Η αποσυσπείρωση της Ν.Δ. και η ηττοπάθεια του ακροατηρίου της διεύρυναν το προβάδισμα που είχε αποκτήσει το ΠΑΣΟΚ στις ευρωεκλογές
Οι εξελίξεις του τελευταίου χρόνου, που σχηματικά οριοθετούνται με την περυσινή εμφάνιση του Πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, συνιστούν μια πρωτόγνωρη εμπειρία για τη μεταπολιτευτική πολιτική ζωή, αφού ποτέ στο παρελθόν μια κυβερνητική δημοτικότητα δεν κατέρρευσε μέσα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα.
Oύτε η δεύτερη κυβερνητική θητεία της Ν.Δ. την περίοδο 1977-1981 (μετά τη μετάβαση του Κ. Καραμανλή στην Προεδρία της Δημοκρατίας) ούτε η δεύτερη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ (μετά το σκάνδαλο Κοσκωτά και την ασθένεια του Α. Παπανδρέου) ούτε η δεύτερη τετραετία του Σημίτη, δεν εμφάνισαν στην κατάληξή τους τόσο διαλυτικά συμπώματα....
Η εξέλιξη αυτή, όπως και η αναλόγων διαστάσεων δημοσκοπική ρευστότητα που χαρακτήρισε τον χώρο της Κεντροαριστεράς μετά τις εκλογές του 2007, καθώς και τη διευρυμένη αποχή των ευρωεκλογών του Ιουνίου αποτελούν σαφέστατες ενδείξεις για τη διαμόρφωση ενός νέου τύπου εκλογικού σώματος με αποδυναμωμένες σταθερές και περιπλανώμενους ψηφοφόρους, οι οποίοι σε καμία περίπτωση δεν μπορούν πλέον να θεωρούνται δεδομένοι. Είναι μια καινούργια κρίσιμη διάσταση του πολιτικού ανταγωνισμού που θα πρέπει να συνυπολογίζουν οι επόμενες κυβερνήσεις.
Παράλληλα, με τη δημοσιοποίηση χθες των τελευταίων επιτρεπόμενων προεκλογικών δημοσκοπήσεων, είναι πλέον διαθέσιμα όλα τα απαραίτητα δεδομένα για την περιγραφή του πολιτικού κλίματος, δύο εβδομάδες πριν από τις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου. Οι διαρροές. Το πρώτο και καθοριστικό στοιχείο αφορά τη δυναμική που άρχισε να εμφανίζει το ΠΑΣΟΚ, διευρύνοντας το προβάδισμα που είχε αποκτήσει στις ευρωεκλογές, και το οποίο λόγω της εκτεταμένης τότε αποχής παρέμενε εν μέρει υπό αμφισβήτηση. Από τα μέχρι τώρα ευρήματα των δημοσκοπήσεων προκύπτει όμως ότι οι ψηφοφόροι που τον Ιούνιο επέλεξαν την αποχή δεν επανακάμπτουν αυτομάτως στα κόμματα που είχαν ψηφίσει το 2007.
Αντίθετα, στο κρίσιμο αυτό τμήμα του εκλογικού σώματος οι διαρροές από τους πρώην ψηφοφόρους της Ν.Δ. προς το ΠΑΣΟΚ καταγράφονται σε ιδιαιτέρως υψηλά επίπεδα, με την επιλογή της αποχής να έχει λειτουργήσει ως το απαραίτητο ενδιάμεσο βήμα για τη μεταστροφή.
Άμεση συνέπεια των προηγουμένων είναι η συνεχής διεύρυνση των απευθείας διαρροών από τη Ν.Δ. προς το ΠΑΣΟΚ, οι οποίες μέχρι το καλοκαίρι παρέμεναν σε σχετικώς περιορισμένα επίπεδα. Τα τελευταία όμως δημοσκοπικά ευρήματα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το τελικό μέγεθός τους μπορεί να ξεπεράσει το 10% των ψηφοφόρων της Ν.Δ. το 2007, ένδειξη που υποδηλώνει τη διαμόρφωση εκλογικού ρεύματος. Η διαπίστωση αυτή καθιστά πλέον απολύτως ορατή την αυτοδυναμία του ΠΑΣΟΚ, για την οποία στη σημερινή συγκυρία, και εφ΄ όσον οι Οικολόγοι Πράσινοι παραμείνουν εκτός Βουλής, θα αρκούσε ένα ποσοστό ακόμη και ελαφρώς μικρότερο του 41%. Οροφή το 36,5%. Το δεύτερο καθοριστικό στοιχείο, άμεσα συναρτημένο με το προηγούμενο, αφορά τη διευρυμένη αποσυσπείρωση και ηττοπάθεια που χαρακτηρίζει το εκλογικό ακροατήριο της Ν.Δ. Ακόμη κι αν υποθέσει κανείς ότι στην πορεία προς τις εκλογές η Ν.Δ. θα κατορθώσει να επανασυσπειρώσει τους πρώην ψηφοφόρους της που σήμερα εμφανίζονται ως αναποφάσιστοι, και πάλι η συσπείρωσή της δύσκολα μπορεί να ξεπεράσει το 80%. Γεγονός το οποίο σε συνδυασμό με τις εξαιρετικά περιορισμένες εισροές (από ΠΑΣΟΚ και ΛΑΟΣ) της τάξης του 1% έως 1,5% του εκλογικού σώματος διαμορφώνει για τη Ν.Δ. μια οροφή που οριακά μόνο μπορεί να αγγίξει το 36,5%.
Και προς τον ΛΑΟΣ. Ένα επιπλέον κρίσιμο στοιχείο που θα καθορίσει τις τελικές επιδόσεις της Ν.Δ. είναι οι διαρροές που καταγράφονται, τουλάχιστον δημοσκοπικά, προς τον ΛΑΟΣ και οι οποίες σύμφωνα με τις μέχρι τώρα διαθέσιμες μετρήσεις κυμαίνονται από 5% έως 6% των ψηφοφόρων της Ν.Δ. το 2007, δηλαδή περίπου 2,2% έως 2,5% του συνολικού εκλογικού σώματος. Η τάση αυτή ενισχύεται εξάλλου και από την προσχώρηση στον ΛΑΟΣ ορισμένων (κατά κανόνα περιθωριακών) πολιτευτών της Ν.Δ., γεγονός πάντως που σηματοδοτεί την εκλογική ρευστότητα μεταξύ των δύο κομματικών χώρων.
Οι διπλές αυτές διαρροές της Ν.Δ. προς το ΠΑΣΟΚ και τον ΛΑΟΣ, στον βαθμό που θα διατηρηθούν και θα σταθεροποιηθούν, είναι κυρίως αυτές που διαμορφώνουν ως ανώτατο όριο για τη συσπείρωση της Ν.Δ. το 80%. Ποσοστό που συνδυάζεται αβίαστα και με τη σχετική φθορά την οποία εμφανίζει το τελευταίο διάστημα η εικόνα του Πρωθυπουργού, με τη δημοτικότητά του μεταξύ τών (πρώην) ψηφοφόρων της Ν.Δ. να έχει καθηλωθεί σε επίπεδα ελαφρώς χαμηλότερα του 80% (όταν σε παλαιότερες περιόδους ξεπερνούσε εύκολα το 90%). Και το κυριότερο. Οι απώλειες της Ν.Δ. εντοπίζονται κυρίως στον χώρο της μισθωτής εργασίας (κορυφαίο παράδειγμα η Β΄ Αθηνών), ενώ ακόμη και στους αγρότες το ΠΑΣΟΚ απέκτησε ένα μικρό προβάδισμα στις πρόσφατες ευρωεκλογές, για πρώτη φορά ύστερα από 10 χρόνια.
Σαφέστατες οι ενδείξεις για τη διαμόρφωση ενός νέου τύπου εκλογικού σώματος με αποδυναμωμένες σταθερές και περιπλανώμενους ψηφοφόρους
Η «διαχειρίσιμη» και η «μη διαχειρίσιμη» ήττα
Η επιλογή των πρόωρων εκλογών φαίνεται ότι προέκυψε ως συνδυασμός δύο, διαφορετικής τάξεως, παραδοχών. Η πρώτη, η οποία και προβλήθηκε ως επίσημη αιτιολογία, αφορούσε την κατάσταση της οικονομίας και την αδυναμία της κυβέρνησης να την αντιμετωπίσει. Η δεύτερη που έχει κατά κόρον σχολιαστεί δημοσιογραφικά, αφορούσε το σενάριο της «διαχειρίσιμης ήττας». Όμως η φορά των πραγμάτων, ιδίως τις δύο τελευταίες βδομάδες, έχει αντιστρέψει τις προτεραιότητες της Ν.Δ. Αντί για την επίτευξη της «διαχειρίσιμης ήττας», άμεσος στόχος είναι σήμερα η αποτροπή της «μη διαχειρίσιμης ήττας».
Ιστορικό χαμηλό. Για τη Ν.Δ., υπάρχει ένα συμβολικό όριο που σηματοδοτείται από το ιστορικό χαμηλό του κόμματος σε βουλευτικές εκλογές, το 1981 με αρχηγό τότε τον Γ. Ράλλη (35,9%). Στις ευρωεκλογές του Ιουνίου, έστω και οριακά, η Ν.Δ. κατόρθωσε να υπερβεί το αντίστοιχο ιστορικό χαμηλό, συγκεντρώνοντας 32,29% (έναντι 31,34% στις ευρωεκλογές του 1981, που πραγματοποιήθηκαν όμως ταυτόχρονα με τις βουλευτικές).
Αν η Ν.Δ. κατορθώσει να υπερβεί το 36% προσεγγίζοντας ιδανικά και το 37%, τότε η ενότητά της μάλλον θα παραμείνει αρραγής και προβάλλοντας το επιχείρημα της «υπευθυνότητας» μπορεί να αναμένει την κυβερνητική αποτυχία του ΠΑΣΟΚ.
Για 100.000 ψήφους!
Αν όμως το ποσοστό της πέσει κάτω από το ιστορικό χαμηλό, η διαφορά από το ΠΑΣΟΚ ξεπεράσει τις 7 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ παράλληλα θα έχουν ενισχυθεί οι «λαθρεπιβάτες της πολυκατοικίας», τότε η κρίση, που ήδη έχει εκδηλωθεί, ενδέχεται να προσλάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Και να αναλογιστεί κανείς ότι η «διαχειρίσιμη ήττα» από τη «μη διαχειρίσιμη ήττα» μπορεί να απέχει λιγότερο από 100.000 ψήφους.
Οι εξελίξεις του τελευταίου χρόνου, που σχηματικά οριοθετούνται με την περυσινή εμφάνιση του Πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, συνιστούν μια πρωτόγνωρη εμπειρία για τη μεταπολιτευτική πολιτική ζωή, αφού ποτέ στο παρελθόν μια κυβερνητική δημοτικότητα δεν κατέρρευσε μέσα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα.
Oύτε η δεύτερη κυβερνητική θητεία της Ν.Δ. την περίοδο 1977-1981 (μετά τη μετάβαση του Κ. Καραμανλή στην Προεδρία της Δημοκρατίας) ούτε η δεύτερη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ (μετά το σκάνδαλο Κοσκωτά και την ασθένεια του Α. Παπανδρέου) ούτε η δεύτερη τετραετία του Σημίτη, δεν εμφάνισαν στην κατάληξή τους τόσο διαλυτικά συμπώματα....
Η εξέλιξη αυτή, όπως και η αναλόγων διαστάσεων δημοσκοπική ρευστότητα που χαρακτήρισε τον χώρο της Κεντροαριστεράς μετά τις εκλογές του 2007, καθώς και τη διευρυμένη αποχή των ευρωεκλογών του Ιουνίου αποτελούν σαφέστατες ενδείξεις για τη διαμόρφωση ενός νέου τύπου εκλογικού σώματος με αποδυναμωμένες σταθερές και περιπλανώμενους ψηφοφόρους, οι οποίοι σε καμία περίπτωση δεν μπορούν πλέον να θεωρούνται δεδομένοι. Είναι μια καινούργια κρίσιμη διάσταση του πολιτικού ανταγωνισμού που θα πρέπει να συνυπολογίζουν οι επόμενες κυβερνήσεις.
Παράλληλα, με τη δημοσιοποίηση χθες των τελευταίων επιτρεπόμενων προεκλογικών δημοσκοπήσεων, είναι πλέον διαθέσιμα όλα τα απαραίτητα δεδομένα για την περιγραφή του πολιτικού κλίματος, δύο εβδομάδες πριν από τις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου. Οι διαρροές. Το πρώτο και καθοριστικό στοιχείο αφορά τη δυναμική που άρχισε να εμφανίζει το ΠΑΣΟΚ, διευρύνοντας το προβάδισμα που είχε αποκτήσει στις ευρωεκλογές, και το οποίο λόγω της εκτεταμένης τότε αποχής παρέμενε εν μέρει υπό αμφισβήτηση. Από τα μέχρι τώρα ευρήματα των δημοσκοπήσεων προκύπτει όμως ότι οι ψηφοφόροι που τον Ιούνιο επέλεξαν την αποχή δεν επανακάμπτουν αυτομάτως στα κόμματα που είχαν ψηφίσει το 2007.
Αντίθετα, στο κρίσιμο αυτό τμήμα του εκλογικού σώματος οι διαρροές από τους πρώην ψηφοφόρους της Ν.Δ. προς το ΠΑΣΟΚ καταγράφονται σε ιδιαιτέρως υψηλά επίπεδα, με την επιλογή της αποχής να έχει λειτουργήσει ως το απαραίτητο ενδιάμεσο βήμα για τη μεταστροφή.
Άμεση συνέπεια των προηγουμένων είναι η συνεχής διεύρυνση των απευθείας διαρροών από τη Ν.Δ. προς το ΠΑΣΟΚ, οι οποίες μέχρι το καλοκαίρι παρέμεναν σε σχετικώς περιορισμένα επίπεδα. Τα τελευταία όμως δημοσκοπικά ευρήματα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το τελικό μέγεθός τους μπορεί να ξεπεράσει το 10% των ψηφοφόρων της Ν.Δ. το 2007, ένδειξη που υποδηλώνει τη διαμόρφωση εκλογικού ρεύματος. Η διαπίστωση αυτή καθιστά πλέον απολύτως ορατή την αυτοδυναμία του ΠΑΣΟΚ, για την οποία στη σημερινή συγκυρία, και εφ΄ όσον οι Οικολόγοι Πράσινοι παραμείνουν εκτός Βουλής, θα αρκούσε ένα ποσοστό ακόμη και ελαφρώς μικρότερο του 41%. Οροφή το 36,5%. Το δεύτερο καθοριστικό στοιχείο, άμεσα συναρτημένο με το προηγούμενο, αφορά τη διευρυμένη αποσυσπείρωση και ηττοπάθεια που χαρακτηρίζει το εκλογικό ακροατήριο της Ν.Δ. Ακόμη κι αν υποθέσει κανείς ότι στην πορεία προς τις εκλογές η Ν.Δ. θα κατορθώσει να επανασυσπειρώσει τους πρώην ψηφοφόρους της που σήμερα εμφανίζονται ως αναποφάσιστοι, και πάλι η συσπείρωσή της δύσκολα μπορεί να ξεπεράσει το 80%. Γεγονός το οποίο σε συνδυασμό με τις εξαιρετικά περιορισμένες εισροές (από ΠΑΣΟΚ και ΛΑΟΣ) της τάξης του 1% έως 1,5% του εκλογικού σώματος διαμορφώνει για τη Ν.Δ. μια οροφή που οριακά μόνο μπορεί να αγγίξει το 36,5%.
Και προς τον ΛΑΟΣ. Ένα επιπλέον κρίσιμο στοιχείο που θα καθορίσει τις τελικές επιδόσεις της Ν.Δ. είναι οι διαρροές που καταγράφονται, τουλάχιστον δημοσκοπικά, προς τον ΛΑΟΣ και οι οποίες σύμφωνα με τις μέχρι τώρα διαθέσιμες μετρήσεις κυμαίνονται από 5% έως 6% των ψηφοφόρων της Ν.Δ. το 2007, δηλαδή περίπου 2,2% έως 2,5% του συνολικού εκλογικού σώματος. Η τάση αυτή ενισχύεται εξάλλου και από την προσχώρηση στον ΛΑΟΣ ορισμένων (κατά κανόνα περιθωριακών) πολιτευτών της Ν.Δ., γεγονός πάντως που σηματοδοτεί την εκλογική ρευστότητα μεταξύ των δύο κομματικών χώρων.
Οι διπλές αυτές διαρροές της Ν.Δ. προς το ΠΑΣΟΚ και τον ΛΑΟΣ, στον βαθμό που θα διατηρηθούν και θα σταθεροποιηθούν, είναι κυρίως αυτές που διαμορφώνουν ως ανώτατο όριο για τη συσπείρωση της Ν.Δ. το 80%. Ποσοστό που συνδυάζεται αβίαστα και με τη σχετική φθορά την οποία εμφανίζει το τελευταίο διάστημα η εικόνα του Πρωθυπουργού, με τη δημοτικότητά του μεταξύ τών (πρώην) ψηφοφόρων της Ν.Δ. να έχει καθηλωθεί σε επίπεδα ελαφρώς χαμηλότερα του 80% (όταν σε παλαιότερες περιόδους ξεπερνούσε εύκολα το 90%). Και το κυριότερο. Οι απώλειες της Ν.Δ. εντοπίζονται κυρίως στον χώρο της μισθωτής εργασίας (κορυφαίο παράδειγμα η Β΄ Αθηνών), ενώ ακόμη και στους αγρότες το ΠΑΣΟΚ απέκτησε ένα μικρό προβάδισμα στις πρόσφατες ευρωεκλογές, για πρώτη φορά ύστερα από 10 χρόνια.
Σαφέστατες οι ενδείξεις για τη διαμόρφωση ενός νέου τύπου εκλογικού σώματος με αποδυναμωμένες σταθερές και περιπλανώμενους ψηφοφόρους
Η «διαχειρίσιμη» και η «μη διαχειρίσιμη» ήττα
Η επιλογή των πρόωρων εκλογών φαίνεται ότι προέκυψε ως συνδυασμός δύο, διαφορετικής τάξεως, παραδοχών. Η πρώτη, η οποία και προβλήθηκε ως επίσημη αιτιολογία, αφορούσε την κατάσταση της οικονομίας και την αδυναμία της κυβέρνησης να την αντιμετωπίσει. Η δεύτερη που έχει κατά κόρον σχολιαστεί δημοσιογραφικά, αφορούσε το σενάριο της «διαχειρίσιμης ήττας». Όμως η φορά των πραγμάτων, ιδίως τις δύο τελευταίες βδομάδες, έχει αντιστρέψει τις προτεραιότητες της Ν.Δ. Αντί για την επίτευξη της «διαχειρίσιμης ήττας», άμεσος στόχος είναι σήμερα η αποτροπή της «μη διαχειρίσιμης ήττας».
Ιστορικό χαμηλό. Για τη Ν.Δ., υπάρχει ένα συμβολικό όριο που σηματοδοτείται από το ιστορικό χαμηλό του κόμματος σε βουλευτικές εκλογές, το 1981 με αρχηγό τότε τον Γ. Ράλλη (35,9%). Στις ευρωεκλογές του Ιουνίου, έστω και οριακά, η Ν.Δ. κατόρθωσε να υπερβεί το αντίστοιχο ιστορικό χαμηλό, συγκεντρώνοντας 32,29% (έναντι 31,34% στις ευρωεκλογές του 1981, που πραγματοποιήθηκαν όμως ταυτόχρονα με τις βουλευτικές).
Αν η Ν.Δ. κατορθώσει να υπερβεί το 36% προσεγγίζοντας ιδανικά και το 37%, τότε η ενότητά της μάλλον θα παραμείνει αρραγής και προβάλλοντας το επιχείρημα της «υπευθυνότητας» μπορεί να αναμένει την κυβερνητική αποτυχία του ΠΑΣΟΚ.
Για 100.000 ψήφους!
Αν όμως το ποσοστό της πέσει κάτω από το ιστορικό χαμηλό, η διαφορά από το ΠΑΣΟΚ ξεπεράσει τις 7 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ παράλληλα θα έχουν ενισχυθεί οι «λαθρεπιβάτες της πολυκατοικίας», τότε η κρίση, που ήδη έχει εκδηλωθεί, ενδέχεται να προσλάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Και να αναλογιστεί κανείς ότι η «διαχειρίσιμη ήττα» από τη «μη διαχειρίσιμη ήττα» μπορεί να απέχει λιγότερο από 100.000 ψήφους.