Η συνεργασία Ελλάδας, Ισραήλ και Κύπρου στο θέμα του αγωγού East Med που θα φέρει τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου πιο κοντά στην Ευρώπη, είναι κατά γενική ομολογία μια στρατηγική συμμαχία που θα ωφελήσει και τα τρία κράτη. Πως μεταφράζεται όμως αυτό το όφελος για τους τρεις εταίρους, και το κυριότερο, ποιοι και γιατί δεν θέλουν με τίποτα να δουν αυτό το έργο να υλοποιείται;
Η Ελλάδα θα ωφεληθεί σίγουρα από την πρόσφατη συμφωνία με το Ισραήλ και την Κύπρο για την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου East Med, σύμφωνα με έκθεση της γερμανικής οικονομικής εφημερίδας Handelsblatt.
Ο προτεινόμενος αγωγός θα μεταφέρει φυσικό αέριο από την ανατολική Μεσόγειο στην Ευρώπη. Η συμφωνία υπογράφηκε πρόσφατα από τον πρωθυπουργό της Ελλάδας Αλέξη Τσίπρα, τον ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου και τον Κύπριο πρόεδρο Νίκο Αναστασιάδη.
Οι συνομιλίες μεταξύ των τριών εθνών για το θέμα ξεκίνησαν το 2015 και έχουν προχωρήσει σε μια συμπαγή συμμαχία, σύμφωνα με την Handelsblatt. Η εφημερίδα σημειώνει ότι τα τεράστια αποθέματα φυσικού αερίου που πιστεύεται ότι βρίσκονται κάτω από τον ανατολικό βυθό της Μεσογείου θα μπορούσαν να συμβάλουν ουσιαστικά στον ενεργειακό εφοδιασμό ολόκληρης της Δυτικής Ευρώπης.
Η Handelsblatt αναφέρει ότι η Ελλάδα δεν θα μπορούσε μόνο να συγκεντρώσει τα τέλη μεταφοράς φυσικού αερίου και να ενισχύσει το ρόλο της ως ενεργειακού κόμβου, αλλά και να εκμεταλλευτεί τον αγωγό για να καλύψει τις δικές του ανάγκες.
Επιπλέον, σύμφωνα με τον Πρεσβευτή των ΗΠΑ στο Ισραήλ David Friedman, ο αγωγός έχει τεράστια γεωστρατηγική σημασία εκτός από τα οικονομικά οφέλη για τις εμπλεκόμενες χώρες. Ο αγωγός της Ανατολικής Μεσογείου, αν και είναι μικρότερος από τον ρωσικό North Stream, αναμφισβήτητα θα έχει ως αποτέλεσμα να περιορίσει τον ρόλο της Ρωσίας ως αποκλειστικού προμηθευτή φυσικού αερίου της Ευρώπης.
Ποιες οι διαθέσεις των ΗΠΑ;
Είναι σαφές πως η Ουάσιγκτον επιθυμεί διακαώς την δημιουργία του East Med, για λόγους που έχουν να κάνουν καθαρά με την ενεργειακή ανεξαρτητοποίηση της Ευρώπης από την Ρωσία.
Σύμφωνα με την «The Jerusalem Post», η δραστηριότητα των τριών μεσογειακών χωρών συμβαίνει σε μία περίοδο που η Τουρκία έχει αναπτύξει στενές σχέσεις με τη Ρωσία και αναμένει την παραλαβή του Α/Α συστήματος S-400. Το τελευταίο έχει δημιουργήσει προβληματισμό στην Ουάσινγκτον, που θεωρεί ότι πρέπει πλέον να στηρίζεται σε πιο έμπιστους συμμάχους στην περιοχή.
Αν αυτό θεωρείται δεδομένο μεταξύ ΗΠΑ-Ισραήλ, υλοποιείται σιγά άλλα σταθερά στις ελληνο-αμερικανικές σχέσεις, κάτι που φαίνεται και από την έναρξη του στρατηγικού διαλόγου μεταξύ Ουάσινγκτον και Αθήνας.
Στο ζήτημα του ορυκτού πλούτου της Κύπρου, είναι ίσως η πρώτη φορά που οι ΗΠΑ δεν κρατούν την πολιτική των ίσων αποστάσεων. Ο υφυπουργός εξωτερικών για υποθέσεις Ευρώπης και Ευρασίας Wess Mitchell ενθάρρυνε τη Λευκωσία να συνεχίσει τον σχεδιασμό της, χαρακτηρίζοντας την τουρκική θεώρηση «μειονότητα» απέναντι στη διεθνή επικρατούσα άποψη και εξέφρασε την αντίθεση των ΗΠΑ σε κάθε πρόκληση εις βάρος της Κύπρου.
