«Αξιοπρέπεια, Ψωμί, Ελευθερία». Το σύνθημα αυτό συγκλονίζει ένα μήνα τώρα την Τυνησία. Μέσα από οργισμένες λαϊκές διαδηλώσεις σάρωσε τη μία πόλη μετά την άλλη και έφτασε στην Τύνιδα, όπου παρέσυρε, τελικά και τον Πρόεδρο Ζιν αλ Αμπιντίν Μπεν Αλι. Οι αρχικές απειλές του κατά «των μειοψηφικών συμμοριών» και η σκληρότατη καταστολή έφεραν τα αντίθετα αποτελέσματα. Οι δεκάδες νεκροί και οι πολλαπλάσιοι τραυματίες (δεν υπάρχει ακόμη τελικός απολογισμός) πυροδότησαν μια, εκτός ελέγχου, έκρηξη της λαϊκής οργής.Οι ύστατοι ελιγμοί του Μπεν Αλι, οι δεσμεύσεις του για κατάπαυση του πυρός, για τιμωρία όσων ευθύνονται για τις δολοφονίες διαδηλωτών, για αποχώρησή του από την πολιτική σκηνή μόλις ολοκληρωθεί η «θητεία» του το 2014, για περισσότερες ελευθερίες έκφρασης, για άρση των απαγορεύσεων στο διαδίκτυο και στην ενημέρωση, για περισσότερες πολιτικές ελευθερίες, για 300.000 θέσεις εργασίας, για δραστική μείωση των τιμών στα βασικά είδη διατροφής, για πρόωρες εκλογές σε έξι μήνες δεν έπεισαν. Η συγνώμη του, μετά από τόσα χρόνια αιματηρής πυγμής, ήταν πολύ λίγη.
Η φυγή του ίδιου και των μελών της οικογένειάς του τα ξημερώματα του Σαββάτου για την Σαουδική Αραβία, και η ανάληψη των ηνίων προσωρινά από τον πρωθυπουργό Γανούσι, με νέες υποσχέσεις, δεν εγγυώνται λύση στα οξύτατα λαϊκά προβλήματα, καθώς δεν παύει ν’ αποτελεί μέρος του καθεστώτος Μπεν Αλι.
Η σύντομη αυτή ιστορία είναι κοινό βίωμα της πλειοψηφίας της τυνησιακής νεολαίας. Η Τυνησία, με γνώμονα τα «νούμερα», είναι μία από τις πλέον εύπορες χώρες της Βόρειας Αφρικής. Στα τέλη του Οκτώβρη, στην έκθεσή του το ΔΝΤ, του οποίου τις «προδιαγραφές» η τυνησιακή ηγεσία έχει ασπαστεί από τη δεκαετία του ’80, ανέφερε ότι το 2010 το ΑΕΠ έφτασε το 4%, έναντι 3,1% το 2009, ότι η οικονομική της ανάπτυξη ήταν της τάξης του 4,8%, ότι οι τομείς της τεχνολογίας της πληροφορικής και της βιομηχανίας υδρογονανθράκων παρουσίαζαν αύξηση της τάξης του 16% και του 13% αντιστοίχως, και ότι το μέσο κατά κεφαλήν ετήσιο ΑΕΠ υπολογίζεται στα 8.254 δολάρια, ποσό που συγκαταλέγεται μεταξύ των πιο …«αξιοπρεπών» στην περιοχή.
Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη έκθεση (στοιχεία ΟΟΣΑ και Αφρικανικής Τράπεζας Ανάπτυξης), η Τυνησία είναι «η πλέον ανταγωνιστική οικονομία της Αφρικής» και κατατάσσεται στην 40ή θέση παγκοσμίως (ΠΟΕ). Ως συνήθως, όμως, όταν τα νούμερα ευημερούν, δε συμβαίνει το ίδιο με τους ανθρώπους. Το 55% του πληθυσμού είναι κάτω των 25 ετών, αλλά η ανεργία σε αυτές τις ηλικίες ξεπερνά το 30%. Ενας στους δύο ανέργους είναι απόφοιτος Πανεπιστημίου, και πολλοί εξ αυτών έχουν κάνει και μεταπτυχιακές σπουδές.
Το 1984 ξέσπασαν μεγάλες διαδηλώσεις κατά της αύξησης της τιμής του ψωμιού. Ηταν οι πρώτες τέτοιου είδους αντιδράσεις στον αραβικό κόσμο. Και πνίγηκαν στο αίμα από τον τότε ηγέτη, τον Χαμπίμπ Μπουργκίντα.
Στη συνέχεια, η χώρα προσδέθηκε ολοταχώς στο ΔΝΤ: Ιδιωτικοποιήσεις δημοσίων επιχειρήσεων (κατά το ήμισυ ή εξολοκλήρου έχουν ιδιωτικοποιηθεί περίπου 160), πώληση ή ενοικίαση τεράστιων εκτάσεων γης σε ιδιώτες. Ο τουρισμός εκτοξεύτηκε, φθάνοντας στο 12% των κρατικών εσόδων. Η Τυνησία μεταμορφώθηκε στην «Ελβετία της Βόρειας Αφρικής», όπως ανέφεραν διάφορα ΜΜΕ, και σε παράδειγμα προς μίμηση, με τα έξι υπερσύγχρονα εμπορικά της λιμάνια και τα επτά διεθνή της αεροδρόμια!
Παρά τις «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις», η τυνησιακή ηγεσία στην επιδίωξή της, προφανώς, να διασφαλίσει έστω και στοιχειώδη συναίνεση στην αυταρχική εξουσία της, κράτησε υπό τον έλεγχό της βασικούς τομείς της οικονομίας, όπως οι υδρογονάνθρακες, η ηλεκτρική ενέργεια, τα καύσιμα, το νερό και ο χρηματοπιστωτικός τομέας. Επίσης, λειτουργούν το Εθνικό Ταμείο Αλληλεγγύης και το Εθνικό Ταμείο Απασχόλησης, με το πρώτο να διανέμει βοηθήματα (έστω και περικομμένα) για τα τρόφιμα και το δεύτερο για τους ανέργους.
Το μείγμα της λαϊκής οργής στην Τυνησία έχει ορισμένα εντελώς δικά του χαρακτηριστικά. Η Τυνησία είναι η χώρα με το μικρότερο ποσοστό αναλφαβητισμού στη Βόρεια Αφρική και σε μεγάλο μέρος του αραβικού κόσμου. Από το 1956, οπότε κέρδισε την ανεξαρτησία της από τη Γαλλία, οι μόλις δύο ηγέτες της, ο Χαμπίμπ Μπουργκίμπα και ο Ζιν αλ Αμπιντίν Μπεν Αλι παρέμειναν σταθεροί στην επιλογή για δημόσια δωρεάν υποχρεωτική δεκάχρονη εκπαίδευση, για δημόσια τριτοβάθμια Παιδεία, δίνοντας, τουλάχιστον, το 6% του ετήσιου ΑΕΠ γι’ αυτόν το σκοπό.
Θα μπορούσε κανείς να πει ότι ο συνδυασμός της εκπαίδευσης με την ύπαρξη ενός αξιόπιστου δημόσιου συστήματος Υγείας χρησιμοποιήθηκε και ως θεμέλιο της βαθιάς κοσμικότητας της χώρας, της αντιμετώπισης των ισλαμιστικών τάσεων (καθώς είναι γνωστό ότι οι ισλαμιστικές οργανώσεις «προσηλυτίζουν» διά μέσου των υπηρεσιών Υγείας και Παιδείας που παρέχουν, καλύπτοντας τα αντίστοιχα κενά του κράτους). Ως προς αυτό, μέχρι στιγμής, ο στόχος επιτεύχθηκε. Στην Τυνησία, οι θρησκευτικές ομάδες και αντιλήψεις είναι περιθωριακές. Ταυτόχρονα, βέβαια, δημιουργήθηκαν στρατιές πτυχιούχων ανέργων.
Τα παραπάνω δύο στοιχεία, σε συνδυασμό με την ασφυκτική πολιτική καταπίεσης και καταστολής κάθε αντίθετης φωνής είναι κομβικές παράμετροι ερμηνείας των εξελίξεων. Θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η λαϊκή οργή δεν πηγάζει, αποκλειστικά και μόνο, από την εξαθλίωση, όπως σε άλλες περιπτώσεις. Δεν πηγάζει ούτε από επικρίσεις «θρησκευτικής» χροιάς, όπως συχνά γίνεται σε άλλες μουσουλμανικές χώρες (π.χ. Σ. Αραβία).
Οι διαδηλωτές εξεγείρονται κατά της παντελούς έλλειψης κάθε είδους ελευθεριών, εξεγείρονται ζητώντας δουλειά και όχι την ελεημοσύνη των βοηθημάτων, εξεγείρονται κατά της κοινωνικής αδικίας.
Είναι μάλλον προφανές ότι η οργή αυτή δεν κατευνάζεται εύκολα μόνο με τη διανομή επιπλέον βοηθημάτων και ορισμένων γενικόλογων υποσχέσεων.
Πρόκειται για το σκηνικό που συναντά κανείς σε διάφορες χώρες του κόσμου, και ιδιαίτερα στις χώρες της περιοχής της Μέσης Ανατολής. Εντούτοις, οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, οι οποίες σε άλλες περιπτώσεις κραυγάζουν για την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων, αρκούνται σε καταδικαστικές δηλώσεις και ευχολόγια, με αντάλλαγμα τη διασφάλιση πιστών ηγεσιών – «ακολούθων» στα διάφορα σχέδιά τους για την περιοχή.
Το ίδιο συνέβη και με το καθεστώς Μπεν Αλι. Συμπαρατάχθηκε ασυζητητί στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» της Ουάσιγκτον, έκανε μπίζνες με αμερικανικές επιχειρήσεις, και συναίνεσε στις οικονομικές συμβουλές των Μπους και Κλίντον. Επίσης, παραμένει σημαντικότατος εμπορικός εταίρος της ΕΕ, με καθεστώς ειδικής σύνδεσης από το 1995, 72,5% εισαγωγές από την ΕΕ και 75% εξαγωγές προς αυτήν και την Γαλλία ειδικότερα, παρά τις αλλεπάλληλες καταδικαστικές επίσημες εκθέσεις για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το πόσο υποκριτικές ήταν οι κορόνες της κ. Αστον αποτυπώνεται και στο γεγονός ότι παρά τους νεκρούς στους τυνησιακούς δρόμους, οι Βρυξέλλες δεν ανέστειλαν, καν, έστω και προσωρινά για λόγους εντυπώσεων, τη διαδικασία αναβάθμισης των οικονομικών τους σχέσεων με την Τύνιδα!
Τη σημασία της έχει, πάντως, και η στάση του Αμερικανού Προέδρου, ο οποίος έσπευσε, ενώ ο εκδιωχθείς Μπεν Αλι δεν είχε ακόμη προσγειωθεί κάπου, να εξάρει το θάρρος του τυνησιακού λαού και να ταχθεί υπέρ των «άμεσων και ελεύθερων εκλογών»!
ΠΗΓΗ
Η φυγή του ίδιου και των μελών της οικογένειάς του τα ξημερώματα του Σαββάτου για την Σαουδική Αραβία, και η ανάληψη των ηνίων προσωρινά από τον πρωθυπουργό Γανούσι, με νέες υποσχέσεις, δεν εγγυώνται λύση στα οξύτατα λαϊκά προβλήματα, καθώς δεν παύει ν’ αποτελεί μέρος του καθεστώτος Μπεν Αλι.
Εύσημα από το ΔΝΤ, αδιέξοδο και απελπισία στο λαό
Η σπίθα που πυροδότησε την έκρηξη ήταν η αυτοπυρπόληση του 26χρονου Μουχάμαντ Μπουαζίζι, στις 17 Δεκέμβρη, στο Σίντι Μπουζίντ. Απόφοιτος της Πληροφορικής, πουλούσε λαχανικά σε υπαίθριες αγορές για να ζήσει. Οταν οι αρχές κατάσχεσαν τον πάγκο του, η απελπισία του ξεχείλισε. Η είδηση έγινε η αφορμή.Η σύντομη αυτή ιστορία είναι κοινό βίωμα της πλειοψηφίας της τυνησιακής νεολαίας. Η Τυνησία, με γνώμονα τα «νούμερα», είναι μία από τις πλέον εύπορες χώρες της Βόρειας Αφρικής. Στα τέλη του Οκτώβρη, στην έκθεσή του το ΔΝΤ, του οποίου τις «προδιαγραφές» η τυνησιακή ηγεσία έχει ασπαστεί από τη δεκαετία του ’80, ανέφερε ότι το 2010 το ΑΕΠ έφτασε το 4%, έναντι 3,1% το 2009, ότι η οικονομική της ανάπτυξη ήταν της τάξης του 4,8%, ότι οι τομείς της τεχνολογίας της πληροφορικής και της βιομηχανίας υδρογονανθράκων παρουσίαζαν αύξηση της τάξης του 16% και του 13% αντιστοίχως, και ότι το μέσο κατά κεφαλήν ετήσιο ΑΕΠ υπολογίζεται στα 8.254 δολάρια, ποσό που συγκαταλέγεται μεταξύ των πιο …«αξιοπρεπών» στην περιοχή.
Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη έκθεση (στοιχεία ΟΟΣΑ και Αφρικανικής Τράπεζας Ανάπτυξης), η Τυνησία είναι «η πλέον ανταγωνιστική οικονομία της Αφρικής» και κατατάσσεται στην 40ή θέση παγκοσμίως (ΠΟΕ). Ως συνήθως, όμως, όταν τα νούμερα ευημερούν, δε συμβαίνει το ίδιο με τους ανθρώπους. Το 55% του πληθυσμού είναι κάτω των 25 ετών, αλλά η ανεργία σε αυτές τις ηλικίες ξεπερνά το 30%. Ενας στους δύο ανέργους είναι απόφοιτος Πανεπιστημίου, και πολλοί εξ αυτών έχουν κάνει και μεταπτυχιακές σπουδές.
Το 1984 ξέσπασαν μεγάλες διαδηλώσεις κατά της αύξησης της τιμής του ψωμιού. Ηταν οι πρώτες τέτοιου είδους αντιδράσεις στον αραβικό κόσμο. Και πνίγηκαν στο αίμα από τον τότε ηγέτη, τον Χαμπίμπ Μπουργκίντα.
Στη συνέχεια, η χώρα προσδέθηκε ολοταχώς στο ΔΝΤ: Ιδιωτικοποιήσεις δημοσίων επιχειρήσεων (κατά το ήμισυ ή εξολοκλήρου έχουν ιδιωτικοποιηθεί περίπου 160), πώληση ή ενοικίαση τεράστιων εκτάσεων γης σε ιδιώτες. Ο τουρισμός εκτοξεύτηκε, φθάνοντας στο 12% των κρατικών εσόδων. Η Τυνησία μεταμορφώθηκε στην «Ελβετία της Βόρειας Αφρικής», όπως ανέφεραν διάφορα ΜΜΕ, και σε παράδειγμα προς μίμηση, με τα έξι υπερσύγχρονα εμπορικά της λιμάνια και τα επτά διεθνή της αεροδρόμια!
Παρά τις «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις», η τυνησιακή ηγεσία στην επιδίωξή της, προφανώς, να διασφαλίσει έστω και στοιχειώδη συναίνεση στην αυταρχική εξουσία της, κράτησε υπό τον έλεγχό της βασικούς τομείς της οικονομίας, όπως οι υδρογονάνθρακες, η ηλεκτρική ενέργεια, τα καύσιμα, το νερό και ο χρηματοπιστωτικός τομέας. Επίσης, λειτουργούν το Εθνικό Ταμείο Αλληλεγγύης και το Εθνικό Ταμείο Απασχόλησης, με το πρώτο να διανέμει βοηθήματα (έστω και περικομμένα) για τα τρόφιμα και το δεύτερο για τους ανέργους.
Ορισμένες ενδιαφέρουσες παράμετροι
Στην Τυνησία δε θα δει κανείς, τουλάχιστον στις ανατριχιαστικές διαστάσεις που υπάρχουν σε άλλες χώρες, τόσο της Αφρικής όσο και του αραβικού κόσμου, εκτεταμένη εξαθλίωση. Και γι’ αυτό, δεν είναι τόσο ακριβής η σύνδεση των τωρινών εξελίξεων στην Τυνησία με τις ταραχές από τις αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων στην Αίγυπτο, το 2007 – 2008, και μόλις πριν λίγες μέρες στην Αλγερία.Το μείγμα της λαϊκής οργής στην Τυνησία έχει ορισμένα εντελώς δικά του χαρακτηριστικά. Η Τυνησία είναι η χώρα με το μικρότερο ποσοστό αναλφαβητισμού στη Βόρεια Αφρική και σε μεγάλο μέρος του αραβικού κόσμου. Από το 1956, οπότε κέρδισε την ανεξαρτησία της από τη Γαλλία, οι μόλις δύο ηγέτες της, ο Χαμπίμπ Μπουργκίμπα και ο Ζιν αλ Αμπιντίν Μπεν Αλι παρέμειναν σταθεροί στην επιλογή για δημόσια δωρεάν υποχρεωτική δεκάχρονη εκπαίδευση, για δημόσια τριτοβάθμια Παιδεία, δίνοντας, τουλάχιστον, το 6% του ετήσιου ΑΕΠ γι’ αυτόν το σκοπό.
Θα μπορούσε κανείς να πει ότι ο συνδυασμός της εκπαίδευσης με την ύπαρξη ενός αξιόπιστου δημόσιου συστήματος Υγείας χρησιμοποιήθηκε και ως θεμέλιο της βαθιάς κοσμικότητας της χώρας, της αντιμετώπισης των ισλαμιστικών τάσεων (καθώς είναι γνωστό ότι οι ισλαμιστικές οργανώσεις «προσηλυτίζουν» διά μέσου των υπηρεσιών Υγείας και Παιδείας που παρέχουν, καλύπτοντας τα αντίστοιχα κενά του κράτους). Ως προς αυτό, μέχρι στιγμής, ο στόχος επιτεύχθηκε. Στην Τυνησία, οι θρησκευτικές ομάδες και αντιλήψεις είναι περιθωριακές. Ταυτόχρονα, βέβαια, δημιουργήθηκαν στρατιές πτυχιούχων ανέργων.
Τα παραπάνω δύο στοιχεία, σε συνδυασμό με την ασφυκτική πολιτική καταπίεσης και καταστολής κάθε αντίθετης φωνής είναι κομβικές παράμετροι ερμηνείας των εξελίξεων. Θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η λαϊκή οργή δεν πηγάζει, αποκλειστικά και μόνο, από την εξαθλίωση, όπως σε άλλες περιπτώσεις. Δεν πηγάζει ούτε από επικρίσεις «θρησκευτικής» χροιάς, όπως συχνά γίνεται σε άλλες μουσουλμανικές χώρες (π.χ. Σ. Αραβία).
Οι διαδηλωτές εξεγείρονται κατά της παντελούς έλλειψης κάθε είδους ελευθεριών, εξεγείρονται ζητώντας δουλειά και όχι την ελεημοσύνη των βοηθημάτων, εξεγείρονται κατά της κοινωνικής αδικίας.
Είναι μάλλον προφανές ότι η οργή αυτή δεν κατευνάζεται εύκολα μόνο με τη διανομή επιπλέον βοηθημάτων και ορισμένων γενικόλογων υποσχέσεων.
Τα κροκοδείλια δάκρυα
Φυσικά, όλα όσα οδήγησαν στη σημερινή έκρηξη ήταν γνωστά, και ανεκτά, από όλους όσοι υποκριτικά διατυπώνουν «κορόνες εκδημοκρατισμού» και «θλίψη για τη βία». Τόσο, η Ουάσιγκτον, όσο και οι Βρυξέλλες, δεν «ανακάλυψαν» αίφνης το «απεχθές πρόσωπο τής, επί 23 χρόνια, εξουσίας» του Μπεν Αλι. Ολοι γνωρίζουν πολύ καλά ότι ανέτρεψε πραξικοπηματικά, επικαλούμενος νοητική ανικανότητα, τον Μπουργκίντα, το 1987, ότι έκανε εκλογικές παρωδίες, όπως το 2009, οπότε εκλέχτηκε με ποσοστό 89,62%, ότι άλλαξε επανειλημμένως το σύνταγμα, για να παρατείνει την παρουσία του στην εξουσία, ότι νόμιμα είναι μόνο τα κόμματα που «διαφωνούν εντός ορίων», ότι όποιος επικρίνει το καθεστώς για το παραμικρό εξαφανίζεται από προσώπου Γης κ.ο.κ.Πρόκειται για το σκηνικό που συναντά κανείς σε διάφορες χώρες του κόσμου, και ιδιαίτερα στις χώρες της περιοχής της Μέσης Ανατολής. Εντούτοις, οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, οι οποίες σε άλλες περιπτώσεις κραυγάζουν για την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων, αρκούνται σε καταδικαστικές δηλώσεις και ευχολόγια, με αντάλλαγμα τη διασφάλιση πιστών ηγεσιών – «ακολούθων» στα διάφορα σχέδιά τους για την περιοχή.
Το ίδιο συνέβη και με το καθεστώς Μπεν Αλι. Συμπαρατάχθηκε ασυζητητί στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» της Ουάσιγκτον, έκανε μπίζνες με αμερικανικές επιχειρήσεις, και συναίνεσε στις οικονομικές συμβουλές των Μπους και Κλίντον. Επίσης, παραμένει σημαντικότατος εμπορικός εταίρος της ΕΕ, με καθεστώς ειδικής σύνδεσης από το 1995, 72,5% εισαγωγές από την ΕΕ και 75% εξαγωγές προς αυτήν και την Γαλλία ειδικότερα, παρά τις αλλεπάλληλες καταδικαστικές επίσημες εκθέσεις για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το πόσο υποκριτικές ήταν οι κορόνες της κ. Αστον αποτυπώνεται και στο γεγονός ότι παρά τους νεκρούς στους τυνησιακούς δρόμους, οι Βρυξέλλες δεν ανέστειλαν, καν, έστω και προσωρινά για λόγους εντυπώσεων, τη διαδικασία αναβάθμισης των οικονομικών τους σχέσεων με την Τύνιδα!
Τη σημασία της έχει, πάντως, και η στάση του Αμερικανού Προέδρου, ο οποίος έσπευσε, ενώ ο εκδιωχθείς Μπεν Αλι δεν είχε ακόμη προσγειωθεί κάπου, να εξάρει το θάρρος του τυνησιακού λαού και να ταχθεί υπέρ των «άμεσων και ελεύθερων εκλογών»!
ΠΗΓΗ
Δημοσίευση σχολίου