Η παγκόσμια οικονομία μαστίζεται ολοένα και περισσότερο από νέα προβλήματα, από τον εν εξελίξει εμπορικό πόλεμο μέχρι την άνοδο των τιμών του πετρελαίου και την Τουρκία. Οι διαρκείς παρεμβάσεις του Ταγίπ Ερντογάν στο έργο κρίσιμων κρατικών οργανισμών κυριαρχούν στην πολιτική ζωή της χώρας τα τελευταία 15 έτη. Επιπλέον, μετά τις πρόσφατες εκλογές απέκτησε περισσότερες εξουσίες.
Του PETER GOODMAN
THE NEW YORK TIMES
Είναι χαρακτηριστικό ότι χρησιμοποιεί την επιρροή του για να επιτυγχάνει αδιάκοπη οικονομική ανάπτυξη, η οποία όμως βασίζεται στον ακατάπαυστο δανεισμό, με αποτέλεσμα να αυξάνεται σε ανησυχητικά επίπεδα το χρέος. Η τουρκική λίρα έχει υποχωρήσει κατά περίπου 20% το 2018, προφανές σημάδι ανησυχίας εκ μέρους των διεθνών επενδυτών, αυξάνοντας τις τιμές για νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Υποχώρησε εκ νέου από τη Δευτέρα, διότι ο Ερντογάν διόρισε τον γαμπρό του υπουργό Οικονομικών, κίνηση που οι αγορές ερμήνευσαν ως ένδειξη ότι δεν σκοπεύει να υιοθετήσει σύντομα πιο υπεύθυνη στάση. Οι φόβοι περί καταστροφής μπορεί να φαντάζουν εκτός τόπου και χρόνου σε μια οικονομία που αναπτύχθηκε με ρυθμό 7,4% το 2017.
Ωστόσο, η ανάπτυξη στηρίχθηκε σε δυνητικά μη βιώσιμο ιδιωτικό και δημόσιο δανεισμό. Η τουρκική κυβέρνηση επιδοτεί τεράστια δημόσια έργα, όπως το νέο αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης, το οποίο αναμένεται να κοστίσει σχεδόν 12 δισ. δολάρια και, όταν ολοκληρωθεί, σε μία δεκαετία, θα είναι το μεγαλύτερο στον κόσμο. Θα μπορεί να εξυπηρετεί 200 εκατ. ταξιδιώτες τον χρόνο.
Ή το νέο κανάλι, μήκους 45 χλμ. και προϋπολογισμού 13 δισ. δολαρίων, που θα συνδέει τη Μαύρη Θάλασσα με τη Θάλασσα του Μαρμαρά. Πολλές τουρκικές εταιρείες έχουν δανειστεί σε ξένο νόμισμα και τα δάνειά τους έχουν αυξηθεί, καθώς υποτιμάται η τουρκική λίρα.
Μεγάλες τουρκικές εταιρείες προσπαθούν να πείσουν τράπεζες και άλλους πιστωτές να αναδιαρθρώσουν τα δάνειά τους, ενδεχομένως σημάδι κύματος χρεοκοπιών που θα μπορούσε να προκαλέσει τεράστιες ζημίες σε τράπεζες και στο Δημόσιο.
Έως τα τέλη Απριλίου, τα χρέη των τουρκικών εταιρειών σε ξένο νόμισμα ανέρχονταν στα 245 δισ. δολάρια, ποσό που αντιστοιχεί σχεδόν στο 30% του τουρκικού ΑΕΠ. Για να συνεχιστεί η απρόσκοπτη εξυπηρέτηση του χρέους, είναι αναγκαίο οι ξένοι επενδυτές να συνεχίσουν να επενδύουν στην Τουρκία, υπόθεση που φαντάζει ολοένα και πιο αμφίβολη.
Η Τουρκία μπορεί να συνεχίσει να προσελκύει πόρους αυξάνοντας τα επιτόκια δανεισμού, τα οποία βρίσκονται ήδη στο 17,75%. Ωστόσο, κάτι τέτοιο θα περιόριζε την οικονομική ανάπτυξη και θα προκαλούσε προβλήματα στην αγορά ακινήτων και στον κατασκευαστικό τομέα.
Διαφορετικά, η Τουρκία μπορεί να συνεχίσει το πάρτι της ανάπτυξης, παρακολουθώντας τον πληθωρισμό να ανεβαίνει και τη λίρα να υποχωρεί. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει μεγάλες εταιρείες στη χρεοκοπία και να αναγκάσει, ενδεχομένως, την κυβέρνηση να ζητήσει διάσωση από το ΔΝΤ, κίνηση που θα περιλαμβάνει ασφαλώς επίπονες περικοπές δαπανών.
«Η Τουρκία μπορεί να είναι η επόμενη χώρα που θα διαλυθεί. Διαθέτει όλα τα στοιχεία που έχει ένα κράτος όταν αρχίσει να διαλύεται», λέει η Μαρί Οουενς Τόμσεν, επικεφαλής οικονομολόγος της Indosuez Wealth Management στη Γενεύη. Ορισμένα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Τουρκία πλήττουν γενικότερα τις αναδυόμενες αγορές.
Καθώς η Fed αυξάνει τα αμερικανικά επιτόκια δανεισμού, οι επενδυτές αποσύρουν κεφάλαια από αναδυόμενες οικονομίες, όπως η Αργεντινή, το Μεξικό και η Τουρκία, και τα τοποθετούν στο δολάριο. Ωστόσο, η Τουρκία ξεχωρίζει ως ιδιαίτερα ευάλωτη οικονομία, εξαιτίας της ανορθόδοξης οικονομικής πολιτικής που εφαρμόζει ο Ερντογάν.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου