GuidePedia

0

Ηλίας Θερμός*  
Η επίσκεψη του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών κ. Σεργκέι Λαβρόφ στην Αθήνα σηματοδοτεί την επανεκκίνηση των ελληνορωσικών σχέσεων από την εποχή της κυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή, το 2009. Διαχρονικά οι ελληνορωσικές σχέσεις από την επανάσταση του 1821 και μετά χαρακτηρίζονται από διακυμάνσεις οι οποίες δεν ήταν πάντα αρνητικές για τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας και της Κύπρου. Με αυτή την κίνηση η Ελλάδα επιχειρεί μια πολλαπλότητα στην εξωτερική της πολιτική, που δεν περιορίζεται μόνο στις υποχρεώσεις της στην Ε.Ε., και το ΝΑΤΟ όπως την είχε ασκήσει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.

Η άσκηση του κυρίαρχου δικαιώματος στην επέκταση των 12 ναυτικών μιλίων, όχι μόνο αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα της Ελλάδας, αλλά βρίσκει σύμφωνη και τη ρωσική εξωτερική πολιτική για το δίκαιο της θάλασσας. Επομένως, η ανάπτυξη των ελληνορωσικών σχέσεων αποτελεί θετικό παράγοντα στην άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Συνεπώς σε μια μελλοντική κρίση με την Τουρκία για τις θαλάσσιες ζώνες η ρωσική εξωτερική πολιτική αναμένεται να είναι υπέρ των ελληνικών θέσεων.

Στο παρόν άρθρο επιχειρείται μια ιστορική ανασκόπηση της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής από την εποχή του Καποδίστρια μέχρι τον Λαβρόφ.

Το Συνέδριο της Βιέννης

Με το συνέδριο της Βιέννης του 1814-1815 η Ρωσία εισέρχεται ως βασικός παίχτης στο διεθνές σύστημα των Μεγάλων Δυνάμεων που έως τότε επικεντρωνόταν στη Δυτική Ευρώπη.

Εκεί ο Τσάρος Αλέξανδρος Α και ο Ιωάννης Καποδίστριας, Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, βρέθηκαν απέναντι στη βρετανική αντιπροσωπεία με επικεφαλής τον Υπουργό Εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας (1812-1822) Ιρλανδο-Βρετανό λόρδο Ρόμπερτ Στιούαρτ, Υποκόμη του Κάσλρεϊ και αργότερα τον Δούκα Ουέλινγκτον, επικεφαλή των βρετανικών στρατιωτικών δυνάμεων στη Μάχη του Βατερλό, τον αυτοκράτορα της Αυστρίας με τον Υπουργό Εξωτερικών κόμη Μέττερνιχ, τον κόμη Ούμφολδ Χάρντεμπεργκ της Πρωσίας και τον Σαρλ-Μωρίς ντε Ταλλεϋράν, πρίγκιπα του Περιγκόρ της Γαλλίας καθώς και τους Μπέρνστορφ της Δανίας και Βρέδε της Βαυαρίας. Η τελική πράξη του συνεδρίου που έληξε στις 9 Ιουνίου 1815 συνυπογράφηκε από όλες τις αντιπροσωπείες.

Η Μεγάλη Βρετανία, ως κυρίαρχος θαλάσσια δύναμη, εξασφάλισε τον έλεγχο βάσεων-κλειδιών για τη ναυσιπλοΐα όπως τη Μάλτα, τα Επτάνησα και τα νησιά ανοιχτά της Δανίας.

Η Γαλλία θεωρήθηκε μεγάλη απειλή για τη Μεγάλη Βρετανία και εφάρμοσε μια πολιτική ανάσχεσης και απομόνωσης της Γαλλίας που κράτησε περίπου έναν αιώνα έως τις 8 Απριλίου 1904 που μπροστά στην απειλή της Τριπλής Συμμαχίας (Γερμανία, Αυστροουγγαρία και Ιταλία) υπέγραψαν στο Λονδίνο συμφωνία που διευθετούσε τις βρετανο-γαλλικές διαφορές στη Βόρεια Αφρική και έθεσε τις βάσεις για τη Συμμαχία Εγκάρδιας Συνεννόησης (EntenteCordiale).

Η ήττα του Ναπολέοντα στη Ρωσία ήταν η αρχή του τέλους της γαλλικής κυριαρχίας στην Ευρώπη όπως ήταν και η ήττα της ναζιστικής Γερμανίας με την επιχείρηση Μπαρμπαρόσα στη Σοβιετική Ένωση κατά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Εκεί τελείωσαν τα όνειρα του Τρίτου Ράιχ να κυριαρχήσει στην Ευρώπη και τον κόσμο. 

Ρωσία - Βρετανία - σύγκρουση γιγάντων

Η Ρωσία λοιπόν ήταν η μεγάλη ευρωπαϊκή δύναμη που καθόρισε το μέλλον της Ευρώπης στους τελευταίους δύο αιώνες και έθεσε τέρμα στις αυτοκρατορικές φιλοδοξίας της Γαλλίας κατά τον 19ο αιώνα και αντίστοιχα της Γερμανίας κατά τον 20ό αιώνα.

Η αναδυόμενη και μεγάλη ευρωπαϊκή δύναμη Βρετανία στάθηκε απέναντι στη Ρωσία στο συνέδριο της Βιέννης το 1815 με τους εξής στόχους: 


CLU VIA GETTY IMAGES«Το Συνέδριο της Βιέννης», πίνακας του Ιζαμπέ (Isabey, 1819). Διακρίνονται όρθιοι από αριστερά προς δεξιά οι: Γουέλινγκτον, Λόμπου ντα Σιλβέιρα, Σαλντάνια ντα Γκάμα, Λέβενγιελμ, Νοάιγ, Μέττερνιχ, Λα Τουρ ντυ Πεν, Νέσελροντ, Ντάλμπεργκ, Ρασουμόφσκι, Στιούαρτ, Κλάνκαρτυ, Βάκεν, Γκεντς, Χούμπολτ και Κάθκαρτ. Καθήμενοι από αριστερά οι: Χάρτεμπεργκ, Πλμέλα, Κάστερκ, Βέσενμπεργκ, Λαμπραντόρ, Τελεϋράνδος και Στάκελμπεργκ.

Να μην επιτρέψει στη ρωσική αντιπροσωπεία να εξασφαλίσει σημαντικά κέρδη από τη νίκη της εναντίον του Ναπολέοντα που να βλάψει τα μελλοντικά βρετανικά συμφέροντα.

Να ελέγξει τις όποιες ρωσικές φιλοδοξίες να αποκτήσει πρόσβαση η Ρωσία στα θερμά νερά της Μεσογείου, απειλώντας έτσι τα αυτοκρατορικά βρετανικά συμφέροντα στη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή.

Να διατηρεί συμμαχία και συνεργασία με τις συντηρητικές μοναρχίες της Ευρώπης απέναντι στα κινήματα που εμπνέονταν από τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης από την Ιβηρική Χερσόνησο ως τις υπόδουλες βαλκανικές επαρχίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Να προσεταιριστεί τα δημοκρατικά κινήματα σε αυτές τις περιοχές όταν ήταν νικηφόρα εναντίον των αναχρονιστικών μοναρχιών, αφού η Μεγάλη Βρετανία είχε ταυτόχρονα μοναρχικούς και δημοκρατικούς θεσμούς.

Έτσι, η Μεγάλη Βρετανία μεγιστοποίησε την επιρροή της στην Ευρώπη και τα Βαλκάνια αφού μπορούσε να αναγνωρίσει και αργότερα να υποστηρίξει εκείνα τα εθνικά μορφώματα που αποσπόταν από αυτοκρατορίες που βρίσκονταν σε παρακμή, όπως η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Με αυτό τον τρόπο, η Μεγάλη Βρετανία, μετά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, αναλαμβάνει τη διαχείριση της αποσύνθεσης του Μεγάλου Ασθενούς της Ευρώπης όπως χαρακτηριζόταν η Οθωμανική Αυτοκρατορία.

 
WIKIMEDIA COMMONSΗ Ρωσία, η Αγγλία και η Αυστρία ασχολούνται με το Ανατολικό Ζήτημα, γελοιογραφία του 1878.

Από εκεί ξεκινάει μια μεγάλη βρετανική πολιτική κατά τον 19ο αιώνα να διαχειρίζεται το λεγόμενο Ανατολικό Ζήτημα, δηλαδή το μέλλον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που εξουσίαζε χώρες στα Βαλκάνια, την Ανατολική Μεσόγειο, τη Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή.
Το φλερτ και όχι μόνο, της Βρετανίας με την Τουρκία

Σε αυτή τη βρετανική πολιτική το ισοζύγιο των ελληνο-τουρκικών σχέσεων ήταν σαφώς υπέρ της Τουρκίας, με την ελληνική ανεξαρτησία να περιορίζεται ασφυκτικά μόνο στην Πελοπόννησο και να αποκλείει τις άλλες επαναστατημένες επαρχίες της Ελλάδας. Με αυτή την πολιτική η Μεγάλη Βρετανία σκόπευε να μετριάσει ή να ελαχιστοποιήσει τις εδαφικές απώλειες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, να αποκρούσει τη ρωσική επιρροή στην Ελλάδα και να θέσει την Ελλάδα σε οικονομική εξάρτηση, όπως και να ασκήσει την επιρροή της στο ελληνικό πολιτικό σύστημα με φιλοβρετανικούς κυβερνητικούς θεσμούς.

Παράλληλα, οι βρετανικές επενδύσεις στην Τουρκία κατά τη δεκαετία του 1850 και μετά ήταν σημαντικές και επεκτάθηκαν στην Αίγυπτο, όπως με την κατασκευή της διώρυγας του Σουέζ το 1856. Μετά το 1881 η Αίγυπτος έγινε αποικία της Μεγάλης Βρετανίας.

Όμως η ρωσική πολιτική, παρά την προσήλωσή της στην Ιερά Συμμαχία των νικητών της Ευρώπης εναντίον του Ναπολέοντα, στήριζε στα πρώτα της χρόνια την Ελληνική Επανάσταση και έβλεπε ευνοϊκά μια ευρύτερη ελληνική ανεξαρτησία στον υπόδουλο ελληνικό χώρο και τα Βαλκάνια.

Έτσι, ο ερχομός του Καποδίστρια ως Κυβερνήτη της Ελλάδας έδειχνε τον βρετανο-ρωσικό ανταγωνισμό στην περιοχή και επηρέαζε σε σημαντικό βαθμό τις εξελίξεις και τις προοπτικές του νεογέννητου ελληνικού εθνικού κράτους που αναζητούσε για τον επόμενο αιώνα την εθνική του ολοκλήρωση. 


COMMONS WIKIMEDIAΑπό τον πίνακα του Φραντς Ρουμπώ Η Πολιορκία της Σεβαστούπολης (1904)

Αυτός όμως ο μεγάλος εθνικός στόχος βρισκόταν ανάμεσα στο δίλημμα της βρετανο-ρωσικής σύγκρουσης στην περιοχή, αφού η αναχαίτιση της Ρωσίας από την πρόσβαση στη Μεσόγειο ήταν η κορυφαία Δυτική πολιτική κατά τον 19ο αιώνα που οδήγησε στον Κριμαϊκό Πόλεμο το 1856.

Για τη Μεγάλη Βρετανία λοιπόν, η διαχείριση της παρακμάζουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και η ανάσχεση της Ρωσίας αποτελούσαν τη σπονδυλική στήλη της βρετανικής πολιτικής στην Ανατολική Μεσόγειο.
 
Η σειρά των Γερμανών


COMMONS WIKIMEDIAΗ πρώτη συνάντηση των πληρεξούσιων των διαφόρων χωρών στο συνέδριο του Βερολίνου. Πίνακας του Άντον φον Βέρνερ (1884) (Δημαρχείο Βερολίνου). Εικονιζόμενοι από αριστερά: ο Βαρώνος Χάυμερλε, Καρόλυ, Λωναί, Γκορτσακώφ (καθιστός), Βάδικτον, Κόμης του Μπήκονσφηλντ, καθιστοί στο γραφείο οι Ρόδοβιτς και Ουμπρίλ και πίσω τους οι Χοενλόε, Μουρ, Κόρτη και Ντεπρέ, μπροστά ένστολος ο Κόμης Ιούλιος Αντράσυ και πίσω του ο Μπρούχερ ο πρίγκιπας Βίσμαρκ ανταλλάσσοντας χειραψία με τον Σουβάλωφ και πίσω τους διακρίνονται οι Μπους Χόλσταϊν, δεξιότερα ο Αμπτουλάχ Μπεης και ο Ρούσελ ενώ μπροστά καθιστός ο Μπύλο και δεξιότερα ο Σαλίσμπουρυ ο Καραθεοδωρής πασάς και ο Μεχμέτ Αλή Πασάς.

Μετά τη γερμανική ενοποίηση το 1871, η Γερμανία του Όττο φον Μπίσμαρκ εξισορροπεί στην αρχή και εξουδετερώνει αργότερα τη βρετανική επιρροή στην ηπειρωτική Ευρώπη, ενώ αγκυροβολεί την ισχύ της με την Συνθήκη του Βερολίνου – Αγίας Πετρούπολης το 1881 που της εξασφαλίζει πλήρη προβολή ισχύος στην ευρωπαϊκή ήπειρο.

Έτσι το Συνέδριο του Βερολίνου το 1886 αναγνωρίζει για πρώτη φορά σφαίρα επιρροής για τη Ρωσία στα Ανατολικά Βαλκάνια. Την ίδια εποχή η Γερμανία προετοιμάζεται να επηρεάσει τις εξελίξεις στην Τουρκία με την ενθάρρυνση του παντουρκισμού όπου άνθησε το κίνημα των Νεότουρκων, ενώ παρέχει στρατιωτικό υλικό και εκπαίδευση στον τουρκικό στρατό και σχεδιάζει μια σιδηροδρομική γραμμή Βερολίνου – Βαγδάτης για να υποστηρίξει τα γερμανικά οικονομικά συμφέροντα για την εξασφάλιση μελλοντικών αγορών και ενέργειας από τη Μέση Ανατολή


COMMONS WIKIMEDIA.

Αυτή η επιρροή της Γερμανίας στην Τουρκία θα γίνει διαχρονική από την εποχή του Μπίσμαρκ έως σήμερα.

Η Τουρκία λοιπόν βρίσκεται μεταξύ του βρετανο-γερμανικού ανταγωνισμού στην περιοχή, γεγονός που θα φέρει την Τουρκία στο πλευρό της Τριπλής Συμμαχίας στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο και στην ουδετερότηταστον Β Παγκόσμιο Πόλεμο. 

Συμμαχίες και γεωγραφία


COMMONS WIKIMEDIAΡωσική αφίσα του 1914, στην άνω επιγραφή της οποίας αναγράφεται ο όρος "συμφωνία". Οι αβέβαιες Britannia (δεξιά) και Marianne (αριστερά) περιμένουν την αποφασισμένη Μητέρα Ρωσία (κέντρο), προκειμένου να τις οδηγήσει στον επερχόμενο πόλεμο.

Μέσα σε αυτό το κλίμα ανταγωνισμού των βρετανο-γερμανικών σχέσεων διεξάγονται και οι βρετανο-ρωσικές σχέσεις κατά το διάστημα 1871-1917 όπου η τσαρική Ρωσία επιλέγει τελικά τη Δυτική γαλλο-βρετανική συμμαχία Αντάντ και βρίσκεται απέναντι στη γερμανική Τριπλή Συμμαχία στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο. 


COMMONS WIKIMEDIAΧάρτης συμμαχιών στην Ευρώπη του 1914.

Η Ρωσική Επανάσταση του 1917 θεωρήθηκε θανάσιμη απειλή για την καπιταλιστική και αποικιοκρατική Δύση. Έτσι, μια αναβαθμισμένη πολιτική ανάσχεσης εναντίον της Ρωσίας των Μπολσεβίκων φιλοδοξούσε την κατάρρευση της κομμουνιστικής επανάστασης και εκφράστηκε με τη στρατιωτική επέμβαση Δυτικών δυνάμεων εναντίον της επαναστατημένης Ρωσίας κατά τον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ των Μπολσεβίκων και των τσαρικών δυνάμεων. 


MONDADORI PORTFOLIO VIA GETTY IMAGESΗ υπογραφή της Συνθήκης Μπρέστ-Λιτόφσκ στις 3 Μαρτίου 1918(Photo by Mondadori via Getty Images)

Η νεαρή Σοβιετική Ένωση απάντησε με την απόσυρση της Ρωσίας από τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο αναζητώντας ειρήνη με τη Γερμανία στο Ανατολικό Μέτωπο. Τότε ο Γκριγκόρι Σοκολνίκοφ που αντικατέστησε τον Υπουργό Εξωτερικών των Μπολσεβίκων Τρότσκι στη σοβιετική αντιπροσωπεία στις γερμανο-σοβιετικές συνομιλίες, υπέγραψε με σφιγμένα τα δόντια τη συνθήκη του Μπρέστ-Λιτόφσκ στις 3 Μαρτίου 1918, εκφράζοντας τις θέσεις της πλειοψηφίας της κυβέρνησης του Βλαδίμηρου Λένιν, προκειμένου να προστατεύσει τη Ρωσική Επανάσταση μπροστά στην αδιαλλαξία των Γερμανών σε μια επώδυνη συνθήκη ειρήνης.

Όπως υπογραμμίζει ο John W. Wheeler Bernoff στο βιβλίο του The Forgotten Peace, η ευρωπαϊκή Ρωσία έχασε «το 34% του πληθυσμού της, το 32% των εδαφών της, το 85% της καλλιέργειας τεύτλων, το 54% στις βιομηχανικές υποδομές και το 89% των ορυχείων άνθρακα».1
Οταν η Ρωσία περικυκλώνεται

Το επόμενο βήμα της Ρωσίας προκειμένου να ακυρώσει τη δυτική περικύκλωση και ανάσχεση, ήταν η συμφωνία με την Τουρκία του Κεμάλ Ατατούρκ τον Απρίλιο 1920, ενώ με τη Συνθήκη του Ραπάλλο το 1922 η Σοβιετική Ένωση και η Γερμανία της Βαϊμάρης που δεν ήταν μέλη της Κοινωνίας των Εθνών κατέληξαν σε μια συμφωνία φιλίας.2 Παράλληλα η Σοβιετική Ένωση εξασφάλισε τα ανατολικά της σύνορα με τη συνεργασία της με την κυβέρνηση Κουομιντάνγκ του Σουν Γιατ-Σεν που έθετε προτεραιότητα στην εθνική ανεξαρτησία της χώρας από τις Δυτικές επεμβάσεις. Κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου η Σοβιετική Ένωση έγινε δεκτή από την Κοινωνία των Εθνών.

Μετά τον Τρότσκι αναλαμβάνει ο Μπολσεβίκος Μολότοφ ως Υπουργός Εξωτερικών της Σοβιετικής Ένωσης έως το 1956 που ήταν επικεφαλής των διαπραγματεύσεων κατά τις κρίσιμες συναντήσεις των συμμάχων κατά τη δεκαετία του 1940.

Στη συνέχεια ο πρώην πρεσβευτής της Σοβιετικής Ένωσης στην Ουάσιγκτον το 1943 και στη Μεγάλη Βρετανία το 1952 Αντρέι Γκρομίκο ανέλαβε το Υπουργείο Εξωτερικών 1957-1985.

Οι Βιατσεσλάβ Μιχάηλοβιτς Μολότοφ και Αντρέι Γκρομίκο ήταν οι υπουργοί εξωτερικών που εξέφρασαν τη σοβιετική εξωτερική πολιτική στις κρίσιμες δεκαετίες του Μεσοπολέμου και στη συνέχεια του Ψυχρού Πολέμου.

Σε ολόκληρη αυτή την ιστορική περίοδο, η Σοβιετική Ένωση βρέθηκε στο στόχαστρο αντιπαράθεσης με τη Δύση με εξαίρεση την περίοδο του Β Παγκοσμίου Πολέμου 1941-1945.

 
FOTOSOYUZ VIA GETTY IMAGESΕπίσημα έγγραφα σχετικά με την επιχείρηση Μπαρμπαρόσα (Photo by Mark Redkin/FotoSoyuz/Getty Images)

Ο Ιωσήφ Στάλιν, ως ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης, κήρυξε τον Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο για να αντιμετωπίσει την εκστρατεία Μπαρμπαρόσα του Χίτλερ το 1941. Σε μια ομιλία του το 1931 στους προϊστάμενους των επιχειρήσεων, εξηγούσε τους λόγους που επέβαλαν μια ταχύρρυθμη εκβιομηχανοποίηση της καθυστερημένης Ρωσίας:

«Όχι σύντροφοι... ο ρυθμός δεν πρέπει να μειωθεί, θα πρέπει να επιταχύνουμε όσο είναι δυνατόν μέσα στις δυνάμεις και δυνατότητες. Αυτό επιβάλλεται σε εμάς, από τις υποχρεώσεις μας προς τους εργάτες και τους αγρότες της ΕΣΣΔ. Αυτό επιβάλλεται σε εμάς, από τις υποχρεώσεις μας προς την εργατική τάξη όλου του κόσμου.

Η μείωση του ρυθμού θα σήμαινε να μείνουμε πίσω. Και αυτοί που μένουν πίσω ηττώνται. Δεν θέλουμε να νικηθούμε. Όχι, δεν θέλουμε… την ιστορία της παλιάς… Ρωσίας… αυτή ήταν διαρκώς νικημένη εξαιτίας της καθυστέρησής της. Νικήθηκε από τους Μογγόλους Χανς, νικήθηκε από τους Τούρκους μπέηδες, είχε νικηθεί από τους Σουηδούς φεουδάρχες, είχε νικηθεί από τους Πολωνο-Λιθουανούς Πανς, είχε νικηθεί από τους Αγγλοσάξονες καπιταλιστές, είχε νικηθεί από τους Ιάπωνες βαρόνους, είχε νικηθεί από όλους εξαιτίας της καθυστέρησής της… Είμαστε 50 ή 100 χρόνια πίσω από τις ανεπτυγμένες χώρες. Θα πρέπει να καλύψουμε το κενό σε 10 χρόνια. Ή το κάνουμε ή θα μας συντρίψουν».3Ήταν ακριβώς 10 χρόνια μετά, όταν η Σοβιετική Ένωση δέχθηκε την πιο θανάσιμη απειλή της με τη γερμανική επίθεση της Επιχείρησης Μπαρμπαρόσα.

Ο Deutscher σχολιάζει ότι ο Στάλιν δεν ξέχασε τις λέξεις ενός προ-επαναστάτη ποιητή:«Είσαι φτωχή και όμως έχεις αφθονία, είσαι παντοδύναμη και είσαι σε απόγνωση Μητέρα Ρωσία».
Πούτιν ένας ηγέτης από το παρελθόν 


AFP VIA GETTY IMAGES

Αυτό ίσως μπορούμε να αναλογιστούμε σήμερα καθώς παρακολουθούμε την ηγεσία της σημερινής Ρωσίας και τις πολιτικές του ηγέτη της Βλαδίμηρου Πούτιν να επαναφέρει τη χώρα του στη θέση της υπερδύναμης στο διεθνές σύστημα.

Στα τελευταία χρόνια ο Βλαδίμηρος Πούτιν κυβερνάει τη Ρωσία με αποφασιστικότητα και θέληση ώστε να αποφύγει τη νέα ανάσχεση της Ρωσίας από το ΝΑΤΟ και με προσήλωση να επιβάλει ξανά τη χώρα του ως τη δεύτερη υπερδύναμη στον κόσμο, πραγματικό κληρονόμο της Σοβιετικής Ένωσης. Στις 2 Μαρτίου 2020 ο Πούτιν δήλωσε ότι «η Ρωσία δεν θέλει να πάει σε πόλεμο με κανέναν, αλλά θέλει να αποθαρρύνει τρίτες χώρες από το να συγκρουστούν μαζί της».

Με την κρίση στις ουκρανο-ρωσικές σχέσεις και την προσπάθεια της Δύσης να αποσπάσει την Ουκρανία από την παραδοσιακή σχέση της με τη Ρωσία και να την οδηγήσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, ο Πούτιν κατάλαβε πλέον τη νέα στρατηγική αναχαίτιση της Δύσης εναντίον της Ρωσίας.

Οι ενεργειακές συμφωνίες της Ρωσίας με τη Γερμανία για την κατασκευή των αγωγών NorthstreamI και II, μοιάζουν σήμερα με τη Συμφωνία Βερολίνου - Αγίας Πετρούπολης του 1882 όπου η Γερμανία εξασφάλιζε τότε τα στρατηγικά της συμφέροντα, όπως τώρα την ενέργειά της για να εξασφαλίσει τις ενεργειακές της ανάγκες.

Επίσης, οι ρωσο-τουρκικές συμφωνίες για αγωγούς ενέργειας και εξοπλισμούς, όπως και η εμβάθυνση της ρωσο-κινεζικής συνεργασίας αποτελούν στρατηγικές κινήσεις της Ρωσίας, προκειμένου να ακυρώσει τις φιλοδοξίες της Δύσης για ανάσχεση και έλεγχο της επιρροής της.
«Πόλεμος δεν γίνεται χωρίς την Αίγυπτο και η ειρήνη είναι ανέφικτη χωρίς τη Συρία»
ASSOCIATED PRESSΣυρία 7 Ιανουαρίου 2020. Ο Πούτιν μαζί με τον Ασάντ (Alexei Druzhinin/Sputnik, Kremlin Pool Photo via AP)

Εν τω μεταξύ, η ρωσική στήριξη της συριακής κυβέρνησης στον εμφύλιο πόλεμο εκεί, έχει καταστήσει τη Ρωσία δυναμικό παίχτη στον διεθνή ανταγωνισμό στην Ανατολική Μεσόγειο.

Προφανώς η ρωσική πολιτική φαίνεται να έχει κατανοήσει ότι ισχύει και σήμερα η στρατηγική διαπίστωση των ισορροπιών στην περιοχή, δηλ. ότι “πόλεμος δεν γίνεται χωρίς την Αίγυπτο και η ειρήνη είναι ανέφικτη χωρίς τη Συρία”.

Έτσι η Ρωσία επιδίωξε να δημιουργήσει ρήγμα στο νοτιανατολικό σκέλος του ΝΑΤΟ και ανταποκρίθηκε στις φιλοδοξίες της Τουρκίας να ανεξαρτητοποιηθεί από τη Δύση μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα εναντίον του Προέδρου Ερντογάν στις 15 Ιουλίου 2016.
Από τον Καποδίστρια στον Λαβρόφ

Ο σημερινός αρμενο-ρωσικής καταγωγής Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας Σεργέι Λαβρόφ είναι ικανός και έμπειρος συντονιστής της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής που εκφράζει τα διαχρονικά ρωσικά συμφέροντα από την εποχή του Ιωάννη Καποδίστρια στον περίγυρό της.

Στην εποχή του 21ου αιώνα η μεγάλη αντιπαράθεση Μεγάλης Βρετανίας-Ρωσίας ανήκει πια στο παρελθόν, αφού η Pax Bretanica του 19ου αιώνα έχει εκλείψει προ πολλού καθώς αντικαταστάθηκε από την Pax Americana στον 20ό αιώνα και κάθε αναφορά στη βρετανική ισχύ στην Ευρώπη μετά το Brexit αποτελεί πλέον αναχρονισμό και δεν μπορεί να επηρεάσει το μέλλον της Ενωμένης Ευρώπης και τις σχέσεις της με τη Ρωσία. Επίσης η δραματική απόσυρση των Η.Π.Α. από τους πολέμους στη Μέση Ανατολή αφήνει τη Ρωσία ως βασικό παίχτη στην περιοχή.

Η περικύκλωση και ανάσχεση της Ρωσίας σήμερα δεν μπορεί να είναι πλέον εφικτή, αφού οι ενεργειακές και οικονομικές συμφωνίες της Ρωσίας με τη Γερμανία, την Τουρκία και την Κίνα, καθιστούν τη Ρωσία ως αναγκαστικό ενεργειακό εταίρο, γεγονός που μπορεί να φρενάρει τις όποιες τουρκικές φιλοδοξίες να αναθεωρήσει τη Συνθήκη της Λωζάννης στην τουρκο-συριακή μεθόριο, με μακροπρόθεσμες συνέπειες του κουρδικού ζητήματος σε βάρος της εδαφικής ακεραιότητας της Τουρκίας.

Σήμερα λοιπόν φαντάζει προφητικός ο λόγος του Γάλλου προέδρου Σαρλ Ντε Γκωλ, ότι η Ρωσία ως παραδοσιακή ευρωπαϊκή δύναμη είναι απαραίτητη σε μια μελλοντική ευρωπαϊκή ολοκλήρωση από τη Μάγχη έως τα Ουράλια.

Τα συμπεράσματα που πρέπει λοιπόν να εξαχθούν εδώ είναι ότι τα μεγάλα ελληνικά ζητήματα από την επανάσταση του 1821 συναντούν τον ανταγωνισμό των Μεγάλων Δυνάμεων στην περιοχή μας και ότι το ισοζύγιο των ελληνο-ρωσικών σχέσεων είναι θετικό υπέρ των ελληνικών συμφερόντων στην Ελλάδα και στο κυπριακό ζήτημα.

Η ρωσική εξωτερική πολιτική από τον Καποδίστρια έως τον Λαβρόφ είναι διαχρονική και ο σημερινός ηγέτης της Ρωσίας είναι συνεχιστής της ίδιας πολιτικής υπεράσπισης των ρωσικών συμφερόντων από το Συνέδριο της Βιέννης το 1815 έως σήμερα.

Αυτό το γεγονός δεν μπορεί να αγνοεί η ελληνική εξωτερική πολιτική και θα πρέπει να σχεδιάσει μια μακροχρόνια πολυδιάστατη πολιτική που θα εξισορροπεί τις ελληνο-αμερικανικές σχέσεις με τις ελληνο-ευρωπαϊκές και τις ελληνο-ρωσικές σχέσεις. Αυτό επιβάλλει η υπεράσπιση των ελληνικών εθνικών συμφερόντων και έτσι η Ελλάδα μπορεί να καταστεί εκείνη η δύναμη που θα προσφέρει σταθερότητα στα Βαλκάνια, το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. 

*Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας - Εδρα Jean Monnet στην Ευρωπαϊκή Πολιτική Ολοκλήρωση και Εξωτερική Πολιτική

πηγή



Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top