Τσιλιόπουλος Ευθύμιος
Ο ναυτικός αποκλεισμός είναι μια πράξη πολέμου που ρυθμίζεται από το διεθνές δίκαιο. Συγκεκριμένα, από τη Διακήρυξη του Παρισιού σχετικά με τον Σεβασμό του Ναυτικού Δικαίου του 1856 και από τα άρθρα 1-22 της Διακήρυξης του Λονδίνου του 1909 σχετικά με τους Νόμους του Ναυτικού Πολέμου. Είναι σημαντικό να γίνει διάκριση ανάμεσα στον αποκλεισμό και στο εμπάργκο.
Ο αποκλεισμός διαφέρει από το εμπάργκο ή την κύρωση, τα οποία αποτελούν νομικά εμπόδια στο εμπόριο και όχι φυσικά εμπόδια. Διαφέρει επίσης από την πολιορκία στο γεγονός ότι ο αποκλεισμός στρέφεται συνήθως εναντίον μιας ολόκληρης χώρας ή περιοχής, αντί για ένα φρούριο ή μια πόλη και ο στόχος μπορεί να μην είναι πάντα η κατάκτηση. Όμως στην περίπτωση που η Τουρκία επιβάλει αποκλεισμό σε κάποιο/α νησί/ά, αυτός δεν θα διαφέρει και πολύ από μια πολιορκία.
Σύμφωνα με άρθρο του Αμερικανού ναυάρχου ε.α. Elmo R. Zumwalt Jr. (2007) υπάρχουν τρεις τύποι αποκλεισμών:
Πρώτον, ο εμπόλεμος αποκλεισμός, ο οποίος συμβαίνει σε περιπτώσεις ολοκληρωτικού πολέμου.
Δεύτερον, ο ειρηνικός αποκλεισμός, που είναι μια μορφή περιορισμένου πολέμου και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέτρο εκτός πολέμου.
Τρίτον, ο “περιορισμένος αποκλεισμός”. Αν και παρόμοιος με τον ειρηνικό αποκλεισμό, ο περιορισμένος αποκλεισμός έχει σημαντικές διαφορές: ο ειρηνικός αποκλεισμός είναι βραχυπρόθεσμος και συγκεκριμένος (π.χ. ο αποκλεισμός της Κούβας κατά τη διάρκεια της κρίσης των πυραύλων), ενώ ο περιορισμένος αποκλεισμός είναι πιο μακροπρόθεσμος και γενικότερος (π.χ. ο βρετανικός αποκλεισμός των Φόκλαντς).
Ένας περιορισμένος αποκλεισμός, εν ολίγοις, θα μπορούσε να απαγορεύσει όλα τα στοιχεία για την επιδίωξη περιορισμένων στόχων σε μια περιορισμένη γεωγραφική περιοχή. Οι νέες τεχνολογίες (π.χ. πύραυλοι κρουζ, επιτήρηση μεγάλης περιοχής σε πραγματικό χρόνο, αεροσκάφη κάθετης από/προσγείωσης κ.λπ.) διευκολύνουν την επιβολή περιορισμένου αποκλεισμού.
Πλοία, υποβρύχια, αεροσκάφη και νάρκες
Για λόγους επιβολής αποκλεισμού, οι εμπόλεμοι δεν περιορίζονται στη χρήση πολεμικών πλοίων επιφανείας. Αυτό σημαίνει ότι μπορούν να επιλέξουν συνδυασμό νόμιμων μεθόδων και πολεμικών μέσων, υπό τον όρο ότι αυτός ο συνδυασμός δεν οδηγεί σε πράξεις αντίθετες με τους άλλους κανόνες του ναυτικού jus in bello. Το Jus ad bellum αναφέρεται στις συνθήκες υπό τις οποίες τα κράτη μπορούν να καταφύγουν σε πόλεμο ή στη χρήση ένοπλης δύναμης γενικά. Το Jus in bello ρυθμίζει τη συμπεριφορά των μερών που εμπλέκονται σε ένοπλη σύγκρουση.
Λαμβάνοντας υπόψη τη συνολική σημασία της εναέριας αναγνώρισης και της νόμιμης ενσωμάτωσης του εναέριου χώρου στο καθεστώς του αποκλεισμού, ο αποκλεισμός μπορεί να διατηρηθεί από στρατιωτικά αεροσκάφη, υποβρύχια, ή ακόμη και από νάρκες θαλάσσης. Ωστόσο, ο αποκλεισμός δεν μπορεί να επιβληθεί μόνο με χρήση ναρκών. Για ορισμένες κατηγορίες πλοίων και αεροσκαφών δεν μπορεί να απαγορευτεί η είσοδος-έξοδος. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να υπάρχουν επανδρωμένες μονάδες –ή τουλάχιστον ένα πολεμικό πλοίο– πλησίον της αποκλεισμένης περιοχής, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τέτοια σκάφη θα μπορούν να εισέρχονται-εξέρχονται.
Ο Αλφρεντ Θάγιερ Μάχαν έγραφε στο εμβληματικό του άρθρο “Αποκλεισμός σε σχέση με Ναυτική Στρατηγική” σχετικά με την αξία του αποκλεισμού: «Όποιος κι αν είναι ο αριθμός των πλοίων που απαιτούνται για την παρακολούθηση όσων βρίσκονται στο λιμάνι ενός εχθρού, είναι πολύ μικρότερος από τον αριθμό των πλοίων που απαιτείται να προστατεύουν τα διάσπαρτα συμφέροντα που κινδυνεύουν από τη διαφυγή του εχθρού».
Δεύτερον, ο ειρηνικός αποκλεισμός, που είναι μια μορφή περιορισμένου πολέμου και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέτρο εκτός πολέμου.
Τρίτον, ο “περιορισμένος αποκλεισμός”. Αν και παρόμοιος με τον ειρηνικό αποκλεισμό, ο περιορισμένος αποκλεισμός έχει σημαντικές διαφορές: ο ειρηνικός αποκλεισμός είναι βραχυπρόθεσμος και συγκεκριμένος (π.χ. ο αποκλεισμός της Κούβας κατά τη διάρκεια της κρίσης των πυραύλων), ενώ ο περιορισμένος αποκλεισμός είναι πιο μακροπρόθεσμος και γενικότερος (π.χ. ο βρετανικός αποκλεισμός των Φόκλαντς).
Ένας περιορισμένος αποκλεισμός, εν ολίγοις, θα μπορούσε να απαγορεύσει όλα τα στοιχεία για την επιδίωξη περιορισμένων στόχων σε μια περιορισμένη γεωγραφική περιοχή. Οι νέες τεχνολογίες (π.χ. πύραυλοι κρουζ, επιτήρηση μεγάλης περιοχής σε πραγματικό χρόνο, αεροσκάφη κάθετης από/προσγείωσης κ.λπ.) διευκολύνουν την επιβολή περιορισμένου αποκλεισμού.
Πλοία, υποβρύχια, αεροσκάφη και νάρκες
Για λόγους επιβολής αποκλεισμού, οι εμπόλεμοι δεν περιορίζονται στη χρήση πολεμικών πλοίων επιφανείας. Αυτό σημαίνει ότι μπορούν να επιλέξουν συνδυασμό νόμιμων μεθόδων και πολεμικών μέσων, υπό τον όρο ότι αυτός ο συνδυασμός δεν οδηγεί σε πράξεις αντίθετες με τους άλλους κανόνες του ναυτικού jus in bello. Το Jus ad bellum αναφέρεται στις συνθήκες υπό τις οποίες τα κράτη μπορούν να καταφύγουν σε πόλεμο ή στη χρήση ένοπλης δύναμης γενικά. Το Jus in bello ρυθμίζει τη συμπεριφορά των μερών που εμπλέκονται σε ένοπλη σύγκρουση.
