Η Αγκυρα θέλει να γίνει ενεργειακός κυρίαρχος στην ανατολική Μεσόγειο και σχεδιάζει οριοθέτηση ΑΟΖ με το νέο καθεστώς της Συρίας, νομιμοποιώντας από την πίσω πόρτα το ψευδοκράτος.
Της Κύρας Αδάμ
Ο Ταγίπ Ερντογάν σχεδιάζει από τώρα χωρίς τον ξενοδόχο -βλέπε Τραμπ– τα πολιτικά, ενδεχομένως και εδαφικά οφέλη που θα ήθελε να έχει μετά την καθοριστική ανάμειξή του στις ανατροπές στη Συρία, όπως του αναγνωρίζουν τόσο η Ουάσινγκτον όσο και οι Βρυξέλλες. Η ανατολική Μεσόγειος και ειδικότερα η Κύπρος βρίσκονται μέσα στους σχεδιασμούς της Αγκυρας για «την επόμενη ημέρα στη Συρία», που επιταχύνει, και τη «νέα εποχή» στην τουρκική επιρροή στην ανατολική Μεσόγειο.Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι τα τουρκικά ΜΜΕ έχουν ήδη αρχίσει να διαμορφώνουν το κλίμα για καταλυτικές αλλαγές, με την προϋπόθεση ότι στη Δαμασκό θα επικρατήσει μεταβατική κυβέρνηση ανοιχτά φιλοτουρκική, αφού θα ελέγχεται αυστηρά από την Αγκυρα. Το πρώτο σενάριο που κυκλοφορεί ήδη ευρέως στα τουρκικά ΜΜΕ είναι η άμεση συμφωνία για την οριοθέτηση ΑΟΖ μεταξύ της νέας φιλοτουρκικής συριακής κυβέρνησης και της Τουρκίας, για λογαριασμό των Τ/Κ ανάμεσα στις ακτές της Συρίας και τις ακτές των Κατεχομένων στην Κύπρο. Δηλαδή οριοθέτηση ΑΟΖ μεταξύ Τουρκίας, ανύπαρκτου τουρκοκυπριακού κράτους της Β. Κύπρου και της Συρίας.
Η βιαστική, άτσαλη και πρόχειρη ανάδειξη στον τουρκικό Τύπο του θέματος αυτού φανερώνει την αδημονία και την ανάγκη της Αγκυρας να ανταλλάξει το ταχύτερο δυνατόν και με τη μεγαλύτερη ασφάλεια που μπορεί την «εξυπηρέτηση» που έχει προσφέρει στους Δυτικούς με την ανατροπή Ασαντ, με συγκεκριμένα γεωπολιτικά και ενεργειακά συμφέροντα για την Αγκυρα, όπως είναι η αύξηση της ενεργειακής «κυριαρχίας» της στην Αν. Μεσόγειο, με «κατασκευή» διάφορων παράνομων ΑΟΖ της Τουρκίας με παράκτια κράτη. Εμφανής ο τουρκικός στόχος της διεθνούς κατοχύρωσης των Κατεχομένων στην Κύπρο ως αυτόνομου «κράτους», που υπογράφει και διεθνείς συμφωνίες, δηλαδή της οριστικής διχοτόμησης της Κύπρου και της κατάλυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Τα τουρκικά αυτά σχέδια μπορεί να είναι ακραία, παρά ταύτα η ξαφνική διεθνής αναβάθμιση της Τουρκίας σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή και την Αν. Μεσόγειο δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα στην προσπάθεια της Λευκωσίας για δέσμευση της Τουρκίας στην επανέναρξη του διαλόγου, με στόχο την οριστική λύση του Κυπριακού με βάση τις αποφάσεις του ΟΗΕ. Και τούτο διότι ο Ερντογάν αισθάνεται αυτή τη στιγμή αναβαθμισμένος και ισχυρός στη διεθνή σκηνή, καθώς ο ένας μετά τον άλλον οι διεθνείς παίκτες (Τραμπ, Μπλίνκεν, φον ντεν Λάιεν) αναφέρονται δημοσίως ή και τον επισκέπτονται – η Ούρσουλα και με «δωράκι» 1 δισ. ευρώ- αναγνωρίζοντας τον ρόλο του στις εξελίξεις στη Συρία. Γι’ αυτόν τον λόγο ο Ερντογάν δεν πρόκειται τώρα να κάνει πίσω από όλα τις αυθαίρετες και παράνομες απαιτήσεις του για τη «Γαλάζια Πατρίδα» και τη λύση του Κυπριακού με δύο κράτη στη νήσο.
Αυτή τη στιγμή τουλάχιστον, η Λευκωσία δεν έχει ισχυρούς υποστηρικτές ή συμμάχους, καθώς παραμένει θεατής των εξελίξεων στη Συρία, χωρίς καμιά δυνατότητα θετικής παρέμβασης, πλην της συμμαχίας με το Ισραήλ και τη διακριτική υποστήριξη των ΗΠΑ. Είναι άγνωστο για την ώρα για ποιον λόγο αυτή τη δύσκολη στιγμή και στα ξαφνικά έχει εγερθεί από ορισμένες πλευρές η ονειροφαντασία της προοπτικής ένταξης της Κύπρου στο ΝΑΤΟ.
Είναι απολύτως βέβαιο ότι η Αγκυρα «παντός καιρού και παντός ηγέτη της» δεν πρόκειται ποτέ να συναινέσει σε διαδικασία ένταξης της παρούσας Κυπριακής Δημοκρατίας στο ΝΑΤΟ, τουτέστιν η Τουρκία έχει έτοιμο και προτεταμένο το βέτο της. Η μόνη περίπτωση -και με πολλαπλά ανταλλάγματα- που θα συναινούσε η Τουρκία θα ήταν να υποδεχθεί το ΝΑΤΟ τα δύο ως ανεξάρτητα κράτη στην Κύπρο και όχι την ενιαία και αδιαίρετη Κυπριακή Δημοκρατία.
Οι σχέσεις της Κύπρου όμως με τις ΗΠΑ (και του Μπάιντεν και του Τραμπ) έχουν άλλη βαρύτητα και ίσως άλλη προοπτική. Επί κυβέρνησης Μπάιντεν αναβαθμίστηκε η πιθανότητα αμυντικής συνεργασίας Ουάσιβγκτον – Λευκωσίας, χωρίς όμως να υπάρχουν απτά δείγματα για την υλοποίηση μιας τέτοιας συνεργασίας, για την οποία ο δρόμος είναι μακρύς, δύσκολος και χωρίς ορατό τέλος. Και τούτο διότι οι ΗΠΑ δεν φαίνεται να έχουν στους σχεδιασμούς τους μια συγκεκριμένη Συμφωνία Αμυντικής Συνεργασίας με την Κυπριακή Δημοκρατία, με βέλτιστη κατάληξη τη δημιουργία αμερικανικής βάσης στο ελεύθερο κομμάτι της νήσου, μακριά από τα κατεχόμενα εδάφη. Μια τέτοια προοπτική όχι μόνο θα πολλαπλασίαζε την ασφάλεια και την σταθερότητα στη νήσο, αλλά θα ήταν και η αρχή της λύσης του κυπριακού προβλήματος.
Ωστόσο οι ΗΠΑ αυτή τη στιγμή και για το προσεχές διάστημα της πλήρους αναταραχής και πιθανόν αναδιάταξης της Μέσης Ανατολής «βολεύονται» θαυμάσια επιχειρησιακά με τη Σούδα, τον 6ο Στόλο και το αμερικανικό αεροπλανοφόρο του, και τη φιλική και ανοιχτή βρετανική βάση στο Ακρωτήρι, επί κυπριακού εδάφους, για την επιχειρησιακή βοήθειά τους στο Ισραήλ και την αντιμετώπιση των Χούθι, με την προϋπόθεση ότι η προεδρία Τραμπ δεν θέλει να αναμείξει αμερικανικές δυνάμεις στη Συρία. Παρά ταύτα, η προοπτική ευρύτερης και «έξυπνης» στενότερης αμυντικής συνεργασίας Ουάσινγκτον – Λευκωσίας δεν φεύγει από το τραπέζι όσο η ευρύτερη περιοχή παραμένει ασταθής και εν πολλοίς απρόβλεπτη.
Στον αέρα η ηλεκτρική διασύνδεση της Ελλάδας με τη Μεγαλόνησο
Η Λευκωσία δεν έχει μπροστά της μόνο τις επικίνδυνες αξιώσεις και τα σχέδια του Ερντογάν για την Κύπρο, με αφορμή τις εξελίξεις στη Συρία. Εχει να χτίσει -ή και να γκρεμίσει- το «γεφύρι της Αρτας» ανάμεσα σε Αθήνα και Λευκωσία για το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ισραήλ – Κύπρου – Ελλάδας με κατάληξη την Ε.Ε.
Αυτή τη στιγμή και παρά «το πλαίσιο Συμφωνίας» που υπογράφτηκε, με μεγάλη δημοσιογραφική κάλυψη, στη Λευκωσία τον περασμένο Σεπτέμβριο μεταξύ Μητσοτάκη και Χριστοδουλίδη, το θέμα όχι μόνον παραμένει ανοιχτό, αλλά απειλείται να τιναχτεί στον αέρα. Η πέτρα του σκανδάλου είναι η εκκρεμούσα «Σύμβαση παραχώρησης» που προωθεί ο ΑΔΜΗΕ με τη θυγατρική εταιρία του GSI (Great Sea Interconnector), που θα είναι «ο εργολάβος», δηλαδή ο φορέας υλοποίησης του έργου της ηλεκτρικής διασύνδεσης. Η Λευκωσία έχει δεσμευτεί απέναντι στην Αθήνα ότι θα συμμετάσχει ως επενδυτής στο κεφάλαιο του GSI, υπό την προϋπόθεση ότι η συμμετοχή αυτή θα είναι προς όφελος και όχι επί τελική ζημία της κυπριακής οικονομίας.
Και τούτο διότι ο ΑΔΜΗΕ θέλει να εκχωρήσει στη θυγατρική του εταιρία GSI, αλλά και στους επενδυτές του έργου, δηλαδή και στην Κυπριακή Δημοκρατία, την ευθύνη της χρηματοδότησης του έργου, αρχικού ύψους 1,2 δισ. ευρώ, αλλά ο ΑΔΜΗΕ θέλει να κρατήσει για τον εαυτόν του την ιδιοκτησία της ηλεκτρικής διασύνδεσης. Αυτό σημαίνει ότι «εργολάβος» του έργου ηλεκτρικής διασύνδεσης και οι μέτοχοι, μεταξύ των οποίων η Λευκωσία, θα αναλάβουν την ευθύνη χρηματοδότησης και εκτέλεσης του έργου και στη συνέχεια να παραδώσουν ολοκληρωμένο το έργο στον ιδιοκτήτη του, δηλαδή στον ΑΔΜΗΕ.
Το δυσμενές αντικειμενικό γεγονός είναι ότι μέχρι στιγμής δεν έχουν εμφανιστεί στον ορίζοντα υποψήφιοι μέτοχοι στο έργο ηλεκτρικής διασύνδεσης Ισραήλ – Κύπρου – Ελλάδας, με αποτέλεσμα η Κυπριακή Δημοκρατία να εμφανίζεται κατ’ ανάγκην ως ο μοναδικός υποψήφιος μέτοχος του έργου.
Η κυπριακή κυβέρνηση ευλόγως προσέτρεξε στη βοήθεια μεγάλου αμερικανικού εξειδικευμένου οίκου για τη νομική μελέτη του έργου. Σύμφωνα με στοιχεία κυπριακών ΜΜΕ, που δεν έχουν διαψευστεί επισήμως, η αμερικανική μελέτη είναι αρνητική λόγω του μεγάλου ρίσκου που ενδεχομένως θα έχει η κυπριακή οικονομία, καθώς η Λευκωσία δεν θα είναι συνιδιοκτήτρια του έργου και θα έχει καταβάλει ως μέτοχος – εργολάβος στον GSI τεράστια χρηματικά ποσά.
Ο ΑΔΜΗΕ με μετοχές του 51% του Ελληνικού Δημοσίου, έναντι του «εργολάβου» GSI με το 30% των μετοχών της Κύπρου, ως απόλυτος ιδιοκτήτης του έργου θα έχει δικαίωμα παρεμβάσεων στην υλοποίηση του έργου, αλλά και να διαχειρίζεται την ευρωπαϊκή συμμετοχή με 658 εκατ. ευρώ. Ούτε η Αθήνα ούτε η Λευκωσία θέλουν να λήξει άδοξα το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης στην Αν. Μεσόγειο. Ωστόσο το έργο αυτό με όλες τις καθυστερήσεις, ασάφειες και αστοχίες τείνει να εξελιχθεί σε… συρματόσχοινο στη θάλασσα από ηλεκτρικό καλώδιο διασύνδεσης που ξεκίνησε.
Το ενδιαφέρον είναι ότι η Αγκυρα αυτή τη στιγμή ούτε ασχολείται ούτε παρεμβαίνει στα «εσωτερικά» του καλωδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης, καίτοι στο παρελθόν έχει δηλώσει ρητά ότι δεν θα επιτρέψει την ηλεκτρική διασύνδεση από την Κύπρο στην Ελλάδα, αφού αυτή θα περάσει από περιοχή ΑΟΖ που δεν είναι οριοθετημένη επισήμως, αλλά κατά την Αγκυρα της ανήκει και αυτή.
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου