Αν και στην Ελλάδα οι απροσδόκητες ανατροπές είναι συχνές και οι πολύπλοκες υποθέσεις οικονομικού εγκλήματος κρίνονται μερικές φορές από δευτερεύουσες λεπτομέρειες, φαίνεται ότι αυτή τη φορά κάτι αλλάζει: Η αποφασιστική διερεύνηση της «λίστας Λαγκάρντ» αναδεικνύεται σε σημείο-καμπή όχι μόνον για τα δικαστικά χρονικά, αλλά και για τη γενικότερη λειτουργία των θεσμών.
Το ταξίδι-αστραπή στο Παρίσι του προϊσταμένου της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών και των τριών εισαγγελέων που ερευνούν, σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση, «κύκλωμα που διαμεσολαβούσε για ξέπλυμα χρήματος» προκάλεσε σάλο. Στην πραγματικότητα, οι μόνοι που έχουν λόγο να ανησυχούν είναι όσοι ήλπιζαν ότι η εισαγγελική παρέμβαση δεν θα γινόταν ποτέ και ότι τα (υποκλαπέντα από τον Ερβέ Φαλτσιανί) ηλεκτρονικά αρχεία της HSBC Γενεύης δεν θα έφταναν ποτέ στις ελληνικές Αρχές. Ολοι οι άλλοι -κρατικά ταμεία, πολιτικό σύστημα, εργαζόμενοι, άνεργοι και συνταξιούχοι- έχουν μόνον να κερδίσουν!
Καθώς η «δημοκρατία», επί τρία χρόνια, είναι από τα ελάχιστα μέσα ενημέρωσης που ερεύνησαν και ανακάλυψαν αποδεικτικά στοιχεία για την υπόθεση, οι νέες εξελίξεις αποτελούν προφανή δικαίωση, επιτρέποντας τη διατύπωση ορισμένων συμπερασμάτων:
- Πρώτον, είναι αυτονόητο ότι η Δικαιοσύνη οφείλει να εξετάζει κάθε μάρτυρα. Ακόμα και αν, όπως ο Φαλτσιανί, διώκεται από τις (ελβετικές) Αρχές, έπρεπε να έχει καταθέσει εδώ και χρόνια. Αλίμονο αν τα κράτη, είτε μέσω της δικαστικής εξουσίας είτε μέσω των μυστικών υπηρεσιών τους, συνομιλούσαν μόνον με αγίους, οσίους και καλόγερους. Σημασία έχει το αποδεικτικό υλικό. Αν είναι αυθεντικό, θα διευκολύνει την απονομή της δικαιοσύνης και θα τονώσει τα δημόσια έσοδα. Αν το υλικό Φαλτσιανί είναι αναξιόπιστο, το ελληνικό κράτος δεν χάνει τίποτα και η Δικαιοσύνη θα στραφεί προς άλλους μάρτυρες.
- Δεύτερον, στην πατρίδα μας, λόγω του μη σεβασμού του κράτους προς τον πολίτη, το οικονομικό έγκλημα συγχέεται με τη φοροδιαφυγή του καταστήματος ψιλικών της γειτονιάς. Το αληθές όμως είναι ότι το «βαρύ» οικονομικό έγκλημα, με το ξέπλυμα μέσω πολλών offshores διασκορπισμένων σε όλο τον κόσμο, συνδέεται με χιλιάδες χαμένες θέσεις εργασίας (όσων επιχειρήσεων τηρούν τον νόμο και άρα είναι λιγότερο ανταγωνιστικές από τους παρανομούντες), με πολύ ανθρώπινο πόνο, εταιρικά και οικογενειακά δράματα και με κρυμμένα χρήματα από βρόμικες δραστηριότητες.
- Τρίτον, η εξακρίβωση των πραγματικών γεγονότων γύρω από τη «λίστα Λαγκάρντ αποτελεί πια ζήτημα τιμής για τη Δικαιοσύνη και τη δημοκρατία. Ενδεχομένως η υπόθεση να έχει μικρότερη διάσταση και μυστήριο απ' όσο δημιουργήθηκε ακριβώς λόγω της πολυετούς συγκάλυψής της. Ισως να αποκτήσει και μεγαλύτερη διάσταση, καθώς ο ένας κρυφός λογαριασμός οδηγεί σε άλλον και η μία offshore στην άλλη, οδηγώντας, παρεμπιπτόντως, και σε άλλες λίστες. Οσοι επιμένουν στη συγκάλυψη αφενός τροφοδοτούν περισσότερη κοινωνική οργή (θείο δώρο για τα άκρα του πολιτικού συστήματος) και αφετέρου σκοτώνουν τις υγιείς δυνάμεις της ελεύθερης οικονομίας, που απαιτούν ίσους κανόνες ανταγωνισμού και διαφάνεια.
- Τέταρτον, η διαλεύκανση της υπόθεσης συνδέεται με βασικούς κανόνες πολιτικής και οικονομικής λειτουργίας των σύγχρονων δυτικών χωρών. Σκάνδαλα συμβαίνουν παντού, αλλά πλέον συγκαλύπτονται μόνον σε κάτι αφρικανικές Μπανανίες. Ηδη από τη δεκαετία του '80 τα πράγματα έχουν αλλάξει στις ΗΠΑ και στην Ε.Ε. Κανένας πολιτικός δεν διανοείται να συγκαλύψει παρόμοιες υποθέσεις. Στη Νέα Υόρκη, στο Λονδίνο, στο Παρίσι και στη Φρανκφούρτη εγκλήματα «λευκού κολάρου» διαπράττονται συχνά, αλλά οι εποπτικές και οι εισαγγελικές Αρχές είναι κέρβεροι, ενώ έχει αναπτυχθεί ολόκληρος κλάδος της ιδιωτικής οικονομίας προς πρόληψη ή διερεύνησή τους.
- Πέμπτον, καθώς scripta manent, είναι εύκολο να επιβεβαιωθούν παλαιότερες αποκαλύψεις της «δημοκρατίας» για το μήνυμα του ιδίου του προέδρου Ομπάμα προς Ελληνα συνομιλητή του ότι, όσο δεν εξουδετερώνεται η φοροδιαφυγή (και όσο δεν υπάρχει σταθερό φορολογικό σύστημα), δεν υπάρχει η παραμικρή πιθανότητα επενδύσεων στη χώρα μας. Ταυτόσημο ήταν (και είναι) το μήνυμα του προέδρου Ολάντ, της καγκελαρίου Μέρκελ και του ΔΝΤ, ενώ οι εκπρόσωποί τους σχεδόν γελούσαν με την αδράνεια της Αθήνας για τη «λίστα Λαγκάρντ».
Λόγω της συγκυρίας, η κατάθεση Φαλτσιανί ενόχλησε (ευτυχώς, ελάχιστους) στη Ν.Δ. Δυστυχώς πρόκειται για άλλο ένα κεφάλαιο στην ιστορία χαμένων ευκαιριών της φιλελεύθερης παράταξης, που γνώριζε πλήθος αποδεικτικών στοιχείων, αλλά αδράνησε. Είναι απορίας άξιο πώς η Ν.Δ. επέτυχε τέτοιο αυτογκόλ, διευκολύνοντας τον ΣΥΡΙΖΑ να επικαλείται το ηθικό πλεονέκτημα.
Αλέξανδρος Τάρκας
Εκδότης του περιοδικού «Αμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου