Ηλιόπουλος Γιώργος
Οι πολλαπλές κρίσεις με αιχμή την ενεργειακή, πυροδοτούν γεωπολιτικές ανακατατάξεις, με την Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας (International Energy Agency–IEA) να προειδοποιεί πως το φαινόμενο της ενεργειακής δυσπραγίας να μην έχει κανένα προηγούμενο και να εμφανίζει τεράστιο βάθος και δραματικά περίπλοκα χαρακτηριστικά. Τα χρηματοοικονομικά ευάλωτα σημεία που αναδύονται στην Ευρώπη, απειλούν να αποσταθεροποιήσουν, όχι μόνον τις ασθενέστερες οικονομικά και υπερχρεωμένες χώρες της γηραιάς ηπείρου, αλλά και τις αναπτυσσόμενες χώρες, όπως και τις ανάλογες που εξαρτώνται ασφυκτικά από τις εισαγωγές ενέργειας.
Το φλέγον ζήτημα στην Ευρώπη εξελίσσεται μακράν πέραν του ενεργειακού τομέα της, με ασύμμετρες μεγάλες γεωπολιτικές επιπλοκές σε παγκόσμιο επίπεδο, χωρίς κανένας να γνωρίζει το πώς πρόκειται να εξελιχθεί και να διαμορφωθεί το ενεργειακό και πολιτικό τοπίο της υδρογείου, όταν θα λήξουν μετά από μία μάλλον μακρά περίοδο. Οπωσδήποτε πάντως θα εμφανισθεί εντελώς διαφορετικό, σε σχέση με την εποχή προ της κρίσης στην Ουκρανία, όταν η Ρωσία αποτελεί τον μεγαλύτερο ενεργειακό προμηθευτή της Ευρώπης.
Οι προοπτικές στον τομέα της ενέργειας, όπως διατυπώνονται από την Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας (International Energy Agency-IEA), προειδοποιούν για εξαιρετικά δυσμενείς εξελίξεις και δεν υπάρχει καμία πιθανότητα επανόδου στις συνθήκες προ της υγειονομικής κρίσης και της αντίστοιχης στην Ουκρανία. Τα δύο συγκεκριμένα συμβάντα μεγάλου βάθους ήδη αναδιαμορφώνουν τις εμπορικές συναλλαγές στον ενεργειακό τομέα, αλλά τα πλήγματα στην παγκόσμια οικονομία μόλις έχουν αναδυθεί, χωρίς ενδείξεις αποκλιμάκωσης.
Θυματοποίηση της ΕΕ
Πολλοί αποδίδουν το τρέχον ενεργειακό έλλειμμα της Ευρώπης σε κάποιο είδος ηρωισμού, από την στιγμή που η ΕΕ δέχεται ένα τεράστιο οικονομικό πλήγμα, λόγω των κυρώσεων που επιβάλλει στο Κρεμλίνο, με την προσδοκία να τερματίσει την εμπόλεμη σύγκρουση στην Ουκρανία. Στην προσπάθειά της αυτή επιδεικνύει ενότητα, αντοχή και μία αξιακή επιθυμία να υποστεί ένα τρομακτικό κόστος, σύμφωνα με το γνωστό οικονομικό περιοδικό Economist.
Πέραν του οποιουδήποτε θαυμασμού για την ευρωπαϊκή στάση, στο περιθώριό της υποφώσκουν καταθλιπτικά δεινότερα προβλήματα, με πρώτο τις τιμές του φυσικού αερίου που κινούνται σε επίπεδα έξι φορές υψηλότερα από τα αντίστοιχα μέσα επίπεδα της τελευταίας πενταετίας. Νέες έρευνες στοιχειοθετούν πως μία αύξηση μόλις κατά 10% στις πραγματικές τιμές της ενέργειας συντελεί στην κατά 0,6% άνοδο του αριθμού των θανάτων σε μία τυπική, χωρίς ακραία φαινόμενα, χειμερινή περίοδο, μεγέθη που συνεπάγονται τον θάνατο 100.000 ανθρώπων μεγάλης ηλικίας στους επερχόμενους χειμερινούς μήνες.
Όμως δεν αναγκάζεται μόνον η Ευρώπη να αποδεχθεί αυτό το τρομακτικό κόστος, από την στιγμή που τα χρηματοοικονομικά ευάλωτα σημεία της απειλούν να αποσταθεροποιήσουν όχι μόνον τις ασθενέστερες οικονομικά και υπερχρεωμένες χώρες της γηραιάς ηπείρου, αλλά και τις αναπτυσσόμενες χώρες, όπως και τις ανάλογες που εξαρτώνται ασφυκτικά από τος εισαγωγές ενέργειας στην υδρόγειο.
Όπως συμβαίνει πάντοτε στις περιπτώσεις αυτές, οι οικονομικά ασθενέστεροι υφίστανται τις μεγαλύτερες ζημίες και ειδικά ο άλλοτε αποκαλούμενος τρίτος κόσμος του νοτίου ημισφαιρίου, που εξαναγκάζονται να υποστούν ένα τεράστιο χρηματοοικονομικό βάρος, με αιχμή μία ενεργειακή σύγκρουση μεταξύ Ευρώπης και Ρωσίας. Μάλιστα το ήδη ορατό το δραματικό κόστος για τους καταναλωτές ανά τον κόσμο πρόκειται να μεγιστοποιηθεί κατά το 2023, χωρίς να διαφαίνονται προς το παρόν κάποια σημεία απομείωσης.
Απαισιόδοξες Προβλέψεις
Η πρόσφατα δημοσιευμένη ετήσια έκθεση προβλέψεων του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (OECD), καταγράφει σημαντική επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας για το 2023, με μείωση στο 2,2% και αναιμική ανάκαμψη στο 2,7% κατά το 2024. Για την οικονομία των ΗΠΑ που έως τα τέλη του τρέχοντας έτους εμφανίζεται να διατηρεί αντοχές έναντι των πολλαπλών κρίσεων, το μέλλον προβλέπεται ακόμα περισσότερο δραματικό, με αύξηση μόλις 1,8% κατά το 2023 (έναντι παγκόσμιου ρυθμού 2,2%) και μόλις κατά 0,5% κατά το επόμενο έτος. Σαφέστατα προκύπτει μία αγριότατη οικονομική συμπίεση που θα αποτελέσει μία φοβερή δοκιμασία αντοχών για την Ευρώπη και τους συμμάχους της.
Κατά το Economist αυξάνονται οι φόβοι μίας βίαιης αναδιάρθρωσης του παγκόσμιου ενεργειακού συστήματος, με την ανάφλεξη των θρυαλλίδων των συγκρούσεων που προκαλεί η πόλωση στην αμερικανική κοινωνία και των γεωπολιτικών ανακατατάξεων, με συνέπεια μία εφιαλτική απειλή εναντίον της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας, συμπεριλαμβανομένης και της Βρετανίας. Τα επίμονα αποτελέσματα των πολλαπλών κρίσεων θέτουν σε δεινούς κινδύνους την ευημερία της γηραιάς ηπείρου, την βιωσιμότητα της ευρω-ατλαντικής συμμαχίας και την επιβίωση των οικονομικά ασθενέστερων κοινωνικών στρωμάτων.
Αρκετοί Ευρωπαίοι ηγέτες επικρίνουν σφοδρά την στροφή των ΗΠΑ προς τον προστατευτισμό και τον εθνικισμό της ενέργειας, συμπεριλαμβάνοντας στην κριτική τους την νέα “Νομοθεσία Μείωσης του Πληθωρισμού”, που θέτει υπό μορφήν επιδοτήσεων και επιχορηγήσεων 400 δισεκατομμύρια δολάρια για την δημιουργία κινήτρων στον αμερικανικό κλάδο ενέργειας, τον αντίστοιχο βιομηχανικό και τις μεταφορές.
Ευάλωτα σημεία και αστοχίες
Οι τρέχουσες εξελίξεις έχουν αποκαλύψει με οδυνηρό τρόπο τα ευάλωτα σημεία της Ευρώπης, με βασικότερο ίσως την εξάρτησή της από τα χαμηλού κόστους ορυκτά καύσιμα και μεγαλύτερο προμηθευτή της την Ρωσία, που κινείται δυναμικά επί μία και πλέον δεκαετία προς την αποκατάσταση της κυριαρχίας της στην Ευρασία. Οι επιθετικές της κινήσεις δεν εκπλήσσουν, ούτε αιφνιδιάζουν, με την διαφορά ότι εξωθούν πολλές χώρες προς τις αγκάλες της Κίνας, δεδομένο που ισχύει και για την γηραιά ήπειρο.
Όμως η συγκεκριμένη στροφή χαρακτηρίζεται από σχεδόν πανομοιότυπα ευάλωτα σημεία και τα μελλοντικά ενεργειακά πλήγματα οφείλουν να μην αποκλεισθούν, από την στιγμή που ελλοχεύει το ενδεχόμενο να αξιοποιήσει το Πεκίνο την ισχύ του στο ελεγχόμενο πλέον μονοπώλιο των σπανίων γαιών και άλλων πρώτων υλών, που παραμένουν απαραίτητες για την μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Μάλιστα η πολιτική των μηδενικών κρουσμάτων αποδεικνύει την δυναμική του να προκαλεί τεράστιες ανατροπές στις εφοδιαστικές αλυσίδες, δεδομένο ιδιαίτερα ανησυχητικό από την στιγμή που η Δύση έχει επιτρέψει στην Κίνα να επικρατήσει στον ανταγωνισμό για την μετάβαση στην καθαρή ενέργεια και να πρωταγωνιστεί στις τεχνολογικές καινοτομίες που κρίνονται αναγκαίες για την επικράτησή της. Κατά συνέπεια οι συγκεκριμένες εξελίξεις κρίνονται προς το παρόν αδύνατες, χωρίς την εφαρμογή πολιτικής συναίνεσης και κατευνασμού προς τις διαθέσεις του Πεκίνου.
Σε μία εποχή που ΗΠΑ και Κίνα οχυρώνονται με αναχώματα προστατευτισμού και στροφή στην εθνική οικονομική πολιτική, όπως παρατηρεί ο Economist, οι Ευρωπαίοι εμφανίζονται ανόητα προσκολλημένοι στις αρχές και τις αξίες του ελευθέρου εμπορίου, που έχει θεσπίσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου.
Δημοσίευση σχολίου