Τσιλιόπουλος Ευθύμιος
Ήταν Ιανουάριος 1996. Η κυβέρνηση Σημίτη δεν είχε καλά καλά αναλάβει καθήκοντα και οδήγησε την Ελλάδα σε μια ήττα στα Ίμια που πλανάται ντροπιαστικά πάνω από το ελληνικό έθνος, εντείνοντας και το φοβικό σύνδρομο των επόμενων κυβερνήσεων. Από τις αρχές του 2020 ο Ερντογάν εναλλάσσει την υφή, αλλά και το θέατρο των απειλών του. Το “γκριζάρισμα” νησίδων, όμως, δεν έφυγε ποτέ από το τραπέζι. Κι αυτό έχει σημασία σε μία περίοδο που η τουρκική ηγεσία χρησιμοποιεί πλέον πολεμικούς τόνους, απειλώντας ευθέως με εισβολή (“θα έρθουμε νύχτα”). Αυτός είναι ο λόγος που επανήλθε στο προσκήνιο το δίλημμα βομβαρδισμός ή ισοδύναμο τετελεσμένο.
Τον Σεπτέμβριο 2020, ο υπουργός Άμυνας Χουλουσί Ακάρ επανέφερε τη λίστα EGAYDAAK, αρκτικόλεξο που σημαίνει “νησιά, νησίδες και βραχονησίδες των οποίων η κυριότητα δεν παραχωρήθηκε στην Ελλάδα με διεθνείς συμφωνίες και συνθήκες”. Η τουρκική λίστα αφορά 152 νησίδες και βραχονησίδες. Ουσιαστικά, η Τουρκία δεν έκλεισε ποτέ την πόρτα στο να επαναλάβει μια επιθετική ενέργεια τύπου Ιμίων. Συνεπώς, μόνο απίθανο δεν είναι αυτό το ενδεχόμενο. Ως εκ τούτου, το ελληνικό κράτος οφείλει να έχει έτοιμα επιτελικά σχέδια στρατιωτικού, διπλωματικού και επικοινωνιακού χαρακτήρα για το πως θα αντιμετωπίσει κάθε παρόμοια πρόκληση που αναπόφευκτα θα προκαλέσει κρίση.
Το καλοκαίρι 2020 ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ Φλώρος είχε δηλώσει πως «όποιος πατήσει τα πόδια του στο έδαφός μας, πρώτα θα τον κάψουμε και μετά θα ρωτήσουμε ποιος είναι». Το πρώτο κρίσιμο ερώτημα που δημιουργήθηκε είναι εάν αυτή η δήλωση ήταν νέο δόγμα, το οποίο εξαγγέλθηκε, αφού προηγουμένως υπήρξε συμφωνία με την κυβέρνηση. Η συνέχεια έδειξε ότι δεν ισχύει αυτό, αφού δεν υπήρξε καμία συνέχεια από την κυβέρνηση, ώστε το μήνυμα προς την Άγκυρα να είναι αξιόπιστο. Με αυτή την έννοια, εκείνη η δήλωση μπορεί να γυρίσει μπούμεραγκ.
Το δόγμα “πρώτα βομβαρδίζω”
Το “δόγμα Φλώρου”, πάντως, δεν είναι εφαρμόσιμο σε κάθε σενάριο. Αν π.χ. βρεθούν άτομα σε μία ελληνική βραχονησίδα που δεν είναι εμφανώς Τούρκοι κομάντος, θα τους βομβαρδίσεις; Υπενθυμίζουμε ότι στα Ίμια πρώτα είχαν ανεβεί Τούρκοι δημοσιογράφοι-προβοκάτορες. Τί θα πράξει η Ελλάδα σε μία τέτοια περίπτωση; Λογικό είναι να στείλει το Λιμενικό να τους συλλάβει. Εάν, όμως, γύρω από τη συγκεκριμένη βραχονησίδα πλεύσουν τουρκικές ναυτικές μονάδες που εμποδίσουν το σκάφος του Λιμενικού; Θα σταλούν και ελληνικές ναυτικές μονάδες για να κάνουν τί ακριβώς; Να λοιπόν πως μπορεί όλο αυτό να πυροδοτήσει μία γενική κρίση.
Το πιθανότερο είναι ότι οι Τούρκοι δεν θα καταλάβουν κατοικημένη νησίδα. Αλλά εάν συμβεί αυτό, ακόμα και εάν η Αθήνα ήταν αποφασισμένη, πώς θα βομβαρδίσει τη νησίδα, όταν εκεί θα βρίσκονται και Έλληνες; Σε μία τέτοια περίπτωση καθίσταται πρόβλημα ακόμη και η ανακατάληψη με καταδρομή, καθώς σίγουρα θα υπάρξουν και θύματα μεταξύ των αμάχων Ελλήνων, εκτός κι αν πιστεύουμε σε θαύματα.
Αυτά τα παραδείγματα μας υποχρεώνουν να επανέλθουμε στο “δόγμα για ισοδύναμο τετελεσμένο”, το οποίο είχε πρωτοδιατυπωθεί από τον Σταύρο Λυγερό την επαύριο της κρίσης στα Ίμια, ως απάντηση στην τουρκική επεκτατική τακτική. Στη συνέχεια έγινε αντικείμενο επεξεργασίας από το Γενικό Επιτελείο, ώστε να καταστεί από στρατιωτικής απόψεως λειτουργικό.
Σύμφωνα με το εν λόγω δόγμα, εάν τουρκικές δυνάμεις καταλάβουν ελληνική βραχονησίδα, οι ελληνικές δυνάμεις πρέπει να είναι έτοιμες να απαντήσουν με κατάληψη τουρκικής βραχονησίδας, έτσι, ώστε να προκύψει ισοδύναμο αποτέλεσμα στρατιωτικά-πολιτικά. Αυτό θα επέτρεπε και οι διαπραγματεύσεις που αναπόφευκτα θα ακολουθήσουν να εκκινήσουν από την ίδια βάση, χωρίς τετελεσμένο εις βάρος της Ελλάδας, όπως επιδιώκουν οι Τούρκοι.
Καστελλόριζο και κατοικημένες νησίδες
Το δόγμα για ισοδύναμο τετελεσμένο έχει εφαρμογή για το πιθανότερο σενάριο, δηλαδή οι Τούρκοι να αποφύγουν μία στρατιωτική επίθεση, που θα τους απομόνωνε διεθνώς, περιοριζόμενοι στην κατάληψη μίας αφύλαχτης βραχονησίδας, από τις πολλές που άλλοτε ονόμαζαν “γκρίζες ζώνες” και τώρα τις αποκαλούν “τουρκικές νησίδες υπό ελληνική κατοχή”!
Τα πράγματα θα είναι ποιοτικά διαφορετικά εάν οι Τούρκοι αποτολμήσουν να καταλάβουν με αποβατική επιχείρηση κατοικημένο νησί. Σ’ αυτή την περίπτωση ο πιθανότερος στόχος είναι το Καστελλόριζο για δύο λόγους: Πρώτον, λόγω του ότι είναι μικρό και απομονωμένο (σχετικά μακριά από τη Ρόδο) και ως εκ τούτου πιο ευάλωτο από άλλα νησιά. Δεύτερον, λόγω της μεγάλης σημασίας που έχει στην κατανομή της ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο και άρα στην εκμετάλλευση των πιθανολογούμενων κοιτασμάτων φυσικού αερίου που υπάρχουν εκεί.
Είναι προφανές πως σε μία τέτοια περίπτωση δεν μπορεί να ισχύσει το δόγμα για ισοδύναμο τετελεσμένο, γιατί –όπως είχε γράψει ο Σταύρος Λυγερός– το πρόβλημα είναι ποιοτικά διαφορετικό. Το Καστελλόριζο, όπως και όλα τα μικρά κατοικημένα νησιά δεν τα προστατεύουν μόνο οι εκ των πραγμάτων λίγες στρατιωτικές δυνάμεις που υπάρχουν εκεί. Τα προστατεύει η συνολική αμυντική ομπρέλα της Ελλάδα. Με απλά λόγια, τουρκική εισβολή σε κατοικημένο νησί σημαίνει αυτομάτως γενικευμένη ελληνοτουρκική σύρραξη με ό,τι καταστροφικό αυτή συνεπάγεται και για τις δύο χώρες.
Το ισοδύναμο τετελεσμένο στον Έβρο
Το δόγμα για ισοδύναμο τετελεσμένο είναι κατάλληλο να εφαρμοστεί και στον Έβρο. Πρώτον, με κατάληψη αντίστοιχου τουρκικού εδάφους στην περιοχή του Έβρου, με σκοπό να εξισορροπηθεί κατάληψη από Τούρκους ελληνικής βραχονησίδας. Δεύτερον, με σκοπό να εξισορροπηθεί κατάληψη ελληνικού εδάφους στην ίδια περιοχή, στον Έβρο. Η προεξέχουσα του Κάραγατς, μάλιστα, προσφερόταν για τέτοιου είδους κινήσεις, αν και τα τελευταία χρόνια έχουν εκεί γίνει οχυρωματικά έργα, υπόγειες εγκαταστάσεις ακόμη και τάφρος πλάτους 50 μέτρων.
Οι αλλαγές που επέφερε η υβριδική επίθεση (μέσω μεταναστών) στον Έβρο τον Μάρτιο 2020, έκαναν ακόμη πιο δύσκολη ενδεχόμενη τουρκική επιθετικό τετελεσμένο στον Έβρο. Αντίθετα το ελληνικό Δ’ Σώμα Στρατού διατηρεί το πλεονέκτημα εκεί, με την έννοια ότι είναι πιο εύκολο να δημιουργήσει ισοδύναμο τετελεσμένο σε περίπτωση που οι Τούρκοι καταλάβουν ελληνική βραχονησίδα.
Αν το τουρκικό τετελεσμένο αφορά και κατάληψη μικρού κατοικημένου νησιού και για διάφορους λόγους δεν επιλεγεί το δόγμα της κλιμάκωσης, η ισοδύναμη ελληνική απάντηση μπορεί να αφορά την κατάληψη χωριών πέριξ της Αδριανουπόλεως. Με αυτό τον τρόπο δεν θα είναι η ελληνική πλευρά που θα πυροδοτήσει μία ολοκληρωτική σύρραξη, αλλά η τουρκική, εκτός κι αν προτιμήσει τη λογική λύση να διαπραγματευθεί αμοιβαία απαγκίστρωση.
Οι Λαγούσες νήσοι
Παρόλο που το ισοδύναμο τετελεσμένο θα ήταν προτιμότερο να αφορά ομοειδή εδάφη και παρόμοιες καταστάσεις, οι ελληνικές δυνάμεις δεν μπορούν πάντα να δημιουργήσουν ισοδύναμο τετελεσμένο σε τουρκική νησίδα, επειδή η Τουρκία έχει ελάχιστα νησιά και όλα εντός 3 μιλίων από τις ακτές τους. Υπάρχουν όμως τρεις εξαιρέσεις που, δημόσια τουλάχιστον, κανείς δεν εξετάζει. Αυτές είναι: Η Ίμβρος, η Τένεδος και το σύμπλεγμα των Λαγουσών νησίδων.
Οι Λαγούσες ή Μαυρυές (τουρκικά: Tavşan adaları ή Karayer adaları) είναι συστάδα μικρών ακατοίκητων νησιών στο βόρειο Αιγαίο. Βρίσκονται περίπου 7 χλμ από το Τσανάκκαλε, 10 χλμ βόρεια της Τενέδου και 13 χλμ νοτιοδυτικά του Ελλησπόντου. Η μεγαλύτερη νησίδα (Μαύρο ή Λαγούσα) έχει μήκος περίπου 2 χλμ. και πλάτος 600 μέτρων. Νότιά της υπάρχουν τρεις μικρές βραχονησίδες (Πράσο, Δράπανο και Φιδονήσι).
Οι Λαγούσες απέκτησαν πολιτική και στρατηγική σημασία στις αρχές του 20ού αιώνα, επειδή τα χωρικά τους ύδατα είναι σημαντικά για τον έλεγχο του Ελλησπόντου. Παραχωρήθηκαν στην Τουρκία με τη Συνθήκη της Λωζάννης, όπου αναφέρονται (άρθρο 12) μαζί με την Τένεδο και την Ίμβρο ως τα μόνα νησιά που παραμένουν στην Τουρκία και τα οποία είναι πάνω από 3 μίλια (4,8 χλμ) από τις μικρασιατικές ακτές.
Το γεγονός ότι είναι ακατοίκητα τα καθιστά καλό στόχο σε περίπτωση που οι Τούρκοι επιχειρήσουν κατάληψη ελληνικής βραχονησίδας. Τα βασικά προβλήματα είναι η εγγύτητα των μικρασιατικών παραλίων. Η έλλειψη καταλλήλων ακτών για αποβατικές ενέργειες δεν είναι μεγάλο πρόβλημα, επειδή δεν φυλάσσονται. Η έλλειψη εδαφικών εξάρσεων και χλωρίδας, πάντως, δεν επιτρέπουν κάλυψη και απόκρυψη σε περίπτωση μάχης. Μία τέτοια επιχείρηση μπορεί να γίνει αιφνιδιαστικά με μεταφορά κομάντος με ελικόπτερα, υπό την προϋπόθεση ότι θα έχει αεροπορική και ναυτική κάλυψη, ώστε να εξισορροπήσει το μειονέκτημα ότι είναι κοντά στις τουρκικές ακτές.
Παρόλο που το ισοδύναμο τετελεσμένο θα ήταν προτιμότερο να αφορά ομοειδή εδάφη και παρόμοιες καταστάσεις, οι ελληνικές δυνάμεις δεν μπορούν πάντα να δημιουργήσουν ισοδύναμο τετελεσμένο σε τουρκική νησίδα, επειδή η Τουρκία έχει ελάχιστα νησιά και όλα εντός 3 μιλίων από τις ακτές τους. Υπάρχουν όμως τρεις εξαιρέσεις που, δημόσια τουλάχιστον, κανείς δεν εξετάζει. Αυτές είναι: Η Ίμβρος, η Τένεδος και το σύμπλεγμα των Λαγουσών νησίδων.
Οι Λαγούσες ή Μαυρυές (τουρκικά: Tavşan adaları ή Karayer adaları) είναι συστάδα μικρών ακατοίκητων νησιών στο βόρειο Αιγαίο. Βρίσκονται περίπου 7 χλμ από το Τσανάκκαλε, 10 χλμ βόρεια της Τενέδου και 13 χλμ νοτιοδυτικά του Ελλησπόντου. Η μεγαλύτερη νησίδα (Μαύρο ή Λαγούσα) έχει μήκος περίπου 2 χλμ. και πλάτος 600 μέτρων. Νότιά της υπάρχουν τρεις μικρές βραχονησίδες (Πράσο, Δράπανο και Φιδονήσι).
Οι Λαγούσες απέκτησαν πολιτική και στρατηγική σημασία στις αρχές του 20ού αιώνα, επειδή τα χωρικά τους ύδατα είναι σημαντικά για τον έλεγχο του Ελλησπόντου. Παραχωρήθηκαν στην Τουρκία με τη Συνθήκη της Λωζάννης, όπου αναφέρονται (άρθρο 12) μαζί με την Τένεδο και την Ίμβρο ως τα μόνα νησιά που παραμένουν στην Τουρκία και τα οποία είναι πάνω από 3 μίλια (4,8 χλμ) από τις μικρασιατικές ακτές.
Το γεγονός ότι είναι ακατοίκητα τα καθιστά καλό στόχο σε περίπτωση που οι Τούρκοι επιχειρήσουν κατάληψη ελληνικής βραχονησίδας. Τα βασικά προβλήματα είναι η εγγύτητα των μικρασιατικών παραλίων. Η έλλειψη καταλλήλων ακτών για αποβατικές ενέργειες δεν είναι μεγάλο πρόβλημα, επειδή δεν φυλάσσονται. Η έλλειψη εδαφικών εξάρσεων και χλωρίδας, πάντως, δεν επιτρέπουν κάλυψη και απόκρυψη σε περίπτωση μάχης. Μία τέτοια επιχείρηση μπορεί να γίνει αιφνιδιαστικά με μεταφορά κομάντος με ελικόπτερα, υπό την προϋπόθεση ότι θα έχει αεροπορική και ναυτική κάλυψη, ώστε να εξισορροπήσει το μειονέκτημα ότι είναι κοντά στις τουρκικές ακτές.
Τένεδος και Ίμβρος
Σε περίπτωση που η Τουρκία επιτεθεί σε κατοικημένο ελληνικό νησί, η ελληνική απάντηση μπορεί να είναι μία αντίστοιχη ελληνική επίθεση στην Τένεδο ή ακόμα και στην μεγαλύτερη Ίμβρο. Η Τένεδος, όμως, δεν προσφέρεται για άμεση αποβατική ενέργεια λόγω αποστάσεων και εγγύτητας στα μικρασιατικά παράλια. Η Ίμβρος είναι λίγο διαφορετική περίπτωση. Βρίσκεται 18 χλμ από την είσοδο των Στενών, περίπου ανάμεσα στη Λήμνο και στη Σαμοθράκη.
Παρότι οι μικρές αποστάσεις από Λήμνο και Σαμοθράκη επιτρέπουν την παροχή υποστηρικτών πυρών και αντιαεροπορικής κάλυψης σε όποιες ελληνικές δυνάμεις επιχειρήσουν στην περιοχή, η κατάληψη ενός τέτοιου νησιού απαιτεί μεγάλη πολυκλαδική επιχείρηση. Δεν καταλαμβάνεται με καταδρομική ενέργεια. Αντίθετα, με καταδρομική ενέργεια μπορεί να καταστραφεί το μόνο κοντινό πορθμείο στο Καμπάτεπε στην δυτική ακτή της χερσονήσου της Καλλίπολης.
Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, η Τένεδος και η Ίμβρος δεν πολυπροσφέρονται για την εφαρμογή του δόγματος του ισοδύναμου τετελεσμένου, παρότι περιορίζουν την σύγκρουση στον χώρο. Ένα άλλο πλεονέκτημά τους είναι ότι η εγγύτητά τους με τα Στενά εκ των πραγμάτων θα δημιουργήσει προβλήματα στη διεθνή ναυσιπλοΐα, γεγονός που θα ωθήσει τα τρίτα κράτη και διεθνείς οργανισμούς να πιέσουν ασφυκτικά για αμοιβαία αποκλιμάκωση, ώστε να δοθεί λύση.
Δημοσίευση σχολίου