Λαμβάνοντας υπόψη τη συνολική σημασία της εναέριας αναγνώρισης και της νόμιμης ενσωμάτωσης του εναέριου χώρου στο καθεστώς του αποκλεισμού, ο αποκλεισμός μπορεί να διατηρηθεί από στρατιωτικά αεροσκάφη, υποβρύχια, ή ακόμη και από νάρκες θαλάσσης. Ωστόσο, ο αποκλεισμός δεν μπορεί να επιβληθεί μόνο με χρήση ναρκών. Για ορισμένες κατηγορίες πλοίων και αεροσκαφών δεν μπορεί να απαγορευτεί η είσοδος-έξοδος. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να υπάρχουν επανδρωμένες μονάδες –ή τουλάχιστον ένα πολεμικό πλοίο– πλησίον της αποκλεισμένης περιοχής, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τέτοια σκάφη θα μπορούν να εισέρχονται-εξέρχονται.
Ο Αλφρεντ Θάγιερ Μάχαν έγραφε στο εμβληματικό του άρθρο “Αποκλεισμός σε σχέση με Ναυτική Στρατηγική” σχετικά με την αξία του αποκλεισμού: «Όποιος κι αν είναι ο αριθμός των πλοίων που απαιτούνται για την παρακολούθηση όσων βρίσκονται στο λιμάνι ενός εχθρού, είναι πολύ μικρότερος από τον αριθμό των πλοίων που απαιτείται να προστατεύουν τα διάσπαρτα συμφέροντα που κινδυνεύουν από τη διαφυγή του εχθρού».
Τι μορφή μπορεί να λάβει ο αποκλεισμός
Αν η Τουρκία αποφασίσει να αποκλείσει ένα ή περισσότερα ελληνικά νησιά, αυτό προφανώς θα θεωρηθεί πολεμική πράξη, άρα αιτία πολέμου. Η ελληνική κυβέρνηση και Βουλή θα αποφασίσουν εάν θα απαντήσουν στην τουρκική πολεμική πρόκληση ή θα ενδώσουν στις απαιτήσεις της Άγκυρας. Εάν ενδώσουν, οι τουρκικές απαιτήσεις θα γίνουν στον επόμενο γύρο ακόμη πιο εξωφρενικές από αυτές που έχουμε δει μέχρι τώρα. Εάν κερδίσουν την αποστρατικοποίηση, πιθανότατα θα απαιτήσουν την παράδοση ελληνικών νησίδων.
Για να εφαρμοστεί αποκλεισμός ενός νησιού, η Άγκυρα πρέπει να μπορεί να εμποδίζει την δυνατότητα ελληνικών θαλάσσιων και εναέριων μέσων να ανεφοδιάζουν το αποκλεισμένο νησί. Για να γίνει αυτό πρέπει οι Τούρκοι να μπορούν να καταλαμβάνουν πλοία πριν αυτά προσεγγίσουν, ώστε να μπορούν να κρίνουν εάν μεταφέρουν υλικό και ανθρώπινο δυναμικό που προορίζεται για ενίσχυση των αμυνομένων στο νησί.
Θεωρητικά, από νομικής άποψης, απαγορεύεται ο αποκλεισμός να προκαλέσει ανθρωπιστική κρίση (επισιτιστική, υγειονομική κλπ). Σε τέτοιες περιπτώσεις γίνεται εφοδιασμός του αποκλεισμένου νησιού υπό την εποπτεία διεθνών οργανισμών, που θεωρούνται αδιάβλητοι, όπως ο Ερυθρός Σταυρός, ή ο ΟΗΕ, αλλά και πάλι αφού έχει προηγηθεί νηοψία. Επί της ουσίας, δεν ισχύει τίποτα από αυτά, αφού η Τουρκία γράφει στα παλαιότερα των υποδημάτων της το Διεθνές Δίκαιο.
Οι δυνάμεις που θα εμπλέξει η Τουρκία
Ας έλθουμε, όμως, στην επιχειρησιακή πτυχή. Οι Τούρκοι δεν μπορούν να εφαρμόσουν στενό αποκλεισμό ενός νησιού, δηλαδή να θέσουν πολεμικά πλοία επιφανείας σε μικρή απόσταση από το νησί και μάλιστα περιμετρικά, καθώς αυτά μπορούν εύκολα να βληθούν από ελληνικά χερσαία πυρά. Αυτό που τους απομένει είναι η τοποθέτηση μικρών και μεσαίων τουρκικών πολεμικών πλοίων επιφανείας σε μεγαλύτερη απόσταση και παράλληλα η επιτήρηση της περιοχής με εναέρια μέσα, τα οποία θα κατευθύνουν τα τουρκικά πλοία προς πλοία-στόχους προς επίθεση, κατάληψη, ή νηοψία.
Οι Τούρκοι μπορούν να επιχειρήσουν να ναρκοθετήσουν εισόδους λιμανιών, αλλά και διόδους προσέγγισης, αναφέροντας παράλληλα σε όλους τους ναυτιλομένους ότι οι συγκεκριμένες περιοχές έχουν ναρκοθετηθεί. Αυτό για να μην βυθιστούν πλοία τρίτων χωρών, που διαπλέουν το Αιγαίο για λόγους εμπορίου ή αναψυχής. Να πούμε εδώ ότι δεν είναι γνωστή η ύπαρξη ναρκών θαλάσσης στο τουρκικό οπλοστάσιο, αν και μάλλον κάποιες υπάρχουν.
Τα τουρκικά υποβρύχια μπορούν κι αυτά να χρησιμοποιηθούν σε αποκλεισμό, αλλά η εμβέλεια έρευνας που έχουν είναι περιορισμένη. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να περιπολούν σε συγκεκριμένα σημεία. Αν ο αποκλεισμός μετατραπεί σε σύρραξη είναι σίγουρο ότι τα τουρκικά υποβρύχια θα μετατραπούν σε εύκολο στόχο. Όσα “αποτυπώματα” πλοίων έχουν οι Τούρκοι στην δική τους “βιβλιοθήκη” αισθητήρων, αφορούν σε πλοία του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, επιβατηγά και μεγάλα αλιευτικά που ψαρεύουν συνήθως στο ανατολικό Αιγαίο. Οπότε ένα τουρκικό υποβρύχιο δεν είναι δυνατό πάντα να γνωρίζει σε τι πλοίο ανήκει ένα άγνωστο ίχνος. Εάν βγει στην επιφάνεια για νηοψία θα εντοπιστεί αμέσως, το ίδιο κι αν υψώσει περισκόπιο.
Η μικρή απόσταση των ελληνικών νησιών του ανατολικού Αιγαίου από την τουρκική ακτή σημαίνει ότι οι Τούρκοι έχουν την ευχέρεια να χρησιμοποιούν χερσαία και εναέρια μέσα που βασίζονται στην ξηρά για να επιτηρούν την εφαρμογή του αποκλεισμού τουλάχιστον από την ανατολική πλευρά των νησιών. Οπότε απομένει να βρουν τρόπο να επιτηρούν τις υπόλοιπες ακτές. Τα εναέρια μέσα ναυτικής συνεργασίας που έχουν επαρκούν γι’ αυτό, αλλά ταυτόχρονα θα γίνουν τρομερά ευάλωτα αν ο αποκλεισμός μετατραπεί σε σύρραξη, που είναι και το πιθανότερο.
Αν η Τουρκία αποφασίσει να αποκλείσει ένα ή περισσότερα ελληνικά νησιά, αυτό προφανώς θα θεωρηθεί πολεμική πράξη, άρα αιτία πολέμου. Η ελληνική κυβέρνηση και Βουλή θα αποφασίσουν εάν θα απαντήσουν στην τουρκική πολεμική πρόκληση ή θα ενδώσουν στις απαιτήσεις της Άγκυρας. Εάν ενδώσουν, οι τουρκικές απαιτήσεις θα γίνουν στον επόμενο γύρο ακόμη πιο εξωφρενικές από αυτές που έχουμε δει μέχρι τώρα. Εάν κερδίσουν την αποστρατικοποίηση, πιθανότατα θα απαιτήσουν την παράδοση ελληνικών νησίδων.
Για να εφαρμοστεί αποκλεισμός ενός νησιού, η Άγκυρα πρέπει να μπορεί να εμποδίζει την δυνατότητα ελληνικών θαλάσσιων και εναέριων μέσων να ανεφοδιάζουν το αποκλεισμένο νησί. Για να γίνει αυτό πρέπει οι Τούρκοι να μπορούν να καταλαμβάνουν πλοία πριν αυτά προσεγγίσουν, ώστε να μπορούν να κρίνουν εάν μεταφέρουν υλικό και ανθρώπινο δυναμικό που προορίζεται για ενίσχυση των αμυνομένων στο νησί.
Θεωρητικά, από νομικής άποψης, απαγορεύεται ο αποκλεισμός να προκαλέσει ανθρωπιστική κρίση (επισιτιστική, υγειονομική κλπ). Σε τέτοιες περιπτώσεις γίνεται εφοδιασμός του αποκλεισμένου νησιού υπό την εποπτεία διεθνών οργανισμών, που θεωρούνται αδιάβλητοι, όπως ο Ερυθρός Σταυρός, ή ο ΟΗΕ, αλλά και πάλι αφού έχει προηγηθεί νηοψία. Επί της ουσίας, δεν ισχύει τίποτα από αυτά, αφού η Τουρκία γράφει στα παλαιότερα των υποδημάτων της το Διεθνές Δίκαιο.
Οι δυνάμεις που θα εμπλέξει η Τουρκία
Ας έλθουμε, όμως, στην επιχειρησιακή πτυχή. Οι Τούρκοι δεν μπορούν να εφαρμόσουν στενό αποκλεισμό ενός νησιού, δηλαδή να θέσουν πολεμικά πλοία επιφανείας σε μικρή απόσταση από το νησί και μάλιστα περιμετρικά, καθώς αυτά μπορούν εύκολα να βληθούν από ελληνικά χερσαία πυρά. Αυτό που τους απομένει είναι η τοποθέτηση μικρών και μεσαίων τουρκικών πολεμικών πλοίων επιφανείας σε μεγαλύτερη απόσταση και παράλληλα η επιτήρηση της περιοχής με εναέρια μέσα, τα οποία θα κατευθύνουν τα τουρκικά πλοία προς πλοία-στόχους προς επίθεση, κατάληψη, ή νηοψία.
Οι Τούρκοι μπορούν να επιχειρήσουν να ναρκοθετήσουν εισόδους λιμανιών, αλλά και διόδους προσέγγισης, αναφέροντας παράλληλα σε όλους τους ναυτιλομένους ότι οι συγκεκριμένες περιοχές έχουν ναρκοθετηθεί. Αυτό για να μην βυθιστούν πλοία τρίτων χωρών, που διαπλέουν το Αιγαίο για λόγους εμπορίου ή αναψυχής. Να πούμε εδώ ότι δεν είναι γνωστή η ύπαρξη ναρκών θαλάσσης στο τουρκικό οπλοστάσιο, αν και μάλλον κάποιες υπάρχουν.
Τα τουρκικά υποβρύχια μπορούν κι αυτά να χρησιμοποιηθούν σε αποκλεισμό, αλλά η εμβέλεια έρευνας που έχουν είναι περιορισμένη. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να περιπολούν σε συγκεκριμένα σημεία. Αν ο αποκλεισμός μετατραπεί σε σύρραξη είναι σίγουρο ότι τα τουρκικά υποβρύχια θα μετατραπούν σε εύκολο στόχο. Όσα “αποτυπώματα” πλοίων έχουν οι Τούρκοι στην δική τους “βιβλιοθήκη” αισθητήρων, αφορούν σε πλοία του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, επιβατηγά και μεγάλα αλιευτικά που ψαρεύουν συνήθως στο ανατολικό Αιγαίο. Οπότε ένα τουρκικό υποβρύχιο δεν είναι δυνατό πάντα να γνωρίζει σε τι πλοίο ανήκει ένα άγνωστο ίχνος. Εάν βγει στην επιφάνεια για νηοψία θα εντοπιστεί αμέσως, το ίδιο κι αν υψώσει περισκόπιο.
Η μικρή απόσταση των ελληνικών νησιών του ανατολικού Αιγαίου από την τουρκική ακτή σημαίνει ότι οι Τούρκοι έχουν την ευχέρεια να χρησιμοποιούν χερσαία και εναέρια μέσα που βασίζονται στην ξηρά για να επιτηρούν την εφαρμογή του αποκλεισμού τουλάχιστον από την ανατολική πλευρά των νησιών. Οπότε απομένει να βρουν τρόπο να επιτηρούν τις υπόλοιπες ακτές. Τα εναέρια μέσα ναυτικής συνεργασίας που έχουν επαρκούν γι’ αυτό, αλλά ταυτόχρονα θα γίνουν τρομερά ευάλωτα αν ο αποκλεισμός μετατραπεί σε σύρραξη, που είναι και το πιθανότερο.
Πράξη πολέμου και ελληνική αντίδραση
Είναι πιθανόν, να αποτολμηθεί ένας τύποις αποκλεισμός με τη χρήση σκαφών και εναέριων μέσων της τουρκικής Ακτοφυλακής. Αυτό σημαίνει ότι θα αναγκάσουν την Ελλάδα να αντιδράσει χωρίς τα τουρκικά πολεμικά πλοία να έχουν εκτεθεί σε ελληνικά πυρά. Εάν, μάλιστα, η Ελλάδα πλήξει πρώτη σκάφη της τουρκικής Ακτοφυλακής, που έχουν ελάχιστη στρατιωτική αξία, οι Τούρκοι θα πουν ότι είναι η Ελλάδα που ξεκίνησε τη σύγκρουση. Τον δε αποκλεισμό θα δικαιολογήσουν ως αναίμακτη πράξη προάσπισης των τουρκικών δικαιωμάτων.
Σε κάθε περίπτωση, αν η Τουρκία κηρύξει αποκλεισμό και η Ελλάδα το εκλάβει ως πολεμική ενέργεια, τότε η ελληνική αντίδραση δεν θα πρέπει να επικεντρωθεί στη διάσπαση του αποκλεισμού. Αντίθετα αυτό θα πρέπει να είναι το τελευταίο μέλημα. Εξάλλου ένα αποκλεισμένο νησί δεν πέφτει σε μια ή δύο ημέρες, και μάλλον δεν πέφτει χωρίς να καταληφθεί με χερσαίες δυνάμεις. Θα είναι μια πολιορκία, στην οποία αν ο εχθρός δεν αποτολμήσει έφοδο, η αποκλεισμένη περιοχή δεν καταλαμβάνεται.
Σε περίπτωση που η Τουρκία χρησιμοποιήσει σκάφη της Ακτοφυλακής, η ελληνική πλευρά πρέπει να συλλέγει πληροφορίες για την συγκέντρωση αποβατικών δυνάμεων, για τις κινήσεις του τουρκικού Στόλου και της τουρκικής Αεροπορίας, καθώς και των χερσαίων μονάδων που βρίσκονται στις μικρασιατικές ακτές. Σε μία τέτοια περίπτωση, πάντα, η Ελλάδα θα έχει τον χρόνο να οργανώσει την αντίδραση της στον χρόνο, στον τόπο και στο πεδίο της επιλογής της.
Δεν υπάρχει λόγος βιασύνης
Θα ήταν σκόπιμο οι Τούρκοι να πιστέψουν ότι η ελληνική κυβέρνηση θα υποκύψει στη λαϊκή πίεση για άμεση άρση του αποκλεισμού. Αυτή η λαϊκή πίεση πρέπει να εκδηλωθεί και μάλιστα με ένταση και μαζικότητα. Εάν η Άγκυρα πιστέψει ότι οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις θα στραφούν στην άρση του αποκλεισμού θα στρέψει τις δικές της δυνάμεις στην αντιμετώπιση των αναμενόμενων ελληνικών κινήσεων.
Η Ελλάδα, όμως, πρέπει να πλήξει εκεί που η Τουρκία δεν το περιμένει, ναυστάθμους, αεροδρόμια, έργα υποδομών μεταφοράς δυνάμεων, κλπ. Και μάλιστα πρέπει να το κάνει αιφνίδια, αφού έχει προηγηθεί και η ανακοίνωση της επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια. Εάν τα πράγματα φτάσουν εκεί, το ελληνικό πλήγμα δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι συγκρατημένο ή μερικό.
Θα πρέπει να ακολουθηθούν οι ισραηλινές πρακτικές που εφαρμόστηκαν στον Πόλεμο των Έξι Ημερών του 1967. Τα αεροσκάφη θα πρέπει να προσγειώνονται να ανεφοδιάζονται και να επιστρέφουν στην επίθεση, συνεχώς. Πρέπει το πλήγμα που θα υποστεί η Τουρκία να είναι ταχύτατο και συντριπτικό, ώστε να έχει περιορισμένες δυνατότητες αντεπίθεσης. Για να είναι επιτυχές ένα τέτοιο ελληνικό πλήγμα, προϋπόθεση είναι η σε μεγάλο βαθμό καταστροφή της τουρκικής αεροπορίας.
Στο σημείο που έχουν φτάσει τα πράγματα, εάν η Τουρκία επιβάλει αποκλεισμό ελληνικού νησιού σημαίνει ότι έχει εισέλθει στο μονοπάτι του πολέμου. Ως εκ τούτου, η Ελλάδα δεν έχει άλλα περιθώρια ελιγμών, ανοχής και υποχωρήσεων. Εάν η Άγκυρα, λοιπόν, κηρύξει αποκλεισμό ελληνικού νησιού αυτό πρέπει να θεωρηθεί αιτία πολέμου κι αυτό πρέπει να καταστεί επισήμως ξεκάθαρο από τώρα.
Είναι πιθανόν, να αποτολμηθεί ένας τύποις αποκλεισμός με τη χρήση σκαφών και εναέριων μέσων της τουρκικής Ακτοφυλακής. Αυτό σημαίνει ότι θα αναγκάσουν την Ελλάδα να αντιδράσει χωρίς τα τουρκικά πολεμικά πλοία να έχουν εκτεθεί σε ελληνικά πυρά. Εάν, μάλιστα, η Ελλάδα πλήξει πρώτη σκάφη της τουρκικής Ακτοφυλακής, που έχουν ελάχιστη στρατιωτική αξία, οι Τούρκοι θα πουν ότι είναι η Ελλάδα που ξεκίνησε τη σύγκρουση. Τον δε αποκλεισμό θα δικαιολογήσουν ως αναίμακτη πράξη προάσπισης των τουρκικών δικαιωμάτων.
