του Μάνου Καραγιάννη *
Η πρόσφατη δημοσίευση των ελληνικών wikileaks από την ''Καθημερινή'', προσφέρει μία σπάνια ευκαιρία στη διεθνολογική επιστημονική κοινότητα να συνάγει ορισμένα ασφαλή συμπεράσματα για την ελληνική εξωτερική πολιτική και τις ελληνο-αμερικανικές σχέσεις. Η αξία των wikileaks έγκειται στο γεγονός ότι συνιστούν μία πρωτογενή πηγή πληροφοριών που δύναται να επηρεάσει καταλυτικά την επιστημονική μελέτη των Διεθνών Σχέσεων τα επόμενα χρόνια.
Μέσα από τα αμερικανικά τηλεγραφήματα γίνεται φανερό, ότι η ελληνική εξωτερική πολιτική πάσχει από έλλειψη μακροχρόνιου σχεδιασμού και ευκρίνεια στόχων. Στο μέτωπο του Κυπριακού, την περίοδο 2005-2008, η Ουάσινγκτον βρέθηκε συχνά αντιμέτωπη με την πολυγλωσσία της ελληνικής πλευράς, που οφείλεται στην έλλειψη εθνικής συνεννόησης μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας.
Μεγάλο ενδιαφέρον, ακόμα, παρουσιάζει η αμερικανική αξιολόγηση της στάσης Ελλήνων πολιτικών στο ζήτημα των Σκοπίων πριν τη Σύνοδο του Βουκουρεστίου, τον Απρίλη του 2008. Οι Αμερικανοί διπλωμάτες σταδιακά αντιλαμβάνονται ότι το διακύβευμα για την ελληνική κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση είναι η προστασία του εθνικού συμφέροντος, αφού σχεδόν όλοι οι Έλληνες συνομιλητές παρουσιάζουν μία κοινή θέση.
Παρά το γεγονός ότι οι Αμερικανοί διπλωμάτες αποδίδουν στους περισσότερους κυβερνητικούς αξιωματούχους φιλοαμερικανικά αισθήματα, κανένας Έλληνας πολιτικός δεν φαίνεται διευθετημένος να περάσει ‘κόκκινες γραμμές’ σε ένα εθνικό θέμα. Το ελληνικό σύστημα λήψης αποφάσεων στην εξωτερική πολιτική διέπεται, λοιπόν, από ένα συμπεριφορισμό που ‘απαγορεύει’ μεγάλες διαφοροποιήσεις.
Τα τηλεγραφήματα για τις αμερικανικές ενστάσεις στο διπλωματικό και ενεργειακό άνοιγμα της κυβέρνησης Καραμανλή προς τη Μόσχα ήλθαν απλώς να επιβεβαιώσουν τη διάχυτη φημολογία που υπήρχε εκείνη την περίοδο. Οι περισσότεροι Αμερικανοί διπλωμάτες εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν με ψυχροπολεμική καχυποψία την ανάκαμψη της Μόσχας στη διεθνή σκηνή. Η ενέργεια θεωρείται ένας σημαντικός παράγοντας καθορισμού των διακρατικών σχέσεων. Η εκτίμηση ότι η ενεργειακή συνεργασία μεταξύ Αθήνας και Μόσχας δυνητικά μπορεί να επηρεάσει την ελληνική πολιτική έναντι του Ιράν κρίνεται σίγουρα ως υπερβολική, αλλά καταδεικνύει την σημασία που αποδίδει η Ουάσινγκτον στον ενεργειακό τομέα.
Ωστόσο, το εγχείρημα της κυβέρνησης Καραμανλή φαίνεται τελικά να υπονομεύθηκε από ενδοκομματικούς ανταγωνισμούς.
* Επίκουρος Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων Πανεπιστημίου Μακεδονίας
ΠΗΓΗ
Η πρόσφατη δημοσίευση των ελληνικών wikileaks από την ''Καθημερινή'', προσφέρει μία σπάνια ευκαιρία στη διεθνολογική επιστημονική κοινότητα να συνάγει ορισμένα ασφαλή συμπεράσματα για την ελληνική εξωτερική πολιτική και τις ελληνο-αμερικανικές σχέσεις. Η αξία των wikileaks έγκειται στο γεγονός ότι συνιστούν μία πρωτογενή πηγή πληροφοριών που δύναται να επηρεάσει καταλυτικά την επιστημονική μελέτη των Διεθνών Σχέσεων τα επόμενα χρόνια.
Μέσα από τα αμερικανικά τηλεγραφήματα γίνεται φανερό, ότι η ελληνική εξωτερική πολιτική πάσχει από έλλειψη μακροχρόνιου σχεδιασμού και ευκρίνεια στόχων. Στο μέτωπο του Κυπριακού, την περίοδο 2005-2008, η Ουάσινγκτον βρέθηκε συχνά αντιμέτωπη με την πολυγλωσσία της ελληνικής πλευράς, που οφείλεται στην έλλειψη εθνικής συνεννόησης μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας.
Μεγάλο ενδιαφέρον, ακόμα, παρουσιάζει η αμερικανική αξιολόγηση της στάσης Ελλήνων πολιτικών στο ζήτημα των Σκοπίων πριν τη Σύνοδο του Βουκουρεστίου, τον Απρίλη του 2008. Οι Αμερικανοί διπλωμάτες σταδιακά αντιλαμβάνονται ότι το διακύβευμα για την ελληνική κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση είναι η προστασία του εθνικού συμφέροντος, αφού σχεδόν όλοι οι Έλληνες συνομιλητές παρουσιάζουν μία κοινή θέση.
Παρά το γεγονός ότι οι Αμερικανοί διπλωμάτες αποδίδουν στους περισσότερους κυβερνητικούς αξιωματούχους φιλοαμερικανικά αισθήματα, κανένας Έλληνας πολιτικός δεν φαίνεται διευθετημένος να περάσει ‘κόκκινες γραμμές’ σε ένα εθνικό θέμα. Το ελληνικό σύστημα λήψης αποφάσεων στην εξωτερική πολιτική διέπεται, λοιπόν, από ένα συμπεριφορισμό που ‘απαγορεύει’ μεγάλες διαφοροποιήσεις.
Τα τηλεγραφήματα για τις αμερικανικές ενστάσεις στο διπλωματικό και ενεργειακό άνοιγμα της κυβέρνησης Καραμανλή προς τη Μόσχα ήλθαν απλώς να επιβεβαιώσουν τη διάχυτη φημολογία που υπήρχε εκείνη την περίοδο. Οι περισσότεροι Αμερικανοί διπλωμάτες εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν με ψυχροπολεμική καχυποψία την ανάκαμψη της Μόσχας στη διεθνή σκηνή. Η ενέργεια θεωρείται ένας σημαντικός παράγοντας καθορισμού των διακρατικών σχέσεων. Η εκτίμηση ότι η ενεργειακή συνεργασία μεταξύ Αθήνας και Μόσχας δυνητικά μπορεί να επηρεάσει την ελληνική πολιτική έναντι του Ιράν κρίνεται σίγουρα ως υπερβολική, αλλά καταδεικνύει την σημασία που αποδίδει η Ουάσινγκτον στον ενεργειακό τομέα.
Ωστόσο, το εγχείρημα της κυβέρνησης Καραμανλή φαίνεται τελικά να υπονομεύθηκε από ενδοκομματικούς ανταγωνισμούς.
* Επίκουρος Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων Πανεπιστημίου Μακεδονίας
ΠΗΓΗ
Δημοσίευση σχολίου