Τα ρητά, τα υπόρρητα και τα (μέχρι στιγμής) άρρητα των Γερμανών
Γράφει ο Γιώργος Αθ. Γιαννόπουλος, δικηγόρος
Η σημερινή ενοποιημένη Γερμανία αποτελεί, από πλευράς πολιτικού συστήματος και πολιτικής πρακτικής και ελιγμών, συνέχεια της μεταπολεμικής Δυτικής Γερμανίας, που έφερε τον επίσημο τίτλο Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας [Ο.Δ.Γ.].
Ευθύς εξ αρχής, μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και συνεχώς μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ‘50/αρχές της δεκαετίας του ’60 τουλάχιστον, το κράτος εκείνο τελούσε σε όλες τις εκφάνσεις της πολιτικής (και όχι μόνον) ζωής του υπό τον στενό έλεγχο και λογο-κρισία από μέρους των αγγλοαμερικανικών, αρχικά, και, ακολούθως, μόνον των αμερικανικών αρχών.
Αυτός ο ολοκληρωτικός έλεγχος – πρακτική, εξ άλλου, στην οποία οι Γερμανοί ήταν, εκουσίως ή ακουσίως, πολιτισμικά ευεπίφοροι, όπως διδάσκει η ιστορία τους – κάλυπτε όλες τις εκφάνσεις του δημόσιου λόγου της χώρας, είτε αυτός αφορούσε τα εσωτερικά ζητήματα είτε την εξωτερική πολιτική. Με αποτέλεσμα, ο τότε τύπος της χώρας να επαναλαμβάνει την «γραμμή» που υπαγορευόταν στην κυβέρνηση ή να αναλαμβάνει το έργο να εκθέτει απόψεις και στόχους, τους οποίους η εκάστοτε κυβέρνηση δεν θα έπρεπε (ακόμα) να εκφέρει ρητά.
Μετά την σταδιακή, αλλά – μέχρι πρότινος – πάντοτε μέχρις ενός ορίου, αυτονόμηση της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής, αρχής γενομένης με την Ostpolitik, αυτή η σχέση κυβέρνησης-τύπου, δηλαδή των λεγόμενων «έγκριτων» γερμανικών εφημερίδων, συνεχίστηκε και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Έτσι, οι εφημερίδες αυτές εκφράζουν συχνά, ως υπόρρητο όχημα – αλλά στυγνά πολιτικό, την γερμανική εξωτερική πολιτική. Κυρίως, στα πλέον βαρύνοντα για την Γερμανία ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, παρά την εντύπωση σιωπής ή αοριστίας, που σκοπίμως χαρακτηρίζει τον ρητό κυβερνητικό λόγο πάνω στα ζητήματα αυτά. Με εξαίρεση, ίσως, ακόμα τους Times του Λονδίνου, πρόκειται για γερμανική αποκλειστικότητα στα πλαίσια του λεγόμενου προηγμένου, πολιτικά και οικονομικά, Δυτικού Κόσμου και της οποίας η εξήγηση δεν είναι του παρόντος.
Των ανωτέρω δοθέντων, διάβασα πρόσφατα σε αυτόν το έγκριτο γερμανικό τύπο και ΜΜΕ, ότι η τρέχουσα κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας οφείλεται στον «ΜΑΞΙΜΑΛΙΣΜΟ» και των δύο χωρών! Μη βιαστείτε να χαρακτηρίστε αυτό το γερμανικό φληνάφημα ως πολιτική των ίσων αποστάσεων, όπως π.χ. των ΗΠΑ, των οποίων κύριο μέλημα είναι να μην διαρρήξουν έτι περαιτέρω τις σχέσεις τους με την πολύτιμη για αυτούς Τουρκία. Διότι, η Γερμανία χωρίς δισταγμό πλέον συντάσσεται με την Τουρκία, αν δεν την ενθαρρύνει ή, ακόμα, και υποκινεί, στην επιθετική και παράνομη πολιτική της έναντι της Ελλάδας, της Κύπρου και άλλων Κρατών στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Έτερο δε ζήτημα είναι ότι ο όρος αυτός έχει δυστυχώς δώσει λαβή και σε εγχώριες αντιπαραθέσεις, κατά τα ελληνικά ειωθότα της πομπώδους και επιβλαβούς δημόσιας αδολεσχίας.
Εξηγούμαι:
Κατ΄ αρχήν, είναι εξοργιστική υποκρισία οι Γερμανοί, που φημίζονται για την αναλυτική, αλλά με σαφήνεια και περιεκτικότητα, σκέψη τους – μέχρι τριχοτομήσεως της τρίχας, να μην έχουν την εντιμότητα να εκθέσουν εις τι τελοσπάντων έγκειται ο «μαξιμαλισμός» της μιας από τις δύο χώρες, Ελλάδας ή Τουρκίας, και εις τι έγκειται ο «μαξιμαλισμός» της άλλης χώρας. Για να τους … βοηθήσουμε, θα μπορούσαν, λ.χ., να ισχυριστούν ότι η αναγνώριση πλήρους επήρειας στο τόσον μακράν του κυρίου ελλαδικού κορμού Καστελλόριζο (κι ας ξεχάσουν τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα) αποτελεί ελληνικό «μαξιμαλισμό» ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου. Όμως, οι Γερμανοί θέλουν να αποσιωπήσουν και διαστρεβλώσουν το γεγονός ότι οι απόψεις της Ελλάδας εδράζονται ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ στο Διεθνές Δίκαιο [ερμηνεία και εφαρμογή του], το οποίο μόνον αυτό θα καθορίσει, ενώπιον του αρμοδίου Διεθνούς Δικαστηρίου, εάν οι απόψεις αυτές είναι τελικά καταχρηστικές, δηλαδή μαξιμαλιστικές, στο α ή β ζήτημα ή δεν είναι.
Με αυτή την χονδροειδή μέθοδο, νομίζουν οι Γερμανοί ότι θα αποφύγουν τελικά να εκφέρουν, επίσης ρητά, εις τις έγκειται και ο, κατ΄ αυτούς, «μαξιμαλισμός» της Τουρκίας (μακάρι να ήταν μαξιμαλισμός). Η Τουρκία, δεν εκκινεί από το Διεθνές Δίκαιο, αλλά αντίθετα το καταπατά ευθέως, χονδροειδώς και βαρβάρως, με το να μην αναγνωρίζει υφαλοκρηπίδα και, συνακόλουθα, επήρεια στην χάραξη ΑΟΖ στα ελληνικά νησιά, με το να επικαλείται οθωμανιστί τον πληθυσμό και την έκτασή της, την ακτογραμμή της λες και τα ελληνικά νησιά είναι φαντάσματα κ.λ.π. ΟΙ Γερμανοί, λοιπόν, κυβέρνηση και κατευθυνόμενος, άλλως συντονιζόμενος συστημικά με αυτήν, τύπος, φαίνεται να έχουν αμνησία: οι εισβολές και οι πόλεμοι του Χίτλερ, συμπεριλαμβανομένου και του Ντάντσιχ και του διαδρόμου του, δεν ήταν, ούτε κατ΄ ελάχιστο, «μαξιμαλισμός», αλλά χυδαία, και στην εφαρμογή ασύλληπτα κτηνώδης, παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Συνθηκών που καθόριζαν τα σύνορα των Κρατών-θυμάτων των Γερμανών (και όχι μόνον του Χίτλερ και των ΝΑΖΙ). Για αυτό και ο σημερινός υπουργός τους των Εξωτερικών ωμά επιτάσσει να συρθούμε γενικώς και αορίστως σε «διάλογο» με την Τουρκία επί παντός επιστητού, εξομοιώνοντας έτσι προκαταβολικά την διεθνή νομιμότητα με την επίδειξη ισχύος. Παλιά γερμανική συνταγή …[ο κύριος είναι και Σοσιαλδημοκράτης, για να μη το ξεχνάνε όσοι συναγελάζονται μαζί του και όσοι επίσης αδημονούν να συναγελαστούν μαζί του στο «ενοποιητικό» αντίστοιχο κόμμα του Ευρωκοινοβουλίου].
Τις ίδιες ημέρες, ένα γερμανικό ΜΜΕ, με την γνωστή γερμανική «ψυχρή ουδετερότητα», αντιδιέστειλε τις ελληνικές προς τις τουρκικές θέσεις ως έκφραση αντίθεσης μεταξύ του Διεθνούς Δικαίου, το οποίο επικαλείται η Ελλάδα, και της Πολιτικής, την οποία επικαλείται η Τουρκία. Ακολουθώντας δε την πολιτική της κυβέρνησης της χώρας του, απέφυγε να λάβει θέση, δηλαδή να αξιολογήσει κάθε μια από τις δύο αντιτιθέμενες απόψεις. Έτσι, πίσω από αυτήν την δήθεν ουδετερότητα, συγκαλύπτεται η ωμότητα: ο καταναγκασμός της Ελλάδας να απεμπολήσει τα δικαιώματά της ενώπιον της τουρκικής πολεμικής ισχύος, την οποία οι Γερμανοί για άλλη μια φορά στην Ιστορία τους αποκαλούν «Πολιτική». Κακά τα ψέματα, το τουρκικό επινόημα της «γαλάζιας πατρίδας», δηλαδή της επιθετικής επέκτασης, κατά παραβίαση κάθε έννοιας Διεθνούς Δικαίου και με καταπάτηση κάθε Διεθνούς Συνθήκης, αναβλύζει μέσα από τον σκληρό πυρήνα του χιτλερικού «ζωτικού χώρου»[Lebensraum]. Έτσι, μη λησμονώντας την σε συντριπτική πλειοψηφία κατάπτυστη συμπεριφορά του νομικού κόσμου της Γερμανίας [δικαστές, καθηγητές νομικής, δικηγόροι κ.α.] κατά το χρονικό διάστημα 1933-1945 και την, παρά ταύτα, αδιατάρακτη μετά το 1945 συνέχιση των «καθηκόντων» τους, οσμίζομαι, για να μη πω έχω αντιληφθεί, ότι η Γερμανία παρέχει πάλι στην Τουρκία γενναιόδωρα διάφορους φον Σάντερς, οι οποίοι, αντί για στρατιωτική στολή, φέρουν σήμερα την ακαδημαϊκή τήβεννο, διότι είναι ιδιαζόντως γερμανικό (και τουρκικό) να βαπτίζεις το άδικο δίκαιο, την σφαγή απελευθέρωση και την λεηλασία θεμιτό συμφέρον.
Η σημερινή πολιτική της Γερμανίας στην διένεξη Ελλάδας – Τουρκίας έχει ευρύτερα και βαθύτερα κίνητρα, τα οποία υπερβαίνουν αυτή τη διένεξη. Δεν οφείλεται απλώς σε ιστορικές φιλίες ή αντιπάθειες, αν και αυτές παίζουν τον ρόλο τους, ιδίως σε απογόνους συρρικνωθεισών αυτοκρατοριών του χθες. Ούτε είναι σοβαρό να αποδοθεί στα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα της Γερμανίας στην Τουρκία, που δεν είναι ικανά να δικαιολογήσουν τον ωθούμενο από την Γερμανία ακρωτηριασμό των θαλασσίων δικαιωμάτων μιας ευρωπαϊκής χώρας, κράτους-μέλους της ΕΕ, ενώ αυτοθρόως έπονται και τα χερσαία, στα δήθεν ορφανά νησιά και νησίδες, μέχρι κλάσμα της Κρήτης κ.ο.κ. Για την «νέα» αυτή Γερμανία η Ελλάδα είναι μια Τσεχοσλοβακία του 1938, την οποία επιχειρεί ωμά να εξαναγκάσει, ώστε να υποχωρήσει έναντι της αφανούς, μέχρι στιγμής, αντιπροσώπου της Γερμανίας στην περιοχή, η οποία είναι η Τουρκία. Μέσω της ενδυναμωμένης και αφειδώς εξοπλιζομένης από αυτήν Τουρκίας, η Γερμανία επαναφέρει, κατ’ αρχήν, την πολιτική της του 1914: την προσπάθειά της, μέσω της περιφερειακής κυριαρχίας της Τουρκίας, για την δημιουργία ερείσματος γερμανικής κυριαρχίας στην Ανατολική Μεσόγειο και, κατ΄ επέκταση, στις πετρελαιοφόρους Εγγύς και Μέση Ανατολή, καθώς και στην Διώρυγα του Σουέζ, η οποία οδηγεί γρήγορα στην μεγαλύτερη, συνεχή θαλάσσια έκταση του πλανήτη και στην Ανατολική Ευρασία, παρακάμπτοντας επιπλέον τη Ρωσική επικράτεια και σφαίρα επιρροής. Οι βλέψεις αυτές των Γερμανών στην Ανατολική Μεσόγειο και, επιπλέον, η προσπάθεια υλοποίησης αυτών των βλέψεων με την Τουρκία του Ερντογάν ειδικά, αποτελούν, πέραν των άλλων, απροκάλυπτη Ασέβεια και αηδή ΄Υβρη προς το ευρισκόμενο σε καίριο σημείο της Ανατολικής Μεσογείου Κράτος, το οποίο δημιούργησαν οι ολίγοι διασωθέντες της μεγαλύτερης κτηνωδίας όλων των εποχών: το Ισραήλ.
Όσον αφορά την Ελλάδα, η θυματοποίησή της αποτελεί για την Γερμανία σπουδαία ευκαιρία ως βίαιο, εναρκτήριο λάκτισμα του θεμελιακού Γερμανικού Αναθεωρητισμού. Διότι, κατ’ αρχήν, η Ελλάδα βρίσκεται στην νοτιανατολική εσχατιά της Ευρώπης και, επομένως, τυχόν πολεμική της σύγκρουση με την Τουρκία, δεν θα κλονίσει άμεσα, τουλάχιστον στρατιωτικά, τον γεωγραφικό πυρήνα της ευρωπαϊκής ολότητας. Από την άλλη πλευρά, η Τουρκία, ως μέλος του ΝΑΤΟ και δη σημαντικότατο, παρέχει στην Γερμανία, ως φύλλο συκής, το επιχείρημα ότι δεν θέλει να δυσαρεστήσει την σύμμαχο Τουρκία. Καλώς, λοιπόν, όπως τα λέει και ο κ. Στόλτενμπεργκ. Τότε για ποίο λόγο η Γερμανία, επιπροσθέτως, δυσαρεστεί και πλήττει ευθέως την Ελλάδα και μάλιστα κατά τρόπο απαξιωτικό – όπως έπραξε και πράττει ως προς το αντικείμενο και τον χρόνο συγκλίσεως των Υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ για τις διαφορές Ελλάδας – Τουρκίας, αφήνοντας τους Τούρκους να αλωνίζουν στην ελληνική υφαλοκρηπίδα; Ο λόγος αυτό έγκειται, προεχόντως, στο ότι η σύγκρουση Ελλάδας-Τουρκίας έχει μεγάλη ποιοτική διαφορά από την αποδιάρθρωση της Γιουγκοσλαβίας – έργο πρωτίστως γερμανικό.
Τις ίδιες ημέρες, ένα γερμανικό ΜΜΕ, με την γνωστή γερμανική «ψυχρή ουδετερότητα», αντιδιέστειλε τις ελληνικές προς τις τουρκικές θέσεις ως έκφραση αντίθεσης μεταξύ του Διεθνούς Δικαίου, το οποίο επικαλείται η Ελλάδα, και της Πολιτικής, την οποία επικαλείται η Τουρκία. Ακολουθώντας δε την πολιτική της κυβέρνησης της χώρας του, απέφυγε να λάβει θέση, δηλαδή να αξιολογήσει κάθε μια από τις δύο αντιτιθέμενες απόψεις. Έτσι, πίσω από αυτήν την δήθεν ουδετερότητα, συγκαλύπτεται η ωμότητα: ο καταναγκασμός της Ελλάδας να απεμπολήσει τα δικαιώματά της ενώπιον της τουρκικής πολεμικής ισχύος, την οποία οι Γερμανοί για άλλη μια φορά στην Ιστορία τους αποκαλούν «Πολιτική». Κακά τα ψέματα, το τουρκικό επινόημα της «γαλάζιας πατρίδας», δηλαδή της επιθετικής επέκτασης, κατά παραβίαση κάθε έννοιας Διεθνούς Δικαίου και με καταπάτηση κάθε Διεθνούς Συνθήκης, αναβλύζει μέσα από τον σκληρό πυρήνα του χιτλερικού «ζωτικού χώρου»[Lebensraum]. Έτσι, μη λησμονώντας την σε συντριπτική πλειοψηφία κατάπτυστη συμπεριφορά του νομικού κόσμου της Γερμανίας [δικαστές, καθηγητές νομικής, δικηγόροι κ.α.] κατά το χρονικό διάστημα 1933-1945 και την, παρά ταύτα, αδιατάρακτη μετά το 1945 συνέχιση των «καθηκόντων» τους, οσμίζομαι, για να μη πω έχω αντιληφθεί, ότι η Γερμανία παρέχει πάλι στην Τουρκία γενναιόδωρα διάφορους φον Σάντερς, οι οποίοι, αντί για στρατιωτική στολή, φέρουν σήμερα την ακαδημαϊκή τήβεννο, διότι είναι ιδιαζόντως γερμανικό (και τουρκικό) να βαπτίζεις το άδικο δίκαιο, την σφαγή απελευθέρωση και την λεηλασία θεμιτό συμφέρον.
Η σημερινή πολιτική της Γερμανίας στην διένεξη Ελλάδας – Τουρκίας έχει ευρύτερα και βαθύτερα κίνητρα, τα οποία υπερβαίνουν αυτή τη διένεξη. Δεν οφείλεται απλώς σε ιστορικές φιλίες ή αντιπάθειες, αν και αυτές παίζουν τον ρόλο τους, ιδίως σε απογόνους συρρικνωθεισών αυτοκρατοριών του χθες. Ούτε είναι σοβαρό να αποδοθεί στα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα της Γερμανίας στην Τουρκία, που δεν είναι ικανά να δικαιολογήσουν τον ωθούμενο από την Γερμανία ακρωτηριασμό των θαλασσίων δικαιωμάτων μιας ευρωπαϊκής χώρας, κράτους-μέλους της ΕΕ, ενώ αυτοθρόως έπονται και τα χερσαία, στα δήθεν ορφανά νησιά και νησίδες, μέχρι κλάσμα της Κρήτης κ.ο.κ. Για την «νέα» αυτή Γερμανία η Ελλάδα είναι μια Τσεχοσλοβακία του 1938, την οποία επιχειρεί ωμά να εξαναγκάσει, ώστε να υποχωρήσει έναντι της αφανούς, μέχρι στιγμής, αντιπροσώπου της Γερμανίας στην περιοχή, η οποία είναι η Τουρκία. Μέσω της ενδυναμωμένης και αφειδώς εξοπλιζομένης από αυτήν Τουρκίας, η Γερμανία επαναφέρει, κατ’ αρχήν, την πολιτική της του 1914: την προσπάθειά της, μέσω της περιφερειακής κυριαρχίας της Τουρκίας, για την δημιουργία ερείσματος γερμανικής κυριαρχίας στην Ανατολική Μεσόγειο και, κατ΄ επέκταση, στις πετρελαιοφόρους Εγγύς και Μέση Ανατολή, καθώς και στην Διώρυγα του Σουέζ, η οποία οδηγεί γρήγορα στην μεγαλύτερη, συνεχή θαλάσσια έκταση του πλανήτη και στην Ανατολική Ευρασία, παρακάμπτοντας επιπλέον τη Ρωσική επικράτεια και σφαίρα επιρροής. Οι βλέψεις αυτές των Γερμανών στην Ανατολική Μεσόγειο και, επιπλέον, η προσπάθεια υλοποίησης αυτών των βλέψεων με την Τουρκία του Ερντογάν ειδικά, αποτελούν, πέραν των άλλων, απροκάλυπτη Ασέβεια και αηδή ΄Υβρη προς το ευρισκόμενο σε καίριο σημείο της Ανατολικής Μεσογείου Κράτος, το οποίο δημιούργησαν οι ολίγοι διασωθέντες της μεγαλύτερης κτηνωδίας όλων των εποχών: το Ισραήλ.
Όσον αφορά την Ελλάδα, η θυματοποίησή της αποτελεί για την Γερμανία σπουδαία ευκαιρία ως βίαιο, εναρκτήριο λάκτισμα του θεμελιακού Γερμανικού Αναθεωρητισμού. Διότι, κατ’ αρχήν, η Ελλάδα βρίσκεται στην νοτιανατολική εσχατιά της Ευρώπης και, επομένως, τυχόν πολεμική της σύγκρουση με την Τουρκία, δεν θα κλονίσει άμεσα, τουλάχιστον στρατιωτικά, τον γεωγραφικό πυρήνα της ευρωπαϊκής ολότητας. Από την άλλη πλευρά, η Τουρκία, ως μέλος του ΝΑΤΟ και δη σημαντικότατο, παρέχει στην Γερμανία, ως φύλλο συκής, το επιχείρημα ότι δεν θέλει να δυσαρεστήσει την σύμμαχο Τουρκία. Καλώς, λοιπόν, όπως τα λέει και ο κ. Στόλτενμπεργκ. Τότε για ποίο λόγο η Γερμανία, επιπροσθέτως, δυσαρεστεί και πλήττει ευθέως την Ελλάδα και μάλιστα κατά τρόπο απαξιωτικό – όπως έπραξε και πράττει ως προς το αντικείμενο και τον χρόνο συγκλίσεως των Υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ για τις διαφορές Ελλάδας – Τουρκίας, αφήνοντας τους Τούρκους να αλωνίζουν στην ελληνική υφαλοκρηπίδα; Ο λόγος αυτό έγκειται, προεχόντως, στο ότι η σύγκρουση Ελλάδας-Τουρκίας έχει μεγάλη ποιοτική διαφορά από την αποδιάρθρωση της Γιουγκοσλαβίας – έργο πρωτίστως γερμανικό.
Στην περίπτωση της Γιουγκοσλαβίας υπήρχαν ομόσπονδες δημοκρατίες και αυτόνομες περιοχές καθορισμένες γεωγραφικά και όλες οι συγκρούσεις είχαν βασική αιτία την τύχη των αμοιβαίων εθνικών και θρησκευτικών μειονοτήτων. Όμως, τα χερσαία και θαλάσσια σύνορα της Ελλάδας, όπως και της Τουρκίας και της Γερμανίας, εκτός από το γενικό και αφηρημένο κοινό Διεθνές Δίκαιο της θαλάσσης και της ξηράς, καθορίζονται από Διεθνείς Συνθήκες, τις οποίες έχουν υπογράψει τα αντιμαχόμενα Κράτη. Η Γερμανία θεωρεί την σύγκρουση Ελλάδας και Τουρκίας ως πρόσφορο έδαφος για την αναθεώρηση και ουσιαστικά καταπάτηση των Διεθνών Συνθηκών που ορίζουν τα χερσαία και θαλάσσια σύνορά μας με την Τουρκία, προς όφελος της Τουρκίας και εις βάρος της Ελλάδας για να δημιουργήσει προηγούμενο. Αυτό είναι βέβαιο ότι θα ανοίξει τους ασκούς του Αιόλου και στην Ευρώπη και, σε πρώτο στάδιο, στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, όπου, μεταξύ της λήξης του πρώτου παγκοσμίου πολέμου και της λήξης του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, είχαμε διαδοχικές και παλινδρομικές μετατοπίσεις συνόρων, των οποίων τα αποτελέσματα σιγοβράζουν σήμερα, για να χρησιμοποιήσβ τον πλέον καθησυχαστικό όρο, στο θυμικό των εθνοτήτων και των κρατών της περιοχής αυτής.
Η Γερμανία αυτό ακριβώς επιδιώκει με αφετηρία την προωθούμενη από αυτήν δυσμενή έκβαση για την Ελλάδα των ελληνοτουρκικών διαφορών, όχι μόνον για να επιδιαιτητεύσει (κατά τα συμφέροντά της), αλλά και για να προβάλλει ακολούθως στο φως της ημέρας και πραγματοποιήσει τους δικούς της «αλυτρωτικούς» στόχους. Έθεσα την προτελευταία λέξη σε εισαγωγικά, διότι πρόκειται για περιοχές, οι οποίες ανήκουν σήμερα και κατά κύριο λόγο στην Πολωνία και στις οποίες δεν υπάρχει πλέον ίχνος Γερμανού ή γερμανικότητας, ώστε να τους «λυτρώσει» η Γερμανία [εξαιρουμένης της Αλσατίας-Λωρραίνης]. Ήταν επί αιώνες εδάφη, κατά το πλείστον αμιγώς γερμανικά, τα οποία οι Γερμανοί απώλεσαν με τις ήττες τους στον πρώτο και, κυρίως, στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, ως ελάχιστη ανταπόδοση-επανόρθωση των απερίγραπτων θηριωδιών της πλήρως και «προθύμως» εκχιτλερισμένης Γερμανίας σε όλη την κατακτηθείσα από αυτήν Ευρώπη, αλλά, πρωτίστως, στην Πολωνία, στην Λευκορωσία, στην Ρωσία, στην Ουκρανία, στο Ολοκαύτωμα και τη Γενοκτονία και άλλων λαών. Έχοντας την πολυπληθέστερη και πλουσιότερη χώρα της παλαιάς «Δυτικής Ευρώπης», κατέστησαν με μεθοδικότητα την ΕΕ γερμανικό οικονομικό domimium, υπαγορεύοντας εκβιαστικά/απειλητικά, ως καθαρόαιμοι Γερμανοί, τα Diktate τους.
Οι Άγγλοι, οι γερο-αλεπούδες, πρόλαβαν και δραπέτευσαν από το … παράθυρο. Χάρις την παροιμιώδη μεθοδικότητά τους, οι Γερμανοί είναι πλέον και οι διπλωματικοί δυνάστες της Ευρώπης, οι οποίοι επιβάλλουν σε ένα έκαστο κράτος της ΕΕ την εξωτερική πολιτική του, δηλαδή την υποτέλειά του στα κελεύσματα της Γερμανίας, δίκην δορυφόρου της, ακόμα και εάν αυτή η υποτέλεια μεταφράζεται δραματικά σε απεμπόληση κυριαρχικών δικαιωμάτων τους και μάλιστα υπέρ εξωευρωπαϊκών και νεοβαρβαρικών κρατών, όπως είναι η ευνοούμενη των Γερμανών σημερινή Τουρκία. Υπάρχει, λοιπόν, η ελάχιστη αμφιβολία ότι το επόμενο στάδιο, στο οποίο αναπόδραστα θα μεταβεί η Γερμανία, είναι ο ηγεμονικός, ραγδαίος επανεξοπλισμός της; Εξ άλλου, έχει τα πλήρη διαπιστευτήρια, τεχνικά, οργανωτικά και συλλογικά για τον σκοπό αυτό. Σε αντιδιαστολή προς τον Κάιζερ και τον Χίτλερ, οι οποίοι, όταν άρχισαν τους παγκοσμίους πολέμους τους, δεν είχαν κατορθώσει να ηγεμονεύσουν στην Ευρώπη διπλωματικά και οικονομικά – για αυτό, κατά μέγα μέρος, τους έχασαν, οι σημερινοί Γερμανοί πιο ώριμοι και μεθοδικοί έχουν πλέον θέσει ισχυρά θεμέλια, ώστε να κυριαρχήσουν αδιατάρακτοι και στρατιωτικά και, επομένως, Απόλυτα στην Ευρώπη και στους βασικούς γεωπολιτικούς άξονες, που διατρέχουν ή αφορούν άμεσα την Γηραιά Ήπειρο.
Κι ας μη ξεχνάμε, οι Γερμανοί, όπως ακριβώς και οι Τούρκοι, όταν αποκτήσουν ισχύ, οικονομική, πολιτική, στρατιωτική, είναι βιαίως αμείλικτοι και ωμοί, έως ότου καταβληθούν από μία υπέρτερη Δύναμη. Συνεπώς, όπως έχει διδάξει με ποταμούς αίματος η ιστορία, ο σε βάρος της Ελλάδας «κατευνασμός» της Τουρκίας, που καταλήγει ουσιαστικά σε «κατευνασμό» της Γερμανίας, θα πρέπει να διακοπεί άμεσα και ριζικά, πριν είναι αργά για την Ευρώπη και την Ανατολική Μεσόγειο και για όλη την Υδρόγειο, όπως έχει καταδείξει το Μόναχο του 1938. Διότι υποδηλώνει μέγα θράσος και απόρρητες άνομες επιδιώξεις, το να εκφράζει σήμερα η από το 1945 υπόδικος, που μέχρι και σήμερα αρνείται να εκπληρώσει τα έναντι αίματος οφειλόμενα χρηματικά χρέη της, την δυσαρέσκειά της, την οργή της, την γερμανικά ωμή περιφρόνησή της, διότι η Ελλάδα δεν την ειδοποίησε και δεν έλαβε την άδειά της για να καθορίσει την ΑΟΖ της με την Αίγυπτο. Μήπως ήθελε να της ζητήσουμε την άδεια και για την ρύθμιση της ΑΟΖ με την Ιταλία; Η άνευρη επανάληψη από την Γερμανίδα (και μάλιστα «ανατολικογερμανίδα») καγκελάριο της ξύλινης και χωρίς ουσιαστικό και ειλικρινές περιεχόμενο «αλληλεγγύης» προς Ελλάδα και Κύπρο, θυμίζει έντονα τις παληές, «καλές», ψευδείς γερμανικές «διαβεβαιώσεις» για σεβασμό των συνόρων των γειτόνων των Γερμανών και, συνεπώς, είναι εξοργιστικά υποκριτική. Θέλει επίσης μεγάλο θράσος και ιστορική αναισχυντία ο εκπρόσωπος τύπου της Γερμανικής κυβέρνησης να εγκαλεί εμμέσως, πλην σαφώς, την Γαλλία για την αεροναυτική άσκηση με την Ελλάδα. Η ευθύνη των τριών νικητών του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, καθώς και της Γαλλίας, είναι μεγάλη και, φρονώ, ότι έχουν αρχίσει να αντιλαμβάνονται το παίγνιο της Γερμανίας· αν και η σημερινή αμερικανική Διοίκηση είναι αναξιόπιστη, για εμφανείς και αφανείς, μέχρι στιγμής, λόγους, ενώ η Ρωσία επαναλαμβάνει εν μέρει την παλιά αποτυχημένη συνταγή του τσαρικού καιροσκοπισμού, ο οποίος συχνά την έβλαψε καταστροφικά. Εύχομαι και οι δικοί μας κυβερνώντες, τα λοιπά κόμματα της Βουλής , καθώς και οι εκτός Βουλής, να έχουν πλέον συνειδητοποιήσει ότι με την Γερμανία διαιτητή στην σύγκρουσή μας με την Τουρκία η τράπουλα είναι χονδροειδώς σημαδεμένη.
Φέρνοντας στον νου, τα λόγια του Θ. Πάγκαλου περί Γερμανίας, τα οποία κακώς εξέφερε τότε, διότι ήταν Υπουργός της Ελλάδας, αλλά ήταν ορθά-προφητικά [: τα «παιδιά» είναι πρωτόγονα εγωιστικά και κτητικά], καλώ τους συγκροτημένους βουλευτές σε Ελλάδα και Κύπρο, τους εκτός βουλής έμπειρους πολιτικούς, τους Έλληνες και Κύπριους ειδήμονες και αναλυτές σε διεθνείς σχέσεις και γεωπολιτική, οι οποίοι μέχρι σήμερα εκκωφαντικά σιωπούν, να αρχίσουν να αναδεικνύουν την συμπεριφορά και τα όλως δόλια κίνητρα των Γερμανών έναντι της Κύπρου και της Ελλάδας. Με τον τρόπο αυτό θα βοηθήσουν πολύ τη σημερινή Ελληνική Κυβέρνηση και την όποια άλλη Ελληνική Κυβέρνηση στο μέλλον, όπως και τις Κυπριακές, ώστε να αφυπνιστεί η Διεθνής Κοινότητα και, σε κάθε περίπτωση, να καταστεί urbi et orbi απερίφραστα σαφές ότι ο Ελληνισμός και οι Πατρίδες του δεν θα προσφερθούν ως Ιφιγένεια στον εκτός ελέγχου Γερμανικό Αναθεωρητισμό. Ίσως, και αυτό το άρθρο της ταπεινότητάς μου, που ως ελεύθερη άποψη, δεν δεσμεύει και δεν χαρακτηρίζει αυτούς, που θα το δημοσιοποιήσουν, να δημιουργήσει έστω μια κάποια οπτική επιφυλακής και εγρήγορσης στους Έλληνες αναγνώστες του και, ίσως, περιστολή στους Γερμανούς· προτού είναι πολύ αργά…
Υ.Γ. Χρησιμοποιώ σκοπίμως στην επικεφαλίδα και συχνά στο κείμενο την λέξη «Γερμανοί» αντί «Γερμανία», διότι πιστεύω ότι, από την ενδυνάμωση του Πρωσικού Βασιλείου, μετά με την Γερμανική Αυτοκρατορία των Βερσαλλιών, κατόπιν με την Δημοκρατία της Βαϊμάρης [που έστελνε τους αξιωματικούς της για εκπαίδευση στην Σοβιετική Ένωση – αδελφή των Σπαρτακιστών !], ύστερα με το ναζιστικό Γ΄ Ράιχ και, ακολούθως, με την Ο.Δ.Γ. και με το σημερινό Γερμανικό Κράτος, υπάρχουν ορισμένες, οιονεί ανεξίτηλες, ανθρωπολογικές και πολιτισμικές σταθερές, οι οποίες εκπηγάζουν από τον ίδιο πάντοτε λαό των κρατών αυτών, δηλαδή τον Γερμανικό. Ιδεολογικές αγκυλώσεις και μεταμοντέρνα «θεωρήματα» δεν θα πρέπει να μας οδηγούν, για να μην αυτοενοχοποιηθούμε ως δήθεν ρατσιστές, στο να αγνοούμε αυτήν την παραδόξως εμμένουσα ιστορική σταθερά, ιδίως όταν πρόκειται για λαούς, όπως οι Γερμανοί και οι Τούρκοι και όπως μας διδάσκει για αυτούς η σύγχρονη και η ιστορική βιωματική μας εμπειρία.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Φέρνοντας στον νου, τα λόγια του Θ. Πάγκαλου περί Γερμανίας, τα οποία κακώς εξέφερε τότε, διότι ήταν Υπουργός της Ελλάδας, αλλά ήταν ορθά-προφητικά [: τα «παιδιά» είναι πρωτόγονα εγωιστικά και κτητικά], καλώ τους συγκροτημένους βουλευτές σε Ελλάδα και Κύπρο, τους εκτός βουλής έμπειρους πολιτικούς, τους Έλληνες και Κύπριους ειδήμονες και αναλυτές σε διεθνείς σχέσεις και γεωπολιτική, οι οποίοι μέχρι σήμερα εκκωφαντικά σιωπούν, να αρχίσουν να αναδεικνύουν την συμπεριφορά και τα όλως δόλια κίνητρα των Γερμανών έναντι της Κύπρου και της Ελλάδας. Με τον τρόπο αυτό θα βοηθήσουν πολύ τη σημερινή Ελληνική Κυβέρνηση και την όποια άλλη Ελληνική Κυβέρνηση στο μέλλον, όπως και τις Κυπριακές, ώστε να αφυπνιστεί η Διεθνής Κοινότητα και, σε κάθε περίπτωση, να καταστεί urbi et orbi απερίφραστα σαφές ότι ο Ελληνισμός και οι Πατρίδες του δεν θα προσφερθούν ως Ιφιγένεια στον εκτός ελέγχου Γερμανικό Αναθεωρητισμό. Ίσως, και αυτό το άρθρο της ταπεινότητάς μου, που ως ελεύθερη άποψη, δεν δεσμεύει και δεν χαρακτηρίζει αυτούς, που θα το δημοσιοποιήσουν, να δημιουργήσει έστω μια κάποια οπτική επιφυλακής και εγρήγορσης στους Έλληνες αναγνώστες του και, ίσως, περιστολή στους Γερμανούς· προτού είναι πολύ αργά…
Υ.Γ. Χρησιμοποιώ σκοπίμως στην επικεφαλίδα και συχνά στο κείμενο την λέξη «Γερμανοί» αντί «Γερμανία», διότι πιστεύω ότι, από την ενδυνάμωση του Πρωσικού Βασιλείου, μετά με την Γερμανική Αυτοκρατορία των Βερσαλλιών, κατόπιν με την Δημοκρατία της Βαϊμάρης [που έστελνε τους αξιωματικούς της για εκπαίδευση στην Σοβιετική Ένωση – αδελφή των Σπαρτακιστών !], ύστερα με το ναζιστικό Γ΄ Ράιχ και, ακολούθως, με την Ο.Δ.Γ. και με το σημερινό Γερμανικό Κράτος, υπάρχουν ορισμένες, οιονεί ανεξίτηλες, ανθρωπολογικές και πολιτισμικές σταθερές, οι οποίες εκπηγάζουν από τον ίδιο πάντοτε λαό των κρατών αυτών, δηλαδή τον Γερμανικό. Ιδεολογικές αγκυλώσεις και μεταμοντέρνα «θεωρήματα» δεν θα πρέπει να μας οδηγούν, για να μην αυτοενοχοποιηθούμε ως δήθεν ρατσιστές, στο να αγνοούμε αυτήν την παραδόξως εμμένουσα ιστορική σταθερά, ιδίως όταν πρόκειται για λαούς, όπως οι Γερμανοί και οι Τούρκοι και όπως μας διδάσκει για αυτούς η σύγχρονη και η ιστορική βιωματική μας εμπειρία.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου