GuidePedia

0

Του Michael Rubin* 
Πολύ λίγες χώρες έχουν σπεύσει να υπερασπιστούν τον Νικολάς Μαδούρο μετά την άρνησή του να αποχωρήσει στο τέλος της προεδρικής του θητείας τον μήνα που μας πέρασε. Ο Μαδούρο αξιώνει μια δεύτερη θητεία βάσει των αποτελεσμάτων των εκλογών της 20ης Μαΐου του 2018, αλλά οι περισσότεροι παρατηρητές εντός και εκτός της Βενεζουέλας απέρριψαν αυτές τις εκλογές ως προβληματικές και άκυρες.

Άλλωστε, ο Μαδούρο είχε απαγορεύσει τη συμμετοχή των περισσότερων αντιπολιτευτικών κομμάτων και κατά συνέπεια οι περισσότεροι Βενεζολάνοι έμειναν σπίτι. Συνταγματικώς, αυτό νομιμοποιεί την Εθνική Συνέλευση της Βενεζουέλας να επιλέξει έναν μεταβατικό πρόεδρο μέχρι να επιλεγεί η διάδοχη κατάσταση. Τα μέλη της Συνέλευσης επέλεξαν τον Πρόεδρό της, Χουάν Γκουαϊδό. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, τα κράτη της Ευρώπης και ένας ολοένα και αυξανόμενος αριθμός λατινοαμερικανικών κρατών αναγνωρίζουν σήμερα τον Γκουαϊδό ως τον νόμιμο ηγέτη της Βενεζουέλας. Ποιοι στηρίζουν τον Μαδούρο; Η Κίνα, η Ρωσία, το Ιράν, η Κούβα, η Βόρεια Κορέα και η Τουρκία.

Δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι κομμουνιστικά κράτη και αντιδυτικές δικτατορίες υποστηρίζουν τον Μαδούρο. Ούτε η Ρωσία, ούτε το Ιράν νοιάζονται για το ότι η Βενεζουέλα είναι βρίσκεται στο κατώφλι της λιμοκτονίας, με εκατομμύρια ανθρώπους να δραπετεύουν στη γειτονική Κολομβία. Αντιθέτως, στην κοσμοθεωρία τους του μηδενικού αθροίσματος, δικαιολογούν το οποιοδήποτε καθεστώς αρκεί να συντάσσεται εναντίον της Δύσης. 

Με άλλα λόγια, ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαδίμηρος Πούτιν και ο Ιρανός ηγέτης Αλί Χαμενεϊ υποστηρίζουν το καθεστώς του Μαδούρο στη Βενεζουέλα για τον ίδιο λόγο που υποστηρίζουν το δολοφονικό καθεστώς του Μπασάρ Άσαντ στη Συρία. Ακόμα, η οποιαδήποτε Ρωσική στρατιωτική βάση βγαίνει από το τραπέζι αν επιτραπεί στους Βενεζολάνους να πουν τη γνώμη τους. 

Η υποστήριξη της Τουρκίας, ή μάλλον του προέδρου της Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στον Μαδούρο είχε αρχικώς ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Ο Ερντογάν και ο Μαδούρο καλλιέργησαν τη σχέση τους με αμοιβαίες επισκέψεις στις πρωτεύουσες των δύο κρατών αξιοποιώντας ως κοινό σημείο την αντιπάθειά τους έναντι της επιρροής των ΗΠΑ και τη δυτική φιλελεύθερη κυριαρχία στην μεταπολεμική παγκόσμια τάξη. Τόσο ο Μαδούρο, όσο και ο Ερντογάν υιοθέτησαν ιδεολογίες που επεδίωξαν να αλλάξουν ριζικά την κουλτούρα και την κοινωνία των χωρών τους. 

Για τον Μαδούρο, στόχος ήταν η ολοκλήρωση της σοσιαλιστικής μπολιβαριανής επανάστασης που ξεκίνησε από τον εκλιπόντα πρόεδρο Ούγκο Τσάβες, του οποίου ο ίδιος διετέλεσε αντιπρόεδρος. Για τον Ερντογάν, διακηρυκτικός στόχος είναι η αναβίωση της θρησκευτικότητας της τουρκικής κοινωνίας, όχι όμως βάσει του παραδοσιακού ισλάμ της Ανατολίας, αλλά με επιρροή από τη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Τα κρατικά μέσα ενημέρωσης που ελέγχονται από τον Ερντογάν προωθούν το hastag #WeAreMaduro. 

Σήμερα όμως είναι ο φόβος του προηγούμενου είναι που οδηγεί τον Ερντογάν να συνταχθεί για μια ακόμη φορά στον όμιλο των χειρότερων διδακτόρων του πλανήτη. Ακόμη διαμαρτύρεται εναντίον της επίσης άρνησης της Ουάσινγκτον να χαρακτηρίσει πραξικοπηματική την ανάληψη της εξουσίας από τον Αιγύπτιο Πρόεδρο Αμπντούλ Φατάχ ελ Σίσι.
Ο Ερντογάν έχει ιδεολογική συγγένεια με τον Μοχάμεντ Μόρσι, τον εκτοπισμένο πρόεδρο και αρωγό της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Η θρυαλλίδα για την τωρινή κρίση στη Βενεζουέλα ήταν η εσωτερική και διεθνής άρνηση να αναγνωριστουν οι προβληματικές εκλογές που έγιναν στο πλαίσιο της κυβερνητικής καταστολής εναντίον της αντιπολίτευσης και της εκλογικής διαδικασίας.
Αυτό θυμίζει υπερβολικά τον Ερντογάν, καθώς ο ίδιος χρησιμοποίησε την ίδια εργαλειοθήκη με τον Τσάβες και τον Μαδούρο ως προς τη χειραγώγηση των εκλογών. Η φυλάκιση σήμερα των ηγετών της αντιπολίτευσης στην Τουρκία, όπως ο Σελαχατίν Ντεμιρτάς, ο χαρισματικός ηγέτης του κυρίως κουρδικού Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών είναι ακόμη ένας προφανής παραλληλισμός μεταξύ των τακτικών που εφαρμόζουν τα δύο καθεστώτα. 

Ο Ερντογάν θα πρέπει επίσης να ανησυχεί για την οικονομία. Κυριάρχησε στην Τουρκία για 15 χρόνια. Ενώ αρχικά είχε οικονομικές επιτυχίες (χάρη τόσο στις οικονομικές μεταρρυθμίσεις του κόμματός του στην κατεύθυνση της κοινής λογικής, όσο και του δημογραφικού μερίσματος) σήμερα η τουρκική οικονομία βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού. Το εθνικό νόμισμα αιμορραγεί, παρά τη πρόσφατη ενίσχυσή του.
Οι διεθνείς επενδυτικές εταιρείες αξιολογούν τα τουρκικά ομόλογα ως σκουπίδια. Η νομοκρατία δεν ισχύει πλέον για τις επενδύσεις στην Τουρκία, καθώς ο Ερντογάν δολίως κατάσχει ή φορολογεί μέχρι εξόντωσης περιουσιακά στοιχεία των πολιτικών του αντιπάλων. 

Το ιδιωτικό χρέος έχει δημιουργήσει μια τραπεζική φούσκα που παρουσιάζει κάποια εύκολη λύση. Η Τουρκία μπορεί να είναι πολύ υγιέστερη από τη Βενεζουέλα αυτή την στιγμή, όμως ακόμη μια δεκαετία κυριαρχίας του Ερντογάν μπορεί να βάλει την Τουρκία σε ένα οικονομικό μονοπάτι που θα μοιάζει με όσα ζει σήμερα η Βενεζουέλα.
Υπάρχουν παρ’ όλα αυτά σοβαροί λόγοι ώστε το προηγούμενο της Βενεζουέλας να μην ισχύσει στην Τουρκία. 

Ο Γκουαϊντό είναι ένας νέος, χαρισματικός και τολμηρός αντίπαλος του Μαδούρο. Η αντιπολίτευση στην Τουρκία είναι ετοιμοθάνατη. Οι τουρκικοί νόμοι για τα πολιτικά κόμματα καθιστούν το κάθε κόμμα ουσιαστικά μια δικτατορία επί της οποίας προΐσταται ο κομματικός αρχηγός χωρίς φόβο λογοδοσίας αν αποτύχει να προωθήσει το κίνημά του.
Ο αρχηγός του Κόμματος του Εθνικιστικού Κινήματος Ντεβλέτ Μπαχτσελί, ένας από τους πιο αντιχαρισματικούς ηγέτες της Τουρκίας, έχει οδηγήσει το κόμμα του σε μια σειρά εκλογικών ηττών. Ακόμη και οι υποστηρικτές του δηλώνουν ότι ένας χαρισματικότερος ηγέτες θα μπορούσε να διπλασιάσει τα ποσοστά του κόμματος. Για να αναπληρώσει την αποτυχία του στις εκλογές, ο Μπαχτσελί συνήψε μια συμμαχία με τον Ερντογάν από την οποία ο ίδιος δεν αποκομίζει εξουσία, αλλά απολαμβάνει τα όποια ψίχουλα του πετά ο Ερντογάν. 

Ο ηγέτης του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος Κεμάλ Κιλιντζάρογλου μπορεί να έχει περισσότερο ένα προφίλ διανοούμενου, αλλά ήδη έχει μια σειρά αποτυχιών στο ιστορικό του. Όντας εβδομηντάχρονος, δεν είναι ένα νέο πρόσωπο που να μπορεί να συνεγείρει τους Τούρκους, όμως όπως και ο Μπαχτσελί έχει εθιστεί στις παγίδες της εξουσίας στο ίδιο του το κόμμα και δεν ενδιαφέρεται ιδιαίτερα αν το φέουδό του χάνει ολοένα και περισσότερο την επιρροή του στην ευρύτερη τουρκική κοινωνία. 

Η Μεράλ Ακσενέρ αποχώρησε με δραματικό τρόπο από το MHP για να σχηματίσει το Καλό Κόμμα, αλλά επίσης σημείωσε απογοητευτικά εκλογικά αποτελέσματα και ολοένα και περισσότερο παίζει τον ρόλο της πιστής αντιπολίτευσης. Δεν είναι μόνο η φυλάκιση του Νεμιρτάς που υπονομεύει το HDP, αλλά κυρίως το γεγονός ότι ο Ερντογάν κατάφερε να τον φυλακίσει με λίγες συνέπειες. Παρά τα δελτία τύπου που εξέδωσαν, τα μέλη του HDP δεν διαδήλωσαν στους δρόμους με σημαντική συμμετοχή ανθρώπων. 

Τα πολιτικά κόμματα της Τουρκίας μπορούσαν να αναδείξουν μια νέα γενιά ηγετών, των οποίων η παρακαταθήκη δεν θα είναι η συστηματική αποτυχία στις εκλογές, τότε ο Ερντογάν θα είχε λόγους να ανησυχεί. Αν οι πολίτες της Τουρκίας ήταν πρόθυμοι να βγουν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν για όσα υφίστανται, όπως έκαναν στην πλατεία Γεζί το 2013, θα μπορούσαν ίσως να αποκτήσουν μια δυναμική που θα ανάγκαζε τον Ερντογάν να αντιμετωπίσει το μέλλον του.
Ο Ερντογάν μπορεί να βρίσκει καταφύγιο στην τωρινή αδυναμία της αντιπολίτευσης, όμως ορθώς ανησυχεί: Αν οι Τούρκοι επιλέξουν να ακολουθήσουν τον δρόμο που άνοιξαν οι Βενεζολάνοι για να αποκαταστήσουν τη δημοκρατία και τη νομοκρατία, τότε ο Ερντογάν μπορεί όπως και ο Μαδούρο να βρεθεί ξαφνικά χωρίς διεθνούς ηγέτες πρόθυμους να αναγνωρίσουν έστω και με τη γλώσσα της διπλωματίας τη νομιμότητά του.

*Ο Michael Rubin είναι πρώην αξιωματούχος του Πενταγώνου, με κύρια ερευνητικά ενδιαφέροντα τη Μέση Ανατολή, την Τουρκία, το Ιράν και τη διπλωματία.

πηγή


 Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top