Γράφει ο Νότης Μαριάς
Το Κοινό Ανακοινωθέν που υπέγραψαν στις 11/2/2021 στο πλαίσιο του Φόρουμ Φιλίας η Ελλάδα, η Κύπρος, η Γαλλία, η Αίγυπτος, το Μπαχρείν, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) «ικανοποιεί πλήρως την Ελληνική πλευρά καθώς έχει σαφείς αναφορές στο Διεθνές Δίκαιο, στο Δίκαιο της Θάλασσας και στην αποχή από απειλές ή χρήση βίας» (New Post 11/2/2021). Μάλιστα με τα ΗΑΕ η Ελλάδα έχει ήδη υπογράψει «ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής» «σε περίπτωση που απειληθεί η εδαφική ανεξαρτησία κάποιας από τις δύο χώρες» (H Καθημερινή 23/11/2021). Πρόκειται για την πρώτη διμερή συμφωνία τέτοιου τύπου που υπέγραψε η Αθήνα μετά το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου καθώς με την ίδρυση του ΝΑΤΟ εγκαταλείφθηκε η πρακτική των διμερών αμυντικών Συμφώνων η οποία αντικαταστάθηκε από Σύμφωνα και ρήτρες συλλογικής ασφάλειας και αμοιβαίας συνδρομής. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί το περίφημο άρθρο 5 του ΝΑΤΟ αλλά και η ρήτρα συνδρομής του άρθρου 42 παρ.7 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Με δεδομένη όμως τη διαχρονική απροθυμία της ΕΕ να προχωρήσει με πρακτικό και άμεσο τρόπο στην έκφραση αλληλεγγύης σε Κύπρο και Ελλάδα ενόψει της επιθετικής πολιτικής της Άγκυρας ήδη από το 2018 πήραμε την πολιτική πρωτοβουλία να προτείνουμε τη σύναψη Συμφώνου Αμυντικής Συνεργασίας με ρήτρα στρατιωτικής συνδρομής μεταξύ Γαλλίας και Ελλάδας,
Στο πλαίσιο αυτό στις 17 Απριλίου 2018 με παρέμβασή μου στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο ζήτησα από τον Εμανουέλ Μακρόν τη δέσμευσή του για σύναψη Ελληνογαλλικού Συμφώνου Αμυντικής Συνεργασίας που θα εγγυάται και στρατιωτικά τα Ελληνικά σύνορα σε περίπτωση τουρκικής επίθεσης.
Όπως καταγράφηκε ήδη σε εκτενή ρεπορτάζ των ΜΜΕ ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας απαντώντας στην παραπάνω Ερώτηση – Τοποθέτησή μου δήλωσε απερίφραστα εντός της Ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο τα εξής :
«Να πω ότι η Γαλλία ανά πάσα στιγμή θα είναι παραστάτης σε κάθε Κράτος Μέλος όταν απειλείται όταν υφίσταται επίθεση η κυριαρχία του. Αυτό το είπαμε και στην Μεγάλη Βρετανία και στην υπόθεση Σκριπάλ, αλλά είναι και πάγια θέση μας προς την Ελλάδα όταν απειλείται στην Ανατολική Μεσόγειο. Και τις προάλλες είχα τηλεφωνική συνομιλία με τον Πρωθυπουργό τον κ. Τσίπρα γι’ αυτό το θέμα. Είναι ακριβώς στην καρδία της κοινής μας αλληλεγγύης να υπάρχει αυτή η αλληλεγγύη μεταξύ των Κρατών».
Η δήλωση Μακρόν, που έτυχε μεγάλης προβολής από τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, μπορούσε και έπρεπε να αξιοποιηθεί από την κυβέρνηση Τσίπρα και να αποτελέσει το εφαλτήριο για περαιτέρω ουσιαστικές συγκλίσεις και πρωτοβουλίες όπως είχαμε επισημάνει σε σχετική μας αρθρογραφία (Η Κυριακάτικη Κόντρα 22/4/2018).
Όμως η τότε κυβέρνηση Τσίπρα δεν αξιοποίησε την ευκαιρία για την σύναψη ενός διμερούς Συμφώνου Αμυντικής Συνεργασίας και Στρατιωτικής Συνδρομής Ελλάδας – Γαλλίας με πιθανή μετατροπή του σε πολυμερές Σύμφωνο, με ενδεχόμενη ένταξη της Κύπρου. Στο πλαίσιο αυτό η απόφαση της Γαλλίας να παραχωρήσει με leasing στο Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό δύο φρεγάτες τύπου FREMM (Η Καθημερινή 20/4/2018) θα μπορούσε να αποτελεί ένα πρώτο βήμα έμπρακτης γαλλικής στήριξης της Ελλάδας έναντι της Τουρκίας, πλην όμως κάτι τέτοιο δεν προχώρησε μετά από πιέσεις του Βερολίνου. Η αρνητική γερμανική στάση στο θέμα των γαλλικών φρεγατών δεν ήταν κάτι το καινούργιο. Είχε «συμβεί στο παρελθόν, το 2011, όταν ο Γάλλος πρόεδρος Ολάντ ήταν έτοιμος να μας νοικιάσει τις ίδιες φρεγάτες, ωστόσο, με γερμανική παρέμβαση η συμφωνία δεν τελεσφόρησε» και επαναλήφθηκε ξανά τον Απρίλιο του 2018 λίγο μετά την παραπάνω θετική απάντηση του Μακρόν στην Παρέμβασή μου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 17/4/2020 αναφορικά με το ζήτημα της «απόκτησης δύο γαλλικών φρεγατών μέσω χρονομίσθωσης»
Ευτυχώς την δήλωση Μακρόν τελικά αξιοποίησε η Κύπρος η οποία προχώρησε στις 15 Μαΐου 2019 στο Παρίσι στην υπογραφή Συμφωνίας Αμυντικής Συνεργασίας με τη Γαλλία.
Στη διεθνή πολιτική βέβαια η ίδια η ζωή δρομολογεί τις εξελίξεις αναγκάζοντας τους πολιτικούς να τρέχουν πίσω από τα γεγονότα. Έτσι η όξυνση της τουρκικής επιθετικότητας στην Ανατολική Μεσόγειο όχι μόνο έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου αλλά και έναντι της Γαλλίας καθώς και η εμπλοκή της Τουρκίας στη Συρία έφεραν ακόμη πιο κοντά Παρίσι και Αθήνα δρομολογώντας στο παραπέντε αμοιβαία σύγκληση με στόχο τη διαμόρφωση στενής ελληνογαλλικής αμυντικής συνεργασίας.
Έκτοτε ξεκίνησε ένα γαϊτανάκι δηλώσεων και προθέσεων Αθήνας και Παρισιού για τη σύναψη της περίφημης Ελληνογαλλικής Αμυντικής Συμφωνίας με ρήτρα στρατιωτικής συνδρομής η οποία δρομολογήθηκε με αποφασιστικότητα πριν ένα χρόνο περίπου στις 29 Ιανουαρίου 2020 στο Παρίσι με τη συνάντηση Μακρόν-Μητσοτάκη. Η πορεία αυτή ανατράπηκε με παρέμβαση της Μέρκελ καθώς η υπονόμευση της Ελληνογαλλικής Συμμαχίας αποτελεί πάγια στρατηγική επιλογή του Βερολίνου. Πολύ δε περισσότερο καθώς ένα Ελληνογαλλικό διμερές Αμυντικό Σύμφωνο με ρήτρα στρατιωτικής συνδρομής κινείται εκτός των πλαισίων του ΝΑΤΟ με το Βερολίνο να έχει ήδη εκφράσει τις αντιρρήσεις του προς το Παρίσι σε κάθε προσπάθεια υπονόμευσης της Ατλαντικής Συμμαχίας (Reuters 10/11/2019) ιδίως μετά τις δηλώσεις Μακρόν ότι το ΝΑΤΟ είναι εγκεφαλικά νεκρό (DW 10/11/2019). Επιπλέον το Βερολίνο είχε ήδη εκφράσει τις επιφυλάξεις του στην προσπάθεια της Γαλλίας να ηγηθεί της προσπάθειας δέκα κρατών μελών της ΕΕ για την ανάληψη ευρωπαϊκής αμυντικής πρωτοβουλίας γνωστή ως European Intervention Initiative (EI2) (DW 8/11/2018) την οποία έχει διακηρύξει ο Μακρόν από τις αρχές του 2018 (DW 19/1/2018).
Μάλιστα λίγες μέρες πριν γίνει η τριμερής συνάντηση στο Βερολίνο μεταξύ των διπλωματικών συμβούλων των ηγετών της Γερμανίας, της Τουρκίας και της Ελλάδας στις 12 και 13 Ιουλίου 2020, «η Αθήνα και το Παρίσι είχαν φθάσει πολύ κοντά σε οριστικοποίηση της συμφωνίας για την προμήθεια δύο γαλλικής ναυπήγησης φρεγατών τύπου Belh@rra και τη σύνδεσή τους με μια ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής. Οι συζητήσεις γι’ αυτή τη ρήτρα ουσιαστικά δεν κατέληξαν ποτέ σε κάποιο οριστικό κείμενο. Ωστόσο περιείχαν σαφείς αναφορές στο άρθρο 5 του ΝΑΤΟ περί συλλογικής άμυνας αλλά και στο άρθρο 42 παρ. 7 της Συνθήκης της Ε.Ε…. Οι δύο πλευρές είχαν φθάσει τόσο κοντά, ώστε είχε συζητηθεί ο κ. Μητσοτάκης να μεταβεί στο Παρίσι, να υπογράψει τη σχετική συμφωνία με τον πρόεδρο της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν και από εκεί να ταξιδέψουν αεροπορικώς μαζί στις Βρυξέλλες για τη Σύνοδο Κορυφής, σε μια επίδειξη συμμαχικής αλληλεγγύης. Πρακτικά, η συμφωνία «ναυάγησε» μία εβδομάδα πριν από τη Σύνοδο Κορυφής. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι Γάλλοι διερωτώνται ποιος και γιατί πίεσε για την ακύρωση και θεωρούν ότι δεν πρόκειται για οικονομικό ζήτημα» (Βασίλης Νέδος, Η Καθημερινή 2/8/2020).
Επομένως μια σημαντική συνέπεια της μυστικής συνάντησης Ελλάδας-Τουρκίας-Γερμανίας στο Βερολίνο στις 12 και 13 Ιουλίου 2020 και των πιέσεων του Βερολίνου για ακύρωση του Ελληνογαλλικού Αμυντικού Συμφώνου ήταν η εν συνεχεία ανακοίνωση της Ελληνικής πλευράς ότι το ζήτημα των γαλλικών φρεγατών παραπέμφθηκε στις καλένδες. Και όλα αυτά ενώ λίγες μέρες πιο πριν «το θέμα της αμυντικής συνεργασίας ετέθη και στις πρόσφατες επικοινωνίες που είχε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τον πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας Εμανουέλ Μακρόν, ενόψει και της Συνόδου Κορυφής της Ε.Ε» (Η Καθημερινή 9/7/2020). Έτσι «ακυρώθηκε σχεδόν την τελευταία στιγμή η επίσημη τελετή υπογραφής του deal που θα γινόταν στο Παρίσι λίγο πριν από τη Σύνοδο Κορυφής της 17ης και 18ης Ιουλίου από τέσσερις υπουργούς παρουσία του πρωθυπουργού και του προέδρου της Γαλλίας! Είναι σαν να γυρίσαμε την πλάτη στον Εμανουέλ Μακρόν, παρατηρεί διπλωματική πηγή και προσθέτει ότι η ματαίωση της αγοράς μπορεί να προκαλέσει αδιευκρίνιστες περιπλοκές στις σχέσεις της Ελλάδας με τη Γαλλία» (protothema 27/7/2020).
Με την παρελκυστική πολιτική του Βερολίνου και τις συνακόλουθες πιέσεις προς την Αθήνα όχι μόνο δεν επιβλήθηκαν κυρώσεις κατά της Τουρκίας αλλά και εμποδίστηκε η αγορά των γαλλικών φρεγατών αξίας 3 δις ευρώ και η συνακόλουθη υπογραφή του Ελληνογαλλικού Αμυντικού Συμφώνου με ρήτρα στρατιωτικής συνδρομής. Άλλωστε όπως επισημαίνεται με νόημα «ποιος ήταν ο ρόλος της γερμανικής κυβέρνησης που συμπωματικά, λίγες ημέρες πριν από την προγραμματιζόμενη υπογραφή του deal, ανέλαβε πρωτοβουλία να διαμεσολαβήσει ανάμεσα στην Αθήνα και την Άγκυρα με σκοπό να προλάβει μια πιθανή ελληνοτουρκική στρατιωτική σύγκρουση;» (protothema.gr 27/7/2020). Έτσι το Βερολίνο και με την αρωγή των ΗΠΑ όπως τόνισε και η γαλλική La Tribune, Αμυντικού Συμφώνου. Μάλιστα όπως σημείωσε με νόημα η γερμανική «Handelsblatt», «από τις προγραμματισμένες ελληνικές αγορές όπλων θα επωφεληθεί κυρίως η γαλλική βιομηχανία όπλων» συμπληρώνοντας ότι «οι υψηλές αμυντικές δαπάνες της Ελλάδας ήταν και μια από τις αιτίες της κρίσης χρέους»» (Η Καθημερινή 3/9/2020).
Παρά ταύτα στη συνέχεια Ελλάδα και Γαλλία έφτασαν «μια ανάσα πριν τις υπογραφές» καθώς είχαν την πρόθεση «να υπάρξει αμυντική συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας στις 10 Σεπτεμβρίου στο Παρίσι» (Σκάι 3/9/2020) που θα περιλάμβανε και «ρήτρα στρατιωτικής συνδρομής» (Το Βήμα 9/9/2020).
Προς μεγάλη όμως έκπληξη όλων των πλευρών το ζήτημα άρχισε σιγά-σιγά να μπαίνει στο ράφι αρχής γενομένης από τις δηλώσεις Μητσοτάκη στη ΔΕΘ όπου ενώ «ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι η Ελλάδα είναι σε προχωρημένο στάδιο με τη Γαλλία για την υπογραφή της αμυντικής συμφωνίας» εντούτοις σε σχέση με «τη ρήτρα αμοιβαίας στρατιωτικής συνεργασίας υπογράμμισε ότι τέτοια ρήτρα υπάρχει στην ΕΕ και προβλέπει τις υποχρεώσεις κρατών μελών όταν ένα άλλο κράτος μέλος δέχεται ένοπλη επίθεση» (Τα Νέα 13/9/2020).
Μάλιστα με αφορμή την υπογραφή της συμφωνίας της αγοράς των 18 Rafale συνολικού κόστους 2,49 δις ευρώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης αλλά και η Γαλλίδα υπουργός άμυνας παρότι αναφέρθηκαν σε δηλώσεις τους στην ελληνογαλλική στενή αμυντική συνεργασία (ΕΡΤ 25/1/2021) εντούτοις δεν είπαν λέξη για την υπογραφή του περίφημου Ελληνογαλλικού Συμφώνου Αμυντικής Συνεργασίας με ρήτρα στρατιωτικής συνδρομής που μάλλον παραπέμπεται πλέον στις ελληνικές καλένδες με δάκτυλο του Βερολίνου.
Σε κάθε περίπτωση πάντως η σύναψη του Ελληνογαλλικού Αμυντικού Συμφώνου με ρήτρα στρατιωτικής συνδρομής είναι πολιτικά και ιστορικά αναγκαία καθώς «οι καιροί ου μενετοί».
Δημοσίευση σχολίου