Η Frankfurter Rundschau γράφει: «Ο Ταγίπ Ερντογάν έπαιξε πάλι τον ρόλο του: πρωθυπουργός των απανταχού Τούρκων, έστω και αν πολλοί από τη δεύτερη γενιά των Τούρκων μεταναστών έχουν πια τη γερμανική υπηκοότητα.
Ο Τούρκος πρωθυπουργός απέδειξε ακόμη μια φορά ότι διαθέτει επιλεκτικές προσλαμβάνουσες της πραγματικότητας.
‘Κανένας δεν επιτρέπεται να αγνοεί τα δικαιώματα των μειονοτήτων’, είπε στους συμπατριώτες του. Οι Κούρδοι στην Τουρκία, αναρωτιούνται γιατί δεν ισχύει αυτή η ρήση και γι’ αυτούς.
‘Ο καθένας έχει το δικαίωμα της άσκησης των θρησκευτικών του καθηκόντων’, δήλωσε στους συμπατριώτες του στο Ντίσελντορφ. Τότε γιατί δεν το εφαρμόζει και στους χριστιανούς της Τουρκίας;»
Το ατού της Τουρκίας
Η Τουρκία δεν αγκαλιάζει πια τους Ευρωπαίους γιατί έχει στα χέρια της ένα ατού.
Η νέα αυτοπεποίθηση που προβάλλει, πηγάζει από την οικονομική της ανάπτυξη.
Πριν από μία δεκαετία η Τουρκία ήταν στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και τώρα καταλαμβάνει την 17η θέση στην κλίμακα των ισχυρών οικονομιών του πλανήτη μας. Εάν ήταν μέλος της ΕΕ, θα καταλάμβανε την 7η θέση.
Από την άνοδο του Ταγίπ Ερντογάν στην εξουσία, πριν από οκτώ χρόνια, τριπλασιάστηκε το κατά κεφαλήν εισόδημα της χώρας.
Όποιος διαθέτει ισχυρή οικονομία αποκτά και πολιτική βαρύτητα, γι’ αυτό η Τουρκία έχει αρχίσει να παίζει τον ρόλο της περιφερειακής δύναμης, έστω και αν αυτές οι προθέσεις της δεν προκαλούν μόνον συμπάθεια, αλλά και σοβαρές αντιδράσεις, διότι είναι το διάδοχο κράτος της οθωμανικής αυτοκρατορίας, του πρώην δυνάστη της περιοχής.
Πολλοί αραβικοί λαοί βλέπουν όμως στο μοντέλο της τουρκικής δημοκρατίας ένα πρότυπο, διότι συνδυάζει το Ισλάμ και τη δημοκρατία, ανεξάρτητα εάν για τους Ευρωπαίους το συγκεκριμένο μοντέλο δημοκρατίας είναι ημιτελές.
Παρ’ όλα αυτά ο τρόπος που μίλησε ο Ερντογάν στη Γερμανία δείχνει πως η Τουρκία είναι χώρα των αντιφάσεων. Από τη μια αλληθωρίζει προς τη Δύση, και από την άλλη αναπολεί τις συντηρητικές αξίες του Ισλάμ.
Αποδέχεται την ευρωπαϊκή προοπτική και ταυτόχρονα ακολουθεί νέο-οθωμανικά οράματα στην εξωτερική της πολιτική.
Η Τουρκία του Ερντογάν ακολουθεί ένα δικό της δρόμο, αλλά ο δρόμος αυτός δεν φαίνεται να οδηγεί προς την ΕΕ.»
Ο Ερντογάν κάνει προεκλογικό αγώνα
Ο ένας, ο πρωθυπουργός της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν, επιθυμεί να μάθουν πρώτα καλά την τουρκική γλώσσα, οι άλλοι, τα κυβερνητικά κόμματα (Μέρκελ και Βεστερβέλε) επιθυμούν να μάθουν πρώτα, αλλά και τέλεια τα γερμανικά.
Γιατί όμως να μην μάθουν τέλεια και ταυτόχρονα και τις δύο γλώσσες, όπως προτείνουν οι παιδαγωγοί;
Γιατί οι Τούρκοι διαφέρουν από τις άλλες εθνικές ομάδες: όλοι τους αντιμετωπίζουν με δυσπιστία.»
Και η εφημερίδα καταλήγει:
«Έπρεπε να απολαύσει κανείς τον Ερντογάν στο Ντίσελντορφ με τις επίπλαστες, αλλά και αναμενόμενες προκλήσεις του.
Ο Ερντογάν ήταν στο Ντίσελντορφ για να διεκδικήσει την ψήφο του ενός εκατομμυρίου Τούρκων υπηκόων που ζουν στη Γερμανία και που επιτρέπεται να ψηφίσουν στις βουλευτικές εκλογές, οι οποίες θα γίνουν τον Ιούνιο στην Τουρκία.»
«Ωραίο θα ήταν λοιπόν να μπορούσε κανείς να τον αρπάξει και να τον στείλει από κει που ήρθε, στην Άγκυρα και στο Ντιγιαρμπακίρ.
Ωραίο θα ήταν επίσης εάν οι Γερμανοί πολιτικοί ασχολούνταν με το ίδιο πάθος που φρόντισαν να απαντήσουν στον Ερντογάν και με την εκπαίδευση των παιδιών των Τούρκων μεταναστών.»
ΙΝΦΟΓΝΩΜΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΑ
ΠΗΓΗ
Δημοσίευση σχολίου