Ήταν άλλη μία εξαγγελία της εποχής Τσοχατζόπουλου στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Όχι ότι δεν έγινε προσπάθεια υλοποίησής της… Θα ήταν άδικο να υποστηρίξει κανείς το αντίθετο. Για πολλούς λόγους στα χρόνια που ακολούθησαν, εγκαταλείφθηκε ως ιδέα και σχέδιο. Θα δούμε τους σημαντικότερους, όπως και το πώς μπορεί να επανενεργοποιηθεί ουσιαστικά. Θεωρούμε ότι αυτό το τελευταίο είναι κάτι που επιβάλλει άμεσα η κατακόρυφη αναβάθμιση της τουρκικής απειλής.
Του Στέργιου Δ. Θεοφανίδη
Η σημασία του εγχειρήματος ήταν και παραμένει μεγάλη. Ιδίως τώρα που μέσω του παράνομου συμφώνου Ερντογάν – Αλ Σάρατζ, επιχειρείται μεταξύ άλλων και η αποκοπή της Κύπρου από την Ελλάδα. Η ολοκληρωτική απομόνωσή της δηλαδή.
Την αξία του αποτελεσματικού σχεδιασμού και της υλοποίησης του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος Ελλάδας – Κύπρου κατά συνέπεια γνώριζαν από τότε άπαντες… Γνώριζαν δηλαδή ότι η Τουρκία δεν θα σταματήσει ποτέ να απειλεί με πόλεμο και να διεκδικεί με κάθε τρόπο “ξένα χωράφια”.
Σε λιγότερο από 15 χρόνια από την εξαγγελία του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος Ελλάδας – Κύπρου, άρχισε να αλωνίζει στα κυπριακά θαλάσσια οικόπεδα. Αποδεικνύοντας για πολλοστή φορά ότι δεν επιθυμεί ΚΑΜΙΑ ΔΙΕΥΘΕΤΗΣΗ. Μόνο ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ.
Θεωρούμε ότι το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να σημειώσουμε, είναι ότι από τα πρώιμα στάδια της υποκινούμενης από τη Βρετανία κυρίως, εκδήλωσης της τουρκικής επιθετικότητας στην Κύπρο, φάνηκε καθαρά η καθοριστική αξία της επικράτησης στον αέρα.
Στις εχθροπραξίες του Αυγούστου του 1964, τουρκικά μαχητικά αποκτηθέντα μέσω προγραμμάτων MAP από τις ΗΠΑ, αξιοποιήθηκαν για την προσβολή ελληνοκυπριακών δυνάμεων και την καταστροφή του περιπολικού “Φαέθων”.
Τα τουρκικά F-84F και F-100 δεν είχαν μόνο το πλεονέκτημα της εγγύτητας στην Κύπρο των βάσεων από τις οποίες επιχειρούσαν. Είχαν και την “εγγύηση” της ανενόχλητης παρουσίας τους στον κυπριακό ουρανό, από τη βρετανική βάση του Ακρωτηρίου.
Οι Βρετανοί δεν εμπόδισαν (ως όφειλαν ως εγγυήτρια δύναμη…) τη διεξαγωγή επιχειρήσεων από την πλευρά της Τουρκικής Αεροπορίας (ΤΗΚ). Εμπόδισαν όμως τα ελληνικά RF-84F της 348 Μοίρας που πέταξαν πάνω από τη νησί για να καταγράψουν τις θέσεις των θυλάκων των Τουρκοκυπρίων και τις κινήσεις τους.
Σύμφωνα με μαρτυρίες των ιπταμένων της 348 Μοίρας Τακτικής Αναγνώρισης που συμμετείχαν στις δύο φωτοαναγνωριστικές αποστολές που έγιναν τότε, με τα αεροσκάφη να επιχειρούν από τη Σούδα με πλήρες φορτίο καυσίμου εσωτερικά και εξωτερικά σε απορριπτόμενες δεξαμενές, αναχαιτιστικά Lightning της RAF απογειώθηκαν από τη βάση του Ακρωτηρίου και εμπόδισαν τα ελληνικά RF-84F να φωτογραφίσουν.
Έχουμε το πλήρες ιστορικό των αποστολών αυτών και μπορούμε να το δημοσιεύσουμε όποτε επιθυμείτε. Οι Άγγλοι βέβαια δεν έμειναν μόνο εκεί… Είχαν στείλει δικά τους φωτοαναγνωριστικά μεγάλου ύψους πλεύσης τύπου Canberra πάνω από την Κρήτη για να καταγράψουν τις ελληνικές προετοιμασίες και δραστηριότητες εκείνη την περίοδο!
Αν και εγγυήτρια δύναμη επομένως, της ασφάλειας και της ακεραιότητας της νεοσύστατης Κυπριακής Δημοκρατίας, η Βρετανία υποστήριξε ανοικτά τις τουρκικές επιχειρήσεις του 1964 και το ίδιο έκανε 10 χρόνια αργότερα. Το 1974. Και οι μονάδες του 6ου Αμερικανικού Στόλου που έπλεαν μεταξύ Κρήτης και Κύπρου εκείνη την περίοδο, φυσικά δεν παρενέβησαν, αλλά είχαν εποπτικό ρόλο των ελληνικών κινήσεων…
Πολλά χρόνια αργότερα, όταν η Κύπρος αποφάσισε την προμήθεια αντιαεροπορικών/αντιπυραυλικών συστημάτων S-300, η αντίδραση όχι μόνο της Τουρκίας, αλλά και των “συμμάχων” Βρετανών και Αμερικανών, υπήρξε καθοριστική… Τέτοια, που δεν άφηνε κανένα περιθώριο στην Κύπρο να δημιουργήσει μία στοιχειώδη αντιαεροπορική ομπρέλα για την άμυνά της. Κάπως έτσι δε, τα συστήματα S-300 βρέθηκαν στην Κρήτη και στο οπλοστάσιο της Πολεμικής Αεροπορίας.
Ακολούθησε η δεκαετία των μνημονίων σε Ελλάδα και Κύπρο. Μία περίοδος που αποκάλυψε καθαρά ότι το πρόβλημα της πραγματικής εφαρμογής όσων προέβλεπε το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας-Κύπρου, δεν ήταν μόνο στρατιωτικό και γεωπολιτικό.
Πλέον είχε και οικονομική διάσταση, από τη στιγμή που και οι δύο χώρες – μέλη της Ε.Ε. ελέγχονταν μέσω του δημοσίου χρέους που δημιουργήθηκε από το ευρώ… Ένα νόμισμα που δεν μπορούσαν να εκδώσουν, αλλά έπρεπε να δανείζονται.
Συμπερασματικά, για όλους τους λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω, το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας-Κύπρου, δεν υλοποιήθηκε ποτέ… Τουλάχιστον σε όλες του τις διαστάσεις. Θα μπορούσαμε να παρακάμψουμε όλα αυτά τα εμπόδια; Είναι η αμέσως επόμενη λογική ερώτηση.
Η απάντηση δεν μπορεί να είναι μονολεκτική. Δεν μπορεί δηλαδή να είναι ένα “ναι” ή ένα “όχι”. Τέτοιου είδους σχεδιασμοί και στρατηγικές χρειάζονται συνέχεια, βάθος χρόνου και αδιάκοπη προσπάθεια… Πάντα θα εμποδίζονται με διαφορετικούς τρόπους. Για αυτό και δεν θα πρέπει να εγκαταλείπονται.
Το ζήτημα άρα έχει πολλές διαστάσεις. Η ελληνική πλευρά φροντίζει κατά καιρούς να αποστέλλει μαχητικά αεροπλάνα και επιθετικά ελικόπτερα να συμμετάσχουν σε ασκήσεις της Εθνικής Φρουράς. Σε πραγματικές επιχειρησιακές συνθήκες όμως θα χρειαστεί να έχει μόνιμη παρουσία πάνω από το νησί. Και αυτό είναι κάτι που μόνο μέσω της αξιοποίησης ιπτάμενων τάνκερ μπορεί να κάνει.
Παρά τα εμπόδια και τα προβλήματα κατά συνέπεια, πολλά είναι αυτά που μπορούν να γίνουν. Κάτι που έχει αποδειχθεί στην πράξη, όταν με απόλυτη μυστικότητα και μεγάλη αποτελεσματικότητα κατά κοινή ομολογία, συγκροτήσαμε μία ολόκληρη Μεραρχία στην Κύπρο στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ‘60.
Εντός του 1967, δηλαδή σε χρονικό διάστημα μικρότερο του έτους από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου εκείνης της χρονιάς, το δικτατορικό καθεστώς υπέκυψε στις τουρκικές και συμμαχικές πιέσεις για απομάκρυνση της ελληνικής Μεραρχίας από το νησί της Αφροδίτης.
Τι θα μπορούσε να γίνει τώρα; Το πρώτο πράγμα που θα απαιτούσε μία διαδικασία “συνολικής επανεκκίνησης” του Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας-Κύπρου είναι μία συμφωνία μεταξύ των κυβερνήσεων των δύο κρατών.
Συμφωνία που δεν χρειάζεται φυσικά να γνωστοποιηθεί και που θα πρέπει να έχει διαχρονική ισχύ. Θα πρέπει δηλαδή να δεσμεύει και τις δύο πλευρές, ανεξάρτητα από το ποια κυβέρνηση θα βρίσκεται σε κάθε χώρα. Θεωρούμε ότι αυτό είναι και το πλέον δύσκολο ζητούμενο σε μία τέτοια ενέργεια. Και αυτό είναι κάτι που έχει πολλές φορές αποδειχθεί στο παρελθόν…
Το δεύτερο, που προϋποθέτει φυσικά την επίτευξη του πρώτου, είναι η αποτελεσματική κάλυψη από αέρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η τελευταία είναι λογικό να μην έχει τη δυνατότητα, λόγω μεγέθους, να συγκροτήσει και να συντηρήσει ισχυρή ναυτική δύναμη. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να ανταγωνιστεί σε καμία περίπτωση την Τουρκία στο κομμάτι αυτό. Η ναυτική δύναμη της ελεύθερης Κύπρου, περιορίζεται σε 15 περιπολικά σκάφη.
Ούτε Αεροπορία φυσικά υπάρχει. Τα ελικόπτερα Mi-35 και Gazelle, έχουν ρόλους καθαρά υποστηρικτικούς για τις χερσαίες δυνάμεις της Εθνοφρουράς. Η δημιουργία Αεροπορίας, θεωρούμε ότι θα κάλυπτε ένα σημαντικό επιχειρησιακό κενό στην Κύπρο. Τόσο πάνω από το νησί όσο και στις θάλασσες γύρω από αυτό…
Και εδώ είναι που ερχόμαστε στο, επίσης δύσκολο, δεύτερο κομμάτι. Τη δημιουργία και τη βούληση αξιοποίησης, πραγματικής αποτρεπτικής ισχύος…Με άλλα λόγια μιλάμε για ικανότητα προσβολή ιπτάμενων στόχων, καθώς και στόχων στην επιφάνεια της θάλασσας. Όχι μόνο με αντιαεροπορικούς πυραύλους (Mistral και Buk) και παράκτιους αντιπλοϊκούς Exocet MM40.
Αμερικανικής κατασκευής και προέλευσης μαχητικά μέχρι πρότινος δεν ήταν διαθέσιμα στην Κυπριακή Δημοκρατία, λόγω εμπάργκο πώλησης όπλων από την πλευρά των ΗΠΑ. Αν και κάτι τέτοιο ίσως δεν θα ισχύει σύντομα, θεωρούμε δεδομένο ότι το κόστος θα ήταν και πάλι απαγορευτικό για τη συγκρότηση έστω και μίας Μοίρας μαχητικών για την ελεύθερη Κύπρο.
Είτε αυτά είναι αμερικανικά, είτε όχι, είτε είναι καινούρια ή ηλικίας κάποιων ετών, το κόστος δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ΔΕΝ ΠΕΡΙΟΡΙΖΕΤΑΙ μόνο στην αγορά τους. Δεν μιλάμε δηλαδή μόνο για fly away κόστος.
Πρέπει να συμπεριληφθεί σε αυτό ο επίγειος εξοπλισμός υποστήριξης και συντήρησης, αποθήκευσης, μεταφοράς και φόρτωσης όπλων, οι εκπαιδεύσεις τεχνικών όλων των ειδικοτήτων, οι εκπαιδεύσεις ιπταμένων και τεχνικών, η προμήθεια όπλων και πολλά άλλα.
Συν τοις άλλοις, ακόμη και αν η Κυπριακή Δημοκρατία αποκτούσε μία μικρή δύναμη μαχητικών, αυτά θα ήταν εξαιρετικά ευάλωτα σε περίπτωση αιφνίδιου πλήγματος από την Τουρκία, για ευνόητους λόγους. Από την άλλη πλευρά αν διέθετε δύναμη μαχητικών, θα μπορούσε να απειλήσει τα τουρκικά σκάφη ερευνών μαζί με τις μονάδες επιφανείας του Τουρκικού Ναυτικού που πλέουν ανενόχλητα στα θαλάσσια οικόπεδά της.
Ποια είναι η εναλλακτική σε όλο αυτό που περιγράψαμε για να αποκτήσει Αεροπορία μέσω ενός νέου Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας-Κύπρου, η νήσος; Έχει γίνει με άλλες χώρες και μπορεί να γίνει και μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου…
Η επένδυση σε μία Μοίρα μαχητικών την οποία θα αναλάβει να τρέχει η ελληνική Πολεμική Αεροπορία, ετοιμάζοντας παράλληλα Κύπριους χειριστές. Κατά τον τρόπο αυτό παραμερίζονται όσα μειονεκτήματα κόστους και τρωτότητας προαναφέραμε. Παλαιότερα όταν είχαμε γράψει για το ενδεχόμενο “πώλησης” των ελληνικών F-16C/D Block 30 στην Κυπριακή Δημοκρατία, αναφέραμε αναλυτικά ποιο είναι το σκεπτικό μας.
Το κόστος συγκρότησης μίας “Κυπριακής” Μοίρας μαχητικών στις τάξεις της Πολεμικής Αεροπορίας, θα ήταν ασφαλώς εντός των οικονομικών δυνατοτήτων της και θα δημιουργούσε νέα δεδομένα στην αμυντική συνεργασία των δύο χωρών. Εν ολίγοις, θα επανενεργοποιούσε σε πολύ μεγάλο βαθμό το ξεχασμένο σχεδόν, Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα.
Όσο υπερβολικό και αν ακούγεται σε κάποιους, θα είναι μία κίνηση ενίσχυσης της συμμαχίας Ελλάδα – Κύπρος – Ισραήλ. Με το ελάχιστο δυνατό κόστος και παράλληλη απόδοση σημαντικού επιχειρησιακού αποτελέσματος…
Το οποίο μπορεί να συνδυαστεί με μία μικτή Μοίρα Μεταφορών που θα επιχειρεί με αριθμό των εκσυγχρονισμένων C-130H/B, όχι μόνο με σκοπό τη μεταφορά προσωπικού και υλικού από και προς την Κύπρο, αλλά και για τη διενέργεια αποστολών εναέριου ανεφοδιασμού, μεταξύ Κρήτης και Κύπρου. Δεν θα χρειάζεται έτσι πάντα να βασιζόμαστε στα αμερικανικά KC-135R Stratotanker για να πετάξουμε μέχρι εκεί που πρέπει…
Του Στέργιου Δ. Θεοφανίδη
Η σημασία του εγχειρήματος ήταν και παραμένει μεγάλη. Ιδίως τώρα που μέσω του παράνομου συμφώνου Ερντογάν – Αλ Σάρατζ, επιχειρείται μεταξύ άλλων και η αποκοπή της Κύπρου από την Ελλάδα. Η ολοκληρωτική απομόνωσή της δηλαδή.
Την αξία του αποτελεσματικού σχεδιασμού και της υλοποίησης του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος Ελλάδας – Κύπρου κατά συνέπεια γνώριζαν από τότε άπαντες… Γνώριζαν δηλαδή ότι η Τουρκία δεν θα σταματήσει ποτέ να απειλεί με πόλεμο και να διεκδικεί με κάθε τρόπο “ξένα χωράφια”.
Σε λιγότερο από 15 χρόνια από την εξαγγελία του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος Ελλάδας – Κύπρου, άρχισε να αλωνίζει στα κυπριακά θαλάσσια οικόπεδα. Αποδεικνύοντας για πολλοστή φορά ότι δεν επιθυμεί ΚΑΜΙΑ ΔΙΕΥΘΕΤΗΣΗ. Μόνο ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ.
Θεωρούμε ότι το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να σημειώσουμε, είναι ότι από τα πρώιμα στάδια της υποκινούμενης από τη Βρετανία κυρίως, εκδήλωσης της τουρκικής επιθετικότητας στην Κύπρο, φάνηκε καθαρά η καθοριστική αξία της επικράτησης στον αέρα.
Στις εχθροπραξίες του Αυγούστου του 1964, τουρκικά μαχητικά αποκτηθέντα μέσω προγραμμάτων MAP από τις ΗΠΑ, αξιοποιήθηκαν για την προσβολή ελληνοκυπριακών δυνάμεων και την καταστροφή του περιπολικού “Φαέθων”.
Τα τουρκικά F-84F και F-100 δεν είχαν μόνο το πλεονέκτημα της εγγύτητας στην Κύπρο των βάσεων από τις οποίες επιχειρούσαν. Είχαν και την “εγγύηση” της ανενόχλητης παρουσίας τους στον κυπριακό ουρανό, από τη βρετανική βάση του Ακρωτηρίου.
Οι Βρετανοί δεν εμπόδισαν (ως όφειλαν ως εγγυήτρια δύναμη…) τη διεξαγωγή επιχειρήσεων από την πλευρά της Τουρκικής Αεροπορίας (ΤΗΚ). Εμπόδισαν όμως τα ελληνικά RF-84F της 348 Μοίρας που πέταξαν πάνω από τη νησί για να καταγράψουν τις θέσεις των θυλάκων των Τουρκοκυπρίων και τις κινήσεις τους.
Σύμφωνα με μαρτυρίες των ιπταμένων της 348 Μοίρας Τακτικής Αναγνώρισης που συμμετείχαν στις δύο φωτοαναγνωριστικές αποστολές που έγιναν τότε, με τα αεροσκάφη να επιχειρούν από τη Σούδα με πλήρες φορτίο καυσίμου εσωτερικά και εξωτερικά σε απορριπτόμενες δεξαμενές, αναχαιτιστικά Lightning της RAF απογειώθηκαν από τη βάση του Ακρωτηρίου και εμπόδισαν τα ελληνικά RF-84F να φωτογραφίσουν.
Έχουμε το πλήρες ιστορικό των αποστολών αυτών και μπορούμε να το δημοσιεύσουμε όποτε επιθυμείτε. Οι Άγγλοι βέβαια δεν έμειναν μόνο εκεί… Είχαν στείλει δικά τους φωτοαναγνωριστικά μεγάλου ύψους πλεύσης τύπου Canberra πάνω από την Κρήτη για να καταγράψουν τις ελληνικές προετοιμασίες και δραστηριότητες εκείνη την περίοδο!
Αν και εγγυήτρια δύναμη επομένως, της ασφάλειας και της ακεραιότητας της νεοσύστατης Κυπριακής Δημοκρατίας, η Βρετανία υποστήριξε ανοικτά τις τουρκικές επιχειρήσεις του 1964 και το ίδιο έκανε 10 χρόνια αργότερα. Το 1974. Και οι μονάδες του 6ου Αμερικανικού Στόλου που έπλεαν μεταξύ Κρήτης και Κύπρου εκείνη την περίοδο, φυσικά δεν παρενέβησαν, αλλά είχαν εποπτικό ρόλο των ελληνικών κινήσεων…
Πολλά χρόνια αργότερα, όταν η Κύπρος αποφάσισε την προμήθεια αντιαεροπορικών/αντιπυραυλικών συστημάτων S-300, η αντίδραση όχι μόνο της Τουρκίας, αλλά και των “συμμάχων” Βρετανών και Αμερικανών, υπήρξε καθοριστική… Τέτοια, που δεν άφηνε κανένα περιθώριο στην Κύπρο να δημιουργήσει μία στοιχειώδη αντιαεροπορική ομπρέλα για την άμυνά της. Κάπως έτσι δε, τα συστήματα S-300 βρέθηκαν στην Κρήτη και στο οπλοστάσιο της Πολεμικής Αεροπορίας.
Ακολούθησε η δεκαετία των μνημονίων σε Ελλάδα και Κύπρο. Μία περίοδος που αποκάλυψε καθαρά ότι το πρόβλημα της πραγματικής εφαρμογής όσων προέβλεπε το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας-Κύπρου, δεν ήταν μόνο στρατιωτικό και γεωπολιτικό.
Πλέον είχε και οικονομική διάσταση, από τη στιγμή που και οι δύο χώρες – μέλη της Ε.Ε. ελέγχονταν μέσω του δημοσίου χρέους που δημιουργήθηκε από το ευρώ… Ένα νόμισμα που δεν μπορούσαν να εκδώσουν, αλλά έπρεπε να δανείζονται.
Συμπερασματικά, για όλους τους λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω, το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας-Κύπρου, δεν υλοποιήθηκε ποτέ… Τουλάχιστον σε όλες του τις διαστάσεις. Θα μπορούσαμε να παρακάμψουμε όλα αυτά τα εμπόδια; Είναι η αμέσως επόμενη λογική ερώτηση.
Η απάντηση δεν μπορεί να είναι μονολεκτική. Δεν μπορεί δηλαδή να είναι ένα “ναι” ή ένα “όχι”. Τέτοιου είδους σχεδιασμοί και στρατηγικές χρειάζονται συνέχεια, βάθος χρόνου και αδιάκοπη προσπάθεια… Πάντα θα εμποδίζονται με διαφορετικούς τρόπους. Για αυτό και δεν θα πρέπει να εγκαταλείπονται.
Το ζήτημα άρα έχει πολλές διαστάσεις. Η ελληνική πλευρά φροντίζει κατά καιρούς να αποστέλλει μαχητικά αεροπλάνα και επιθετικά ελικόπτερα να συμμετάσχουν σε ασκήσεις της Εθνικής Φρουράς. Σε πραγματικές επιχειρησιακές συνθήκες όμως θα χρειαστεί να έχει μόνιμη παρουσία πάνω από το νησί. Και αυτό είναι κάτι που μόνο μέσω της αξιοποίησης ιπτάμενων τάνκερ μπορεί να κάνει.
Παρά τα εμπόδια και τα προβλήματα κατά συνέπεια, πολλά είναι αυτά που μπορούν να γίνουν. Κάτι που έχει αποδειχθεί στην πράξη, όταν με απόλυτη μυστικότητα και μεγάλη αποτελεσματικότητα κατά κοινή ομολογία, συγκροτήσαμε μία ολόκληρη Μεραρχία στην Κύπρο στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ‘60.
Εντός του 1967, δηλαδή σε χρονικό διάστημα μικρότερο του έτους από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου εκείνης της χρονιάς, το δικτατορικό καθεστώς υπέκυψε στις τουρκικές και συμμαχικές πιέσεις για απομάκρυνση της ελληνικής Μεραρχίας από το νησί της Αφροδίτης.
Τι θα μπορούσε να γίνει τώρα; Το πρώτο πράγμα που θα απαιτούσε μία διαδικασία “συνολικής επανεκκίνησης” του Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας-Κύπρου είναι μία συμφωνία μεταξύ των κυβερνήσεων των δύο κρατών.
Συμφωνία που δεν χρειάζεται φυσικά να γνωστοποιηθεί και που θα πρέπει να έχει διαχρονική ισχύ. Θα πρέπει δηλαδή να δεσμεύει και τις δύο πλευρές, ανεξάρτητα από το ποια κυβέρνηση θα βρίσκεται σε κάθε χώρα. Θεωρούμε ότι αυτό είναι και το πλέον δύσκολο ζητούμενο σε μία τέτοια ενέργεια. Και αυτό είναι κάτι που έχει πολλές φορές αποδειχθεί στο παρελθόν…
Το δεύτερο, που προϋποθέτει φυσικά την επίτευξη του πρώτου, είναι η αποτελεσματική κάλυψη από αέρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η τελευταία είναι λογικό να μην έχει τη δυνατότητα, λόγω μεγέθους, να συγκροτήσει και να συντηρήσει ισχυρή ναυτική δύναμη. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να ανταγωνιστεί σε καμία περίπτωση την Τουρκία στο κομμάτι αυτό. Η ναυτική δύναμη της ελεύθερης Κύπρου, περιορίζεται σε 15 περιπολικά σκάφη.
Ούτε Αεροπορία φυσικά υπάρχει. Τα ελικόπτερα Mi-35 και Gazelle, έχουν ρόλους καθαρά υποστηρικτικούς για τις χερσαίες δυνάμεις της Εθνοφρουράς. Η δημιουργία Αεροπορίας, θεωρούμε ότι θα κάλυπτε ένα σημαντικό επιχειρησιακό κενό στην Κύπρο. Τόσο πάνω από το νησί όσο και στις θάλασσες γύρω από αυτό…
Και εδώ είναι που ερχόμαστε στο, επίσης δύσκολο, δεύτερο κομμάτι. Τη δημιουργία και τη βούληση αξιοποίησης, πραγματικής αποτρεπτικής ισχύος…Με άλλα λόγια μιλάμε για ικανότητα προσβολή ιπτάμενων στόχων, καθώς και στόχων στην επιφάνεια της θάλασσας. Όχι μόνο με αντιαεροπορικούς πυραύλους (Mistral και Buk) και παράκτιους αντιπλοϊκούς Exocet MM40.
Αμερικανικής κατασκευής και προέλευσης μαχητικά μέχρι πρότινος δεν ήταν διαθέσιμα στην Κυπριακή Δημοκρατία, λόγω εμπάργκο πώλησης όπλων από την πλευρά των ΗΠΑ. Αν και κάτι τέτοιο ίσως δεν θα ισχύει σύντομα, θεωρούμε δεδομένο ότι το κόστος θα ήταν και πάλι απαγορευτικό για τη συγκρότηση έστω και μίας Μοίρας μαχητικών για την ελεύθερη Κύπρο.
Είτε αυτά είναι αμερικανικά, είτε όχι, είτε είναι καινούρια ή ηλικίας κάποιων ετών, το κόστος δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ΔΕΝ ΠΕΡΙΟΡΙΖΕΤΑΙ μόνο στην αγορά τους. Δεν μιλάμε δηλαδή μόνο για fly away κόστος.
Πρέπει να συμπεριληφθεί σε αυτό ο επίγειος εξοπλισμός υποστήριξης και συντήρησης, αποθήκευσης, μεταφοράς και φόρτωσης όπλων, οι εκπαιδεύσεις τεχνικών όλων των ειδικοτήτων, οι εκπαιδεύσεις ιπταμένων και τεχνικών, η προμήθεια όπλων και πολλά άλλα.
Συν τοις άλλοις, ακόμη και αν η Κυπριακή Δημοκρατία αποκτούσε μία μικρή δύναμη μαχητικών, αυτά θα ήταν εξαιρετικά ευάλωτα σε περίπτωση αιφνίδιου πλήγματος από την Τουρκία, για ευνόητους λόγους. Από την άλλη πλευρά αν διέθετε δύναμη μαχητικών, θα μπορούσε να απειλήσει τα τουρκικά σκάφη ερευνών μαζί με τις μονάδες επιφανείας του Τουρκικού Ναυτικού που πλέουν ανενόχλητα στα θαλάσσια οικόπεδά της.
Ποια είναι η εναλλακτική σε όλο αυτό που περιγράψαμε για να αποκτήσει Αεροπορία μέσω ενός νέου Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας-Κύπρου, η νήσος; Έχει γίνει με άλλες χώρες και μπορεί να γίνει και μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου…
Η επένδυση σε μία Μοίρα μαχητικών την οποία θα αναλάβει να τρέχει η ελληνική Πολεμική Αεροπορία, ετοιμάζοντας παράλληλα Κύπριους χειριστές. Κατά τον τρόπο αυτό παραμερίζονται όσα μειονεκτήματα κόστους και τρωτότητας προαναφέραμε. Παλαιότερα όταν είχαμε γράψει για το ενδεχόμενο “πώλησης” των ελληνικών F-16C/D Block 30 στην Κυπριακή Δημοκρατία, αναφέραμε αναλυτικά ποιο είναι το σκεπτικό μας.
Το κόστος συγκρότησης μίας “Κυπριακής” Μοίρας μαχητικών στις τάξεις της Πολεμικής Αεροπορίας, θα ήταν ασφαλώς εντός των οικονομικών δυνατοτήτων της και θα δημιουργούσε νέα δεδομένα στην αμυντική συνεργασία των δύο χωρών. Εν ολίγοις, θα επανενεργοποιούσε σε πολύ μεγάλο βαθμό το ξεχασμένο σχεδόν, Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα.
Όσο υπερβολικό και αν ακούγεται σε κάποιους, θα είναι μία κίνηση ενίσχυσης της συμμαχίας Ελλάδα – Κύπρος – Ισραήλ. Με το ελάχιστο δυνατό κόστος και παράλληλη απόδοση σημαντικού επιχειρησιακού αποτελέσματος…
Το οποίο μπορεί να συνδυαστεί με μία μικτή Μοίρα Μεταφορών που θα επιχειρεί με αριθμό των εκσυγχρονισμένων C-130H/B, όχι μόνο με σκοπό τη μεταφορά προσωπικού και υλικού από και προς την Κύπρο, αλλά και για τη διενέργεια αποστολών εναέριου ανεφοδιασμού, μεταξύ Κρήτης και Κύπρου. Δεν θα χρειάζεται έτσι πάντα να βασιζόμαστε στα αμερικανικά KC-135R Stratotanker για να πετάξουμε μέχρι εκεί που πρέπει…
Δημοσίευση σχολίου