Του Κώστα Ράπτη
Η Τουρκία έχει αποκτήσει ατύπως τα τελευταία χρόνια μια νέα εθνική εορτή. Το “Ντεμοκρασί Μπαϊράμι”, ήτοι την επέτειο του αποτυχημένου πραξικοπήματος κατά του Ταγίπ Ερντογάν στις 15 Ιουλίου 2016. Και η πέμπτη επέτειος αυτής της τομής στην σύγχρονη τουρκική ιστορία έδωσε την ευκαιρία στον ισχυρό άνδρα της Άγκυρας με τρεις διαφορετικές ομιλίες εντός της ημέρας να ξεδιπλώσει την ακατέργαστη αλλά αποτελεσματική φιλοσοφία του.
Σύμφωνα με αυτήν, το τουρκικό έθνος, που ταυτίζεται με τη δική του εξουσία, βρίσκεται αενάως απειλούμενο από εξωτερικούς και κυρίως εσωτερικούς υπονομευτές και κάθε συζήτηση περί δικαιωμάτων και κράτους δικαίου απλώς αποτελεί πρόφαση για τη διευκόλυνση της δράσης τους.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι κάθε είδους αντίπαλοι των κυβερνώντων, από τους άλλοτε συνεταίρους τους του δικτύου του Φετουλάχ Γκιουλέν, μέχρι τους διαδηλωτές του Γκεζί (που “προσπάθησαν να δημιουργήσουν ρωγμές στην κοινωνία μας”, το ISIS και τους ενόπλους του εκτός νόμου Εργατικού Κόμματος Κουρδιστάν (ΡΚΚ) συμφύρονται σε μία αδιαφοροποίητη ενότητα που κινείται από τον φθόνο για τις δυνατότητες ανάδειξης της Τουρκίας σε διεθνή δύναμη, όπως αυτές απελευθερώθηκαν επί Ερντογάν.
“Όσοι μιλούν για δικαιώματα για αυτούς, στο εσωτερικό ή το εξωτερικό, έχουν σκοτεινούς στόχους για την χώρας και το έθνος μας στο πίσω μέρος του κεφαλιού τους. Όσοι μας απευθύνουν κηρύγματα αυτού του είδους, ας τα κρατήσουν για τον εαυτό τους” διακήρυξε χθες ο Τούρκος πρόεδρος, για να συμπληρώσει απειλητικά: “Το έθνος αυτό ξέρει να συγχωρεί τους εχθρούς τους και να συγκροτεί νέες συμμαχίες όταν χρειάζεται. Αλλά αυτό που ποτέ δεν θα συγχωρήσει είναι η προδοσία και οι προδότες μέσα στους κόλπους του. Ή αυτούς που κρύβονται πίσω τους”.
Η ρητορική αυτού του είδους ταιριάζει βέβαια πολύ καλά με την πραγματικότητα των μαζικών συλλήψεων και των μαζικών εκκαθαρίσεων στο Δημόσιο που εγκαινιάσθηκε την επαύριο του αποτυχημένου πραξικοπήματος, στο πλαίσιο μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης που επισήμως διήρκεσε δύο χρόνια, αλλά στην πραγματικότητα συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Γιατί άλλωστε να υπολείπεται το καθεστώς Ερντογάν όσων άλλων διεκδίκησαν λευκή επιταγή στο όνομα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας;
“Οι τρομοκρατικές οργανώσεις έχυσαν το αίμα του έθνους και στοχοποίησαν τη σημαία και τη θρησκεία του” δήλωσε ο Ερντογάν, τονίζοντας ότι ο πόλεμος στην “Φετουλαχιστική Τρομοκρατική Οργάνωση” θα συνεχιστεί μέχρι την εξουδετέρωση του τελευταίου μέλους της.
Το ότι πρόκειται για ένα παραθρησκευτικό δίκτυο με ισχυρές προσβάσεις στη Δύση με το οποίο ο ίδιος συνεργάσθηκε προκειμένου να επιτευχθεί η διείσδυση του πολιτικού Ισλάμ στον σκληρό πυρήνα του τουρκικού κράτους και να ξεδοντιαστεί η παλιά στρατογραφειοκρατία είναι κάτι το οποίο ασφαλώς ο Ερντογάν δεν έχει κανέναν λόγο να θυμηθεί την ώρα αυτή.
Ούτε ότι η σύγκρουση με το δίκτυο αυτό επήλθε όταν τέθηκε ζήτημα αποκλειστικότητας στη νομή της εξουσίας μετά την νίκη επί των κοινών αντιπάλων τους, με θρυαλλίδα τις έντονες επιφυλάξεις των Γκιουλενιστών στα ανοίγματα του Ερντογάν προς το κουρδικό στοιχείο μέσω ανεπίσημου διαλόγου με το PKK.
Ούτε το ότι το ISIS και οι λοιπές τζιχαντιστικές οργανώσεις που έδρασαν στη Συρία έλαβαν πολύπλευρη υποστήριξη από τις μυστικές υπηρεσίες, όπως είχαμε την ευκαιρία να πληροφορηθούμε οι υπόλοιποι από τις διαρροές που προέκυψαν μετά το διαζύγιο Ερντογάν-Γκιουλέν ή τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η Ρωσία μετά την κατάρριψη του μαχητικού αεροσκάφους της στην τουρκο-συριακή μεθόριο το 2015.
Ο Τούρκος πρόεδρος εξακολουθεί να χρησιμοποιεί θρησκευτική γλώσσα όταν αναφέρεται λ.χ. στους 251 “μάρτυρες” τη βραδιάς του πραξικοπήματος, αλλά ταυτόχρονα επενδύει στον εθνικισμό όταν, για παράδειγμα, προαναγγέλλει την από κοινού επίσκεψη με τον νέο συνεταίρο του Ντεβλέτ Μπαχτσελί του Κόμματος Εθνικιστικής Δράση στην κατεχόμενη Βόρεια Κύπρο για την επέτειο της εισβολής του 1974.
Κυρίως, όμως, εμφανίζεται ως θιασώτης μιας νέας διεθνούς τάξης πραγμάτων, με πρωτοπόρο την Τουρκία η οποία για τον λόγο αυτόν αντιμετωπίζεται με “δύο μέτρα και σταθμά”.
“Όσοι έρχονται από δεκάδες χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά με το πρόσχημα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας για να σπείρουν τον όλεθρο στην περιοχή μας, απογοητεύονται που δεν καταφέρνουν να επιφυλάξουν στην Τουρκία την ίδια τύχη” ανέφερε χαρακτηριστικά ο Ερντογάν, υπονοώντας τους συμμάχους του στο ΝΑΤΟ, την ίδια στιγμή που επείγεται να τους διευκολύνει με τις υπηρεσίες της Τουρκίας στην καρδιά της Κεντρικής Ασίας (πρβ. την φύλαξη του αεροδρομίου της Καμπούλ από τουρκικές δυνάμεις).
Και όμως: η σημερινή Τουρκία των περιορισμένων ελευθεριών προβάλλει, κατά τον πρόεδρό της, ως η διεθνής φωνή των καταφρονημένων. Εξ ού και υποστηρίζει ότι η “ειλικρινής και ανιδιοτελής” δράση της Τουρκίας εκτιμάται ανά τον κόσμο. “Αυτό κάναμε στη Συρία, τη Λιβύη, το Καραμπάχ χθες και αυτό, Θεού θέλοντος θα κάνουμε αύριο υποστηρίζοντας τους αδελφούς μας στο Αφγανιστάν και αλλού. Η 15η Ιουλίου αντιπροσωπεύει αυτό το όραμα” κατέληξε ο Ερντογάν.
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου