GuidePedia

0


Η κριτική που ασκείται στην κυβέρνηση Μητσοτάκη και στο ελληνικό πολιτικό σύστημα γενικότερα για την ολιγωρία στο θέμα της αξιοποίησης των πιθανολογούμενων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων σε περιοχές ελληνικής δικαιοδοσίας κατά το διεθνές δίκαιο, είναι εύλογη. Όλες οι χώρες της περιοχής έχουν προχωρήσει σε αξιοποίηση με ευεργετικά αποτελέσματα για τις εθνικές τους οικονομίες.

Του ΖΑΧΑΡΙΑ Β. ΜΙΧΑ*

Ψελλίζουν τη δικαιολογία πως η Ελλάδα δεν έχει παραιτηθεί για λόγους εσωτερικών πολιτικών επιλογών, αλλά περιμένει την ανάδυση μιας νέας αρχιτεκτονικής ασφαλείας για να κινηθεί. Επί της ουσίας αναμένει τη “διευκρίνιση” της κατάστασης με την Τουρκία.

Όταν, όμως, από την “πράσινη” ρητορική της κυβέρνησης απουσιάζει επιμελώς το ελληνικό φυσικό αέριο, παρότι έχει αναγνωριστεί ως “μεταβατικό καύσιμο”, επιβεβαιώνεται η διαπίστωση ότι η ελίτ της χώρας κινείται με φοβική λογική. Άρα, το πρόβλημα είναι ευρύτερο.

Υπενθυμίζουμε ότι η τουρκική αναθεωρητική δραστηριότητα επικεντρώνεται στα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα και πιο συγκεκριμένα στην αμφισβήτηση της ελληνικής ΑΟΖ, όπως ακριβώς έχει συμβεί και με την κυπριακή ΑΟΖ. Ποιος είναι, όμως, ο λόγος της ολιγωρίας των κυβερνώντων για εκμετάλλευση κοιτασμάτων στη δυτική Ελλάδα και νοτιοδυτικά της Κρήτης; Κι όλα αυτά, όταν το ενεργειακό κόστος έχει εκτοξευθεί, υποχρεώνοντας την κυβέρνηση να παρέμβει επιδοτώντας τα νοικοκυριά.



Πώς εξηγείται η αδιαφορία για την εξασφάλιση φθηνότερου φυσικού αερίου από ελληνικά κοιτάσματα που θα ενίσχυε την ελληνική οικονομία, τόσο καλύπτοντας την εγχώρια ζήτηση όσο και με εξαγωγές; Όσοι παρακάμπτουν τις ισχυρότατες ενδείξεις ύπαρξης σημαντικότατων κοιτασμάτων σε περιοχές ελληνικής δικαιοδοσίας, καλύπτονται πίσω από δήθεν(;) πράσινες ανησυχίες που είναι και πολύ της μόδας.

Η Ελλάδα, όμως, καταναλώνει και θα καταναλώνει για πολλά χρόνια ακόμα φυσικό αέριο, μόνο που καταναλώνει ακριβοπληρωμένο εισαγόμενο. Κατά συνέπεια, ακόμα κι αν αποδεχθούμε ως ειλικρινή την όποια οικολογική ευαισθησία των κυβερνώντων δεν στέκει. Ούτε μπορεί κανείς να εγείρει ζήτημα χρηματοδότησης των γεωτρήσεων, δεδομένου ότι αυτό το κόστος το πληρώνουν οι μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες που έχουν αγοράσει τα δικαιώματα για καθορισμένα θαλάσσια «οικόπεδα».

Τί συμβαίνει, λοιπόν; Θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει ως αιτία της κυβερνητικής απροθυμίας την πρόθεση να μην ερεθιστεί η τουρκική επιθετικότητα, αλλά αυτό ισχύει για το Αιγαίο, για ανατολικά της Κρήτης, άντε και νοτιοανατολικά της, λόγω του τουρκολιβυκού μνημονίου. Για το Ιόνιο, όμως, δεν ισχύει. Γιατί, λοιπόν, ούτε εκεί προχωρούν οι έρευνες; Άρα, η Τουρκία δεν είναι το βασικό πρόβλημα, αλλά χρησιμοποιείται σε μεγάλο βαθμό ως δικαιολογία.

ΑΠΟΔΟΜΩΝΤΑΣ ΤΗ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΙΑ “ΤΟΥΡΚΙΑ”
Η πεποίθηση της Τουρκίας ότι η γεωγραφία την “αδικεί”, περιορίζοντας την έξοδο στη θάλασσα του μεγάλου χερσαίου χώρου που καταλαμβάνει, την οδηγεί σε απόπειρες στρατιωτικού καταναγκασμού της Ελλάδας. Η Ιστορία, όμως, είναι δεδομένη, το ίδιο και η γεωγραφία, καθώς τα σύνορα και οι ζώνες δικαιοδοσίας έχουν διαμορφωθεί ως αποτέλεσμα συνθηκών και διεθνών συμβάσεων.

Μέσω της προβολής εικόνας περιφερειακής “υπερδύναμης” και με πρακτικές στρατιωτικού καταναγκασμού, η Άγκυρα επιχειρεί να επιβάλλει στην ελληνική σκέψη ότι η αξιοποίηση των πλουτοπαραγωγικών πόρων της Μεσογείου μπορεί να προχωρήσει αποκλειστικά και μόνο με την δική της έγκριση, με κάποιο είδος συνεκμετάλλευσης. Με άλλα λόγια, με μοίρασμα αυτών που το διεθνές δίκαιο έχει παραχωρήσει στην Ελλάδα.

Η Τουρκία δηλώνει ότι αισθάνεται “γεωγραφικά παγιδευμένη” από την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία, αλλά στην πραγματικότητα με αυτόν τον τρόπο επικαλύπτει τον επεκτατισμό της. Ενδεχόμενη υιοθέτηση των τουρκικών απόψεων ότι τα νησιά δεν δικαιούνται ΑΟΖ, θα οδηγούσε σε παγκόσμιες περιπλοκές, σε περιοχές μεγαλύτερης γεωγραφικής πολυπλοκότητας από τη δική μας. Από την άλλη πλευρά, εάν η Τουρκία υπαναχωρήσει από τη θέση αυτή, το Μνημόνιο με τη Λιβύη θα αυτοκαταργηθεί.

ΤΟ “ΒΡΑΧΥΚΥΚΛΩΜΑ”…
Η τουρκική στρατηγική, παρότι αποκλίνει από τη διεθνή νομιμότητα, είναι επιτυχής. Όχι διότι έχει αποφέρει στους Τούρκους όσα διεκδικούν, αλλά διότι ο εκβιασμός της Άγκυρας πετυχαίνει τον στόχο και χωρίς αυτό: Βραχυκυκλώνει τις διαδικασίες αξιοποίησης ελληνικών ενεργειακών κοιτασμάτων. Ακυρώνει τις προσπάθειες στην πράξη απειλώντας με στρατιωτικής σύγκρουση, ενώ αρνείται να παραπέμψει τους ισχυρισμούς της προς κρίση σε κάποιο διεθνές δικαιοδοτικό όργανο, όπως το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των ημερών με το ερευνητικό πλοίο γαλλικών συμφερόντων “NauticalGeo” (σημαία Μάλτας). Όπως είναι γνωστό, επιχείρησε να κάνει έρευνες σε θαλάσσια περιοχή ανατολικά της Κρήτης, στο πλαίσιο χαρτογράφησης της πιθανής πορείας του αγωγού EastMed. Όταν, όμως, βγαίνει έξω από τα ελληνικά χωρικά ύδατα των 6 ναυτικών μιλίων, εμποδίζεται από τουρκικά πολεμικά!

Η στρατιωτική λύση του προβλήματος θεωρείται απαράδεκτη μεταξύ ΝΑΤΟϊκών συμμάχων, κυρίως διότι θα διέλυε οριστικά την ήδη προβληματική νοτιοανατολική πτέρυγα της Συμμαχίας. Αυτό δίνει, όμως, επιπρόσθετο πλεονέκτημα στην Τουρκία! Στην εικόνα έρχεται να προστεθεί και το γενικότερο αντιπολεμικό “ταμπού” που επικρατεί στη Δύση, πρωτίστως στην Ευρώπη, το οποίο οδηγεί σε κατευναστικές συμπεριφορές, οι οποίες στο παρελθόν αιματοκύλησαν την Γηραιά Ήπειρο.

Οι Δυτικοί προκρίνουν τις διπλωματικές διαδικασίες εξεύρεσης λύσης, τις οποίες η Τουρκία επιθυμεί μόνο εάν μέσω αυτών νομιμοποιήσει τις χωρίς όρια επεκτατικές διεκδικήσεις της. Δεδομένης όμως της αδυναμίας των θέσεών της με όρους διεθνούς δικαίου, πιστεύει πως θα κατορθώσει στο τέλος να αποσπάσει πολλά περισσότερα με τον στρατιωτικό καταναγκασμό και το πλεονέκτημα του επ’ αόριστον βραχυκυκλώματος κάθε προσπάθειας εκμετάλλευσης των πιθανολογούμενων κοιτασμάτων.

Η Τουρκία, βέβαια, όχι μόνο αποδεδειγμένα δεν ασπάζεται το αντιπολεμικό ταμπού, αλλά εμπλέκει διαρκώς τις στρατιωτικές δυνάμεις της για να προωθήσει τους πολιτικούς στόχους της. Στην ουσία, δηλαδή, εκβιάζει στυγνά τους όσους επιμένουν να αντιδρούν αποκλειστικά και μόνο με διπλωματικά μέσα. Αυτό είναι βασικό δεδομένο της εξίσωσης που θα πρέπει να λάβει υπόψη της η ελληνική πλευρά.

Η αναμονή διαμόρφωσης μιας νέας αρχιτεκτονικής ασφαλείας μπορεί όντως να είναι προϋπόθεση για συνολικότερη αξιοποίηση των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων προς όφελος της ενεργειακής ασφάλειας της Ευρώπης. Δεν αιτιολογεί, όμως, την ολιγωρία –για την ακρίβεια απραξία– της Ελλάδας, η πολιτική ηγεσία της οποίας δίνει μερικές φορές την εντύπωση ότι… απολαμβάνει την τουρκική πίεση, επειδή την απαλλάσσει από τους “μπελάδες” των εξορύξεων.

Η Κυπριακή Δημοκρατία βρισκόταν και εξακολουθεί, σε απείρως δυσχερέστερη θέση από την Ελλάδα. Ωστόσο, είχε την τόλμη να ανακηρύξει ΑΟΖ και να προχωρήσει σε έρευνες για εντοπισμό κοιτασμάτων και σε γεωτρήσεις. Μπορεί η τουρκική στρατιωτική παρέμβαση να έχει προκαλέσει προβλήματα, αλλά δεν έχει βραχυκυκλώσει την ενεργειακή στρατηγική της Λευκωσίας.

Θα ήταν παράλογο, εξάλλου, να εκτιμηθεί ότι υπάρχουν πολλές πιθανότητες να δικαιωθεί στο Διεθνές Δικαστήριο η τουρκική θέση ότι τα νησιά δεν δικαιούνται ΑΟΖ. Η Ελλάδα, όμως, σαν σύγχρονος αφελής και “καταπράσινος” Δον Κιχώτης ήδη καλείται να καταβάλλει το τίμημα των πράξεων και των παραλείψεών της. Προς το παρόν ο ελληνικός λαός με τα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος…

*Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας – IAAA/ISDA

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top