του Μουσταφά Αιντίν*
Η επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά στην Τουρκία με διάφορα μέλη της κυβέρνησης και επιχειρηματίες, για τη δεύτερη υψηλού επιπέδου συνάντηση του Συμβουλίου Συνεργασίας ανάμεσα στην Τουρκία και την Ελλάδα αυτή την εβδομάδα, δίνει την ευκαιρία μιας αξιολόγησης για την επιτυχία της "προσέγγισης" μεταξύ των δύο χωρών. Η υπογραφή των 25 συμφωνιών σε ένα ευρύ φάσμα τομέων, από τον τουρισμό μέχρι την υγεία, την παράνομη μετανάστευση και ούτω καθεξής, έδωσε μια ευχάριστη αύρα στην επίσκεψη. Αλλά το γεγονός ότι τίποτα σχετικά με την επίσκεψη δεν τράβηξε την προσοχή των Τούρκων δημοσιογράφων παρά για λίγες ώρες, δίνει μια άσχημη εικόνα.
Βεβαίως, η Τουρκία είναι μια χώρα όπου η θεματολογία στις ειδήσεις αλλάζει κάθε δύο ώρες, και το εύρος προσοχής τόσο των πολιτών όσο και των δημοσιογράφων είναι σύντομο. Παρ' όλα αυτά, η υπογραφή τόσων συμφωνιών με μια γειτονική χώρα δεν ενθουσιάζει τους Τούρκους πια. Πρέπει να κατηγορείται η κυβέρνηση και για αυτό; Έχει κάνει προσπάθεια για πάνω από μια δεκαετία τώρα, το πράγμα έχει χάσει την πρωτοτυπία του. Μετά από περισσότερα από 11 χρόνια ''διερευνητικών συνομιλιών'' μεταξύ των δύο χωρών, οι άνθρωποι έχουν μάθει να περιμένουν κάτι περισσότερο: Κάποιο είδος συμβιβασμού ίσως για τις πανάρχαιες διαφορές στο Αιγαίο; Μια θετική ανακοίνωση για το κυπριακό; Μια κατηγορηματική δήλωση στήριξης από τους Έλληνες για την προσπάθεια ένταξης της Τουρκίας στην Ευρώπη;
Οφείλουμε να αποδώσουμε το ξεκίνημα στην τρέχουσα θετική ατμόσφαιρα στις διμερείς ελληνοτουρκικές σχέσεις στους υπουργούς εξωτερικών Ισμαήλ Τζεμ και Γιώργο Παπανδρέου, που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην έναρξη του πολυπόθητου διαλόγου μεταξύ των δύο χωρών στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Οι σεισμοί που έγιναν τότε και στις δύο χώρες και η σύλληψη του Αμπντουλλάχ Οτσαλάν μετά την αποχώρησή του από την ελληνική πρεσβεία στην Κένυα, σηματοδότησε μια κρίσιμη καμπή στις σχέσεις.
Στην πορεία, ένα από τα σημαντικά προσκόμματα, το ζήτημα Κύπρος, μεταφέρθηκε στη σχέση Τουρκίας - ΕΕ και εν τέλει, παρά τα ζητήματα, η Κυπριακή Δημοκρατία έγινε μέλος της ΕΕ το 2004. Έτσι, ό,τι έχει απομείνει για να συζητηθεί στις ''διερευνητικές συνομιλίες'', που ξεκίνησαν το 2002, είναι οι διαφωνίες σχετικά με τα χωρικά ύδατα, ο εναέριος χώρος και αυτός της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο, τα δικαιώματα των μειονοτήτων και στις δύο πλευρές, καθώς και άλλα θέματα. Δεδομένου ότι οι δύο πλευρές έχουν συναντηθεί 52 φορές μέχρι σήμερα, θα περίμενε κανείς ότι μια συνολική διευθέτηση θα είχε βρεθεί μέχρι τώρα.
Παρά το γεγονός ότι φαίνονται μάλλον πρόθυμοι για τη βελτίωση των σχέσεων, ιδίως όσον αφορά τη χαμηλού επιπέδου πολιτική - 47 συμφωνίες υπογράφηκαν σε μόλις δύο συναντήσεις των δύο πρωθυπουργών- όπως τόνισε ο Σαμαράς, υπάρχουν σημαντικά ζητήματα όπου οι δύο χώρες δεν συμφωνούν. Ανέφερε επίσης ότι προσπαθούν να δημιουργήσουν σχέσεις αμοιβαίου σεβασμού, με ό,τι αυτό σημαίνει. Καμία πλευρά δεν το παραδέχεται ανοιχτά, αλλά η προοπτική ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ είχε σαφώς μια τεράστια επίδραση στο ρυθμό των διμερών σχέσεων. Μόλις ατόνησε η ευρωπαική προοπτική, οι διερευνητικές συνομιλίες έχασαν με τη σειρά τους την ορμή τους.
Ο ρυθμός των διαπραγματεύσεων επίσης επιβραδύνθηκε, λόγω της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα και επειδή η Τουρκία έχει θέματα στα ανατολικά της, με επίκεντρο την Μέση Ανατολή εν μέσω της Αραβικής Άνοιξης.
Παρά το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ανέφερε την ανάγκη επίλυσης του προβλήματος Κύπρος και "το θάψιμο στο παρελθόν'', είναι σαφές πως η Τουρκία δεν είναι έτοιμη να ξεκινήσει μια έναρξη διαπραγματεύσεων για υψηλού επιπέδου πολιτικά ζητήματα, αν και φαίνεται πως μπορεί να συμβαδίσει κάπως με την Ελλάδα στις διερευνητικές συνομιλίες και στην υπογραφή αρκετών συμφωνιών για χαμηλού επιπέδου πολιτικά θέματα.
Απλά ας περιμένουμε να δούμε πότε οι πολιτικοί και στις δύο πλευρές θα μπορέσουν να προχωρήσουν. Υπάρχει ακόμα η ελπίδα, εφ' όσον οι πολίτες και στις δύο πλευρές είναι μπροστά από τους πολιτικούς ηγέτες τους. Αλλά ο χρόνος είναι σημαντικός, δεδομένου ότι θα μπορούσατε να βαρεθείτε έπειτα από δεκαετίες συζητήσεων και κάποια στιγμή πρέπει επιτέλους να προχωρήσουμε. Μετά από όλα όσα έγιναν, για πόσο καιρό αναμένεται να συνεχίσουν οι ηγεσίες των δύο χωρών να "εξερευνούν" ο ένας τον άλλον, και για ποιο σκοπό;
ΧΟΥΡΡΙΕΤ
πηγή
Δημοσίευση σχολίου