Οι μεγάλοι χαμένοι
Εδώ δεν χρειάζονται ιδιαίτερες γνώσεις γεωστρατηγικής για να αντιληφθεί κάποιος πως οι μεγάλοι χαμένοι από την κατασκευή του αγωγού East Med, είναι η Τουρκία και η Ρωσία.
Όσον αφορά την Τουρκία, βλέπουμε τη δημιουργία ενός ισχυρού άξονα Ελλαδας-Κύπρου-Ισραήλ, με έκδηλη την υποστήριξη των ΗΠΑ, που βγάζει την Άγκυρα εκτός του ενεργειακού παιχνιδιού της Ανατολικής Μεσογείου.Το κοίτασμα Leviathan ανακαλύφθηκε το 2010 ανοιχτά των ακτών του Ισραήλ, και το μέγεθός του σε φυσικό αέριο εκτιμάται στα 620 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα.
Ακόμα μεγαλύτερο είναι το κοίτασμα Zohr στα ανοικτά των αιγυπτιακών ακτών με 850 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα αερίου. Επίσης στην παρακείμενη οικονομική ζώνη της Κύπρου υπάρχουν ενδείξεις για μεγάλα αποθέματα, με την αμερικανικών συμφερόντων Exxon να έχει αναλάβει να κάνει γεωτρήσεις.
Είναι προφανές από δηλώσεις κορυφαίων Αμερικανών αξιωματούχων, πως η τρέχουσα διάθεση της Ουάσιγκτον, δεν είναι να αφήσει την Άγκυρα να ανακατευτεί στα κοιτάσματα της Ανατολικής Μεσογείου και προτιμά έναν αξιόπιστο άξονα Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ + Αιγύπτου, για να εξορυχθούν οι υδρογονάνθρακες και να κατευθυνθούν στην ενεργειακά «πεινασμένη» και εξαρτώμενη από τη Ρωσία, Ευρώπη.
Ο επόμενος μεγάλος χαμένος, δεν είναι άλλος από την Ρωσία. Σύμφωνα με επίσημα στατιστικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το 2016, σχεδόν τα δύο τρίτα των εισαγωγών αργού πετρελαίου από την ΕΕ προέρχονταν από την Ρωσία (32%), τη Νορβηγία (12%), τη Νιγηρία και την Σαουδική Αραβία (και 8%) και το Καζακστάν (7%). Περισσότερα από τα τρία τέταρτα των εισαγωγών φυσικού αερίου προέρχονταν από τη Ρωσία (40%), τη Νορβηγία (25%) και την Αλγερία (12%), ενώ σχεδόν τα τρία τέταρτα των εισαγωγών στερεού καυσίμου (κυρίως άνθρακα) από τη Ρωσία (30%), την Κολομβία (23%) και την Αυστραλία (15%).
Οι παρακάτω πίνακες, αποτυπώνουν με σαφήνεια την ενεργειακή εξάρτηση της ΕΕ από τη Ρωσία, για αργό πετρέλαιο, φυσικό αέριο και στερεά καύσιμα (άνθρακα).
Στην ΕΕ το 2016, το ποσοστό εξάρτησης ήταν ίσο με 54%, πράγμα που σημαίνει ότι πάνω από το ήμισυ των ενεργειακών αναγκών της ΕΕ καλύφθηκαν από εισαγωγές. Το ποσοστό αυτό κυμαίνεται από πάνω από 90% στη Μάλτα, το Λουξεμβούργο και την Κύπρο, έως κάτω από το 20% στην Εσθονία και τη Δανία. Το ποσοστό εξάρτησης αυξήθηκε σε 54% το 2016, από 47% που ήταν το 2000.
Η ΕΕ εξαρτάται κυρίως από τη Ρωσία για εισαγωγές αργού πετρελαίου, φυσικού αερίου και στερεών καυσίμων.
Δεν είναι μυστικό πως οι ΗΠΑ πιέζουν την ΕΕ να βρει εναλλακτικές πηγές ενέργειας. Πολλές χώρες μέλη όμως, έχουν υπογράψει συμβόλαια με την Ρωσία που εκτείνονται μέχρι το 2025 και ορισμένα (λίγα) φτάνουν ως το 2030, παρά το γεγονός πως οι Βρυξέλλες, θεωρούν επισήμως την Μόσχα αναξιόπιστο πάροχο. Η ΕΕ αναζητά, χωρίς όμως ιδιαίτερη επιτυχία, εναλλακτικές πηγές ενέργειας που μπορούν να φανούν στον παρακάτω πίνακα και περιστρέφονται γύρω από χώρες της Μέσης Ανατολής, από Αζερμπαϊτζάν, Καζακστάν και Τουρκμενιστάν και από εισαγωγές από ΗΠΑ, Αυστραλία και Ανατολική Αφρική.
Ο ανωτέρω πίνακας φυσικά δεν αναφέρει τον East Med, διότι δημοσιεύτηκε το 2015. Παρόλα αυτά, είναι εμφανή τα μειονεκτήματα σε κάθε εναλλακτική επιλογή εισαγωγής από άλλες πηγές, όπως πολιτική αστάθεια (Ιράκ), διεθνείς κυρώσεις (Ιράν) κτλ. Πολλοί από αυτούς τους προμηθευτές δεν είναι σε θέση να καλύψουν τυχόν κενό της Ρωσίας, ενώ και το ζήτημα της τελικής τιμής, σίγουρα απασχολεί τους Ευρωπαίους αξιωματούχους.
Προφανώς εάν ο ίδιος πίνακας συντασσόταν σήμερα, θα παρουσίαζε μια εντελώς διαφορετική εικόνα. Θα απεικόνιζε την Ανατολική Μεσόγειο ως δυνητική εναλλακτική πηγή σεβαστού μέρους του φυσικού αερίου που η ΕΕ εισάγει από την Ρωσία. Για να μην υπάρχουν παρανοήσεις, είναι σαφές πως ο East Med δεν μπορεί από μόνος του να καλύψει τυχόν κενό της Ρωσίας. Είναι σε θέση όμως να προσφέρει μια σπουδαία εναλλακτική πηγή, με ότι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για την -εν μέρη- ανεξαρτητοποίηση της ΕΕ από το φυσικό αεριο της Ρωσίας και την απώλεια δισεκατομμυρίων ευρώ σε σκληρό συνάλλαγμα που έχει τόσο πολύ ανάγκη η στηριζόμενη στις εξαγωγές ορυκτού πλούτου, ρωσική οικονομία.
Συνοψίζοντας
Λαμβάνοντας υπόψιν όλα τα ανωτέρω και κάνοντας ένα βήμα πίσω για να δούμε την «μεγαλύτερη εικόνα», δεν θα πρέπει να μας εκπλήσσει η στρατηγική προσέγγιση της Τουρκίας με την Ρωσία. Πέρα από τις -όχι και πολλές- κοινές επιδιώξεις στο μέτωπο της Συρίας, Άγκυρα και Μόσχα δεν θέλουν με τίποτα να δουν τον East Med να κατασκευάζεται. Και εδω ταιριάζει η φράση, «Ο εχθρός του εχθρού μου, είναι φίλος», διότι παρά την κατάρριψη του ρωσικού σουχόι το 2015 από τουρκικά μαχητικά και παρά την δολοφονία Καρλόφ τον επόμενο χρόνο στην Άγκυρα, οι δυο χώρες απολαμβάνουν έναν ιδιότυπο «μήνα του μέλιτος», που απ’ ότι φαίνεται, κάθε άλλο παρά πρόσκαιρος είναι.
Αν ανατρέξουμε στο πρόσφατο παρελθόν, θα διαπιστώσουμε πως η ρητορική των ρωσικών ΜΜΕ ήταν ιδιαιτέρως εχθρική κατά της Τουρκίας. Κλασικό παράδειγμα η κατάρριψη του ρωσικού Su-24 από τουρκικά F-16 το 2015, που προκάλεσε κύμα οργής στη ρωσική κοινή γνώμη και μετουσιώθηκε μέσω «εμπρηστικών» δηλώσεων Ρώσων αξιωματούχων που έτυχαν την ανάλογης προβολής από τα ΜΜΕ. Ανάμεσα σε αυτές, η δήλωση του Ντ. Μεντβέντεφ πως η Τουρκία υποθάλπτει το ISIS.
Τα ρωσικά ΜΜΕ (και οι Ρώσοι αξιωματούχοι) ακολούθησαν το κλίμα ευφορίας που είχε σχηματιστεί και όχι μόνο ξέχασαν τη παλαιότερη σφοδρή κριτική τους κατά του Ερντογάν, αλλά πολλάκις έπλεξαν το εγκώμιο της Τουρκίας. Πλέον, οι επικριτικές αναφορές εις βάρος της Άγκυρας είναι κάτι που συναντάται εξαιρετικά σπάνια στα ρωσικά ΜΜΕ.
Φυσικά η Ρωσία κάνει τα στραβά μάτια στις προκλήσεις των Τούρκων στο Αιγαίο και κυρίως στην κυπριακή ΑΟΖ, πέρα από κάποιες σποραδικές δηλώσεις περί σεβασμού των διεθνών κανόνων και ειρηνικής επίλυσης των διαφορών. Αυτό που όλοι οφείλουν να κατανοήσουν, είναι πως στην γεωπολιτική, δεν υπάρχει χώρος για συναισθήματα και συμμαχίες που βασίζονται σε μύθους περί «ομόδοξων εθνών,» «προφητειών,» «ξανθών και λοιπών γενών,» κοκ. Στις διακρατικές σχέσεις (όχι μόνο με τη Ρωσία, αλλά με κάθε χώρα), αυτό που μετράει είναι το (όχι πάντα) αμοιβαίο συμφέρον.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου