Μαίρη Στρατηγού
Ενόψει της ανθρωπιστικής κρίσης που έχει να αντιμετωπίσει η διεθνής κοινότητα λόγω του προσφυγικού ζητήματος, η Τουρκία- όπως και η Ελλάδα- κατέχει καθοριστικό ρόλο κυρίως λόγω της γεωστρατηγικής της θέσης καθώς αποτελεί την κύρια πύλη εξόδου προσφύγων και μεταναστών προς τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αξίζει, λοιπόν, να αναλυθεί ο ρόλος της γειτονικής χώρας ως προς τη θεσμικά νομοθετημένη προστασία των Σύριων προσφύγων, τις προκλήσεις και τα ερωτήματα τα οποία τίθενται.
Η Τουρκία έχει επικυρώσει τη Σύμβαση της Γενεύης για τους Πρόσφυγες (1951), γεγονός το οποίο της προσδίδει νομικές υποχρεώσεις και δεσμεύσεις σύμφωνα με τις προβλέψεις του νομοθετικού αυτού κειμένου . Ωστόσο, αποτελεί τη μοναδική χώρα η οποία εφαρμόζει γεωγραφικούς περιορισμούς ως προς την εισδοχή προσφύγων στην επικράτειά της, καθώς μόνο Ευρωπαίοι πολίτες έχουν το δικαίωμα αίτησης ασύλου. Αυτομάτως, αποκλείονται οι πρόσφυγες οιασδήποτε άλλης προελεύσεως και δεδομένου ότι η συντριπτικά μεγαλύτερη πλειοψηφία προέρχεται από κράτη της Μέσης Ανατολής, τίθεται το ερώτημα κατά πόσο αυτός ο περιορισμός αποτελεί ένα μέσο σκόπιμης αποτροπής της εισόδου προσφύγων στη γειτονική χώρα.
Παρά ταύτα και λόγω της προσφυγικής κρίσης, η Τουρκία φιλοξενεί προσωρινά στο έδαφός της περισσότερους από 2 εκατομμύρια Σύριους πρόσφυγες, οι οποίοι ωστόσο υφίστανται σημαντικούς περιορισμούς όχι μόνο στην πρόσβαση στην εκπαίδευση και την εργασία αλλά και στην απόκτηση άδειας παραμονής, παράγοντες σημαντικοί για την εξασφάλιση της αξιοπρεπούς ζωής τους. Παρόλο που το δικαίωμα των προσφύγων στην εργασία, την εκπαίδευση και πρόνοια από το εκάστοτε κράτος υποδοχής προστατεύεται ρητώς στη Συνθήκη της Γενεύης για το Καθεστώς των Προσφύγων, πολλοί αναγκάζονται να εργαστούν παράνομα στην Τουρκία καθώς η εθνική νομοθεσία δεν επιτρέπει την επίσημη πρόσληψη προσφύγων σε πολλούς επαγγελματικούς τομείς . Μάλιστα, περίπου 400,000 παιδιά Σύριων προσφύγων αναγκάζονται να εργαστούν ώστε να συνεισφέρουν στην επιβίωση της οικογένειάς τους, χωρίς να έχουν την επιλογή να πάνε στο σχολείο .
Ακόμα, πολλοί Σύριοι κατά τη μετακίνησή τους από μια πόλη της Τουρκίας σε άλλη έρχονται αντιμέτωποι με τις διαφορετικές γραφειοκρατικές διαδικασίες, γεγονός το οποίο δυσχεραίνει την εξασφάλιση βασικών αναγκών τους όπως η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και η εκπαίδευση .
Ωστόσο, παρά τα ζητήματα κοινωνικής ένταξης των Σύριων προσφύγων στη χώρα, η Τουρκία προβαίνει σε περαιτέρω παραβιάσεις βασικότερων και θεμελιωδών δικαιωμάτων των ανθρώπων αυτών. Οι δύο βασικές Αρχές της Σύμβασης της Γενεύης για τους Πρόσφυγες, δηλαδή η μη εθελούσια επαναπροώθηση των προσφύγων στη χώρα όπου η ζωή τους βρίσκεται σε κίνδυνο και ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους μέσω της παροχής από το κράτος υποδοχής ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης, αποτελούν προϋπόθεση για την αποτελεσματική προστασία τους χωρίς να επιτρέπεται καμία παρέκκλιση από αυτές . Ωστόσο, η μη συμμόρφωση της Τουρκίας με καμία από τις δύο παραπάνω Αρχές έχει ως αποτέλεσμα την έκθεση χιλιάδων ανθρώπων στον κίνδυνο από τον οποίο οι ίδιοι προσπαθούν να ξεφύγουν.
Ο κίνδυνος, όμως, δεν περιορίζεται στην ακούσια αποστολή τους στην εμπόλεμη ζώνη της Συρίας, αλλά επεκτείνεται και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού των ανθρώπων αυτών για την αναζήτηση ενός ασφαλέστερου τρόπου ζωής. Στην προσπάθειά τους να φτάσουν στη Γη της Επαγγελίας, η οποία θεωρούν πως είναι τα κράτη της Ευρώπης, γίνονται έρμαιο στα χέρια των λαθρεμπόρων οι οποίοι όχι μόνο δεν διστάζουν να τους εκμεταλλευτούν οικονομικά, αλλά παράλληλα εντείνουν ακόμα περισσότερο τον πόνο των προσφύγων μη σεβόμενοι την ανθρώπινη αξιοπρέπειά τους, δικαίωμα θεμελιώδες και αναφαίρετο σύμφωνα με το δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ειδικότερα, από τις αρχές του έτους, περισσότεροι από 130,000 πρόσφυγες έχουν διασχίσει τα θαλάσσια ύδατα του Αιγαίου από τα τουρκικά παράλια προς την Ελλάδα, με αποτέλεσμα πολλοί, ανάμεσά τους γυναίκες και παιδιά, να βρίσκουν τραγικό θάνατο λόγω της απραξίας και αδιαφορίας των διακινητών τους . Καθώς, λοιπόν, η τουρκική κυβέρνηση αδυνατεί να παρέχει αποτελεσματική προστασία στους Σύριους πρόσφυγες είτε κατά την παραμονή τους στη χώρα είτε κατά τη διάρκεια της μεταφοράς τους στα ελληνικά νησιά, τίθεται το εύλογο ερώτημα κατά πόσο η Τουρκία αποτελεί ασφαλή προορισμό για τους αιτούντες άσυλο. Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν είναι δύσκολο να απαντηθεί.
Είναι γεγονός πως η Τουρκία χαρακτηρίζεται για τη μη εφαρμογή και συμμόρφωσή της με τους διεθνείς κανονισμούς για τα ανθρώπινα δικαιώματα, κυρίως λόγω του αυταρχισμού της κυβέρνησης και του συντηρητισμού της κοινωνίας. Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, ένα κράτος μπορεί να θεωρηθεί ασφαλές για τους πρόσφυγες εφόσον ‘έχει επικυρώσει κι εφαρμόζει τις προβλέψεις της Σύμβασης της Γενεύης χωρίς γεωγραφικούς περιορισμούς’ , όρος ο οποίος αυτομάτως αφαιρεί από την Τουρκία την ιδιότητα της ασφαλούς χώρας. Παρόλο που οι Σύριοι πρόσφυγες απολαμβάνουν προσωρινής προστασίας, υφίστανται ισχυρούς περιορισμούς μη έχοντας τη δυνατότητα εύρεσης εργασίας κι εκπαίδευσης των παιδιών τους με αποτέλεσμα η κοινωνική και οικονομική αβεβαιότητα των προσφύγων στη χώρα να καθιστούν δυσχερή την παραμονή τους αλλά και την προστασία των δικαιωμάτων τους στο σύνολό τους.
Η τουρκική κυβέρνηση έχει επανειλημμένως κάνει αναφορές στη δημιουργία μιας «ασφαλούς ζώνης» στα σύνορα με τη Συρία, χωρίς ωστόσο να διευκρινίζει τον τρόπο με τον οποίο μπορεί αυτό να επιτευχθεί. Ωστόσο, η παρούσα έκρυθμη κατάσταση στο βόρειο τμήμα της Συρίας αποκλείει το οποιοδήποτε σενάριο περί πραγματικής δημιουργίας μιας «ασφαλούς ζώνης» εκεί, αποτελώντας πιθανή παγίδα για τον εγκλωβισμό χιλιάδων προσφύγων στην περιοχή. Αντίθετα, η καταγραφή περιστατικών χρήσης βίας από τις τουρκικές αρχές προς τους πρόσφυγες, η απάνθρωπη μεταχείρισή τους στα κέντρα κράτησης, καθώς και η άρνηση νομικής αντιπροσώπευσής τους και η χωρίς νομική βάση απέλασή τους συνιστούν ένα νομικό και κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο παραβιάζονται βασικά δικαιώματά τους. Θα ήταν, λοιπόν, μη ρεαλιστικός ο ισχυρισμός ότι η Τουρκία αποτελεί ασφαλές κράτος υποδοχής και διαμονής των προσφύγων, συμπεριλαμβανομένων των Σύριων.
Γιατί, ωστόσο, η Τουρκία, παρά το πλούσιο ιστορικό της στις παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων, συνεχίζει να αποτελεί σημαντικό εταίρο για την Ευρώπη ως προς το προσφυγικό ζήτημα; Είναι εμφανές πως οι Ευρωπαίοι ηγέτες βρίσκονται σε πανικό λόγω των δραματικά αυξανόμενων προσφυγικών ροών, θέτοντας έτσι σε δεύτερη μοίρα την εφαρμογή και προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η Τουρκία με τη σειρά της, ως μια χώρα που γνωρίζει καλά τον τρόπο να προωθεί τους υπέρ-φιλόδοξους στόχους της, δεν διστάζει να εκμεταλλευτεί αυτή την αδυναμία της Ευρώπης αλλά και τον ανθρώπινο πόνο ώστε να δημιουργήσει την εντύπωση ενός αναγκαίου εταίρου με σημαντικό ρόλο στη διαχείριση του προσφυγικού ζητήματος και να αποκομίσει οφέλη. Παρά την υπογραφή της πρόσφατης συμφωνίας αλλά κι εκείνης του περασμένου Νοεμβρίου, η γειτονική χώρα δεν έχει τηρήσει καμία από τις δεσμεύσεις της, αποδεικνύοντας τον υπερτιμημένο ρόλο που της έχει προσδώσει η σε μεγάλο βαθμό εξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι προσφυγικές ροές δεν έχουν μειωθεί, ενώ παράλληλα η ατιμωρησία των παράνομων διακινητών έχει ως αποτέλεσμα χιλιάδες Σύριοι να θέτουν τη ζωή τους σε κίνδυνο καθημερινά. Γίνεται, λοιπόν, αντιληπτό ότι η διαφορετική κουλτούρα και αντίληψη των ζητημάτων, όπως είναι το προσφυγικό, δίνουν στην Τουρκία τη δυνατότητα να εκμεταλλευτεί αυτή την ασάφεια και να παίζει με τις έννοιες. Στα μάτια των Ευρωπαίων ηγετών, η Τουρκία αποτελεί μια χώρα κλειδί για τη διαχείριση του προσφυγικού, ενώ η δεύτερη ουσιαστικά χρησιμοποιεί τις ανθρώπινες ζωές ως διαπραγματευτικό χαρτί το οποίο θα της προσφέρει μια ικανοποιητική συμφωνία με την Ευρώπη.
Είναι εμφανές πως οι Ευρωπαίοι εταίροι δείχνουν εμπιστοσύνη στην τουρκική ηγεσία, η οποία χαρακτηρίζεται από τον συνεχώς αυξανόμενο αυταρχισμό ως προς τα ανθρώπινα δικαιώματα αψηφώντας τις όποιες διεθνείς ή εθνικές νομικές δεσμεύσεις της. Ωστόσο, την ίδια στάση φαίνεται να τηρεί και η Ευρώπη, καθώς υποτιμάται η σημασία της προστασίας των δικαιωμάτων των Σύριων προσφύγων και κυρίως αυτού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Η άμεση επαναπροώθηση των προσφύγων που προβλέπεται στην πρόσφατη συμφωνία έρχεται σε αντίθεση με τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς και τη Σύμβαση της Γενεύης για τους πρόσφυγες αναφορικά με την προσεκτική αξιολόγηση των ατομικών αιτήσεων ασύλου.
Επιπλέον, δεν λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος ο οποίος απαιτείται για την εξέταση της κάθε περίπτωσης δεδομένης της δυνατότητας των προσφύγων να προβούν σε δευτεροβάθμια επιτροπή σε περίπτωση που απορριφθεί το αίτημά τους. Μάλιστα, στην προσπάθειά τους να διαχειριστούν τις μαζικές προσφυγικές εισροές, τα ευρωπαϊκά κράτη εθελοτυφλούν ως προς τις καθημερινές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εκ μέρους της Τουρκίας και παραβλέπουν σημαντικά κριτήρια τα οποία καθιστούν ένα κράτος αξιόπιστο εταίρο. Αυτή η κατάσταση πανικού κι έλλειψης κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής με σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα αποτελεί το έναυσμα για την Τουρκία ώστε να αποκομίσει εύκολα οφέλη τα οποία υπό άλλες συνθήκες θα απαιτούσαν χρόνο και σίγουρα θα συναντούσαν την ένσταση πολλών κρατών.
Συνοψίζοντας και λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, ο ρόλος της Τουρκίας στη διαχείριση του προσφυγικού ζητήματος είναι σημαντικός. Ωστόσο, δεν πρέπει να αγνοεί κανείς καθοριστικούς παράγοντες όπως είναι η κουλτούρα και η νοοτροπία της γειτονικής χώρας. Στοιχεία συντηρητισμού και αυταρχισμού αλλά και η συστηματική παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων αποτελούν τροχοπέδη για την αποτελεσματική συνεργασία με την Ευρώπη και τη μείωση των προσφυγικών ροών, ενώ η προστασία των δικαιωμάτων των Σύριων προσφύγων είτε στο έδαφός της είτε κατά τη μετακίνησή τους δεν φαίνεται να συγκαταλέγεται στις άμεσες προτεραιότητες της Τουρκίας, γεγονός το οποίο δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο τις συνθήκες διαβίωσης αυτών των ανθρώπων.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου