GuidePedia

0

Η επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στην Τουρκία δεν έχει μέχρι στιγμής φέρει κάποιο χειροπιαστό αποτέλεσμα. Οι δυο ηγέτες, επιβεβαίωσαν εκ νέου την καλή προσωπική τους σχέσεις, με την Τουρκία να μην υποχωρεί σε οτιδήποτε και οι δηλώσεις να μοιάζουν με τις συνομιλίες, οι οποίες δεν ήταν τίποτα παραπάνω από «παράλληλους μονολόγους».

Γράφει ο Ζαχαρίας Μίχας*

Ωστόσο, η συνάντηση των δύο χωρίς την παρουσία υπηρεσιακών παραγόντων που γνωρίζουν στη λεπτομέρειά τους τα θέματα των ελληνοτουρκικών σχέσεων, εγείρει κάποιες υποψίες, καθώς το προηγούμενο της Συμφωνίας των Πρεσπών είναι νωπό.

Η Ελλάδα με τις «Πρέσπες» βιάστηκε περισσότερο και από τους Σκοπιανούς, στην κυριολεξία «κατορθώνοντας» να μην αξιοποιήσει την ευνοϊκή συγκυρία και την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών, ώστε να κατοχυρώσει τουλάχιστον το ζήτημα της ταυτότητας.

Θα έχουμε επανάληψη της… μεθοδολογίας των Πρεσπών στα ελληνοτουρκικά;

Εάν αυτό η ελληνική διπλωματία το επιτύγχανε, θα ακύρωνε στην πράξη το ιδεολόγημα του «Μακεδονισμού», το οποίο αποτελεί την πραγματική απειλή μεσοπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα για την Ελλάδα. Εάν ο διεθνής – δυτικός – παράγων επειγόταν όσο λέγεται για λύση στο πρόβλημα θα έστρεφε τις πιέσεις του στα Σκόπια, αναγνωρίζοντας εμμέσως το εύλογο της ελληνικής θέσης.

Εάν αποτύγχανε, το βάρος της ευθύνης θα πήγαινε στους Σκοπιανούς και η Ελλάδα θα είχε καταγράψει με πάσα επισημότητα την «κόκκινη γραμμή» της. Διότι όπως έγινε, καλύτερα η Ελλάδα να είχε απεμπολήσει το διαπραγματευτικό της «χαρτί» ανοίγοντας τον δρόμο μιας διαρρύθμισης για την ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ.

Διότι με τη λύση που επελέγη από την ελληνική διπλωματία, ή μάλλον για την ακρίβεια για τη «διπλωματία Κοτζιά», η γειτονική χώρα και στην Ατλαντική Συμμαχία εισέρχεται και κατοχύρωσε την ελληνική συναίνεση στο ζήτημα της «μακεδονικής» ταυτότητας και της γλώσσας.

Αυτή η πρακτική είναι που εγείρει ανησυχία ότι θα επιχειρηθεί κάτι παρόμοιο και στα ελληνοτουρκικά. Δηλαδή, τη θέση της «μακεδονικής ταυτότητας και γλώσσας» θα μπορούσαν να πάρει το να κάνουμε τα «στραβά μάτια» σε πάγιες θέσεις που αφορούν στο Αιγαίο και τη «μεθοδολογία» χρήσης του εναέριου χώρου του από την τουρκική Αεροπορία.

Τα ανταλλάγματα για τη Χάλκη σε πρέπει αν δοθούν από την ελληνική πλευρά

Άλλος ένας κίνδυνος είναι το να παρασυρθεί η Ελλάδα και να πανηγυρίζει για το άνοιγμα της θεολογικής σχολής της Χάλκης και σε αντάλλαγμα να δώσει θέματα τουρκικού ενδιαφέροντος, όπως αυτά που μας ζητούν για τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, την οποία η Τουρκία παγίως αποκαλεί «τουρκική», παρότι σε αυτήν εντάσσονται Πομάκοι και Ρομά.

Με απλά λόγια, το θέμα της Χάλκης το χρησιμοποιεί η Τουρκία ως «τυρί» προς την ελληνική πλευρά, καθώς έχει αντιληφθεί ότι συνειδητά δεν πράττει το αυτονόητο: Να ξεκαθαρίσει δημοσίως, ότι άλλο τα του Φαναρίου και άλλα τα της μειονότητας.

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι ένα διεθνές ζήτημα, δεν είναι ελληνοτουρκικό και δεν θα πρέπει αν αφεθεί από την ελληνική διπλωματία να αναγνωριστεί ως τέτοιο. Το ότι οι του Πατριαρχείου θα τυγχάνουν συνδρομής από την ελληνική διπλωματία, δεν σημαίνει αποδοχή της ένταξής τους στις διμερείς ελληνοτουρκικές διαφορές (σ.σ. τουρκικές διεκδικήσεις για την ακρίβεια!

Το τελευταίο διάστημα, οι εξελίξεις με την απόδοση «Αυτοκεφαλίας» στην ουκρανική Εκκλησία, αναδείχθηκε ο γεωπολιτικός ρόλος του Οικουμενικού Πατριαρχείου και η σύγκρουσή του με το Πατριαρχείο Μόσχας.

Το σύνολο των αναλύσεων εντάσσει τη διαμάχη στον γεωστρατηγικό ανταγωνισμό της Δύσης με τη Ρωσία, που όσον αφορά την περιοχή μας ξεκινά από τα βορειοδυτικά σύνορα της Ρωσικής Ομοσπονδίας, κατεβαίνει στη Μαύρη Θάλασσα και παρακάμπτοντας την Τουρκία λόγω της συμπεριφοράς της τα τελευταία χρόνια, καταλήγει στην Ανατολική Μεσόγειο.

Γιατί όμως αναφέρθηκε αυτό; Διότι θυμίζει τον παλιό καλό καιρό που οι Ευρωπαίοι εταίροι κρύβονταν πίσω από το ελληνικό βέτο στην ΕΕ για να ρίχνουν στην Ελλάδα το φταίξιμο για τις δυσκολίες στα ευρωτουρκικά, ενώ οι ίδιοι έκαναν τα «γλυκά μάτια» στην Τουρκία.

Με τον ίδιο τρόπο, μοιάζει αυτοκαταστροφικό να ζητείται από την Ελλάδα να υποχωρήσει σε θέματα που αφορούν ζωτικά συμφέροντα και την ασφάλειά της για να λάβει ως αντάλλαγμα την εκ νέου λειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Θράκης, την οποία παρανόμως έκλεισε η Άγκυρα στις αρχές της δεκαετίας του 1970!

Αφού είναι τόσο σημαντικό το Οικουμενικό Πατριαρχείο στο πλαίσιο της στρατηγικής της Δύσης, αν πρόκειται να δοθούν ανταλλάγματα, αυτά θα πρέπει να βρεθούν από τη Δύση εν συνόλω, όχι από την Ελλάδα, η οποία θα πρέπει ταχύτατα να αποδεσμευτεί από αυτή την παγίδα.

Αν και όπως φάνηκε από την ομιλία Τσίπρα, η γραμμή είναι πως είναι αυτονόητη η προστασία των δικαιωμάτων των θρησκευτικών μειονοτήτων… Οπότε ή η Τουρκία αποδέχεται τον θρησκευτικό χαρακτήρα της μειονότητας στη Δυτική Θράκη και λαμβάνει τα ανταλλάγματα που ζητά με τους μουφτήδες, ή εμμένει στον “τουρκικό” της χαρακτήρα και… Έχει μια λογική. Θα το τηρήσουμε ή θα δοθούν απλά όσα ζητά η Τουρκία με αντάλλαγμα τη Χάλκη;

Τούτων λεχθέντων, για ποιον λόγο έγινε αυτή η επίσκεψη; Σε τι εξυπηρετούσε και τις δυο πλευρές; Ποιον εξυπηρετούσε περισσότερο και για ποιον λόγο η άλλη πλευρά αποφάσισε να τον διευκολύνει;

Τα υπόλοιπα συμφέροντα που κατέστησαν επιθυμητή την επίσκεψη

Η υπόθεση του παρόντος σημειώματος είναι, ότι η επίσκεψη ίσως βόλευε περισσότερο τον Ερντογάν, αν και ο Τσίπρας φαίνεται πως αποφάσισε να του κάνει τη χάρη, ευελπιστώντας να «αγοράσει» χρόνο ηρεμίας στο Αιγαίο μέχρι τις εκλογές, που φαίνεται πως «κλειδώνουν» για τα τέλη Μαΐου…

Άρα είναι και εσωτερικοί οι λόγοι και στις δυο πλευρές που καθοδήγησαν τις δυο ηγεσίες να επιθυμούν αυτή τη συνάντηση. Ο Ερντογάν τελεί υπό μεγάλη πίεση στο εσωτερικό καθώς οι υπολογισμοί του για μεγάλη νίκη στο μέτωπο της Συρίας δεν είχαν το αναμενόμενο αποτέλεσμα και πλέον οι τουρκικές μυστικές υπηρεσίες συζητούν με τις συριακές για να αποφασιστεί το τι μέλλει γενέσθαι.

Η Τουρκία, μέχρι στιγμή τουλάχιστον, έχει βρεθεί εκτός του «μεγάλου παιχνιδιού» των υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο και πλέον βρίσκεται πλήρως απομονωμένος από τη Γαλλία, το Ισραήλ, την Αίγυπτο, υπό την υψηλή εποπτεία των Ηνωμένων Πολιτειών, παρότι η Ουάσιγκτον συνεχίζει να επιδιώκει την ολική επαναφορά της Τουρκίας στο «δυτικό στρατόπεδο».

Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι για την απομονωμένη Τουρκία, η οποία προσθέτει σε αυτή την αρνητική εξίσωση την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία, κατά βάθος γνωρίζει ότι η μοναδική έξοδος από την απομόνωση περνάει μέσα από τις δυο χώρες του Ελληνισμού. Οπότε, η συνάντηση με τον Αλέξη Τσίπρα θα πρέπει να ενταχθεί και σε αυτό το πλαίσιο.

Η Τουρκία αισθάνεται ότι στην παρούσα συγκυρία είναι δύσκολο να πετύχει αποτελέσματα με την απειλή χρήσης βίας, πέραν των αντικειμενικών προβλημάτων που έχουν προκαλέσει στο στράτευμα οι διώξεις με αφορμή την εσωτερική σύγκρουση με το δίκτυο του Φετουλάχ Γκιουλέν.

Αυτό πρακτικά σημαίνει, ότι μοναδική διέξοδος για να μην βρεθεί οριστικά εκτός από τη νομή του πλούτου της Ανατολικής Μεσογείου, δεν είναι άλλη από μια διευθέτηση του Κυπριακού, καθότι η Άγκυρα γνωρίζει πως τα επιχειρήματα της τουρκικής διπλωματίας στηρίζονται σε ένα «διεθνές δίκαιο αλά τούρκα», όχι πάντως το υφιστάμενο…

Δεν είναι τυχαίες οι διαρροές ότι το ερχόμενο καλοκαίρι θα ασχοληθούμε ξανά εκτεταμένα με το Κυπριακό και αυτή τη φορά η έννοια της «τελευταίας ευκαιρίας», με πολύ συγκεκριμένο περιεχόμενο, μάλλον δεν θα αφορά την ελληνική πλευρά αλλά την τουρκική, καθώς ο στρατιωτικός καταναγκασμός με όλες τις προαναφερθείσες χώρες συνασπισμένες, προφανώς δεν μπορεί να παράξει αποτελέσματα..

Θεωρητικά, αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ιδανική συγκυρία για την ελληνική πλευρά ώστε να αποσπάσει ανταλλάγματα ουσίας, καθώς το κίνητρο για την Τουρκία είναι επίσης ισχυρότερο από ποτέ. Βέβαια, η ιστορία της ελληνικής (ελλαδικής και κυπριακής) διπλωματίας, με την εξαίρεση του τελευταίου γύρου διαπραγματεύσεων στην Ελβετία (σ.σ. προφανώς πιστώνεται και στον Κοτζιά), δημιουργεί εύλογη ανησυχία…

Κατά συνέπεια, ανακεφαλαιώνοντας, η επίσκεψη Τσίπρα στην Τουρκία έγινε διότι είχαν λόγους να την επιθυμούν για εσωτερικούς λόγους και οι δυο πλευρές, ενώ και στο επίπεδο της εξωτερικής πολιτικής, η Τουρκία αναζητά διέξοδο στο καθεστώς απομόνωσης που έχει περιέλθει με δική της αποκλειστική ευθύνη.

* Ο Ζαχαρίας Μίχας είναι Διευθυντής Μελετών του Ινστιτούτου βΑναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας (ISDA/IAAA)

πηγή


 Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top