Κωνσταντίνος Θ. Λαμπρόπουλος*
Η έναρξη της τουρκικής στρατιωτικής επιχείρησης με την κωδική ονομασία «Κλάδος Ελαίας» εναντίον του κουρδικού καντονιού του Αφρίν στην Βόρεια Συρία, συνάδει πλήρως με το επιθετικό δόγμα Erdogan, το οποίο περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την προληπτική (preemptive-proactive) χρήση στρατιωτική ισχύος, όπου διακυβεύονται ζωτικά τουρκικά εθνικά συμφέροντα.
Το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας της Τουρκίας, προεδρεύοντος του Τούρκου Προέδρου υπέδειξε την πιθανότητα δημιουργίας μιας αυτόνομης κουρδικής οντότητας στο έδαφος της Συρίας ως υπαρξιακή απειλή (existential threat) για την ενότητα του τουρκικού κράτους, λόγω της δυνητικής διασύνδεσής της με το κουρδικό στοιχείο που εδράζεται εντός της τουρκικής επικράτειας, αναβιώνοντας το εφιαλτικό «Σύνδρομο των Σεβρών» για την τουρκική ηγεσία.
Σε αντιστοιχία με τις εξελίξεις στο εσωτερικό πεδίο, όπου ο Erdogan πιέζεται από την τουρκική αντιπολίτευση ενόψει των κρίσιμων εκλογών το 2019, το νέο τουρκικό δόγμα επιζητεί να καταστήσει την Τουρκία, διαμορφωτή των εξελίξεων σε περιφερειακό επίπεδο, επενδύοντας στην στρατηγική ανάκτηση της πρωτοβουλίας (Regaining the initiative at a strategic level) και στις επιχειρησιακές δυνατότητες της Άγκυρας στο πεδίο της μάχης.
Το πρώτο δείγμα του ανωτέρω δόγματος αποτέλεσε η περιορισμένης κλίμακας επιχείρηση «Ασπίδα του Ευφράτη», όπου τουρκικές ειδικές δυνάμεις με την συνδρομή τουρκικών τεθωρακισμένων και φίλα προσκείμενων στην Άγκυρα ισλαμιστικών ομάδων της συριακής αντιπολίτευσης, επέδραμαν κατά των δυνάμεων του Ισλαμικού Κράτους στην Αλ Μπαμπ (AL Bab) και των Κούρδων της YPG δυτικά της Μανμπίτζ (Manbij).
Η επιχείρηση εναντίον των Κούρδων στο Αφρίν σηματοδοτεί την δεύτερη επιχείρηση των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων στο πλαίσιο των effects based operations, ήτοι των επιχειρήσεων που στοχεύουν πρωτίστως να επιτύχουν αποτελέσματα σε στρατηγικό επίπεδο, εν αντιθέσει με την συμβατική αντίληψη που επικεντρώνεται στον πόλεμο φθοράς (attrition) και εκμηδένισης (annihilation).
Πράγματι, η επιχείρηση αφενός λογίζεται ως ο συνδετικός κρίκος μιας επιχείρησης εναντίον της Manbij, αφετέρου δεν στοχεύει στην εκμηδένιση των κουρδικών δυνάμεων στο Αφρίν, παρά στην διασπορά τους, στην εξασθένιση της κουρδικής άμυνας και στην πλήρη απομόνωσή τους. Είναι χαρακτηριστικό πως η τουρκική επίθεση πραγματοποιήθηκε ταυτόχρονα από 6 προγεφυρώματα, από την ορεινή περιοχή του Barsaya, αντί των πεδινών περιοχών της Azaz στοχεύοντας σε τακτικό επίπεδο στην κατάληψη των ορεινών όγκων που περιβάλλουν το Αφρίν και στην περικύκλωσή του.
Ο πρωταρχικός στόχος της επιχείρησης στο Αφρίν για την Τουρκία συνίσταται στο να κατορθώσει να ασκήσει επιρροή στους στρατηγικούς σκοπούς των εμπλεκομένων στην Συρία κυρίως στις ΗΠΑ και την Ρωσία, εξισορροπώντας (balancing) μεταξύ των δύο Μεγάλων Δυνάμεων εν είδει Επιτήδειου Ουδέτερου. Συνεπώς αντί απλώς της εξάλειψης των δέκα χιλιάδων μαχητών της YPG, η Τουρκία επιθυμεί να καταστεί ισχυρός παίκτης στο επιχειρησιακό περιβάλλον, επηρεάζοντας καταλυτικά την οριστική διευθέτηση της Συρίας μετά το πέρας του πολέμου.
Σύμφωνα με τον ίδιο τον Erdogan, το τουρκικό σχέδιο δεν αφορά μόνο το Αφρίν αλλά και τον θύλακα του Μανμπίτζ (Manbij), όπου εδρεύουν και αμερικανικές δυνάμεις, εξαιτίας των οποίων δεν προχώρησε η επόμενη φάση της επιχείρησης «Ασπίδα του Ευφράτη». Περιλαμβάνει επίσης μετά την εκκαθάριση του καντονιού του Αφρίν, την εγκαθίδρυση στην περιοχή, ενός φιλικού προς την Τουρκία καθεστώτος. Από τα παραπάνω προκύπτουν τα εξής κρίσιμα ερωτήματα:
Α) Για ποιον λόγο οι ΗΠΑ δεν αντέδρασαν δυναμικά στην τουρκική επιχείρηση αποτρέποντάς την, όπως έκαναν και θα κάνουν πιθανότατα αν απειληθεί ο θύλακας του Μανμπίτζ (Manbij);
Β) Για ποιόν λόγο η Ρωσία επέτρεψε την τουρκική επιχείρηση και που αποσκοπεί;
Γ) Πως θα αντιδράσει η πλευρά του Bashar al-Assad στην συνεχιζόμενη τουρκική επιθετικότητα;
Δ) Ποια τα ευρύτερα στρατηγικά κέρδη του Τούρκου Προέδρου Erdogan;
Ε) Τι σηματοδοτεί η επιχείρηση στο Αφρίν για τις Ελληνοτουρκικές Σχέσεις;
Ως προς το πρώτο ερώτημα, οι ΗΠΑ δεν αντέδρασαν στην τουρκική επιχείρηση, κυρίως γιατί η τουρκική επέμβαση μέχρι το Αφρίν, δημιουργεί ένα πρόσθετο πρόβλημα στην συριακή κυβέρνηση του B. Assad να διατηρήσει υπό τον έλεγχό του το σύνολο της συριακής επικράτειας.
Η αμερικανική ηγεσία, έχοντας σπεύσει να δηλώσει πως οι κουρδικές δυνάμεις στο Αφρίν δεν εντάσσονται στις δυνάμεις που με την υποστήριξη των Αμερικανών μάχονται το Ισλαμικό Κράτος, ουσιαστικά μετατοπίζουν το ζήτημα στην συριακή και την ρωσική πλευρά. Η αμερικανική ηγεσία όμως είναι ξεκάθαρα αντίθετη σε μια προέλαση των τουρκικών δυνάμεων εναντίον της Μανμπίτζ, τον βασικό στόχο του τουρκικού επιτελείου, γεγονός που πιστοποιείται τόσο από το τηλεφώνημα Trump στον Τούρκο Πρόεδρο, όσο και από δηλώσεις ανώτερων Αμερικανών αξιωματούχων. Το κρίσιμο ερώτημα είναι πλέον ,αν θα ρισκάρει ο Τούρκος πρόεδρος μια αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ στο μέτωπο της Μανμπίτζ, ή θα σταματήσει την προέλαση των δυνάμεών του, όπως συνέβη και στην προηγούμενη επιχείρηση «Ασπίδα του Ευφράτη».
Ως προς το δεύτερο ερώτημα, η Ρωσία αναμφισβήτητα παρείχε την μεγαλύτερη διευκόλυνση στην τουρκική επιχείρηση, επιτρέποντας στην τουρκική αεροπορία να επιχειρεί ανεμπόδιστη. Η ρωσική στάση δύναται να εξηγηθεί υπό το πρίσμα των συμφωνιών της Αστάνα και του Σότσι μεταξύ Μόσχας – Τεχεράνης – Άγκυρας, όπου Τουρκία και Ιράν συγκλίνουν εναντίον μιας αυτόνομης φιλοδυτικής κουρδικής οντότητας στη Συρία , ενώ η Μόσχα ευνοεί μια περιορισμένη και ελεγχόμενη από το καθεστώς Assad, κουρδική μειονότητα.
Παραταύτα η ολική στήριξη της Ρωσίας στην τουρκική επιχείρηση δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη, παρά είναι πιθανό η Μόσχα να περιορίσει την δράση των τουρκικών αεροπορικών δυνάμεων, συγχρονίζοντάς το τέμπο της τουρκικής προέλασης με το αντίστοιχο των συριακών δυνάμεων στην επαρχία Ιντλίμπ νοτίως του Αφρίν, δίνοντας χρόνο στις δυνάμεις του Assad να επικεντρωθούν στην περιοχή γύρω από την Deir ez Zor πιέζοντας τους Κούρδους των YPG να τους παραδώσουν τα σημεία που έχουν υπό την κατοχή τους.
Ως προς το τρίτο ερώτημα, ο Assad αναμφισβήτητα γνωρίζει πως ο Τούρκος Πρόεδρος θα επιθυμούσε την αποπομπή του προς ευόδωση των σχεδίων του. Προσώρας, ανέχεται την τουρκική επίθεση εναντίον του Αφρίν, για να πιέσει τους Κούρδους να καταφύγουν στον συριακό στρατό και να παραδώσουν σ αυτόν τις περιοχές που έχουν υπό την κατοχή τους.
Πιθανότατα όμως ,αν διαπιστωθεί ότι η τουρκική προέλαση είναι ανεξέλεγκτη, ο Σύριος ηγέτης να αλλάξει στάση, βοηθώντας με ενισχύσεις από τα ανατολικά, τις κουρδικές δυνάμεις στο Αφρίν.
Ως προς το τέταρτο ερώτημα, αναμφίβολα η επιχείρηση Κλάδος Ελαίας είναι ένα πολύ μεγάλο ρίσκο του Tayyip Erdogan. Η επιτυχία της θα κριθεί στο αν θα καταφέρουν οι τουρκικές δυνάμεις να εκκαθαρίσουν το Αφρίν ως το προσεχές καλοκαίρι. Υπάρχουν πολλοί αστάθμητοι παράγοντες στο ανωτέρω εγχείρημα, ένας εκ των οποίων αφορά την ικανότητα των εμπροσθοφυλακών των ισλαμικών μονάδων-συμμάχων του τουρκικού στρατού ενώ δεν θα πρέπει να υποτιμάται η εξαιρετική μαχητική ικανότητα των Κούρδων, όπως διαπιστώθηκε στο Κομπάνι.
Επιπρόσθετα, οι καιρικές συνθήκες αναμφίβολα θα επηρεάσουν την πορεία της επιχείρησης, καθώς το όρος Barsaya κατελήφθη πρόσφατα λόγω ευνοϊκών καιρικών συνθηκών, εν αντιθέσει με τις προηγούμενες ημέρες όπου οι συνεχείς βροχοπτώσεις εμπόδισαν την τουρκική προέλαση. Σε στρατηγικό επίπεδο όμως, ήδη ο Erdogan έχει επιτύχει δύο σημαντικά οφέλη.
Το πρώτο έγκειται στο γεγονός, ότι ισχυροποιήθηκε σημαντικά στο εσωτερικό πεδίο, έχοντας και την πλήρη στήριξη της αντιπολίτευσης, ενώ συσπείρωσε ακόμα περισσότερο τους οπαδούς του. Το δεύτερο, είναι ότι προσώρας κατορθώνει εν τοις πράγμασι να καταστήσει την Τουρκία βασικό συνομιλητή των διεργασιών για το μέλλον της Συρίας, κάνοντας πράξη το δόγμα Davutoglu για αυτόνομη πορεία της Άγκυρας σε περιφερειακό επίπεδο.
Παραταύτα, οι επικίνδυνες διπλωματικές και στρατηγικές ακροβασίες του Τούρκου προέδρου ενδέχεται να τον εμπλέξουν πολύ βαθιά στην δίνη της συριακής κρίσης, αναγκάζοντας την Τουρκία να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που προκύπτουν από την αντιφατικότητα των επιλογών του.
Εν κατακλείδι, η τουρκική επιχείρηση κατά των Κούρδων στο Αφρίν πρέπει να προβληματίσει την ελληνική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία. Ένας έμμεσος αντίκτυπος αφορά την de facto αμφισβήτηση της συνθήκης της Λωζάννης εξαιτίας της διασύνδεσής της με το κουρδικό ζήτημα. Θα πρέπει η ελληνική πλευρά να επαγρυπνεί μετά την ουσιαστική διάλυση της συμφωνίας Sykes Picot που καθόριζε την Μέση Ανατολή για το ενδεχόμενο επαναχάραξης συνόρων λόγω των επερχόμενων διευθετήσεων στο μέτωπο της Συρίας, γεγονός που θα ακυρώσει de facto την συνθήκη της Λωζάννης.
Είναι βέβαιο ότι ο Erdogan δεν αναφέρθηκε τυχαία στην Αθήνα σε τροποποίηση η αναθεώρηση της συνθήκης της Λωζάννης, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών Mehmet Cavusoglu σε συζήτηση στην Τουρκική Βουλή ανέφερε πως έχει συσταθεί ειδική ομάδα εργασίας στο υπουργείο Άμυνας για το θέμα, η οποία επεξεργάζεται όλα τα σενάρια.
Κυρίως όμως η τουρκική επιχείρηση στο Αφρίν αποκαλύπτει πτυχές των δυνατοτήτων των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων. Η αεροπορική επιδρομή της έναρξης κατόρθωσε να διατηρεί 72 αεροσκάφη συνολικά (ανά τμήματα των 25-30 αεροσκαφών) στον αέρα ενώ υπολογίζεται απ’ το Τουρκικό Επιτελείο ότι είχε 95% επιτυχία την πρώτη ημέρα. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί από την ελληνική πλευρά στην συμβολή των αναβαθμισμένων δυνατοτήτων των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων στο επίπεδο των logistics (διοικητική μέριμνα) στην ανωτέρω επιχείρηση, ειδικά στην δυνατότητα ανεφοδιασμού των τουρκικών αεροσκαφών από αέρος.
Η τουρκική αεροπορική δύναμη, χρησιμοποιώντας κατευθυνόμενα όπλα (precision guided weapons), έβαλλε κατά των προωθημένων κουρδικών φυλακίων από σημαντική απόσταση ενώ σημαντικό ρόλο στις επιχειρήσεις εκκαθάρισης (mopping up operations), κατέχουν τα τουρκικά μη επανδρωμένα οχήματα φέροντα οπλισμό (Bayraktar). Επιπρόσθετα, χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά νέα οπλικά συστήματα τουρκικής κατασκευής, όπως το ελικόπτερο Τ-129.
Είναι σαφές πως η τουρκική επιχείρηση στο Αφρίν θα σηματοδοτήσει σημαντικές αλλαγές στο πλαίσιο της περιφερειακής ασφάλειας. Κυρίως όμως θα αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα εξελίξεων τόσο στην ίδια την Τουρκία, όσο και στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, ενώ εμμέσως δύναται να επηρεάσει και το status quo της Ανατολικής Μεσογείου.
* Ο κ. Κωνσταντίνος Θ. Λαμπρόπουλος είναι ειδικός Επιστήμονας Άμυνας και Ασφάλειας, Κέντρο Μελετών Ασφάλειας της Γενεύης (Geneva Centre for Security Policy).
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου