GuidePedia

0

Παναγιώτης Ήφαιστος*
Η αποτρεπτική στρατηγική είναι βασικά η καλλιέργεια του ορθολογισμού του αντιπάλου πάνω στους δύο δίσκους της πλάστιγγας κόστους / οφέλους εναλλακτικών στάσεων και συμπεριφορών. Με σοβαρότητα, υπευθυνότητα και αποφασιστικότητα που καταμαρτυρεί αυτοπεποίθηση, μεταδίδονται παραστάσεις μεγάλου κόστους για να αποτραπεί ο επιτιθέμενος να χρησιμοποιήσει στρατιωτικά μέσα για «μικρή» ή μεγάλη αναθεώρηση του statusquo ή για να εμποδίσει την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου που αφορά την Επικράτεια του αμυνόμενου κράτους.

Μια αποτρεπτική στρατηγική θέτει κόκκινες και απαραβίαστες γραμμές που κατά κανόνα αφορούν το απαραβίαστο της κρατικής κυριαρχίας όπως κατοχυρώνεται από τις Συνθήκες, τις Συμβάσεις και τις υψηλές αρχές του διεθνούς δικαίου. Όπως ο όρος «αποτροπή» υποδηλώνει σκοπός του αμυνόμενου κράτους είναι να μην υπάρξει πολεμική εμπλοκήαλλά ταυτόχρονα να διασφαλιστεί τόσο η ακεραιότητα της κρατικής επικράτειας όσο και η εφαρμογή κεκτημένων δικαιωμάτων διεθνών συνθηκών και συμβάσεων.

«Βιώσιμο είναι εκείνο το κράτος το οποίο είναι επαρκώς ισχυρό για να μπορεί να εφαρμόζει για την επικράτειά του τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου».

Όταν ένα κράτος αντιμετωπίζει μια εξωτερική απειλή η αποτροπή του πολέμου και η ασφάλεια του κράτους είναι ένα άθλημα αναμέτρησης μέσων και θελήσεων. Δεν προσφέρεται για πηδηχτά βηματάκια και βολικά ψεύτικα διλήμματα. Η αποτυχία είναι απαγορευτική ιδιαίτερα όταν όλα συνηγορούν πως εάν υπάρξει σοβαρότητα, υπευθυνότητα, αποφασιστικότητα και σωστές σχέσεις με τις μεγάλες δυνάμεις (όχι γονυπετείς υποκλίσεις αλλά επιτυχείς συνεννοήσεις και συναλλαγές), ιδιαίτερα με τις ΗΠΑ και τις μεγάλες Ευρωπαϊκές δυνάμεις, μια επιτυχής αποτροπή είναι εφικτή.

Ο Hans Morgenthau, ο διαμορφωτής, βασικά, της σύγχρονης πολιτικής σκέψης (στο βιβλίο του «Πολιτική μεταξύ των εθνών» που κυκλοφορεί εντός του έτους στα Ελληνικά), σωστά υποστήριξε ότι «βιώσιμο είναι εκείνο το κράτος το οποίο είναι επαρκώς ισχυρό για να μπορεί να εφαρμόζει για την επικράτειά του τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου». Υπό αυτή την έννοια, ερωτάται: Είναι η Ελληνική Εθνική Στρατηγική επιτυχής; Αβασάνιστα η απάντηση είναι: όχι.

Μια γνωστή σημαντική διάκριση της αποτρεπτικής στρατηγικής είναι μεταξύ «γενικής αποτροπής» με σκοπό την ισορροπία δυνάμεων και «άμεσης αποτροπής». Άμεση αποτροπή έχουμε όταν μία πλευρά σχεδιάζει επίθεση, εvώ η άλλη πλευρά απευθύvει απειλή αvταπόδoσης για vα τηv εμπoδίσει vα εκτελεσθεί, θέτοντας ταυτόχρονα κόκκινες γραμμές.

Επειδή η Ελληνική αποτρεπτική στρατηγική αφορά την άμεση αποτροπή, οι επί δεκαετίες Τουρκικές στάσεις, ενέργειες και δηλώσεις σημαίνουν ότι η αμυντική ασπίδα της Ελλάδας έχει από καιρό διαπεραστεί. Εδώ και δεκαετίες βρισκόμαστε σε μια ιδιόμορφη εάν όχι αλλόκοτη «ενδιάμεση κατάσταση» που εκπέμπει επικίνδυνες ανορθολογικές παραστάσεις. Με δεδομένες εδώ και καιρό τις διαρκείς προκλήσεις που κλιμακώνουν την διένεξη η αποκατάσταση της άμεσης αποτροπής είναι πλέον το κύριο ζήτημα της Ελληνικής στρατηγικής.

Γίνεται σαφές ότι μικρός ή μεγάλος πόλεμος σημαίνει αποτυχία της Ελληνικής στρατηγικής, ενώ κάποιοι, αντί να γελοιοποιούνται (κυριολεκτικά!) πηδώντας πάνω από τον ίσκιο τους και αερολογώντας, ή αντί να θολώνουν τα νερά επί ζητημάτων εθνικής επιβίωσης με το να υποβαθμίζουν βολικά τον κίνδυνο, καλό θα ήταν για αυτούς και για την Ελλάδα να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να αποκαταστήσουν την άμεση αποτροπή. Εάν δεν είναι ικανοί να το κάνουν, καλό θα ήταν για τους ίδιους και την χώρα τους να πάνε σπίτι τους. Ο πόλεμος είναι πολύ σοβαρή υπόθεση και δεν προσφέρεται για πολιτικά παίγνια ή για ρεσιτάλ νομικισμού και στρατηγικής ασχετοσύνης.

Ενώ καμιά απολύτως πρόβλεψη δεν μπορεί να γίνει (και κακώς μερικοί αυτό κάνουν), ο προσανατολισμός των πραγμάτων δείχνει ότι η εκ μέρους μας μετάδοση ολοένα και περισσότερων ανορθολογικών παραστάσεων λογικά οδηγούν την επιτιθέμενη Τουρκία σε κλιμάκωση ή υπό ορισμένες προϋποθέσεις σε γενικευμένη σύρραξη.

Η Ελληνική Βουλή το 1995 επικύρωσε την Συνθήκη για το δίκαιο της θάλασσας ενώ έκτοτε επανειλημμένες επίσημες Ελληνικές δηλώσεις κάνουν ρητό και σαφές ότι δεν εγκαταλείψαμε αυτό το δικαίωμα.

Τα προβλήματα της αποτρεπτικής μας στρατηγικής δεν προέκυψαν σήμερα αλλά εδώ και δεκαετίες λίγο πριν και αμέσως μετά την μεταπολίτευση το 1974. Εμείς ήδη από το 1991 τα έχουμε επισημάνει σε εκτενή κείμενα, κυρίως υπό μορφή ερωτημάτων που χρήζουν απάντησης σε πολιτικό επίπεδο. Το 1995, η Τουρκία απείλησε με casusbelli για να εγκαταλείψει η Ελλάδα τα δικαιώματα που προσφέρονται από διεθνείς Συνθήκες για το δίκαιο της θάλασσας. Τελευταία, εν μέσω καταιγιστικών στρατηγικών εξελίξεων στην περιφέρειά μας και στην Τουρκία, οι διαρκείς παραβιάσεις, οι κρίσεις «μικρής έντασης» και οι ολοένα και πιο απειλητικές δηλώσεις στο ανώτατο πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο της Άγκυρας, καθιστούν την Ελληνική αποτρεπτική στρατηγική εύθραυστη και επικίνδυνα έωλη.

Μεταξύ πολλών άλλων που θα μπορούσαν να μνημονευτούν, να θυμίσουμε ότι η Ελληνική Βουλή το 1995 επικύρωσε την Συνθήκη για το δίκαιο της θάλασσας ενώ έκτοτε επανειλημμένες επίσημες Ελληνικές δηλώσεις κάνουν ρητό και σαφές ότι δεν εγκαταλείψαμε αυτό το δικαίωμα. Για να εκτελεστεί, σημειώνεται, απαιτείται υπουργική απόφαση και προεδρικό διάταγμα. Στο ίδιο πλαίσιο να θυμίσουμε το casusbelli της Ελλάδας του 1983 για να αποτραπεί η επέκταση των παράνομων τετελεσμένων της εισβολής στην Κύπρο, στρατηγική που ενισχύθηκε με τον Ενιαίο Αμυντικό Χώρο που δεν έδειξε να είναι ενεργός όταν πρόσφατα η Κυπριακή ΑΟΖ παραβιάστηκε ένοπλα, διευρύνοντας, ακριβώς, τα παράνομα τετελεσμένα. Επιπρόσθετα, χιλιάδες παραβιάσεις στην θάλασσα και στον αέρα (κοντά δύο χιλιάδες το 2017) γίνονται στις περιοχές για τις οποίες η Άγκυρα εγείρει αναθεωρητικές αξιώσεις.

Εάν αρχίσει ένας πόλεμος τα νέα σύνορα θα είναι εκεί που θα σταματήσουν τα στρατεύματα.

Αυτά, πρέπει να υπογραμμίσουμε, μαζί με το γεγονός ότι δεν επεκτείναμε τα χωρικά μας ύδατα, σημαίνει διατήρηση της άμεσης αποτροπής, δηλαδή ακύρωση της στρατηγικής μας και καταληκτικά ολική Τουρκική επιτυχία ή ανορθολογικές και σπασμωδικές κινήσεις και κλιμάκωση ή γενικευμένο πόλεμο.

Να το πούμε ρητά: Η Τουρκία είναι αναθεωρητικό και επιθετικό κράτος: Αφενός αρνείται την ειρηνική επίλυση των διαφορών στους αρμόδιους διεθνείς θεσμούς και αφετέρου εμπράγματα με στρατιωτικό και πολιτικό τρόπο εμποδίζει την Ελλάδα να εφαρμόσει τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου σύμφωνα επικύρωση της Συνθήκης από την Βουλή των Ελλήνων και σύμφωνα με την επανειλημμένα εκπεφρασμένη πολιτική βούληση ανώτατων πολιτειακών παραγόντων.

Επιπλέον στο παρελθόν οι θολές διεκδικήσεις που μπορούν να αφορούν δέκα νησιά ή 200 νησιά, μέρος του Αιγαίου ή και το μισό ή και όλο, πλήρη έλεγχο της Κύπρου και εσχάτως άνευ ορίων αναθεωρητικές δηλώσεις του Ερντογάν, καθιστούν την Τουρκική απειλή αυτό που στην στρατηγική ανάλυση ονομάζεται «απέραντη απειλή»: Εάν αρχίσει ένας πόλεμος τα νέα σύνορα θα είναι εκεί που θα σταματήσουν τα στρατεύματα.

Ο πόλεμος όπως αναφέρθηκε μόλις και το υπογραμμίζουμε ξανά, είναι πολύ σοβαρή υπόθεση και επειδή η στρατηγική μας επιχειρεί να αποτρέψει τον πόλεμο εάν δεν το επιτύχει αποτυγχάνει. Ένα κράτος παίζει με την φωτιά εάν αφήνονται να κυριαρχούν στις δημόσιες συζητήσεις ερασιτεχνικές θέσεις, γνώμες κάθε είδους και ασυναρτησίες που θρέφουν ανορθολογικές αποφάσεις. Πιο συγκεκριμένα, τις τελευταίες δεκαετίες αλλά ολοένα και πιο πυκνά τους τελευταίους μήνες, οι συζητήσεις στην Ελληνική πλευρά είναι αξιοθρήνητες.

Αντί να διασφαλίσουμε μια ατσάλινη αποτρεπτική στρατηγική άξια των Ενόπλων μας Δυνάμεων η οποία αξιοποιεί βέλτιστα τους κολοσσιαίους σπάνιους πόρους που η κοινωνία διαθέτει για την άμυνα, εκτιμάται ότι, ένας «ετερόκλητος όχλος» θολώνει τα νερά και προκαλεί σύγχυση στην Ελληνική κοινωνία: Πολιτικάντηδες, νομικιστές, δημαγωγοί, υποβολείς ύποπτων εκφοβιστικών μηνυμάτων, αστείες προτάσεις για «δεξαμενές σκέψεις» με ιδρύματα της συμφοράς μας, κονδυλοφόροι απίστευτης ελευθεριότητας και διάφορα άτομα μηδενικής γνώσης περί τα στρατηγικά, μιλούν πέραν του δέοντος και επιδίδονται σε ρεσιτάλ ανευθυνότητας και ασχεστοσύνης. Οι νομικιστές ιδιαίτερα όταν επηρεάζουν την πολιτική εξουσία είναι ίσως ο μεγαλύτερος κίνδυνος. Ακούμε επίσης ψυχαναλύσεις του ενός η άλλου ηγέτη, υποτιθέμενες διαφορές στο πολιτικό σύστημα του αντιπάλου και ασφαλώς συχνά ειρηνιστικές σαπουνόφουσκες ως και η κρατική μας Επικράτεια να προσφέρεται για πολιτικό και πνευματικό χαβαλέ. Ένας οποιοσδήποτε επιστημονικός τίτλος, επιπλέον, λέμε με νόημα, δεν είναι λευκό χαρτί για δημόσια διατύπωση αβάσιμων γνωμών επί παντός επιστητού. Στα πεδία της διπλωματίας και της στρατηγικής η μεταμφίεση γνωμών με κίβδηλη επιστημονική αξιοπιστία είναι άκρως επικίνδυνη για την σταθερότητα και την εθνική ασφάλεια ενός κράτους.

Η επιτιθέμενη Τουρκία πέρασε το φράγμα των απειλών (ή oρισμέvωv από αυτές) και από καιρό πρoχωρεί σε εvέργειες βαθύτατου αναθεωρητικού χαρακτήρα. Μόνο και μόνο η μη εφαρμογή του δικαίου της θάλασσας που αφορά τους πλουτοπαραγωγικούς πόρους, σημαίνει όπως είπαμε, ότι από καιρό η άμεση αποτροπή κατέρρευσε. Οτιδήποτε άλλο ειπωθεί είναι επικίνδυνα ερασιτεχνικό, τεκμήριο πολιτικής δειλίας ή υποβολές κραχτών υπόπτων κινήτρων (συνήθως «ιδρυμάτων δεξαμενών, δήθεν, σκέψης» τύπου softpower) που διακινούνται μέσα στον «ετερόκλητο όχλο» τα μέλη του οποίου στην καλύτερη περίπτωση διατυπώνουν γνώμες και όχι γνώση.

Για την Κυπριακή Δημοκρατία, επίσης, άμεση εφαρμογή του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου εκτός και εάν θέλουν να αυτοκτονήσουμε ιστορικά αφήνοντας την Μεγαλόνησο να καταστεί όμηρος της Άγκυρας.

Το πώς βέβαια θα διορθωθεί η πιο πάνω «ενδιάμεση κατάσταση» για να επανέλθουμε σε άμεση αποτροπή δεν απαντάται εύκολα ούτε από κάποιο μεμονωμένο αναλυτή. Είναι υπόθεση του κράτους και αυτό απαιτεί εκτός των άλλων και άρτια επιτελική οργάνωση. [Ο υποφαινόμενος πέραν βιβλίων και δοκιμίων έχει ήδη κάνει πολλές παρεμβάσεις για πάγιους προσανατολισμούς και εδραιωμένες στρατηγικές τυπολογίες οι οποίες εύκολα εντοπίζονται στο διαδίκτυο (λήμμα «ενδοπολεμική αποτροπή»)].

Η Ελλάδα πάντως ως προς τα προαναφερθέντα «κεκτημένα δικαιώματα» ξανά και ξανά δηλώνει ότι είναι ανυποχώρητη. Κάτι είναι και αυτό. Για παράδειγμα δηλώσεις Ελλήνων επισήμων ότι διατηρούμε το δικαίωμα επί αυτών που αναθεωρητικά αξιώνει η Τουρκία, όπως πρόσφατα το Υπέξ για τα Ίμια αλλά και άλλες δηλώσεις πολιτειακών παραγόντων όπως του Προέδρου της Δημοκρατίας για το διεθνές δίκαιο.

Η διασφάλιση της κρατικής Επικράτειας και των κεκτημένων δικαιωμάτων των διεθνών Συμβάσεων και Συνθηκών είναι ζήτημα όχι μόνο πολιτικό αλλά και βαθύτατα κοινωνικοπολιτικό. Η κοινωνία ως πολιτικό σώμα έχει κάθε συμφέρον να κάνει σαφές στους εντολοδόχους κατόχους των καρεκλών εξουσίας (εντολοδόχοι πρέπει να είναι και μάλιστα ανακλητοί, εάν εφαρμόζονταν οι μακραίωνες Ελληνικές πολιτικής παραδόσεις της Ελευθερίας και της Δημοκρατίας), ότι η κρατική Επικράτεια της Ελλάδας δεν είναι δική τους προσωπική υπόθεση. Δεσμεύονται από το Σύνταγμα και εκλέγονται για να προασπίσουν την Επικράτεια και όχι για να υποχωρούν και να την συρρικνώνουν με το να χάνουν οι Έλληνες, για παράδειγμα, τους κολοσσιαίους υποθαλάσσιους πλουτοπαραγωγικούς πόρους οι οποίοι σύμφωνα με πλανητικά αποδεκτές Συνθήκες ανήκουν στο Ελληνικό κράτος, ή, με το να «γκριζάρεται» περίπου το μισό Αιγαίο ή να ακυρώνεται το Κυπριακό κράτος όπου πέραν της γεωπολιτικής σημασίας και των πλουτοπαραγωγικών πόρων ζουν εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες.

Το κράτος μας και η Επικράτεια της κυριαρχίας μας όπως την ορίζουν οι Συνθήκες και το διεθνές δίκαιο είναι είδος κοσμοθεωρητικού συμβολαίου μεταξύ των προγόνων, των ζώντων και των απογόνων όχι ιδιοκτησία οποιουδήποτε την οποία μπορεί να εγκαταλείπει, να παραχωρεί και να παραμελεί. Δεν εκλέγονται για κάτι τέτοιο.

Ολοκληρώνουμε συνοψίζοντας ότι η αποτρεπτική μας ασπίδα έχει από καιρό διαπεραστεί και απαιτείται αποκατάσταση της άμεσης αποτροπής ταυτόχρονα και η εφαρμογή του δικαίου της θάλασσας σε όλο το αλληλένδετο φάσμα χωρικά ύδατα, υφαλοκρηπίδα, ΑΟΖ.

Για την Κυπριακή Δημοκρατία, επίσης, άμεση εφαρμογή του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου εκτός και εάν θέλουν να αυτοκτονήσουμε ιστορικά αφήνοντας την Μεγαλόνησο να καταστεί όμηρος της Άγκυρας.

Εν τέλει, εάν δεν αποκατασταθεί η άμεση αποτροπή υπάρχει και κάτι άλλο: Εν μέσω υποχωρήσεων, κατευνασμών, αποχής άσκησης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων και εγκατάλειψης της Κύπρου (που «δεν είναι μακριά και δεν αποτελεί μόνο υπόθεση των Κυπρίων») μας θέτει σε ακόμη πιο επικίνδυνη τροχιά. Η αυτοκτονική αποδοχή ή ένοχη σιωπή μπροστά σε Τουρκικούς εκβιασμούς κάθε είδους εν μέσω καταιγιστικών στρατηγικών εξελίξεων, ενδέχεται να έχουν ήδη δώσει την παράσταση ενός αναλώσιμου νεοελληνικού κράτους και να οδηγήσουν την Ελλάδα και την Κύπρο στην Κλίνη του Προκρούστη για κατακρεούργηση, εξανέμιση και διαμοιρασμό. Η Τουρκία μπορεί να σχοινοβατεί αλλά ευκαιρίας δοθείσης μια μεταστροφή του Ερντογάν ή ένα άλλο καθεστώς που θα επαναφέρει τις τυπικές και άτυπες συμμαχίες με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ ή και με άλλα κράτη της περιφέρειάς μας, ενδέχεται να οδηγήσουν τους νεοέλληνες μέσα στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.

*Ομ. Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων – Στρατηγικών Σπουδών, Παν/μιο Πειραιώς, Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top