Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Το ΠΑΣΟΚ τρέμει, πολύ φυσιολογικά, τις περιφερειακές εκλογές. Η βάση του πλήττεται άγρια από την κυβερνητική, δηλαδή την πολιτική της τρόικας, όπου μας παρέδωσε χωρίς καμία διαπραγμάτευση και στρατηγική. Ούτε οι Υπουργοί μπορούν να εξηγήσουν πώς η πολιτική που ασκούν κατ’ επιταγήν των ξένων, θα οδηγήσει τη χώρα σε κάποια διέξοδο, όχι σε μεγαλύτερες καταστροφές. Το μόνο τους επιχείρημα είναι ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος, για τη σωτηρία πρέπει πρώτα να πεθάνει ο άρρωστος!
Η πολιτική τους κινείται στον αντίποδα του πολιτικού προγράμματος με το οποίο κέρδισαν τις εκλογές, συνιστά υφαρπαγή της λαϊκής εντολής. Στον ελληνικό λαό θάπρεπε, αυτοί που κυβερνούν εν ονόματί του, να δώσουν τουλάχιστο το δικαίωμα να αποφασίσει για την τύχη του!
Περισσότερο από το ΠΑΣΟΚ αυτή τη στιγμή, είναι όμως η λεγόμενη ριζοσπαστική αριστερά που κινδυνεύει να την πάθει στις επικείμενες εκλογές, γνωρίζοντας ιστορικής σημασίας Βατερλώ! Η βαθύτατη κρίση του πολιτικού συστήματος, κράτους και κοινωνικού σχηματισμού, αποτέλεσμα της οποίας ήταν η κρίση χρέους, θάπρεπε νάναι ιστορική ευκαιρία για τη ριζοσπαστική αριστερά, αν είχε το μυαλό και την ψυχή, τη vis vitalis να το κάνει, για να αναδιατάξει το πολιτικό σκηνικό ή τουλάχιστο να πρωταγωνιστήσει στην προσπάθεια αποτροπής των κοινωνικών και εθνικών καταστροφών. Παραδόξως, μοιάζει να πλήττεται εκείνη περισσότερο από την κρίση, ή τουλάχιστο να μην μπορεί να αποκομίσει τα κέρδη που δικαιολογημένα θα περίμενε.
Η οργή, αγανάκτηση και απελπισία που αργά αλλά σταθερά συγκεντρώνεται στα έγκατα της κοινωνίας, κινδυνεύει να διοχετευθεί σε αποχή χωρίς πολιτικό αποτέλεσμα. ‘Η, αν προκαλέσει εξέγερση, να μην οδηγήσει σε λύση. ‘Oπως άλλωστε συνέβη με τη φοβερή αλλά ολότελα μηδενιστική, ανήμπορη να παράγει διέξοδο, εξέγερση της ελληνικής νεολαίας πριν από δύο χρόνια, προειδοποίηση από τότε για τα μελλούμενα να συμβούν.
Το παράδοξο ανάμεσα στην ένταση της κρίσης και τα αποτελέσματά της για τον χώρο της αριστεράς είναι φαινομενικό. Ακριβώς γιατί η κρίση είναι τόσο βαθειά, φωτίζει ανελέητα, όχι μόνο το μικρό μέγεθος των κυβερνώντων, αλλά και την ανεπάρκεια των υπολοίπων. Η κρίση ανεβάζει δραματικά τον πήχυ των απαιτήσεων, το μέτρο κρίσης για όλες τις πολιτικές δυνάμεις, που παύουν σταδιακά να μετριούνται κυρίως με συμπάθεια, αντιπάθεια, γενικές ιδεολογικές αναφορές, και αρχίζουν, όλο και περισσότερο, να συγκρίνονται με τις δραματικές ανάγκες κοινωνίας και έθνους.
Η δυστοκία, μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, εξεύρεσης ενός υποψηφίου περιφερειάρχη που να συμπυκνώνει το μήνυμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, είναι το τελευταίο σύμπτωμα της δικής της κρίσης, της δυσκολίας και απροθυμίας της να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των καιρών, της βάσης της και των πολύ ευρύτερων στρωμάτων, που κάποια στιγμή προ διετίας στράφηκαν προς αυτήν και αναζητούν όλο και απελπισμένα διέξοδο. Με τη σειρά της, αυτή η δυστοκία μπορεί να γίνει καταλύτης περαιτέρω διάλυσης, πολυδιάσπασης ενός ιστορικού χώρου, σύμπτωμα του ελληνικού αδιεξόδου, της αδυναμίας δηλαδή της κοινωνίας μας να παράγει την αντίσταση και τις προτάσεις που χρειάζεται για να σωθεί η χώρα, τα πολιτικά εργαλεία, ιδέες, ηγεσίες. Το μεγαλύτερο δώρο στο ΠΑΣΟΚ και το σημαντικότερο, εξ αντιδιαστολής, επιχείρημα υπέρ του, είναι η αδυναμία όλης της αντιπολίτευσης και των συνδικάτων, να παράγουν αξιόπιστο πολιτικό λόγο και αποτελεσματική, ενωτική δράση. Και μάλιστα σε μια από τις πιο κρίσιμες στιγμές της ιστορίας μας, μια στιγμή που τα πιο αδικημένα κοινωνικά στρώματα, η ραχοκοκαλιά της κοινωνίας, το έθνος ως συλλογικότητα, έχουν απελπιστική ανάγκη πολιτικών απαντήσεων στην κρίση, που να τους επιτρέψουν να ξεφύγουν από τον φαύλο κύκλο του Μνημονίου και της υποδούλωσης. Χρειάζονται δηλαδή ένα αξιόπιστο, εναλλακτικό εθνικό σχέδιο.
Οι λόγοι των δυσκολιών της αριστεράς είναι πολυσύνθετοι. Τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο και το ΚΚΕ είχαν/έχουν μια διαπραγματευτική δομή προγράμματος, που προϋπέθετε ουσιαστικά την ευστάθεια, όχι την κρίση του συστήματος. Προτάσεις όπως η αύξηση του βασικού μισθού στα 1300 ευρώ, 100.000 νέες προσλήψεις στο δημόσιο, η περιγραφή της κρίσης χρέους ως κατασκευασμένης, σήμαιναν ότι το σύστημα μπορούσε να συνεχίσει να δουλεύει όπως δούλευε, με μια διόρθωση όμως επί το φιλολαϊκότερο και προοδευτικότερο. Προϋπέθετε το “λεφτά υπάρχουν”, μια απάτη που επέτρεψε μεν στο ΠΑΣΟΚ να κερδίσει τις εκλογές, για την αριστερά όμως μεταφράστηκε σε δραματική μείωση πολιτικής αξιοπιστίας.
¨Ωσπου να μεταρρυθμισθεί η ΕΕ, μεταρρύθμιση που προϋποθέτει μεγάλες εξεγέρσεις σε βασικές ευρωπαϊκές χώρες, ή να γίνει η παγκόσμια σοσιαλιστική επανάσταση, οι διεθνείς συνθήκες είναι αρκετά δεδομένες και πιεστικές. Για να βρεθούν τα λεφτά, να μη χτυπηθούν δηλαδή άγρια τα εργαζόμενα και πιο αδικημένα κοινωνικά στρώματα της Ελλάδας για να πληρωθούν οι δανειστές της και να διατηρηθεί η προοτική της χώρας, ο μόνος πραγματικός δρόμος ήταν αφενός μια σκληρότερη διαπραγμάτευση με την ΕΕ, αφετέρου η εσωτερική αναδιανομή εις βάρος των προνομιούχων και εν πολλοίς παρασιτικών στρωμάτων. Που είναι ασφαλώς το μεγάλο κεφάλαιο, είναι όμως και ευρύτατη μερίδα της μεσαίας τάξης.
Η διαφθορά στην Ελλάδα δεν είναι απλή παρενέργεια του καπιταλισμού, είναι ο τρόπος ύπαρξής του. Η αριστερά όμως εγκατέλειψε τον αγώνα εναντίον της στην αρμοδιότητα Τριανταφυλλόπουλου. Δεν θέλησε, πρακτικά και θεωρητικά, να αντιμετωπίσει τους ιδιαίτερους μηχανισμούς εκμετάλλευσης και απαγωγής υπεραξίας που χαρακτηρίζουν τον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό. Κοροϊδεύει τον εαυτό του ή την κοινωνία, όποιος ισχυρίζεται ότι μπορεί να είναι στην Ελλάδα ριζοσπάστης ή αντικαπιταλιστής, χωρίς να θίγει το πώς λειτουργούν τα νοσοκομεία, πως απονέμεται η ιατρική, χτίζονται τα αυθαίρετα, πόθεν τα εισοδήματα των μεσαίων, το όργιο της αυτοδιοικητικής διαφθοράς, ενίοτε και με συμμετοχή αριστερών δημάρχων και τόσα άλλα!
Η αριστερά προτίμησε να μην τα κακώς κείμενα, δεν πίστεψε ότι μπορεί να αντιτάξει συλλογικότητες στον έξαλλο ατομικισμό που κατέστρεψε τη χώρα, όπως δεν πίστεψε ότι μπορεί η ίδια, στη δική της μικροκλίμακα, να εμπιστευθεί την εξουσία των ηγετών και στελεχών της σε ένα δημοκρατικά οργανωμένο κίνημα, που πήγε κάποια στιγμή, από τη δύναμη των πραγμάτων, να γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Που είναι η δράση της αριστεράς υπέρ των καταναλωτικών και παραγωγικών συνεταιρισμών, οι προτάσεις της για αυτοδιαχείριση της Ολυμπιακής, όταν τέθηκε το θέμα, ή για την μετατροπή του Ταχυδρομικού Ταμιευτήριου σε τράπεζα των ασφαλισμένων;
Δεύτερον, αν κάτι απέδειξε περίτρανα η κρίση, είναι ότι δεν μπορείς να κάνεις πολιτική στην Ελλάδα, χωρίς άποψη για την εξωτερική πολιτική και τη διεθνή θέση της. Ποιες είναι οι απόψεις, που είναι η δράση της αριστεράς για το σχέδιο Ανάν, τα ελληνοτουρκικά και την ένταξη της Τουρκίας, τις σχέσεις με τη Ρωσία και την Κίνα, την επικείμενη μετατροπή της χώρας σε προτεκτοράτο μιας κυρίως αμερικανικής, βρετανικής, εβραϊκής παγκοσμιοποίησης και του Ισραήλ; Πόσες ουσιαστικές πρωτοβουλίες πήρε σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την συγκρότηση μιας πανευρωπαϊκής πολιτικής απάντησης στην επίθεση του διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου στο ευρωπαϊκό κοινωνικό κράτος μέσω της Ελλάδας; Οι Ευρωπαίοι όλο και περισσότερο ασφυκτιούν μέσα στο Μάαστριχτ. Αλά το όχι στην Ευρώπη των τραπεζών, δυσκολεύεται να μετατραπεί σε συγκεκριμένα θετικά μεταβατικά συνθήματα, δηλαδή συνθήματα που να φαίνονται αρκούντως λογικά στους εργαζόμενους και αρκούντως δύσκολα στα όργανα των τραπεζών που διοικούν την Ευρώπη.
Για να μην αυτοδιαλυθεί σε απωθητικούς “εμφύλιους της καρέκλας”, να γίνει πόλος έλξης των ευρύτατων στρωμάτων που αναζητούν απελπισμένα λύση, η Αριστερά οφείλει να απαντήσει με πολύ μεγαλύτερη σοβαρότητα και ουσιαστικό, όχι βερμπαλιστικό ριζοσπαστισμό στα προβλήματα της κοινωνίας. Δεν μπορεί τα στελέχη της να δείχνουν ότι ενδιαφέρονται πολύ περισσότερο για το ατομικό τους μέλλον απότι για την οργάνωση του αγώνα του ελληνικού λαού, ούτε να μας προτείνουν τη φυγή σε ένα απροσδιόριστο χιλιαστικό “σοσιαλιστικό μέλλον”.
Η επιλογή των προσώπων μεγάλη πολιτική σημασία. Θα ήταν ασφαλώς προτιμότερο να είναι πρόσωπα που να εκφράζουν την αντίσταση στην πολιτική του ΠΑΣΟΚ, όπως οι τρεις βουλευτές που καταψήφισαν το Μνημόνιο. Σε μια χώρα πάντως με το επίπεδο αμοιβαίας αλληλοεξαπάτησης της Ελλάδας, το ήθος είναι καθεαυτό μεγαλύτερη πολιτική αξία από οποιεσδήποτε πολιτικές θέσεις. Ο κόσμος δεν αποστρέφεται τον δικομματισμό αναζητώντας αριστερές ίντριγκες ή αριστερά λαμόγια! Η βάση της αριστεράς δεν υπάρχει για να συνεχίζουν οι ηγέτες της την καρριέρα τους. Χρειάζεται καθαρούς ανθρώπους, που να αντιπαραθέτουν έμπρακτα τη δική τους ηθική και προσωπική στάση ζωής στον πολιτισμό της ρεμούλας, της απάτης, της κοροϊδίας που κατέστρεψε τη χώρα και άφησε ανυπεράσπιστη την κοινωνία μας. Μόνο πάνω σε άλλο ήθος, σε άλλη ηθική, μπορεί να θεμελιωθεί ένα νέο πολιτικό διάβημα.
Το ΠΑΣΟΚ τρέμει, πολύ φυσιολογικά, τις περιφερειακές εκλογές. Η βάση του πλήττεται άγρια από την κυβερνητική, δηλαδή την πολιτική της τρόικας, όπου μας παρέδωσε χωρίς καμία διαπραγμάτευση και στρατηγική. Ούτε οι Υπουργοί μπορούν να εξηγήσουν πώς η πολιτική που ασκούν κατ’ επιταγήν των ξένων, θα οδηγήσει τη χώρα σε κάποια διέξοδο, όχι σε μεγαλύτερες καταστροφές. Το μόνο τους επιχείρημα είναι ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος, για τη σωτηρία πρέπει πρώτα να πεθάνει ο άρρωστος!
Η πολιτική τους κινείται στον αντίποδα του πολιτικού προγράμματος με το οποίο κέρδισαν τις εκλογές, συνιστά υφαρπαγή της λαϊκής εντολής. Στον ελληνικό λαό θάπρεπε, αυτοί που κυβερνούν εν ονόματί του, να δώσουν τουλάχιστο το δικαίωμα να αποφασίσει για την τύχη του!
Περισσότερο από το ΠΑΣΟΚ αυτή τη στιγμή, είναι όμως η λεγόμενη ριζοσπαστική αριστερά που κινδυνεύει να την πάθει στις επικείμενες εκλογές, γνωρίζοντας ιστορικής σημασίας Βατερλώ! Η βαθύτατη κρίση του πολιτικού συστήματος, κράτους και κοινωνικού σχηματισμού, αποτέλεσμα της οποίας ήταν η κρίση χρέους, θάπρεπε νάναι ιστορική ευκαιρία για τη ριζοσπαστική αριστερά, αν είχε το μυαλό και την ψυχή, τη vis vitalis να το κάνει, για να αναδιατάξει το πολιτικό σκηνικό ή τουλάχιστο να πρωταγωνιστήσει στην προσπάθεια αποτροπής των κοινωνικών και εθνικών καταστροφών. Παραδόξως, μοιάζει να πλήττεται εκείνη περισσότερο από την κρίση, ή τουλάχιστο να μην μπορεί να αποκομίσει τα κέρδη που δικαιολογημένα θα περίμενε.
Η οργή, αγανάκτηση και απελπισία που αργά αλλά σταθερά συγκεντρώνεται στα έγκατα της κοινωνίας, κινδυνεύει να διοχετευθεί σε αποχή χωρίς πολιτικό αποτέλεσμα. ‘Η, αν προκαλέσει εξέγερση, να μην οδηγήσει σε λύση. ‘Oπως άλλωστε συνέβη με τη φοβερή αλλά ολότελα μηδενιστική, ανήμπορη να παράγει διέξοδο, εξέγερση της ελληνικής νεολαίας πριν από δύο χρόνια, προειδοποίηση από τότε για τα μελλούμενα να συμβούν.
Το παράδοξο ανάμεσα στην ένταση της κρίσης και τα αποτελέσματά της για τον χώρο της αριστεράς είναι φαινομενικό. Ακριβώς γιατί η κρίση είναι τόσο βαθειά, φωτίζει ανελέητα, όχι μόνο το μικρό μέγεθος των κυβερνώντων, αλλά και την ανεπάρκεια των υπολοίπων. Η κρίση ανεβάζει δραματικά τον πήχυ των απαιτήσεων, το μέτρο κρίσης για όλες τις πολιτικές δυνάμεις, που παύουν σταδιακά να μετριούνται κυρίως με συμπάθεια, αντιπάθεια, γενικές ιδεολογικές αναφορές, και αρχίζουν, όλο και περισσότερο, να συγκρίνονται με τις δραματικές ανάγκες κοινωνίας και έθνους.
Η δυστοκία, μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, εξεύρεσης ενός υποψηφίου περιφερειάρχη που να συμπυκνώνει το μήνυμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, είναι το τελευταίο σύμπτωμα της δικής της κρίσης, της δυσκολίας και απροθυμίας της να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των καιρών, της βάσης της και των πολύ ευρύτερων στρωμάτων, που κάποια στιγμή προ διετίας στράφηκαν προς αυτήν και αναζητούν όλο και απελπισμένα διέξοδο. Με τη σειρά της, αυτή η δυστοκία μπορεί να γίνει καταλύτης περαιτέρω διάλυσης, πολυδιάσπασης ενός ιστορικού χώρου, σύμπτωμα του ελληνικού αδιεξόδου, της αδυναμίας δηλαδή της κοινωνίας μας να παράγει την αντίσταση και τις προτάσεις που χρειάζεται για να σωθεί η χώρα, τα πολιτικά εργαλεία, ιδέες, ηγεσίες. Το μεγαλύτερο δώρο στο ΠΑΣΟΚ και το σημαντικότερο, εξ αντιδιαστολής, επιχείρημα υπέρ του, είναι η αδυναμία όλης της αντιπολίτευσης και των συνδικάτων, να παράγουν αξιόπιστο πολιτικό λόγο και αποτελεσματική, ενωτική δράση. Και μάλιστα σε μια από τις πιο κρίσιμες στιγμές της ιστορίας μας, μια στιγμή που τα πιο αδικημένα κοινωνικά στρώματα, η ραχοκοκαλιά της κοινωνίας, το έθνος ως συλλογικότητα, έχουν απελπιστική ανάγκη πολιτικών απαντήσεων στην κρίση, που να τους επιτρέψουν να ξεφύγουν από τον φαύλο κύκλο του Μνημονίου και της υποδούλωσης. Χρειάζονται δηλαδή ένα αξιόπιστο, εναλλακτικό εθνικό σχέδιο.
Οι λόγοι των δυσκολιών της αριστεράς είναι πολυσύνθετοι. Τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο και το ΚΚΕ είχαν/έχουν μια διαπραγματευτική δομή προγράμματος, που προϋπέθετε ουσιαστικά την ευστάθεια, όχι την κρίση του συστήματος. Προτάσεις όπως η αύξηση του βασικού μισθού στα 1300 ευρώ, 100.000 νέες προσλήψεις στο δημόσιο, η περιγραφή της κρίσης χρέους ως κατασκευασμένης, σήμαιναν ότι το σύστημα μπορούσε να συνεχίσει να δουλεύει όπως δούλευε, με μια διόρθωση όμως επί το φιλολαϊκότερο και προοδευτικότερο. Προϋπέθετε το “λεφτά υπάρχουν”, μια απάτη που επέτρεψε μεν στο ΠΑΣΟΚ να κερδίσει τις εκλογές, για την αριστερά όμως μεταφράστηκε σε δραματική μείωση πολιτικής αξιοπιστίας.
¨Ωσπου να μεταρρυθμισθεί η ΕΕ, μεταρρύθμιση που προϋποθέτει μεγάλες εξεγέρσεις σε βασικές ευρωπαϊκές χώρες, ή να γίνει η παγκόσμια σοσιαλιστική επανάσταση, οι διεθνείς συνθήκες είναι αρκετά δεδομένες και πιεστικές. Για να βρεθούν τα λεφτά, να μη χτυπηθούν δηλαδή άγρια τα εργαζόμενα και πιο αδικημένα κοινωνικά στρώματα της Ελλάδας για να πληρωθούν οι δανειστές της και να διατηρηθεί η προοτική της χώρας, ο μόνος πραγματικός δρόμος ήταν αφενός μια σκληρότερη διαπραγμάτευση με την ΕΕ, αφετέρου η εσωτερική αναδιανομή εις βάρος των προνομιούχων και εν πολλοίς παρασιτικών στρωμάτων. Που είναι ασφαλώς το μεγάλο κεφάλαιο, είναι όμως και ευρύτατη μερίδα της μεσαίας τάξης.
Η διαφθορά στην Ελλάδα δεν είναι απλή παρενέργεια του καπιταλισμού, είναι ο τρόπος ύπαρξής του. Η αριστερά όμως εγκατέλειψε τον αγώνα εναντίον της στην αρμοδιότητα Τριανταφυλλόπουλου. Δεν θέλησε, πρακτικά και θεωρητικά, να αντιμετωπίσει τους ιδιαίτερους μηχανισμούς εκμετάλλευσης και απαγωγής υπεραξίας που χαρακτηρίζουν τον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό. Κοροϊδεύει τον εαυτό του ή την κοινωνία, όποιος ισχυρίζεται ότι μπορεί να είναι στην Ελλάδα ριζοσπάστης ή αντικαπιταλιστής, χωρίς να θίγει το πώς λειτουργούν τα νοσοκομεία, πως απονέμεται η ιατρική, χτίζονται τα αυθαίρετα, πόθεν τα εισοδήματα των μεσαίων, το όργιο της αυτοδιοικητικής διαφθοράς, ενίοτε και με συμμετοχή αριστερών δημάρχων και τόσα άλλα!
Η αριστερά προτίμησε να μην τα κακώς κείμενα, δεν πίστεψε ότι μπορεί να αντιτάξει συλλογικότητες στον έξαλλο ατομικισμό που κατέστρεψε τη χώρα, όπως δεν πίστεψε ότι μπορεί η ίδια, στη δική της μικροκλίμακα, να εμπιστευθεί την εξουσία των ηγετών και στελεχών της σε ένα δημοκρατικά οργανωμένο κίνημα, που πήγε κάποια στιγμή, από τη δύναμη των πραγμάτων, να γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Που είναι η δράση της αριστεράς υπέρ των καταναλωτικών και παραγωγικών συνεταιρισμών, οι προτάσεις της για αυτοδιαχείριση της Ολυμπιακής, όταν τέθηκε το θέμα, ή για την μετατροπή του Ταχυδρομικού Ταμιευτήριου σε τράπεζα των ασφαλισμένων;
Δεύτερον, αν κάτι απέδειξε περίτρανα η κρίση, είναι ότι δεν μπορείς να κάνεις πολιτική στην Ελλάδα, χωρίς άποψη για την εξωτερική πολιτική και τη διεθνή θέση της. Ποιες είναι οι απόψεις, που είναι η δράση της αριστεράς για το σχέδιο Ανάν, τα ελληνοτουρκικά και την ένταξη της Τουρκίας, τις σχέσεις με τη Ρωσία και την Κίνα, την επικείμενη μετατροπή της χώρας σε προτεκτοράτο μιας κυρίως αμερικανικής, βρετανικής, εβραϊκής παγκοσμιοποίησης και του Ισραήλ; Πόσες ουσιαστικές πρωτοβουλίες πήρε σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την συγκρότηση μιας πανευρωπαϊκής πολιτικής απάντησης στην επίθεση του διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου στο ευρωπαϊκό κοινωνικό κράτος μέσω της Ελλάδας; Οι Ευρωπαίοι όλο και περισσότερο ασφυκτιούν μέσα στο Μάαστριχτ. Αλά το όχι στην Ευρώπη των τραπεζών, δυσκολεύεται να μετατραπεί σε συγκεκριμένα θετικά μεταβατικά συνθήματα, δηλαδή συνθήματα που να φαίνονται αρκούντως λογικά στους εργαζόμενους και αρκούντως δύσκολα στα όργανα των τραπεζών που διοικούν την Ευρώπη.
Για να μην αυτοδιαλυθεί σε απωθητικούς “εμφύλιους της καρέκλας”, να γίνει πόλος έλξης των ευρύτατων στρωμάτων που αναζητούν απελπισμένα λύση, η Αριστερά οφείλει να απαντήσει με πολύ μεγαλύτερη σοβαρότητα και ουσιαστικό, όχι βερμπαλιστικό ριζοσπαστισμό στα προβλήματα της κοινωνίας. Δεν μπορεί τα στελέχη της να δείχνουν ότι ενδιαφέρονται πολύ περισσότερο για το ατομικό τους μέλλον απότι για την οργάνωση του αγώνα του ελληνικού λαού, ούτε να μας προτείνουν τη φυγή σε ένα απροσδιόριστο χιλιαστικό “σοσιαλιστικό μέλλον”.
Η επιλογή των προσώπων μεγάλη πολιτική σημασία. Θα ήταν ασφαλώς προτιμότερο να είναι πρόσωπα που να εκφράζουν την αντίσταση στην πολιτική του ΠΑΣΟΚ, όπως οι τρεις βουλευτές που καταψήφισαν το Μνημόνιο. Σε μια χώρα πάντως με το επίπεδο αμοιβαίας αλληλοεξαπάτησης της Ελλάδας, το ήθος είναι καθεαυτό μεγαλύτερη πολιτική αξία από οποιεσδήποτε πολιτικές θέσεις. Ο κόσμος δεν αποστρέφεται τον δικομματισμό αναζητώντας αριστερές ίντριγκες ή αριστερά λαμόγια! Η βάση της αριστεράς δεν υπάρχει για να συνεχίζουν οι ηγέτες της την καρριέρα τους. Χρειάζεται καθαρούς ανθρώπους, που να αντιπαραθέτουν έμπρακτα τη δική τους ηθική και προσωπική στάση ζωής στον πολιτισμό της ρεμούλας, της απάτης, της κοροϊδίας που κατέστρεψε τη χώρα και άφησε ανυπεράσπιστη την κοινωνία μας. Μόνο πάνω σε άλλο ήθος, σε άλλη ηθική, μπορεί να θεμελιωθεί ένα νέο πολιτικό διάβημα.
Δημοσίευση σχολίου