Ο Λευκός Οίκος είναι διχασμένος όσον αφορά τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή. Ωστόσο οι καταγεγραμμένοι, τηλεοπτικά, αποκεφαλισμοί των δύο Αμερικανών δημοσιογράφων φαίνεται να οδηγούν στην αποκρυστάλλωση σε μια εξ ολοκλήρου νέα πολιτική, μα κεντρικό άξονα την αμερικανική στρατιωτική εμπλοκή κατά του Ισλαμικού Κράτους (ΙΚ).
ΠΗΓΗ: Center for Strategic and International Studies
URL: http://csis.org/publication/rethinking-strategy-toward-islamic-state
ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΕΙΜΕ ΝΟΥ: Παντελής Καρύκας
Η νέα αμερικανική θεώρηση είναι, ωστόσο, περισσότερο στρατιωτική από ότι ίσως θα έπρεπε. Το κλίμα που επικράτησε μετά τους αποκεφαλισμούς επέτρεψε τον σχεδιασμό στρατιωτικής απάντησης κατά του ΙΚ, αν δεν την επέβαλε. Η επικράτηση όμως έναντι της εν λόγω οργάνωσης προκαλεί διπλωματικά και οικονομικά προβλήματα καθώς και ζητήματα ασφάλειας.
Καταρχήν, χρειάζεται ένα ιδεολογικό υπόβαθρο, ένα νομικό και ένα πολιτικό, επί των οποίων θα στηριχθεί η αμερικανική στρατηγική και τα οποία δεν φαίνεται να υπάρχουν και μάλλον θα χρειαστεί πολύς καιρός για να σχηματιστούν. Σε βάθος χρόνου όμως, μόνο αυτά εξασφαλίζουν τη νίκη κατά του ΙΚ, ώστε να συντριβούν τα διάφορα δίκτυα, πλοκάμια και παρακλάδια της οργάνωσης, να μην επιτραπεί στην οργάνωση να αναζητήσει αλλού καταφύγιο και να υπονομευτεί η σαγήνη που ασκεί στους μουσουλμάνους και εν δυνάμει υποψήφιους μαχητές της.
Αντίθετα όμως, οι ΗΠΑ φαίνεται πως προτιμούν μια εκστρατεία εστιασμένη στην στρατιωτική ισχύ. Οι ΗΠΑ μπορούν να εξαπολύσουν ισχυρά στρατιωτικά πλήγματα με ακρίβεια, από ασφαλή για τις δυνάμεις τους απόσταση. Επιπλέον, οι ΗΠΑ είναι σε θέση να δράσουν άμεσα, καθιστώντας έτσι ένα στρατιωτικό πλήγμα κατά του ΙΚ άμεσο, δραστικό και αποτελεσματικό.
Το ΙΚ, ως οργάνωση, θα πρέπει όμως από την πλευρά του να αντιμετωπίζει μάλλον ευχάριστα το ενδεχόμενο αμερικανικής, εναντίον του, στρατιωτικής δράσης, καθώς θα εμφανιστεί ως πρόμαχος του Ισλάμ εναντίον της παγκόσμιας υπερδύναμης. Αυτό άλλωστε ήθελε να δείξει σφάζοντας, ως πρόβατα, τους δύο Αμερικανούς δημοσιογράφους. Όλο το σκηνικό αποτελούσε μέρος ενός «παιχνιδιού» εμφάνισής του ως ισχυρής και αποτελεσματικής δύναμης στον ισλαμικό κόσμο.
Η φαντασίωση αυτή του ΙΚ λειτουργεί, καθώς το ΙΚ έχει τη δυνατότητα να αναπαράγει δημοσιογραφικά και να μεταδίδει τις όποιες επιτυχίες τους, αλλά όχι και τις ήττες του. Οι ήττες αποκρύβονται συστηματικά. Η κυβέρνηση Ομπάμα θα έπρεπε να πάρει μαθήματα από την πρόσφατη σύγκρουση Ισραήλ – Χαμάς στη Γάζα. Και εκεί μια κυβέρνηση χρησιμοποίησε στρατιωτικά μέσα για να επικρατήσει έναντι μιας οργάνωσης η οποία απολαμβάνει της υποστήριξης της συντριπτικής πλειοψηφίας των εκεί κατοίκων. Κι εκεί μια άτακτη στρατιωτική δύναμη χρησιμοποίησε ασύμμετρες πολεμικές τακτικές, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν περισσότεροι από 1.000 άμαχοι.
Όταν ένας φωτογράφος της εφημερίδας New York Times ρωτήθηκε γιατί δεν δημοσιεύσει φωτογραφίες μαχητών της Χαμάς απάντησε : «Δεν έχουμε δει τους μαχητές της Χαμάς. Εμφανίζονται μέσα από σπίτια και κτίρια το βράδυ. Κινούνται με μεγάλη προσοχή. Αν μπορούσα να τους πλησιάσω θα τους φωτογράφιζα. Δεν είδα ούτε έναν εκτοξευτή ρουκετών. Είναι σαν να μην υπήρξαν ποτέ».
Η απάντηση λοιπόν στο ΙΚ δεν πρέπει να είναι μια νέα στρατηγική, αλλά μια επαναξιολόγηση. Αρχικά πρέπει να ξεκαθαριστούν οι αντικειμενικοί σκοποί, πρώτος εκ των οποίων είναι η συντριβή του ΙΚ από το εσωτερικό, μάλλον, παρά μέσω στρατιωτικής δράσης. Για να επιτευχθεί αυτό πρέπει πρωτίστως να υπάρξει μια πολιτική επίλυση του πολέμου στην Συρία και στο Ιράκ.
Δεύτερος αντικειμενικός σκοπός είναι ο σχηματισμός μιας αποτελεσματικής συμμαχίας που θα συνδέει τους όποιους συμμάχους με τους στρατηγικούς στόχους των ΗΠΑ. Για να γίνει αυτό όμως πρέπει οι ΗΠΑ να ξεκαθαρίσουν τι ακριβώς επιθυμούν για τη Μέση Ανατολή και ποιος θα είναι ο ρόλος του κάθε κράτους συμμάχου.
Η κυβέρνηση Ομπάμα αποδέχεται αυτή την στιγμή την όποια προσφορά, κυρίως στρατιωτική, παρά το γεγονός ότι οι συμμετάσχουσες στην συμμαχία χώρες δεν φαίνεται να έχουν κοινά μεταξύ τους συμφέροντα. Εξάλλου η προσφερόμενη στρατιωτική βοήθεια είναι μικρής κλίμακας. Αυτό που έχει σημασία είναι η ιδεολογική αποδόμηση του ΙΚ και γενικότερα του ακραίου Ισλάμ. Αυτό όμως θεωρείται, δυστυχώς, δευτερεύον.
Ό,τι είναι να γίνει πρέπει να γίνει μυστικά, με τη συμμετοχή των υπηρεσιών ασφαλείας. Υπάρχουν τρόποι που χώρες, όπως η Τουρκία, εντός της οποίας έχουν αναπτυχθεί πολυάριθμοι πυρήνες των εξτρεμιστών, μπορεί να προσφέρει την συνδρομή της στον αγώνα κατά του ΙΚ. Μέχρι στιγμής όμως υπάρχουν ελάχιστα δείγματα στρατηγικής σύγκλισης ή συνεννόησης μεταξύ των «συμμάχων».
Ένας τρίτος στόχος πρέπει να είναι, οι λεγόμενοι μετριοπαθείς αντάρτες στην Συρία, να εκτελέσουν τον ρόλο που τους ανατίθεται και μόνο. Κατά μια έννοια ο εξοπλισμός και ο εφοδιασμός τους από τις ΗΠΑ έχει συμβολική σημασία, δηλώνοντας ότι οι ΗΠΑ, μετά από μια μεγάλη περίοδο που παρατηρούσαν αδιάφορα τον αγώνα τους, είναι τώρα στο πλευρό τους.
Οι αντάρτες όμως πρέπει να κατανοήσουν ότι θα διεξάγουν έναν περιορισμένο πόλεμο και όχι για να επιτύχουν το απόλυτο για αυτούς. Οφείλουν να εξελιχθούν, απλώς, σε μια οργάνωση που θα έχει την απαραίτητη ισχύ ώστε να μπορεί να σταθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για τον τερματισμό του πολέμου, μετά το τέλος του ΙΚ.
Τέταρτος στόχος των ΗΠΑ θα πρέπει να είναι η «αξιοποίηση» του πολέμου κατά του ΙΚ για να προσεγγίσουν τους παραδοσιακούς τους αντιπάλους στην περιοχή, την Συρία και το Ιράν. Η στρατηγική Ομπάμα όμως εστιάζεται κυρίως στην στρατιωτική ισχύ.
Ο πρόεδρος, στο διάγγελμά του προς τους Αμερικανούς, δύο φορές υποσχέθηκε να συντρίψει το ΙΚ. Πιθανότατα, ο πρόεδρος απλώς κεφαλαιοποίησε τις πρόσφατες δολοφονίες Αμερικανών από το ΙΚ. Ωστόσο, η στρατιωτική ισχύς δεν είναι αρκετή για να κερδηθεί αυτός ο πόλεμος.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου