Η αμερικανική Standard Oil ήταν το 1941 η μεγαλύτερη εταιρεία πετρελαιοειδών στον κόσμο. Πρόεδρός της ήταν ο Γουίλιαμ Φάρις και διευθύνων σύμβουλος ο Βάλτερ Τιγκλ. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1920 ο Τιγκλ είχε αποκτήσει επαφές με τη Γερμανία, και κυρίως με τον Χέρμαν Σμιτς, στέλεχος της χημικής βιομηχανίας IG Farben.
Σύντομα, στη συντροφιά τους προσκολλήθηκε ο φιλοναζιστής Βρετανός επιχειρηματίας σερ Χένρι Ντέτερινγκ και ο γνωστός αντισημίτης Αμερικανός βιομήχανος Χένρι Φορντ. Πριν τον πόλεμο Φάρις είχε φροντίσει να επανδρώσει τα πετρελαιοφόρα πλοία της Standard Oil με γερμανικά πληρώματα. Τα πλοία αυτά δεν μετέφεραν απλώς πετρέλαιο στη Γερμανία, αλλά μετέφεραν και Γερμανούς πράκτορες, από και προς τη χώρα αυτή.
Με την έκρηξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου τα πράγματα χειροτέρευσαν για τον Φάρις καθώς οι Βρετανοί ανακάλυψαν τη δράση του, μετά από τη διενέργεια νηοψιών στα σκάφη του και συνέλαβαν τα γερμανικά πληρώματα και τους επιβάτες. Κατόπιν ανακρίσεων, οι Γερμανοί κρατούμενοι αποκάλυψαν στους Βρετανούς το σχέδιο δράσης του Φάρις.
Αυτός τότε απέλυσε όλους τους Γερμανούς εργαζόμενους στην εταιρεία, αλλά και έθεσε το σύνολο του στόλου του υπό σημαία Παναμά. Τα πλοία του δεν μετέφεραν πλέον απευθείας πετρέλαιο στη Γερμανία. Τώρα ξεφόρτωναν το φορτίο τους στην Τενερίφη των Καναρίων νήσων, σε ισπανικό δηλαδή έδαφος.
Από εκεί, με τη συνεργασία της κυβέρνησης του Φράνκο, το πετρέλαιο μεταφορτωνόταν σε γερμανικά πλοία και ταξίδευε προς τη Γερμανία. Μια ποσότητα καυσίμων παρέμενε πάντως στα Κανάρια, υπό γερμανικό έλεγχο, και με αυτή ανεφοδιάζονταν τα παραπλέοντα γερμανικά υποβρύχια.
Οι Βρετανοί γνώριζαν ότι σε όλη τη διάρκεια του πολέμου τα γερμανικά υποβρύχια ανεφοδιάζονταν στα ισπανικά λιμάνια. Δεν αντέδρασαν όμως γιατί δεν επιθυμούσαν να σπρώξουν τον Φράνκο στην αγκαλιά του Άξονα. Ο Ισπανός δικτάτορας άλλωστε είχε παραχωρήσει και στους Συμμάχους αρκετά προνόμια. Ο Φάρις πάντως συνέχισε τη δράση του. Έφτασε μάλιστα στο σημείο να κατασκευάσει διυλιστήριο στα Κανάρια.
Σε αυτό το αργό πετρέλαιο που μετέφεραν τα πλοία του μετατρεπόταν σε βενζίνη για τα οχήματα του Γερμανικού Στρατού και σε κηροζίνη για τα αεροσκάφη της Luftwaffe. Λίγο νωρίτερα άλλωστε, το 1936, ο φίλος του Τιγκλ, είχε φροντίσει να ιδρύσει διυλιστήριο και στο Αμβούργο, το οποίο παρήγαγε 15.000 τόνους κηροζίνης την εβδομάδα.
Την ίδια ώρα η αμερικανική θυγατρική εταιρεία της Farben, προμήθευε τη Γερμανία με συνθετικό καουτσούκ. Παράλληλα η Standard Oil ανέλαβε την αξιοποίηση των ρουμανικών πετρελαιοπηγών στο Πλοέστι και χρηματοδότησε την ανάπτυξη της πετρελαϊκής έρευνας και βιομηχανίας στη Ρουμανία. Η Farben από την πλευρά της ήταν η εταιρεία που ανέλαβε την εκμετάλλευση των ρουμανικών πετρελαίων, αλλά και τη χρηματοδότηση της «Σιδηράς Φρουράς», της ρουμανικής ναζιστικής οργάνωσης, η οποία τελικά οδήγησε τη χώρα στο στρατόπεδο του Άξονα.
Στις 5 Μαρτίου του 1941 μάλιστα πραγματοποιήθηκε συνάντηση στη Βιέννη του στρατάρχη της Luftwaffe Χέρμαν Γκέρινγκ, του Ρουμάνου δικτάτορα Ίον Αντονέσκου και ενός εκπροσώπου της Standard Oil. Κατά τη συνάντηση αποφασίστηκε η παραχώρηση των δικαιωμάτων χρήσης των ρουμανικών πετρελαίων από τη Standard Oil, ακόμα και αν οι ΗΠΑ κήρυσσαν τον πόλεμο στη Γερμανία.
Με παρόμοιο τρόπο η Standard Oil έθεσε υπό τον έλεγχό της και τα ουγγρικά κοιτάσματα πετρελαίου. Τον Ιούλιο του 1941 ο Φάρις επιχείρησε να πουλήσει επίσημα τις μετοχές των ουγγρικών πετρελαίων της Standard Oil στη γερμανική Farben, ζητώντας την άδεια του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών. Η άδεια δεν του δόθηκε, αλλά παρ’ όλα αυτά η Farben, έστω και με όχι νομότυπο τρόπο, εκμεταλλεύτηκε και το ουγγρικό πετρέλαιο.
Καθώς όμως το Βρετανικό Ναυτικό ενέτεινε τους ελέγχους του, περιπολώντας ακόμα και πλησίον των αμερικανικών ακτών, η ηγεσία της Standard Oil βρήκε άλλον τρόπο να στέλνει καύσιμα στους Γερμανούς. Τεράστιες ποσότητες στάλθηκαν στη Σοβιετική Ένωση, από το έδαφος της οποίας μεταφέρθηκαν στη Γερμανία. Μόνο ένα μέρος των καυσίμων που ο Στάλιν παρέδωσε στον Χίτλερ μέχρι το καλοκαίρι του 1941 ήταν δικό του.
Το υπόλοιπο προερχόταν από την καπιταλιστική Αμερική! Την ίδια ώρα, πλοία της εταιρείας παρέδιδαν φορτία καυσίμων στην ελεγχόμενη από την κυβέρνηση του Βισύ γαλλική βόρεια Αφρική. Παράλληλα η Standard Oil ίδρυσε σταθμούς εφοδιασμού στη νότια Αμερική και το Μεξικό.
Από αυτούς ανεφοδιάζονταν με καύσιμα τα παραπλέοντα γερμανικά πλοία, τα οποία ανεφοδίαζαν στη συνέχεια και τα υποβρύχια. Από το καλοκαίρι του 1941 οι αμερικανικές αρχές επιχείρησαν να περιορίσουν, αν όχι να αναστείλουν τις συγκεκριμένες δραστηριότητες της Standard Oil.
Τα υπουργεία Οικονομικών και Εμπορίου των ΗΠΑ άρχισαν να συντάσσουν έναν κατάλογο εταιρειών που συνεργάζονταν με τις δυνάμεις του Άξονα. Οι λατινοαμερικανικές θυγατρικές της Standard Oil συμπεριλήφθηκαν στον κατάλογο αυτό. Η ίδια όμως όχι. Έλαβε μάλιστα και επίσημη άδεια να πωλεί τα προϊόντα της μέσω της βραζιλιανής θυγατρικής της, από το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ, καθώς ήταν σε θέση να επηρεάζει υψηλά ιστάμενα πρόσωπα σε θέσεις-κλειδιά του κρατικού μηχανισμού.
Πρέπει να σημειωθεί ότι το καθεστώς αυτό διατηρήθηκε και μετά την είσοδο των ΗΠΑ στον πόλεμο, τον Δεκέμβριο του 1941. Τελικά οι συναλλαγές μεταξύ της Standard Oil και της χιτλερικής Γερμανίας συνεχίστηκαν μέχρι το 1944, μέσω θυγατρικής εταιρείας της Standard Oil στη Βενεζουέλα.
Αμερικανοί παράγοντες υπολόγισαν, μετά τη λήξη του πολέμου, ότι η Standard Oil παρέδιδε στον Χίτλερ κατά μέσο όρο 50.000 τόνους καυσίμων τον μήνα όλο αυτό το χρονικό διάστημα. Εννοείται ότι κανείς από τους υπεύθυνους για τις κερδοφόρες αυτές συναλλαγές με τη Γερμανία δεν αντιμετώπισε ποτέ τη Δικαιοσύνη.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου