GuidePedia

0

Του Θεόδωρου Καρυώτη
Τώρα τελευταία, κάποιοι προσπαθούν να μειώσουν την αξία της ΑΟΖ επιδιώκοντας να μας πείσουν ότι δεν αποτελεί παρά ΜΟΔΑ. Ξεχνούν βέβαια, ότι εδώ για πολλά χρόνια κανένα κράτος δεν έχει πάει στη Χάγη ζητώντας μόνο την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας αλλά ζητούν ταυτόχρονα και την οριοθέτηση της ΑΟΖ. Ξεχνούν επίσης ότι στη δεκαετία του 1970, κατά τις συζητήσεις της Διάσκεψης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, οι αντιπροσωπείες των κρατών της Λατινικής Αμερικής, που έφεραν προς συζήτηση την νέα έννοια της ΑΟΖ, ζήτησαν να αγνοηθεί η ύπαρξη της υφαλοκρηπίδας μιας και είχε ξεπεραστεί από αυτή της ΑΟΖ.
Οι ίδιοι, όχι μόνο αγνοούν την αξία της ΑΟΖ αλλά προσπαθούν να μας πείσουν ότι το Ισραήλ και η Κύπρος κακώς έκαναν οριοθέτηση της ΑΟΖ και έχουν απεμπολήσει τα εθνικά τους συμφέροντα μιας και αγνόησαν την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Είναι ξεκάθαρο σε όλους ότι η οριοθέτηση της ΑΟΖ ανάμεσα στην Κύπρο και το Ισραήλ αποτελεί όχι μόνο μία σημαντική οριοθέτηση αλλά ταυτόχρονα τα κράτη αυτά έχουν προχωρήσει σε θαλάσσιες έρευνες για την εξερεύνηση πετρελαίου και φυσικού αερίου και δεν σχεδιάζουν να οριοθετήσουν ποτέ την υφαλοκρηπίδα τους, διότι η έννοια αυτή έχει ξεπεραστεί από το 1982 με την έννοια της ΑΟΖ. Όμως η κυβέρνηση το ΠΑΣΟΚ και οι υποστηρικτές της επιμένουν να δίνουν μαθήματα στους Έλληνες, στους Κύπριους και στους Ισραηλίτες τονίζοντας ότι «Η ΑΟΖ δεν έχει καμία σχέση με το θέμα του ορυκτού πλούτου. Με την υφαλοκρηπίδα σχετίζεται.”

Υπάρχουν 137 κράτη που διαθέτουν μια ΑΟΖ 200 ν.μ. Είναι εμφανές ότι οι Έλληνες επικριτές της ΑΟΖ πιστεύουν ότι αυτά τα κράτη κακώς οριοθέτησαν ΑΟΖ. Η Σύμβαση του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας αναφέρει ρητά στο Άρθρο 121, παράγραφο 2, ότι όλα τα νησιά διαθέτουν μια ΑΟΖ και ότι η ΑΟΖ ενός νησιού καθορίζεται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που καθορίζεται και για τις ηπειρωτικές περιοχές. Επομένως, η Τουρκία δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει την ίδια επιχειρηματολογία για την ΑΟΖ που προβάλλει για την υφαλοκρηπίδα των νησιών του Αιγαίου. Ότι δηλαδή τα νησιά μας δεν διαθέτουν υφαλοκρηπίδα ή ότι «κάθονται» πάνω στην υφαλοκρηπίδα της Ανατολίας.
Ένα από τα πιο σημαντικά έργα της Διάσκεψης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας ήταν η δημιουργία και η κωδικοποίηση του θεσμού της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ). Έτσι, δόθηκε τέλος στην χαώδη κατάσταση που επικρατούσε μέχρι τότε στο Διεθνές Δίκαιο Αλιείας. Με βάση τα άρθρα 55, 56, 57 της νέας Σύμβασης (1982), ως Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη ορίζεται η πέραν και παρακείμενη της αιγιαλίτιδας ζώνης περιοχή, το πλάτος της οποίας μπορεί να φθάσει τα 200 ναυτικά μίλια (ν.μ.) από τις γραμμές βάσης από τις οποίες μετράται το πλάτος της αιγιαλίτιδας ζώνης. Εντός της ΑΟΖ το παράκτιο κράτος ασκεί κυριαρχικά δικαιώματα σε θέματα που έχουν σχέση με την εξερεύνηση, την εκμετάλλευση, την διατήρηση και διαχείριση των φυσικών πηγών ζώντων ή μη των υδάτων, του βυθού και υπεδάφους της θάλασσας, καθώς και κυριαρχικά δικαιώματα, που αναφέρονται στην εξερεύνηση και οικονομική εκμετάλλευση των ρευμάτων και των υπερκείμενων της θάλασσας ανέμων.
Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των παράκτιων και άλλων κρατών που αφορούν τα θέματα της αλιείας μέσα στην ΑΟΖ καθορίζονται στην Σύμβαση από τα άρθρα 51, 55, 56, 58-73, 115 και 123, ενώ στις περιοχές της ανοικτής θάλασσας η αλιεία ρυθμίζεται από τα άρθρα 116-120. Επιπλέον, στο Παράρτημα Ι της Σύμβασης αναφέρονται τα αποδημητικά είδη ψαριών που βρίσκονται μέσα ή έξω από αυτήν την ζώνη.
Εάν όλα τα παράκτια κράτη κάνουν χρήση των δικαιωμάτων τους για θέσπιση ΑΟΖ 200 ν.μ. τότε η περιοχή των ωκεανών που θα ανήκει σ' αυτά τα κράτη θα καλύπτει γύρω στα 37,7 εκατ. τετρ. ν.μ. ή το 35,8% της παγκόσμιας θαλάσσιας επιφάνειας. Μέσα στην επικυριαρχία αυτών των ζωνών περιλαμβάνονται πάνω από το 90% της παγκόσμιας αλιείας, πάνω από το 87% του πετρελαίου και γύρω στο 10% των πολυμεταλλικών κονδύλων. Επομένως, εύκολα μπορεί κανείς να αντιληφθεί την κρίσιμη σημασία που έχει η ΑΟΖ όχι μόνο για το Δίκαιο της Θάλασσας αλλά γενικότερα για την παγκόσμια οικονομία και τις διεθνείς οικονομικές σχέσεις.
Το άρθρο 56 της Σύμβασης αναφέρεται στα δικαιώματα, τις αρμοδιότητες και τις υποχρεώσεις του παράκτιου κράτους μέσα στην ΑΟΖ. Σύμφωνα με αυτό, στην ΑΟΖ το παράκτιο κράτος ασκεί κυριαρχικά δικαιώματα για την έρευνα, την εκμετάλλευση, την διατήρηση και την διαχείριση των ζώντων ή μη πόρων του βυθού, του υπεδάφους και των υπερκείμενων υδάτων. Επίσης, ασκεί κυριαρχικά δικαιώματα και σε άλλες οικονομικές δραστηριότητες, όπως είναι η παραγωγή ενέργειας από τα ύδατα, τα ρεύματα και τους ανέμους. Επιπλέον, το παράκτιο κράτος έχει αποκλειστική αρμοδιότητα για:
(α) την τοποθέτηση και χρήση τεχνητών νήσων και άλλων εγκαταστάσεων,
(β) τη διεξαγωγή θαλάσσιας επιστημονικής έρευνας και
(γ) την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος από τη ρύπανση.
Το άρθρο 56 αναφέρει επίσης ότι το παράκτιο κράτος έχει υποχρέωση να σέβεται τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των άλλων κρατών μέσα στην δική του ΑΟΖ, πάντα βέβαια με βάση τους όρους που προβλέπει η Σύμβαση.
Η παράγραφος (1) του άρθρου 74 της ίδιας Σύμβασης αναφέρει συγκεκριμένα ότι: «Η οριοθέτηση της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης μεταξύ χωρών με αντικείμενες ή παρακείμενες ακτές θα γίνεται με συμφωνία βάσει του Διεθνούς Δικαίου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 38 του Κανονισμού του Διεθνούς Δικαστηρίου, ώστε να επιτευχθεί μια δίκαιη λύση.»
Βέβαια εδώ έχουμε και πάλι τη σύγκρουση μεταξύ δύο σχολών σκέψης, αυτής που υποστηρίζει τη μέθοδο της "μέσης γραμμής" και αυτής που προωθεί την οριοθέτηση με βάση τις "αρχές δικαιοσύνης". Πάνω απ' όλα δεν πρέπει να μας φοβίζουν οι λέξεις "αρχές δικαιοσύνης" και "επιείκεια" (equity), διότι θα μπορούσαμε και εμείς να τις επικαλεσθούμε λόγω της ιδιομορφίας των γεωγραφικών συνθηκών στο Αιγαίο. Επιπλέον, η μέση γραμμή δεν αποτελεί τίποτα άλλο παρά μια από τις λύσεις που μπορεί να φθάσει κανείς και που σίγουρα αποτελεί μια μορφή δικαιοσύνης.
Τα τέσσερα βασικά στοιχεία της ΑΟΖ - εξερεύνηση, εκμετάλλευση, διαχείριση και προστασία του περιβάλλοντος – συνιστούν "κυριαρχικά δικαιώματα" του άρθρου 56 της Σύμβασης. Η υποχρέωση του παράκτιου κράτους για την επιβολή μέτρων σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος περιλαμβάνεται στο Μέρος ΧΙΙ της Σύμβασης. Το άρθρο 57 προβλέπει ότι η ΑΟΖ δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 200 ν.μ. από τις γραμμές βάσης από τις οποίες μετράται το πλάτος της αιγιαλίτιδας ζώνης. Αυτό σημαίνει ότι το μέγιστο πλάτος της ΑΟΖ μπορεί να είναι 200 ν.μ. χωρίς το πλάτος αυτό να είναι υποχρεωτικό για όλα τα παράκτια κράτη που δικαιούνται ΑΟΖ. Μέχρι τώρα, όλα τα κράτη που έχουν ΑΟΖ έχουν επιλέξει τα 200 ν.μ. ως μέγιστο πλάτος, από το οποίο πρέπει βέβαια να αφαιρεθεί το πλάτος της αιγιαλίτιδας ζώνης. Διότι, το ακριβές πραγματικό πλάτος της ΑΟΖ κάθε κράτους εξαρτάται από το πλάτος της αιγιαλίτιδας ζώνης του. Έτσι, η Σιγκαπούρη που έχει αιγιαλίτιδα ζώνη 3 ν.μ. έχει ΑΟΖ 197 ν.μ., η Δομινικανή Δημοκρατία που έχει αιγιαλίτιδα ζώνη 6 ν.μ έχει ΑΟΖ 194 ν.μ., οι ΗΠΑ που έχουν αιγιαλίτιδα ζώνη 12 ν.μ. έχει ΑΟΖ 188 ν.μ. και το Τόγκο που έχει αιγιαλίτιδα ζώνη 30 ν.μ. έχει ΑΟΖ 170 ν.μ.
Τα οφέλη που μπορούν να προκύψουν από τη δημιουργία ΑΟΖ μπορεί να είναι τεράστια εφόσον ένα πάρα πολύ μικρό κατοικήσιμο νησάκι βρίσκεται στρατηγικά τοποθετημένο σε απόσταση πέρα από 400 ν.μ. από οποιαδήποτε γειτονική χώρα. Έτσι, θα μπορεί επί παραδείγματι να εξασφαλίσει αποκλειστική ζώνη για αλιεία και εκμετάλλευση του θαλάσσιου βυθού που να ξεπερνάει τα 125.000 τετραγωνικά μίλια, δηλαδή έκταση μεγαλύτερη από τη Γαλλία. Τέτοιου είδους περιπτώσεις παρουσιάζονται κυρίως στον Ειρηνικό Ωκεανό αλλά και στον Ατλαντικό. Στον Νότιο Ειρηνικό υπάρχει ένα νησιωτικό κράτος, το Κιριμπάτι (πληθυσμός 60,000) που παλαιότερα είχε την ονομασία Νησιά του Γκίλμπερτ, που τώρα διαθέτει ΑΟΖ 770.000 τ.ν.μ.
Ένα εύλογο ερώτημα που τίθεται, είναι γατί προτάθηκε και τελικά υιοθετήθηκε ΑΟΖ που έχει πλάτος 200 ν.μ. Δηλαδή, γιατί δεν προτιμήθηκε μια απόσταση 50 ν.μ. ή 100 ν.μ. ή 150 ν.μ. ή 500 ν.μ.; Η πιο αποδεκτή ερμηνεία είναι ότι όταν άρχισε η Διάσκεψη του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας υπήρξαν ήδη ορισμένα κράτη που είχαν υιοθετήσει απόσταση 200 ν.μ. για την αιγιαλίτιδα ζώνη τους. Τα κράτη αυτά (της Λατινικής Αμερικής και μερικά της Αφρικής) δεν θα δεχόντουσαν να περιορίσουν την κυριαρχία τους σε πλάτος μικρότερο των 200 ν.μ. και πολύ σωστά στην Διάσκεψη του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας πολλές αντιπροσωπείες σκέφθηκαν να προτείνουν τα 200 ν.μ. ως ΑΟΖ, πράγμα που θα είχε μεγαλύτερη πιθανότητα υιοθέτησης από την παγκόσμια κοινότητα.
Επιπλέον, η έννοια της ΑΟΖ είχε γίνει κατανοητή σαν μια προστατευτική ζώνη όπου το παράκτιο κράτος θα είχε σοβαρό έλεγχο των ζώντων και μη πλουτοπαραγωγικών πηγών του. Επίσης, η απόσταση των 200 ν.μ. θα περιλάμβανε στις περισσότερες περιπτώσεις όλη την υφαλοκρηπίδα του παράκτιου κράτους που μέχρι τότε είχε ορισθεί ως η απόσταση όπου το βάθος της θάλασσας φτάνει τα 200 μέτρα. Είναι φυσιολογικό τα κράτη να διαχειρίζονται κατά διαφορετικούς τρόπους την δική τους ΑΟΖ και να παίρνουν αποφάσεις που άλλα κράτη δεν μπορούν να πάρουν διότι έχουν διαφορές σε σχέση με το πολιτικό τους σύστημα, καθώς επίσης για κοινωνικοοικονομικούς, μορφωτικούς και περιβαλλοντολογικούς λόγους. Ανεξάρτητα, όμως, από αυτό, υπάρχουν μερικά γενικά μέτρα που όλα τα παράκτια κράτη πρέπει να πάρουν για να υπάρξει σωστή και λογική διαχείριση. Έτσι, κάθε κράτος με ΑΟΖ πρέπει να κάνει τα ακόλουθα:
1. Να καθορίσει ποιές περιοχές του θαλάσσιου χώρου περιλαμβάνονται στην δική του ΑΟΖ.
2. Να επιχειρήσει, κατά το καλύτερο δυνατόν τρόπο, να εκτιμήσει τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της ΑΟΖ καθώς και τις οικολογικές ισορροπίες αυτής της ζώνης.
3. Να επιχειρήσει, κατά το καλύτερο δυνατό τρόπο, να εκτιμήσει τις διαφορετικές χρήσεις των πλουτοπαραγωγικών πηγών καθώς και την αλληλεπίδρασή τους στην ΑΟΖ.
4. Να επιχειρήσει την καθιέρωση στόχων και προτεραιοτήτων υιοθετώντας πολιτική που να προάγει αυτούς τους στόχους και να ενσωματώσει αυτές τις προτεραιότητες.
5. Να επιχειρήσει να ρυθμίσει τις διάφορες δραστηριότητες που θα λάβουν χώρα στην ΑΟΖ, ώστε αυτές οι δραστηριότητες να προσαρμόζονται στις εθνικές επιλογές και δραστηριότητες.
6. Να καθιερώσει θεσμικό μηχανισμό για την διαμόρφωση των αποφάσεων και την διαχείριση της ΑΟΖ.
7. Να προσδιορίζει αυτά τα προβλήματα ή τις ευκαιρίες που δεν μπορούν να επιλυθούν ή από τις οποίες δεν μπορούν να επωφεληθούν λόγω των περιορισμών που υφίστανται στην ΑΟΖ. Να αναπτύξουν στρατηγική για να μπορέσουν να ξεπεράσουν τέτοιου είδους ατέλειες.
Κανένα από αυτά τα θέματα δεν μπορεί να λυθεί μέσω της υφαλοκρηπίδας.
Υπάρχουν τέσσερεις βασικές θέσεις που δεν αμφισβητεί κανείς σε σχέση με την ΑΟΖ:
1. Η ΑΟΖ αποτελεί πλέον, χωρίς καμία αμφιβολία, μέρος του γραπτού και εθιμικού διεθνούς δικαίου, ιδιαίτερα τώρα που Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας έχει τεθεί σε ισχύ.
2. Η ΑΟΖ, σε αντίθεση με την υφαλοκρηπίδα, δεν ανήκει στο παράκτιο κράτος ipso jure, αλλά πρέπει σαφώς να ανακηρυχθεί από το παράκτιο κράτος. Εάν δεν συμβεί κάτι τέτοιο, ΑΟΖ απλώς δεν υφίσταται. Η θαλάσσια περιοχή (η επιφάνεια και τα υπερκείμενα ύδατα) που δεν θα ανακηρυχθεί ως ΑΟΖ, παραμένει νομικώς (ως) μέρος της ανοικτής θάλασσας.
3. Το νομικό περιεχόμενο αυτού του νέου θεσμού του διεθνούς δικαίου ορίζεται από το 5ο Μέρος της Σύμβασης. Τα παράκτια κράτη δεν μπορούν να υπερβαίνουν τους περιορισμούς που τους έχουν επιβληθεί από το 5ο Μέρος της Σύμβασης σχετικά με τα δικαιώματά τους, τις δικαιοδοσίες τους και τις υποχρεώσεις τους. Έτσι, "άλλα" κράτη έχουν δικαιώματα στην ΑΟΖ ενός παράκτιου κράτους και το παράκτιο κράτος δεν μπορεί να δημιουργήσει ΑΟΖ που να υπερβαίνει τα 200 ν.μ.
4. Κανένα κράτος ή ομάδα κρατών δεν έχει το δικαίωμα να ισχυρισθεί ότι κάποιο παράκτιο κράτος δεν μπορεί να ανακηρύξει την δική του ΑΟΖ. Αν και πότε ένα παράκτιο κράτος ανακηρύξει την ΑΟΖ του εξαρτάται εντελώς από τη δική του δικαιοδοσία και βούληση.


ΑΛΙΕΙΑ
Επανερχόμενος στο θέμα των υποστηρικτών της υφαλοκρηπίδας θέλω να επισημάνω ότι ένα μεγάλο σφάλμα που διαπράττουν είναι το γεγονός ότι παριστάνουν να αγνοούν την αξία της αλιείας στην οικονομική ανάπτυξη ενός κράτους και δεν ενδιαφέρονται καθόλου για την προστασία των Ελλήνων ψαράδων στο Αιγαίο από τις παρενοχλήσεις των Τούρκων. Ένας από τους λόγους που πολλά κράτη έχουν ανακηρύξει ΑΟΖ 200 ν.μ. είναι διότι θέλουν να διασφαλίσουν την υπέρμετρη εκμετάλλευση των αλιευτικών πηγών τους. Η Ελλάδα με ένα σύνολο ακτών γύρω στα 15.000 χιλιόμετρα αναγκάζεται να εισαγάγει σχεδόν 70.000 τόνους ψαριών κάθε χρόνο.
Ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού αλιευτικού στόλου έχει παραδοσιακά χρησιμοποιήσει τα νερά της Μεσογείου και του Ατλαντικού Ωκεανού. Τώρα όμως που πολλά κράτη έχουν ανακηρύξει την δική τους ΑΟΖ, οι έλληνες ψαράδες έχουν χάσει την πρόσβαση σε αυτές τις παραδοσιακές αλιευτικές περιοχές. Επομένως, μια ελληνική ΑΟΖ θα ωφελήσει τον αλιευτικό τομέα της χώρας, ο οποίος, παρά την μικρή του συμβολή στο Ακαθάριστο Γεωργικό Προϊόν, έχει ένα σημαντικό ρόλο στην διατροφή του ελληνικού πληθυσμού με την παροχή πρωτεϊνών υψηλής θρεπτικής αξίας με σχετικά χαμηλό κόστος.
Συμπερασματικά, η Ελλάδα πρέπει άμεσα να ανακηρύξει την κυριαρχία της σε μια ΑΟΖ, με βάση το διεθνές δίκαιο της θάλασσας, όπως αυτό εκφράζεται στη Σύμβαση του Δίκαιου της Θάλασσας και να μην διακατέχεται από φοβικό σύνδρομο. Ο εκλιπών πρόεδρος της Κύπρου, Τάσος Παπαδόπουλος ανακήρυξε ΑΟΖ το 2004 έχοντας μόνο 4 τανκς και 2 ελικόπτερα και δεν φοβήθηκε την Τουρκία, η οποία απλώς είπε ότι δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή ΑΟΖ, ενώ αντίθετα και οι ΗΠΑ και η ΕΕ την αποδέχτηκαν αμέσως. Φυσικά, μια τέτοια ΑΟΖ δεν θα διαθέτει μόνο η ηπειρωτική χώρα, αλλά και όλα τα ελληνικά νησιά. Έτσι, η Ελλάδα θα αποκτήσει μια ΑΟΖ που θα έχει έκταση 147.300 τ.χ.μ., δηλαδή μια έκταση μεγαλύτερη από αυτή της ηπειρωτικής χώρας. Χρησιμοποιώντας τις αρχές της ΑΟΖ το μεγαλύτερο ποσοστό του Αιγαίου και οι φυσικοί του πόροι θα ανήκουν στην Ελλάδα και με αυτό τον τρόπο δεν θα χρειασθεί ούτε να γίνει καμιά επέκταση των χωρικών μας υδάτων, ούτε να συζητάμε με τους Τούρκους αν τα νησιά μας έχουν υφαλοκρηπίδα ή όχι.

ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΧΑΓΗΣ
Είναι δύσκολο και ίσως παράτολμο να επιχειρήσει κανείς να προβλέψει τι είδους απόφαση θα ελάμβανε το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, σε περίπτωση που τελικά έφτανε ενώπιόν του η Ελληνοτουρκική διαφορά για την υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου. Έχοντας όμως υπόψη τις προηγούμενες αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου σε παρεμφερείς διαφορές, μπορούμε να εικάσουμε ότι το Δικαστήριο θα χρησιμοποιούσε σ' αυτή την περίπτωση την αρχή της "ίσης απόστασης-ειδικών περιστάσεων" αντί (για) μόνο την αρχή της ίσης απόστασης.
Δυστυχώς, το Διεθνές Δικαστήριο όχι μόνο φαίνεται να διστάζει να ακολουθήσει ένα προηγούμενο (precedent) σε περιπτώσεις οριοθέτησης, αλλά επίσης δεν έχει δημιουργήσει ορισμένους κανόνες προς τους οποίους τα ενδιαφερόμενα κράτη θα μπορούσαν να στραφούν για καθοδήγηση.
Αν και δεν μπορούμε να συμπεράνουμε ότι μια ζώνη 12 ν.μ. γύρω από τα νησιά θα είναι η εμπειρική μέθοδος για τις επόμενες αποφάσεις οριοθέτησης του Διεθνούς Δικαστηρίου, μπορούμε ωστόσο να πούμε ότι είναι ξεκάθαρο ότι η ΑΟΖ ενός νησιού δεν μπορεί να είναι μικρότερη από το διεθνώς καθιερωμένο και αναγνωρισμένο μέγιστο της αιγιαλίτιδας ζώνης.
Εάν μια ζώνη 12 ν.μ. δοθεί στα ελληνικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου, τότε η ΑΟΖ της Τουρκίας θα είναι περιορισμένη. Εάν η οριοθέτηση γίνει με βάση την νέα Σύμβαση του 1982 η Τουρκία θα λάβει μόνο 2-4% της συνολικής έκτασης του Αιγαίου. Αλλά, μια και το Διεθνές Δικαστήριο, με τις τελευταίες αποφάσεις του, έχει δώσει έμφαση στις αρχές της δικαιοσύνης (επιείκειας), η περιοχή που θα λάβει η Τουρκία θα είναι περίπου 10-12% του συνόλου της ΑΟΖ του Αιγαίου, υποθέτοντας βέβαια ότι τα ελληνικά νησιά δικαιούνται τουλάχιστον μια ζώνης 12 ναυτικών μιλίων.
Το κύριο πρόβλημα που θα έχει η Ελλάδα στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης είναι αυτό του Καστελόριζου διότι το Δικαστήριο, σε περιπτώσεις που ένα νησάκι βρίσκεται μπροστά σ’ ένα τεράστιο ηπειρωτικό χώρο ενός άλλου κράτους, ποτέ δεν δίνει «πλήρη επήρεια» σε αυτό το νησάκι. Εάν συμβεί κάτι τέτοιο τότε η Ελλάδα δεν θα έχει θαλάσσια σύνορα με την Κύπρο. Γι’ αυτό το λόγο η απραξία των κυβερνήσεων της Ελλάδας τα τελευταία 30 χρόνια να μην ορίσει ΑΟΖ και να κάνει ταυτόχρονη οριοθέτηση με την Αίγυπτο και την Κύπρο αποτελεί μια τεράστια παράλειψη.
Βέβαια, ακόμα και σήμερα δεν είναι καθόλου αργά να γίνει κάτι τέτοιο. Πρέπει να συμφωνήσουμε για μια τριεθνή οριοθέτηση της ΑΟΖ ανάμεσα στην Ελλάδα, την Κύπρο και την Αίγυπτο που θα δίνει πλήρη επήρεια στο Καστελόριζο και στην Στρογγύλη. Η Τουρκία, σίγουρα, θα μπορεί να ζητήσει παρέμβαση της Χάγης, κάτι που δικαιούται να κάνει, αλλά η θέση της θα είναι πιο αδύνατη εάν υπάρχει αυτή η τριεθνής οριοθέτηση που θα έχει και την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε περίπτωση που τελικά δεν έχουμε θαλάσσια σύνορα με τη Κύπρο η ζημιά πέραν από πολιτική, και ιδεολογική είναι και οικονομική. Διότι μπορεί να υπάρξει οικονομική ζημιά εάν τα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου που θα χάσουμε, σε περίπτωση μείωσης της ΑΟΖ του Καστελόριζου και της Στρογγύλης, είναι αρκετά μεγάλα. Πάντως, καλό είναι να γνωρίζουμε ότι εάν χρειαστεί να περάσει ένας αγωγός από την Κύπρο στην Κρήτη και πρέπει να περάσει από την τουρκική ΑΟΖ, η Τουρκία δεν έχει κανένα δικαίωμα να εμποδίσει την διέλευση του διότι είναι ρητά αναγνωρισμένο δικαίωμα από το Άρθρο 79 της Συνθήκης για το Δίκαιο της Θάλασσας. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι καθορίσει την πορεία που θα πρέπει να ακολουθήσει ένας αγωγός όταν διασχίζει την δικιά της ΑΟΖ.
Παρά το γεγονός ότι το θέμα της Χάγης έχει διαιρέσει τους Έλληνες ειδικούς σε χαμένους και κερδισμένους, προσωπικά δεν πιστεύω ότι αυτό είναι η ουσία του θέματος. Το Δικαστήριο εκδίδει «αποφάσεις» που όλα τα κράτη οφείλουν να αποδέχονται, ανεξάρτητα εάν έχασαν ή κέρδισαν. Στην τελευταία του απόφαση για την οριοθέτηση της ΑΟΖ ανάμεσα στην Ρουμανία και στην Ουκρανία, έχασε η Ουκρανία πού είχε ελληνικές θέσεις και κέρδισε η Ρουμανία που είχε τουρκικές θέσεις. Σημασία έχει ότι μια απόφαση της Χάγης θα λύσει την Ελληνοτουρκική διένεξη και η Ελλάδα δεν θα κινδυνεύει από τον τουρκικό επεκτατισμό και θα είναι ελεύθερη να κάνει γεωτρήσεις για πετρέλαιο και φυσικό αέριο, να μπορεί να αξιοποιήσει στο έπακρον την αλιευτική της δυνατότητα και να χρησιμοποιήσει τον εναέριο χώρο της ΑΟΖ για αιολική ενέργεια.
Ορισμένοι αναλυτές πιστεύουν ότι όσοι προτείνουν προσφυγή στη Χάγη είναι σχεδόν «προδότες». Αλλά με αυτό το σκεπτικό ήταν προδότες και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Ανδρέας Παπανδρέου που επέμεναν ότι η διένεξή μας με την Τουρκία έπρεπε να πάει στη Χάγη. Στη Χάγη βέβαια δεν πρόκειται να πάμε ποτέ διότι δεν το θέλει η Τουρκία όχι μόνο επειδή θα χάσει αλλά επειδή δεν επιθυμεί να υπάρξει λύση στην Ελληνοτουρκική διένεξη με ασφάλεια διεθνούς δικαίου πιστεύοντας έκδηλα ότι αυτή η διένεξη είναι χρήσιμη και συμφέρουσα για τα δικά της σχέδια στην περιοχή, τα οποία επιδιώκει να «λύσει» όχι με βάση τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου αλλά με προσφυγή σε πολιτικά και στρατιωτικά μέσα πίεσης.

ΠΗΓΗ

Δημοσίευση σχολίου

 
Top