- Η Ε.Ε διολισθαίνει στον αυταρχισμό.
- Η απειλή Μπαρόζο για χρήση του άρθρου 7 της Συνθήκης της Ένωσης στην ουσία την αποδομεί.
- Το Βερολίνο επιχειρεί να επιβάλει σιδηρά πειθαρχία, αποβάλλοντας όσα κράτη-μέλη δεν ακολουθούν τις «επιταγές» του...
Του Λεωνίδα Βατικιώτη
Βαθιά διχαστική και απρόσμενα ρεβανσιστική ήταν η ετήσια πανηγυρική ομιλία του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, στις 11 Σεπτεμβρίου.
Πρόκειται για ένα θεσμό που έχει εισαχθεί τα τελευταία χρόνια στο πρωτόκολλο της ΕΕ και αποτελεί πιστό αντίγραφο της αντίστοιχης ομιλίας που εκφωνεί κάθε χρόνο ο Αμερικανός Πρόεδρος, περιγράφοντας τους βασικούς άξονες της πολιτικής που θα ακολουθήσει σε κάθε πεδίο: από τη διπλωματία μέχρι την οικονομία και τα κοινωνικά ζητήματα.
Καμία πρωτοτυπία επομένως από τις Βρυξέλλες, που επιχειρούν με δάνεια πολιτικά εργαλεία να αναβαπτίσουν το κύρος τους που σταθερά καταποντίζεται, όπως ανάγλυφα αποτυπώνουν και οι έρευνες του Ευρωβαρόμετρου, με μόλις το 31% των Ευρωπαίων πολιτών να εμπιστεύεται τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, όταν το 2007 δήλωνε την εμπιστοσύνη του σ' αυτούς το 57% (Ιούλιος 2013).
Ως αποτέλεσμα και η ίδια η ομιλία του κ. Μπαρόζο προκαλεί νύστα, καθώς βρίθει κοινοτοπιών, αοριστολογιών και βερμπαλισμών, στους οποίους η γραφειοκρατία των Βρυξελλών ούτως ή άλλως έχει αναπτύξει έφεση.
Αυτή τη φορά όμως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξεπέρασε τον εαυτό της με έναν απρόσμενο τρόπο: κάνοντας επίδειξη δύναμης απέναντι σε ανεξάρτητα, τύποις, κράτη και στους λαούς! Συγκεκριμένα, ο Μπαρόζο απείλησε ότι θα γίνει χρήση του άρθρου 7 της Συνθήκης της Ένωσης, στο οποίο προβλέπεται αναστολή του δικαιώματος ψήφου των κρατών-μελών στην περίπτωση που παρατηρείται συστηματική παραβίαση των αρχών του κράτους δικαίου και των συνταγματικών δεσμεύσεων. Ουσιαστικά, δηλαδή, απείλησε ότι θα αποβάλει κράτη-μέλη της ΕΕ.
Η Ουγγαρία στο στόχαστρο
Η καμπάνα πίσω από αυτές τις γενικολογίες χτυπά για την Ουγγαρία και την κυβέρνηση του κεντροδεξιού Βίκτορ Ορμπαν, που εδώ και χρόνια αποτελεί κόκκινο πανί για τις Βρυξέλλες. Οι αξιωματούχοι της ΕΕ επικαλούνται την αντιδημοκρατική συμπεριφορά του Ορμπαν, η οποία υποτίθεται πως τορπιλίζει το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Και πράγματι υπάρχουν ουκ ολίγα παραδείγματα που δίνουν βάση στην επιχειρηματολογία τους για αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις. Αναφέρουμε ενδεικτικά: τιμητικές διακρίσεις σε ρατσιστές και αντισημίτες δημοσιογράφους, υπερεξουσίες στον διορισμένο επικεφαλής των δικαστικών Αρχών, ποινικοποίηση των αστέγων, απαγόρευση των πολιτικών διαφημίσεων στα μέσα ενημέρωσης αλλεπάλληλες τροποποιήσεις σε ένα Σύνταγμα που μόλις ψηφίστηκε κ.λπ.
Όμως όσο αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση του Ορμπαν δεν είναι και η πιο δημοκρατική, άλλο τόσο αλήθεια είναι πως στις ίδιες και ακόμη χειρότερες αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις επιδίδονται όλες σχεδόν οι κυβερνήσεις της ΕΕ υπό τη σκανδαλώδη ανοχή, αν όχι και ενθάρρυνση της. Και πολύ μεγαλύτερη αλήθεια επίσης είναι ότι η ΕΕ δίνει ρεσιτάλ υποκρισίας σχετικά με την Ουγγαοία. Για παράδειγμα, αν δίνει τόσο μεγάλη σημασία στο σεβασμό που οφείλουν να επιδεικνύουν οι κυβερνήσεις απέναντι στο Σύνταγμα και τον κοινοβουλευτισμό, τότε γιατί έχει αφήσει ασχολίαστο το γεγονός ότι στην Ελλάδα οι σημαντικότερες αποφάσεις δεν ψηφίζονται από τη Βουλή, αλλά ενσωματώνονται στη νομοθεσία από την... πίσω πόρτα, μέσω Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου;
Η δημοκρατική ευαισθησία που επιδεικνύει η ΕΕ απέναντι στην Ουγγαρία προκαλεί θυμηδία, αν την αντιπαραβάλουμε με την άνευ προηγουμένου παρέμβαση στα εσωτερικά της Ελλάδας από το δίδυμο των «Μερκοζί» πριν από δύο ακριβώς χρόνια, όταν έδειξαν την πόρτα της εξόδου στον (εκλεγμένο πρωθυπουργό) Γ. Παπανδρέου και επέβαλαν τον τραπεζίτη Λουκά Παπαδήμο μόνο και μόνο για να ολοκληρωθεί ομαλά και χωρίς απρόοπτα η αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους. Κατά συνέπεια, η ΕΕ στερείται των ηθικών πλεονεκτημάτων για να αναλάβει το ρόλο του τιμητή της Δημοκρατίας.
Η ΕΕ έχει περάσει την κυβέρνηση του Ορμπαν στη μαύρη λίστα για δύο λόγους.
Πρώτον, επειδή ο Ορμπαν επέλεξε να ζημιωθούν οι γερμανο-αυστριακές τράπεζες που λειτουργούσαν στην Ουγγαρία σαν κράτος εν κράτει προκειμένου να ωφεληθούν οι Ούγγροι δανειολήπτες. Επιλογή που αποτέλεσε αιτία πολέμου για το Βερολίνο και τα φερέφωνα του στις Βρυξέλλες.
Δεύτερον, η ΕΕ έχει ανοίξει βεντέτα με την Ουγγαρία λόγω της απροθυμίας του Ορμπαν να εκχωρήσει άνευ όρων κυριαρχικά δικαιώματα στις Βρυξέλλες. Δύο πρόσφατα παραδείγματα είναι ενδεικτικά: οι κοινοτικοί αξιωματούχοι έγιναν πυρ και μανία επειδή η Βουδαπέστη δεν έλαβε υπόψη της στη διαδικασία της πρόσφατης συνταγματικής αναθεώρησης τις παρατηρήσεις της Επιτροπής της Βενετίας, όπως αποκαλείται μια επιτροπή πρώην δικαστών από συνταγματικά δικαστήρια, που γνωμοδοτεί σε αντίστοιχες περιπτώσεις. Η ΕΕ επίσης θεώρησε αμφισβήτηση των ευρωπαϊκών αξιών πρόσφατο νόμο βάσει του οποίου όσοι φοιτητές απολαμβάνουν κρατική υποτροφία στην Ουγγαρία έχουν την υποχρέωση να εργαστούν για ένα χρονικό διάστημα στη χώρα τους!
Κι εδώ η υποκρισία ξεχειλίζει, καθώς η ΕΕ και ειδικότερα οι βόρειες χώρες διατηρούν το δικαίωμα να εκμεταλλεύονται νέους επιστήμονες που σπούδασαν με δαπάνες των κρατών στα οποία γεννήθηκαν. Όταν όμως αυτά τα κράτη επιχειρούν να επιβάλουν μια ελάχιστη ανταπόδοση για το κόστος που επωμίστηκαν σπουδάζοντας τόσες χιλιάδες νέων επιστημόνων αυτό χαρακτηρίζεται εθνικισμός και εμπόδιο στην ευρωπαϊκή ενοποίηση!
Ταυτόχρονα και ο σεβασμός που απαιτείται στην Επιτροπή της Βενετίας είναι εξίσου αμφιλεγόμενος, καθώς ακόμη και η γνωμοδότηση της αποτελεί παρέμβαση στα εσωτερικά ανεξάρτητου κράτους, την ώρα, μάλιστα, που αυτή η Επιτροπή έχει... καταπιεί την κάμηλο για τις συνταγματικές παραβιάσεις σε άλλες χώρες της ΕΕ.
Γερμανική πειθαρχία
Εν κατακλείδι, η απειλή χρήσης του άρθρου 7 αποτελεί κάτι παραπάνω από κίνηση εκδίκησης. Η ενεργοποίηση του, που θα γίνει αργά ή γρήγορα (θέμα χρόνου είναι δηλαδή να πεταχτεί έξω η Ουγγαρία), θα αποδείξει ότι το Βερολίνο απαιτεί και μπορεί να επιβάλει σιδηρά πειθαρχία εντός της ΕΕ, αποβάλλοντας όσα κράτη-μέλη δεν στοιχίζονται πειθήνια και χωρίς αντιρρήσεις πίσω από τις επιλογές του. Σε αυτό το πλαίσιο η τυπική ισότητα των κρατών-μελών που προβλέπεται από τις ιδρυτικές συνθήκες της ΕΕ πάει περίπατο, όπως και ο σεβασμός από τη μεριά των Βρυξελλών στα εσωτερικά τους. Έτσι, η ΕΕ που οικοδομείται στα ερείπια της κρίσης περισσότερο θυμίζει γερμανική φυλακή, παρά οικειοθελή ένωση ανεξάρτητων κρατών.
Αποκαλύπτεται ταυτόχρονα πως το ζητούμενο των διαδικασιών ενοποίησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν είναι η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των Ευρωπαίων πολιτών ή η κοινωνική συνοχή ή η ισχυροποίηση της Δημοκρατίας και των θεσμών που την εγγυώνται.
Το ζητούμενο είναι η εξασφάλιση των συμφερόντων των γερμανικών τραπεζών και η στάση της κάθε κυβέρνησης εξετάζεται υπό αυτό το πρίσμα. Στην καλύτερη εκδοχή, οι κυβερνήσεις κρίνονται από το πόσο διευκολύνουν τα σχέδια προώθησης της ενιαίας αγοράς.
Ανέφερε συγκεκριμένα ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην ομιλία του: «Στο επίπεδο της ΕΕ προτεραιότητα έχει η πλήρης αξιοποίηση της ενιαίας αγοράς. Έχουμε μια ενιαία αγορά που λειτουργεί καλά στα αγαθά και βλέπουμε τα οφέλη της. Χρειάζεται να επεκτείνουμε αυτό το σχήμα και σε άλλους τομείς: κινητικότητα, επικοινωνίες, ενέργεια, χρηματοπιστωτικά και ηλεκτρονικό εμπόριο, για να ονοματίσω ορισμένους απ'αυτούς. Πρέπει να απομακρύνουμε τα εμπόδια που κρατούν καθηλωμένες επιχειρήσεις και ανθρώπους». Ακόμη κι αν χρειάζεται να αποβληθούν απείθαρχα κράτη-μέλη...
πηγή
Δημοσίευση σχολίου