Η επίσκεψη του προέδρου του Ισραήλ Σιμόν Πέρες στην Αθήνα πραγματοποιείται σε μία πολύ δύσκολη περίοδο για τη χώρα μας. Η οικονομική της κατάσταση είναι τραγική και η εικόνα της στο εξωτερικό έχει καταρρακωθεί, σε βαθμό που τούτη τη στιγμή να θεωρείται ως «παράδειγμα προς αποφυγή» στο διεθνές πολιτικό και οικονομικό στερέωμα.
Το Ισραήλ είναι η πρώτη περιφερειακή δύναμη στην ανατολική Μεσόγειο και βρίσκεται σε μόνιμη πλέον αντιπαράθεση με την Τουρκία. Ο πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν οραματίζεται ένα διαφορετικό πολύ ισχυρό ρόλο για τη χώρα του και αυτή η στρατηγική απόφαση της Αγκυρας οδηγεί σε προστριβές με το Τελ Αβίβ και αναζήτηση νέων συμμαχιών, καθώς ο εριστικός και φιλόδοξος Τούρκος ηγέτης πιστεύει πως το Ισραήλ είναι η «πηγή του κακού» για την περιοχή μας. Το ζήτημα, βεβαίως, δεν είναι τι πιστεύει ο κ. Ερντογάν, ο οποίος μέχρι το 2010 «γευόταν» τους καρπούς της ισχυρής υποστήριξης του εβραϊκού κράτους, η οποία μάλιστα απέβαινε εις βάρος των εθνικών συμφερόντων της Ελλάδας και της Κύπρου. Το μείζον θέμα είναι κατά πόσον η χώρα μας θα επιθυμούσε την ενίσχυση των σχέσεών της με το Ισραήλ σε όλα τα επίπεδα (πολιτικό, οικονομικό, στρατιωτικό και εμπορικό), όπως έπραξε και η Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία ούτε τις θέσεις της με τον αραβικό κόσμο διατάραξε, ούτε δουλοπρεπικά ακολούθησε το Τελ Αβίβ. Και θα μπορούσε να το πράξει, ιδιαίτερα μετά την προσβλητική αναφορά του προέδρου της Παλαιστίνης στη γενική συνέλευση του ΟΗΕ, παρουσία του κ. Δημήτρη Χριστόφια.
Πέρα από συμπάθειες και αντιπάθειες, ουδείς έχει την παραμικρή αμφιβολία για τις οικονομικές και στρατιωτικές δυνατότητες του Ισραήλ. Αυτό που πρέπει να ενδιαφέρει πρωτίστως την ελληνική κυβέρνηση είναι η οικονομική συνεργασία, στο πρότυπο της παλαιάς σχέσης του Ισραήλ με την Αγκυρα, που έσωσε την Τουρκία όταν αναγκάστηκε να προσφύγει στο ΔΝΤ. Το λεγόμενο «οικονομικό θαύμα» της γειτονικής χώρας, για το οποίο αυτοσυγχαίρεται ο Ταγίπ Ερντογάν, βασίστηκε σε γερά θεμέλια, που έστησαν οι Εβραίοι επιχειρηματίες της Αμερικής και του Ισραήλ.
Ηταν σκανδαλώδης η προτίμησή τους προς την Τουρκία, και πολύ περισσότερο η υποστήριξη του εβραϊκού κράτους και όσων επηρεάζει προς την Αγκυρα. Μάλιστα, στήριξε με αντιδιπλωματικό τρόπο την κατοχή στην Κύπρο.
Από το 2010, αρκετά έχουν αλλάξει. Η οικονομική στήριξη από το Ισραήλ έχει ατονίσει και εξελίσσεται σε μηδενική, ενώ η διπλωματική υποστήριξη της Τουρκίας στους διεθνείς οργανισμούς και ειδικά στην Ουάσιγκτον είναι ανύπαρκτη.
Η Ελλάδα δεν πρέπει να ασκήσει πολιτική με βάση την ξεπερασμένη θεωρία ότι «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου», διότι απλούστατα δεν βγάζει πουθενά, όπως δεν βοηθούσε τη χώρα μας ούτε η με φανατισμό και με παρωπίδες τυφλή υποστήριξη προς τον αραβικό κόσμο. Αντίθετα προκάλεσαν μύρια προβλήματα οι αβαρικές τρομοκρατικές επιθέσεις. Η Αθήνα έχει μία σημαντική ευκαιρία για συνεργασία στα θέματα ενέργειας, όπου το Ισραήλ έχει προχωρήσει σημαντικά, αλλά και στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, όπου το εβραϊκό κράτος μας χρωστά.
Ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς πρέπει να ανοίξει διάπλατα την πόρτα της συνεργασίας και στο κάτω κάτω της γραφής, ας ακολουθήσει τον δρόμο που χάραξε ο Τάσσος Παπαδόπουλος και συνέχισε, παρά τις ιδεολοψίες του, ο Δημήτρης Χριστόφιας. Σίγουρα δεν θα χάσει...
πηγή
Δημοσίευση σχολίου