Ήταν 13 Δεκεμβρίου 2019 όταν ο υπογράφων είχε δημοσιεύσει ανάλυση με τίτλο “Η αμετροέπεια… σημείο καμπής που θα καταδικάσει την τουρκική στρατηγική;“. Σχεδόν δύο χρόνια μετά, το βασικό επιχείρημα αυτής της προσέγγισης φαίνεται να επαληθεύεται, ενώ οι συνθήκες επί του πεδίου έχουν επιδεινωθεί περαιτέρω για την Τουρκία.
Του ΖΑΧΑΡΙΑ Β. ΜΙΧΑ*
Όπως αναφερόταν στην εν λόγω ανάλυση, η Τουρκία είναι θύμα μιας σε γενικές γραμμές πετυχημένης μέχρι τότε στρατηγικής που ακολούθησε ο Ερντογάν, ο οποίος, όμως, όπως διαπιστωνόταν, δεν καταφέρνει να σεβαστεί τα όρια. Στην ουσία, επίκεντρο της στρατηγικής ήταν η εκμετάλλευση της παθητικής αντίδρασης από την πλευρά σημαντικών δρώντων του διεθνούς συστήματος.
Η εκμετάλλευση της αδυναμίας της Δύσης να διαχειριστεί το ενδεχόμενο απώλειας του στρατηγικής σημασίας γεωγραφικού χώρου που καταλαμβάνει η Τουρκία και του φόβου των Ευρωπαίων για το μεταναστευτικό είχε λογική για τον Ερντογάν όσο παρήγαγε αποτελέσματα. Ωστόσο, όταν τεντώνεις διαρκώς το σκοινί, επιδιώκοντας ολοένα και περισσότερα αρνούμενος να αυτοπεριοριστείς, παίζεις με την τύχη σου. Διότι κάποια στιγμή θα σπάσει.
Η Τουρκία έχει πλέον οδηγηθεί σε αδιέξοδο, επειδή είναι εκτός της νοοτροπίας της η αναζήτηση λύσης με βάση το διεθνές δίκαιο. Εάν αυτό ευνοεί τους αντιπάλους της… τόσο το χειρότερο γι’ αυτό! Το αποτέλεσμα είναι ότι συσσωρεύει σταθερά αντιπάλους. Κάπου εκεί η στρατηγική έπαψε να είναι ορθολογική. Οι εξελίξεις των δυο τελευταίων ετών δικαίωσαν την εκτίμηση.
Επιστέγασμα αυτής της στρατηγικής ήταν το ελληνογαλλικό σύμφωνο που περιέχει ρήτρα αμυντικής συνδρομής. Σε τελική ανάλυση, η σύμπλευση των συμφερόντων ή οι κοινές απειλές δυο δυνάμεων θα είναι αυτό που θα τις συμπαρατάξει στο πεδίο μιας σύγκρουσης, όχι κάποιο υπογεγραμμένο χαρτί, ασχέτως φρασεολογίας.
Η ακαμψία της τουρκικής πολιτικής είναι μνημειώδης. Οι σχέσεις με τις ΗΠΑ καθίστανται ολοένα και δυσκολότερες, παρότι η επιθυμία της Ουάσιγκτον να διατηρήσει την Τουρκία –έστω στοιχειωδώς– σε δυτική τροχιά, ενοχλεί πλέον καταφανώς τους πιο στενούς περιφερειακούς της συμμάχους στην περιοχή της Μεσογείου, της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης.
Τελευταίο “επίτευγμα” της τουρκικής πολιτικής είναι η απώλεια της έστω συγκεκαλυμμένης στήριξης από την Ιταλία και την Ισπανία, χώρες με τις οποίες έχει υπογράψει σημαντικότατα εξοπλιστικά συμβόλαια. Η Ιταλία με τον Μάριο Ντράγκι στο τιμόνι δείχνει ότι δεν είναι διατεθειμένη να αποδεχθεί την ταπεινωτική απέναντί της συμπεριφορά της Άγκυρας, όπως για παράδειγμα την παρεμπόδιση-εκδίωξη της ιταλικής ENI στα “οικόπεδα” της Ανατολικής Μεσογείου.
Πιο κραυγαλέο παράδειγμα, όμως, δείχνει πως θα αποδειχθεί η Ισπανία, παρά το γεγονός ότι τα ναυπηγεία Nanvantia είναι εταίροι των Τούρκων στη ναυπήγηση αεροπλανοφόρου και φρεγατών, σε συμβόλαια πολλών δισ. ευρώ. Τα λόγια που ακούστηκαν στο συνέδριο του Λαϊκού Κόμματος της Ισπανίας, που πραγματοποιείται στη Βαλένθια και στο οποίο παραβρέθηκε ο Έλληνας πρωθυπουργός, δεν έχουν προηγούμενο…
«Η αυριανή ισπανική κυβέρνηση του Partido Popular θα στηρίξει πλήρως την προστασία των ελληνικών συνόρων και των εθνικών σας συμφερόντων στη Μεσόγειο έναντι απειλών από άλλες γειτονικές χώρες. Είμαστε στο πλευρό της Ελλάδας ως χώρας της ΕΕ, πέρα και πάνω από οποιοδήποτε άλλο συμφέρον». Αυτή ήταν η ακριβής φρασεολογία που χρησιμοποίησε ο ηγέτης του κόμματος, Πάμπλο Κασάδο, απευθυνόμενος στον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Εν ολίγοις, η “επιτυχία” της Τουρκίας είναι η ενοποίηση του ευρωπαϊκού Νότου, η οποία μέχρι πρόσφατα σκόνταφτε στις ειδικές σχέσεις της Τουρκίας με τη Ρώμη και την Μαδρίτη. Ευρύτερα, αυτός ο συνασπισμός κρατών μπορεί να αποτελέσει μελλοντικά και εργαλείο ανάσχεσης του γερμανικού ηγεμονισμού.
Το αποτέλεσμα αυτό καθίσταται ακόμα πιο αυτοκαταστροφικό για την Τουρκία, καθόσον η Γερμανία θεωρείται εκ των κύριων συμμάχων της στην Ευρώπη. Θα μπορούσε δε και να αναμένεται συνολικότερη αναθεώρηση της γερμανικής οπτικής, από τη στιγμή που ο κομβικός ρόλος της Τουρκίας διαχρονικά δείχνει πως θα αρχίσει να παράγει δυσμενή αποτελέσματα σε εξίσου φλέγοντα ζητήματα ασφαλείας για τη Γερμανία.
Παρόλες αυτές τις αρνητικές ενδείξεις, η Τουρκία αποδεικνύεται εντελώς ανίκανη να επιδείξει έστω στοιχειώδη ευελιξία, ώστε να επιχειρήσει να αντιστρέψει την πορεία των πραγμάτων που οδηγεί στην περιθωριοποίησή της από την Ευρώπη. Οι δε αλλαγές συσχετισμών, συνεπεία εκλογικών ανακατατάξεων στη Γηραιά Ήπειρο, θα μπορούσε εν ευθέτω χρόνω να οδηγήσει σε δυσμενείς εξελίξεις που θα απειλήσουν την κομβικής σημασίας για την επιβίωση της τουρκικής οικονομίας σχέση με την ευρωπαϊκή αγορά.
Η Τουρκία εξακολουθεί να εκτρέφει στο εσωτερικό της χώρας την ψευδαίσθηση της στρατιωτικής υπερδύναμης. Εξακολουθεί να επιχειρεί δια του στρατιωτικού καταναγκασμού στην Ανατολική Μεσόγειο τη βραχυκύκλωση των ερευνών, απειλώντας την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, κατά τη στιγμή μάλιστα που οι τιμές των υδρογονανθράκων αποτελούν πλέον μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στην ιστορία της.
Η μαγική εικόνα μιας στρατιωτικής δύναμης που όλοι φοβούνται σαφώς εξυπηρετεί τη στρατηγική Ερντογάν, ο οποίος τελεί πλέον υπό ασφυκτική πίεση, παρότι η ηγεμονία του δεν μπορεί ακόμα να αμφισβητηθεί ενεργά. Οι συνέπειες της πολιτικής του όμως γίνονται ολοένα και πιο αισθητές στο επίπεδο της τουρκικής κοινωνίας, με έμφαση στα κοινωνικά στρώματα που τον διατήρησαν σχεδόν δυο δεκαετίες στην εξουσία.
Όταν δε η κατάσταση κλιμακωθεί περισσότερο και οι αντισυσπειρώσεις που δημιούργησε ο Ερντογάν με την πολιτική του θεωρήσουν ότι δεν υπάρχει περιθώριο αναμονής και πολύ περισσότερο υποχωρήσεων, η “φούσκα” μπορεί να σκάσει ακόμα και χωρίς την επιθυμία της Ουάσιγκτον.
Θα σκάσει δε με τέτοιο θόρυβο, που ίσως να οδηγήσει σε αλυσιδωτές εξελίξεις, οι οποίες θα αναδιατάξουν δραστικά τις ισορροπίες στην περιοχή. Αν όχι και τη γεωγραφία των συνόρων…
Η ακαμψία της τουρκικής πολιτικής είναι μνημειώδης. Οι σχέσεις με τις ΗΠΑ καθίστανται ολοένα και δυσκολότερες, παρότι η επιθυμία της Ουάσιγκτον να διατηρήσει την Τουρκία –έστω στοιχειωδώς– σε δυτική τροχιά, ενοχλεί πλέον καταφανώς τους πιο στενούς περιφερειακούς της συμμάχους στην περιοχή της Μεσογείου, της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης.
Τελευταίο “επίτευγμα” της τουρκικής πολιτικής είναι η απώλεια της έστω συγκεκαλυμμένης στήριξης από την Ιταλία και την Ισπανία, χώρες με τις οποίες έχει υπογράψει σημαντικότατα εξοπλιστικά συμβόλαια. Η Ιταλία με τον Μάριο Ντράγκι στο τιμόνι δείχνει ότι δεν είναι διατεθειμένη να αποδεχθεί την ταπεινωτική απέναντί της συμπεριφορά της Άγκυρας, όπως για παράδειγμα την παρεμπόδιση-εκδίωξη της ιταλικής ENI στα “οικόπεδα” της Ανατολικής Μεσογείου.
Πιο κραυγαλέο παράδειγμα, όμως, δείχνει πως θα αποδειχθεί η Ισπανία, παρά το γεγονός ότι τα ναυπηγεία Nanvantia είναι εταίροι των Τούρκων στη ναυπήγηση αεροπλανοφόρου και φρεγατών, σε συμβόλαια πολλών δισ. ευρώ. Τα λόγια που ακούστηκαν στο συνέδριο του Λαϊκού Κόμματος της Ισπανίας, που πραγματοποιείται στη Βαλένθια και στο οποίο παραβρέθηκε ο Έλληνας πρωθυπουργός, δεν έχουν προηγούμενο…
«Η αυριανή ισπανική κυβέρνηση του Partido Popular θα στηρίξει πλήρως την προστασία των ελληνικών συνόρων και των εθνικών σας συμφερόντων στη Μεσόγειο έναντι απειλών από άλλες γειτονικές χώρες. Είμαστε στο πλευρό της Ελλάδας ως χώρας της ΕΕ, πέρα και πάνω από οποιοδήποτε άλλο συμφέρον». Αυτή ήταν η ακριβής φρασεολογία που χρησιμοποίησε ο ηγέτης του κόμματος, Πάμπλο Κασάδο, απευθυνόμενος στον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Εν ολίγοις, η “επιτυχία” της Τουρκίας είναι η ενοποίηση του ευρωπαϊκού Νότου, η οποία μέχρι πρόσφατα σκόνταφτε στις ειδικές σχέσεις της Τουρκίας με τη Ρώμη και την Μαδρίτη. Ευρύτερα, αυτός ο συνασπισμός κρατών μπορεί να αποτελέσει μελλοντικά και εργαλείο ανάσχεσης του γερμανικού ηγεμονισμού.
Το αποτέλεσμα αυτό καθίσταται ακόμα πιο αυτοκαταστροφικό για την Τουρκία, καθόσον η Γερμανία θεωρείται εκ των κύριων συμμάχων της στην Ευρώπη. Θα μπορούσε δε και να αναμένεται συνολικότερη αναθεώρηση της γερμανικής οπτικής, από τη στιγμή που ο κομβικός ρόλος της Τουρκίας διαχρονικά δείχνει πως θα αρχίσει να παράγει δυσμενή αποτελέσματα σε εξίσου φλέγοντα ζητήματα ασφαλείας για τη Γερμανία.
Παρόλες αυτές τις αρνητικές ενδείξεις, η Τουρκία αποδεικνύεται εντελώς ανίκανη να επιδείξει έστω στοιχειώδη ευελιξία, ώστε να επιχειρήσει να αντιστρέψει την πορεία των πραγμάτων που οδηγεί στην περιθωριοποίησή της από την Ευρώπη. Οι δε αλλαγές συσχετισμών, συνεπεία εκλογικών ανακατατάξεων στη Γηραιά Ήπειρο, θα μπορούσε εν ευθέτω χρόνω να οδηγήσει σε δυσμενείς εξελίξεις που θα απειλήσουν την κομβικής σημασίας για την επιβίωση της τουρκικής οικονομίας σχέση με την ευρωπαϊκή αγορά.
Η Τουρκία εξακολουθεί να εκτρέφει στο εσωτερικό της χώρας την ψευδαίσθηση της στρατιωτικής υπερδύναμης. Εξακολουθεί να επιχειρεί δια του στρατιωτικού καταναγκασμού στην Ανατολική Μεσόγειο τη βραχυκύκλωση των ερευνών, απειλώντας την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, κατά τη στιγμή μάλιστα που οι τιμές των υδρογονανθράκων αποτελούν πλέον μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στην ιστορία της.
Η μαγική εικόνα μιας στρατιωτικής δύναμης που όλοι φοβούνται σαφώς εξυπηρετεί τη στρατηγική Ερντογάν, ο οποίος τελεί πλέον υπό ασφυκτική πίεση, παρότι η ηγεμονία του δεν μπορεί ακόμα να αμφισβητηθεί ενεργά. Οι συνέπειες της πολιτικής του όμως γίνονται ολοένα και πιο αισθητές στο επίπεδο της τουρκικής κοινωνίας, με έμφαση στα κοινωνικά στρώματα που τον διατήρησαν σχεδόν δυο δεκαετίες στην εξουσία.
Όταν δε η κατάσταση κλιμακωθεί περισσότερο και οι αντισυσπειρώσεις που δημιούργησε ο Ερντογάν με την πολιτική του θεωρήσουν ότι δεν υπάρχει περιθώριο αναμονής και πολύ περισσότερο υποχωρήσεων, η “φούσκα” μπορεί να σκάσει ακόμα και χωρίς την επιθυμία της Ουάσιγκτον.
Θα σκάσει δε με τέτοιο θόρυβο, που ίσως να οδηγήσει σε αλυσιδωτές εξελίξεις, οι οποίες θα αναδιατάξουν δραστικά τις ισορροπίες στην περιοχή. Αν όχι και τη γεωγραφία των συνόρων…
Δημοσίευση σχολίου