ΓΙΑ ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΟΥΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ 1963-1964Άρχισαν το πρωί στη λεωφόρο Λευκοθέου στη Λευκωσία, στα όρια των Δήμων Στοβόλου και Έγκωμης, εργασίες ανασκαφής από τη Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων (ΔΕΑ) για τον εντοπισμό λειψάνων Τουρκοκυπρίων, οι οποίοι εξαφανίστηκαν στις δικοινοτικές ταραχές του 1963-64.
Για τις ανασκαφές, που άρχισαν σήμερα στη λεωφόρο Λευκοθέου, ο βοηθός του κ. Γεωργιάδη, Ξενοφών Καλλής, δήλωσε ότι στη ΔΕΑ έχουν δοθεί πληροφορίες από Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους ότι σε συγκεκριμένο σημείο, κοντά σε ιδιωτική κλινική, υπήρχε το 1974 πηγάδι, μέσα στο οποίο ρίχθηκαν κάποιοι Τουρκοκύπριοι.
Ο εκπρόσωπος της ελληνοκυπριακής πλευράς στη Διερευνητική Επιτροπή για τους Αγνοούμενους, Ηλίας Γεωργιάδης, δήλωσε ότι αυτή την περίοδο η ΔΕΑ διενεργεί ανασκαφές στην Πάφο και στα κατεχόμενα για την ανεύρεση λειψάνων Ελληνοκυπρίων - Ελλήνων αγνοουμένων ή πεσόντων κατά την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο το 1974.
Για τις ανασκαφές, που άρχισαν σήμερα στη λεωφόρο Λευκοθέου, ο βοηθός του κ. Γεωργιάδη, Ξενοφών Καλλής, δήλωσε ότι στη ΔΕΑ έχουν δοθεί πληροφορίες από Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους ότι σε συγκεκριμένο σημείο, κοντά σε ιδιωτική κλινική, υπήρχε το 1974 πηγάδι, μέσα στο οποίο ρίχθηκαν κάποιοι Τουρκοκύπριοι. Επίσης, ανέφερε ότι προ διετίας πλησίον της περιοχής αυτής είχαν βρεθεί τα λείψανα πέντε άλλων Τουρκοκυπρίων αγνοουμένων.
Η τουρκοκυπριακή πλευρά έχει δηλώσει στη ΔΕΑ 502 Τουρκοκυπρίους αγνοουμένους από το 1963-64 και 1974. Οι μισοί είναι από την περίοδο 63-64.
Ο κ. Καλλής δήλωσε ότι μέχρι τώρα από τις ανασκαφές της ΔΕΑ στα κατεχόμενα δεν έχουν βρεθεί λείψανα Ελλήνων αγνοουμένων του 1974.
Όμως, από το πρόγραμμα ανασκαφών της Κυπριακής Δημοκρατίας στο ελεύθερο τμήμα της Κύπρου βρέθηκαν και ταυτοποιήθηκαν με τη μέθοδο DNA τα λείψανα 13 Ελλήνων αγνοουμένων και 40 πεσόντων, ανέφερε ο κ. Καλλής.
Εξάλλου, η ΔΕΑ έχει ταυτοποιήσει τα λείψανα 154 Ελληνοκυπρίων αγνοουμένων και 37 πεσόντων και 53 Τουρκοκυπρίων αγνοουμένων. Μετά την εισβολή είχαν δηλωθεί 1.619 περιπτώσεις Ελληνοκύπριων αγνοουμένων. Τελευταία, έχουν κατατεθεί ακόμη 41 περιπτώσεις Ελληνοκυπρίων αγνοουμένων της εποχής 1963/64, ωστόσο κανένας από αυτούς δεν έχει ακόμη ταυτοποιηθεί.
Στο μεταξύ, η Παγκύπρια Επιτροπή Συγγενών Αγνοουμένων και Αδήλωτων Αιχμαλώτων εκφράζει ανησυχία για τους αργούς ρυθμούς με τους οποίους γίνονται οι εκταφές, αλλά κυρίως οι ταυτοποιήσεις αγνοουμένων.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής Νίκος Θεοδοσίου έκανε λόγο για «ένα άδικο παιχνίδι με τον χρόνο», σημειώνοντας ότι πολλοί γονείς αγνοουμένων βρίσκονται σε προχωρημένη ηλικία και αναμένουν ακόμη να μάθουν για την τύχη των παιδιών τους.
Σε δηλώσεις στο ΚΥΠΕ ο κ. Θεοδοσίου εξήγησε ότι υπάρχουν επιστήμονες που βρίσκονται στους τόπους εκταφής, στο Ινστιτούτο Νευρολογίας και Γενετικής που ασχολείται με την εξαγωγή του γενετικού υλικού και την ταυτοποίηση, καθώς και στο Ανθρωπολογικό Εργαστήρι, που ασχολείται με την ανατομική συναρμολόγηση των λειψάνων. «Έτσι, επειδή υπάρχουν τρία πεδία επιστημόνων, πιστεύω ότι χρειάζεται ένας καλύτερος συντονισμός των τριών αυτών ομάδων», είπε ο κ. Θεοδοσίου.
Ανέφερε, ωστόσο, ότι η ταχύτητα που παρατηρείται σε ό,τι αφορά τον τομέα των εκταφών είναι τώρα γρηγορότερη σε σύγκριση με τους αρχικούς ρυθμούς, καθώς αρχικά υπήρχαν δύο συνεργεία, ενώ σήμερα υπάρχουν οκτώ. Εξέφρασε, παράλληλα, ανησυχία για τη συνέχιση του έργου της Διερευνητικής Επιτροπής για τους Αγνοούμενους (ΔΕΑ) σε περίπτωση που σε συνάρτηση με τις εξελίξεις στο Κυπριακό, προκύψει ενδεχόμενο απόφασης από τα κατεχόμενα για αναστολή των εργασιών.
Με βάση τις ανησυχίες αυτές, είπε, οι συγγενείς θα επιθυμούσαν να γίνουν περισσότερες εκταφές, εξηγώντας ότι από τη στιγμή που γίνονται οι εκταφές «μπαίνουμε στις διαδικασίες που ελέγχουμε εμείς πλήρως».
Σε ό,τι αφορά την προώθηση του ανθρωπιστικού θέματος των αγνοουμένων στον ευρωπαϊκό και διεθνή χώρο, ο κ. Θεοδοσίου ανέφερε ότι διμελής αντιπροσωπεία της οργάνωσης πραγματοποίησε τον περασμένο μήνα επίσκεψη στο Στρασβούργο, όπου κατά τη διάρκεια δύο ημερών είχε 19 επαφές τόσο στο Ευρωκοινοβούλιο όσο και στο Συμβούλιο της Ευρώπης.
Για τις ανασκαφές, που άρχισαν σήμερα στη λεωφόρο Λευκοθέου, ο βοηθός του κ. Γεωργιάδη, Ξενοφών Καλλής, δήλωσε ότι στη ΔΕΑ έχουν δοθεί πληροφορίες από Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους ότι σε συγκεκριμένο σημείο, κοντά σε ιδιωτική κλινική, υπήρχε το 1974 πηγάδι, μέσα στο οποίο ρίχθηκαν κάποιοι Τουρκοκύπριοι. Επίσης, ανέφερε ότι προ διετίας πλησίον της περιοχής αυτής είχαν βρεθεί τα λείψανα πέντε άλλων Τουρκοκυπρίων αγνοουμένων.
Η τουρκοκυπριακή πλευρά έχει δηλώσει στη ΔΕΑ 502 Τουρκοκυπρίους αγνοουμένους από το 1963-64 και 1974. Οι μισοί είναι από την περίοδο 63-64.
Ο κ. Καλλής δήλωσε ότι μέχρι τώρα από τις ανασκαφές της ΔΕΑ στα κατεχόμενα δεν έχουν βρεθεί λείψανα Ελλήνων αγνοουμένων του 1974.
Όμως, από το πρόγραμμα ανασκαφών της Κυπριακής Δημοκρατίας στο ελεύθερο τμήμα της Κύπρου βρέθηκαν και ταυτοποιήθηκαν με τη μέθοδο DNA τα λείψανα 13 Ελλήνων αγνοουμένων και 40 πεσόντων, ανέφερε ο κ. Καλλής.
Εξάλλου, η ΔΕΑ έχει ταυτοποιήσει τα λείψανα 154 Ελληνοκυπρίων αγνοουμένων και 37 πεσόντων και 53 Τουρκοκυπρίων αγνοουμένων. Μετά την εισβολή είχαν δηλωθεί 1.619 περιπτώσεις Ελληνοκύπριων αγνοουμένων. Τελευταία, έχουν κατατεθεί ακόμη 41 περιπτώσεις Ελληνοκυπρίων αγνοουμένων της εποχής 1963/64, ωστόσο κανένας από αυτούς δεν έχει ακόμη ταυτοποιηθεί.
Στο μεταξύ, η Παγκύπρια Επιτροπή Συγγενών Αγνοουμένων και Αδήλωτων Αιχμαλώτων εκφράζει ανησυχία για τους αργούς ρυθμούς με τους οποίους γίνονται οι εκταφές, αλλά κυρίως οι ταυτοποιήσεις αγνοουμένων.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής Νίκος Θεοδοσίου έκανε λόγο για «ένα άδικο παιχνίδι με τον χρόνο», σημειώνοντας ότι πολλοί γονείς αγνοουμένων βρίσκονται σε προχωρημένη ηλικία και αναμένουν ακόμη να μάθουν για την τύχη των παιδιών τους.
Σε δηλώσεις στο ΚΥΠΕ ο κ. Θεοδοσίου εξήγησε ότι υπάρχουν επιστήμονες που βρίσκονται στους τόπους εκταφής, στο Ινστιτούτο Νευρολογίας και Γενετικής που ασχολείται με την εξαγωγή του γενετικού υλικού και την ταυτοποίηση, καθώς και στο Ανθρωπολογικό Εργαστήρι, που ασχολείται με την ανατομική συναρμολόγηση των λειψάνων. «Έτσι, επειδή υπάρχουν τρία πεδία επιστημόνων, πιστεύω ότι χρειάζεται ένας καλύτερος συντονισμός των τριών αυτών ομάδων», είπε ο κ. Θεοδοσίου.
Ανέφερε, ωστόσο, ότι η ταχύτητα που παρατηρείται σε ό,τι αφορά τον τομέα των εκταφών είναι τώρα γρηγορότερη σε σύγκριση με τους αρχικούς ρυθμούς, καθώς αρχικά υπήρχαν δύο συνεργεία, ενώ σήμερα υπάρχουν οκτώ. Εξέφρασε, παράλληλα, ανησυχία για τη συνέχιση του έργου της Διερευνητικής Επιτροπής για τους Αγνοούμενους (ΔΕΑ) σε περίπτωση που σε συνάρτηση με τις εξελίξεις στο Κυπριακό, προκύψει ενδεχόμενο απόφασης από τα κατεχόμενα για αναστολή των εργασιών.
Με βάση τις ανησυχίες αυτές, είπε, οι συγγενείς θα επιθυμούσαν να γίνουν περισσότερες εκταφές, εξηγώντας ότι από τη στιγμή που γίνονται οι εκταφές «μπαίνουμε στις διαδικασίες που ελέγχουμε εμείς πλήρως».
Σε ό,τι αφορά την προώθηση του ανθρωπιστικού θέματος των αγνοουμένων στον ευρωπαϊκό και διεθνή χώρο, ο κ. Θεοδοσίου ανέφερε ότι διμελής αντιπροσωπεία της οργάνωσης πραγματοποίησε τον περασμένο μήνα επίσκεψη στο Στρασβούργο, όπου κατά τη διάρκεια δύο ημερών είχε 19 επαφές τόσο στο Ευρωκοινοβούλιο όσο και στο Συμβούλιο της Ευρώπης.
Δημοσίευση σχολίου