Σε κάθε περίπτωση, αν η Τουρκία κηρύξει αποκλεισμό και η Ελλάδα το εκλάβει ως πολεμική ενέργεια, τότε η ελληνική αντίδραση δεν θα πρέπει να επικεντρωθεί στη διάσπαση του αποκλεισμού. Αντίθετα αυτό θα πρέπει να είναι το τελευταίο μέλημα. Εξάλλου ένα αποκλεισμένο νησί δεν πέφτει σε μια ή δύο ημέρες, και μάλλον δεν πέφτει χωρίς να καταληφθεί με χερσαίες δυνάμεις. Θα είναι μια πολιορκία, στην οποία αν ο εχθρός δεν αποτολμήσει έφοδο, η αποκλεισμένη περιοχή δεν καταλαμβάνεται.
Σε περίπτωση που η Τουρκία χρησιμοποιήσει σκάφη της Ακτοφυλακής, η ελληνική πλευρά πρέπει να συλλέγει πληροφορίες για την συγκέντρωση αποβατικών δυνάμεων, για τις κινήσεις του τουρκικού Στόλου και της τουρκικής Αεροπορίας, καθώς και των χερσαίων μονάδων που βρίσκονται στις μικρασιατικές ακτές. Σε μία τέτοια περίπτωση, πάντα, η Ελλάδα θα έχει τον χρόνο να οργανώσει την αντίδραση της στον χρόνο, στον τόπο και στο πεδίο της επιλογής της.
Δεν υπάρχει λόγος βιασύνης
Θα ήταν σκόπιμο οι Τούρκοι να πιστέψουν ότι η ελληνική κυβέρνηση θα υποκύψει στη λαϊκή πίεση για άμεση άρση του αποκλεισμού. Αυτή η λαϊκή πίεση πρέπει να εκδηλωθεί και μάλιστα με ένταση και μαζικότητα. Εάν η Άγκυρα πιστέψει ότι οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις θα στραφούν στην άρση του αποκλεισμού θα στρέψει τις δικές της δυνάμεις στην αντιμετώπιση των αναμενόμενων ελληνικών κινήσεων.
Η Ελλάδα, όμως, πρέπει να πλήξει εκεί που η Τουρκία δεν το περιμένει, ναυστάθμους, αεροδρόμια, έργα υποδομών μεταφοράς δυνάμεων, κλπ. Και μάλιστα πρέπει να το κάνει αιφνίδια, αφού έχει προηγηθεί και η ανακοίνωση της επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια. Εάν τα πράγματα φτάσουν εκεί, το ελληνικό πλήγμα δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι συγκρατημένο ή μερικό.
Θα πρέπει να ακολουθηθούν οι ισραηλινές πρακτικές που εφαρμόστηκαν στον Πόλεμο των Έξι Ημερών του 1967. Τα αεροσκάφη θα πρέπει να προσγειώνονται να ανεφοδιάζονται και να επιστρέφουν στην επίθεση, συνεχώς. Πρέπει το πλήγμα που θα υποστεί η Τουρκία να είναι ταχύτατο και συντριπτικό, ώστε να έχει περιορισμένες δυνατότητες αντεπίθεσης. Για να είναι επιτυχές ένα τέτοιο ελληνικό πλήγμα, προϋπόθεση είναι η σε μεγάλο βαθμό καταστροφή της τουρκικής αεροπορίας.
Στο σημείο που έχουν φτάσει τα πράγματα, εάν η Τουρκία επιβάλει αποκλεισμό ελληνικού νησιού σημαίνει ότι έχει εισέλθει στο μονοπάτι του πολέμου. Ως εκ τούτου, η Ελλάδα δεν έχει άλλα περιθώρια ελιγμών, ανοχής και υποχωρήσεων. Εάν η Άγκυρα, λοιπόν, κηρύξει αποκλεισμό ελληνικού νησιού αυτό πρέπει να θεωρηθεί αιτία πολέμου κι αυτό πρέπει να καταστεί επισήμως ξεκάθαρο από τώρα.
Δημοσίευση σχολίου