίζονται: το μνημόνιο συνεργασίας που υπέγραψαν NOC η TPAO τον περασμένο Ιούνιο στην Κωνσταντινούπολη για έρευνες σε τέσσερις θαλάσσιες περιοχές στα ανοιχτά της Λιβύης – η Συμφωνία Καλής Θέλησης που υπέγραψαν DEIK και Λίβυοι για τη συνεργασία στους τομείς των εξορύξεων, της ενέργειας και των υποδομών στην Κωνσταντινούπολη τον Ιούλιο – η νέα συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας που υπέγραψαν οι υπουργοί Άμυνας στην Αγκυρα τον Ιούλιο.
Τούτων λεχθέντων, θα μπορούσε -με βάση τα γεγονότα και μόνο- να υποστηρίξει κανείς ότι η τμηματική θαλάσσια οριοθέτηση Ελλάδας-Αιγύπτου πρακτικά δεν έχει ακυρώσει τα τουρκολιβυκά μνημόνια του 2019… Καλά τα λόγια στα χαρτιά, αλλά θα πρέπει -προφανώς- να συνοδεύονται και από εκείνες τις πράξεις που θα τα επιβεβαιώνουν επί του πεδίου…
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου