Ένα από τα πιο καλά πληροφορημένα και ψύχραιμα στις αναλύσεις του έντυπα, η αμερικανική εφημερίδα «Defense News» που εξειδικεύεται στα θέματα άμυνας, φιλοξένησε στις σελίδες της ρεπορτάζ στο οποίο καταγράφει τη διαφαινόμενη επιθυμία του Ισραήλ για σύσφιξη των σχέσεων με τη Ρωσία, μια εξέλιξη που θα επιφέρει σημαντικές επιπτώσεις στα δεδομένα του άμεσου γεωπολιτικού περιβάλλοντος της Ελλάδας.
Του Μιχαήλ Βασιλείου
Συγκεκριμένα, παρότι δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση ο φιλοδυτικός (βλ. φιλοαμερικανικός) προσανατολισμός της χώρας, καθώς η εξάρτηση – προσθέτουμε εμείς – από τις ΗΠΑ στον τομέα της εθνικής ασφάλειας θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη, παρά το σημαντικό στρατιωτικό, βιομηχανικό κ.λπ. δυναμικό που διαθέτει αυτόνομα η χώρα, πλέον, η ανάπτυξη σχέσεων με τη Ρωσία προβάλλει ως εκ των βασικών νέων στόχων εξωτερικής πολιτικής.
Στο σημείο αυτό να θεωρήσουμε ότι η εξέλιξη αυτή δεν είναι άσχετη με την εκ νέου ανάληψη του χαρτοφυλακίου του υπουργού Εξωτερικών από τον Αβιγκντόρ Λίμπερμαν, ο οποίος έλκει την καταγωγή του από την πρώην Σοβιετική Ένωση και ομιλεί άπταιστα τη ρωσική γλώσσα και ποτέ δεν έχει κρύψει τη γενικότερη συμπάθειά του προς τη Μόσχα, παρότι η οπτική του εστιάζει πάντα στο ισραηλινό εθνικό συμφέρον όπως καθορίζεται από τους θεσμούς της χώρας.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο, ότι ο Ισραηλινός υπουργός Εξωτερικών θεωρείται αγαπητό πρόσωπο στη Μόσχα και συναντάται συχνότατα με τον ίδιο τον Βλαντιμίρ Πούτιν, έναν ηγέτη που καθοδηγεί προσεκτικά τη ρωσική διπλωματία – υπό την ηγεσία αυτής από τον εξαιρετικά πετυχημένο Σεργκέι Λαβρόβ – στο να αποκαταστήσει και να επαυξήσει τη ρωσική επιρροή σε όλες τις κρίσιμες περιφέρειες του πλανήτη, όπου εμπλέκονται ρωσικά εθνικά συμφέροντα. Μια από αυτές είναι και οι Νοτιοανατολική Ευρώπη – Ανατολική Μεσόγειος.
Οι Ισραηλινοί αντιλαμβάνονται ότι η γνώμη της Μόσχας αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη βαρύτητα, ως αποτέλεσμα της αυξανόμενης εμπλοκής της στις διεθνείς υποθέσεις με μια πολύ διαφορετική οπτική από αυτή που επικρατούσε επί εποχής Σοβιετικής Ένωσης, με καλή κατανόηση των περιορισμών που θέτει το διεθνές περιβάλλον, αλλά και το πεπερασμένο της ισχύος οποιασδήποτε χώρας.
Επίσης, η αναδίπλωση των Ηνωμένων Πολιτειών από την υφήλιο υπέρ μιας πιο στοχευμένης παρέμβασης, συνεπεία της κόπωσης του αμερικανικού λαού και της εξάντλησης των πόρων σε εποχές οικονομικής κρίσης, παρουσίασε ευκαιρία κάλυψης του «κενού ασφαλείας» (security vacuum), που δεν ήθελε να χάσει η ρωσική διπλωματία, αποφεύγοντας παράλληλα – σοφά πράττοντας και όσο αυτό είναι δυνατόν – να ερεθίσει τα «αντιρωσικά αντανακλαστικά» των ΗΠΑ.
Το Ισραήλ προσδοκά με τη σύσφιξη των σχέσεων σε όλα τα επίπεδα να διαθέτει επαρκή επιρροή στο Κρεμλίνο ώστε να λαμβάνονται υπόψη τα ισραηλινά συμφέροντα. Στον τομέα αυτό, η Ρωσία έχει ήδη κερδίσει πόντους στο Ισραήλ, αφού καταβάλλοντας κόστος, τόσο οικονομικό όσο και πολιτικό, δεν προχώρησε στην παράδοση π.χ. των αντιαεροπορικών συστημάτων μακρού βεληνεκούς S-300 τόσο στο Ιράν όσο και στη Συρία.
Ταυτόχρονα, στο Ισραήλ έχουν άπαντες συνειδητοποιήσει ότι η Μόσχα εμπλέκεται σε όλα τα προβλήματα εθνικής ασφαλείας της χώρας τους, οπότε η διεξαγωγή στρατηγικού διαλόγου στο ανώτατο επίπεδο έχει κριθεί ως απολύτως απαραίτητη πρωτοβουλία, ενώ η «νομιμοποίηση» της ρωσικής εμπλοκής στην περιοχή λειτουργεί και στην κατεύθυνση της επαύξησης της διπλωματικής ευελιξίας των Ισραηλινών, που όπως και οι Σαουδάραβες, δεν κρύβουν την ενόχλησή τους με την πορεία που έχει χαράξει η αμερικανική διπλωματία στη Μέση Ανατολή.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου