Διπλωματική προσέγγιση
Η διπλωματία είναι το βασικότερο εργαλείο που διαθέτουν τα κράτη για να αναπτύξουν σχέσεις με τα υπόλοιπα κράτη με βασικό σκοπό την προώθηση και εκπλήρωση των εθνικών στόχων που έχει θέσει το εκάστοτε κράτος. Η διπλωματία αποτελεί εξαρτημένη μεταβλητή της ισχύος. Πάντα η διπλωματία, για να είναι επιτυχημένη, δηλαδή οι θέσεις του εκάστοτε κράτους να πείσουν την άλλη πλευρά και να γίνουν αποδεκτές, πρέπει το κράτος να διαθέτει ισχύ πολύ περισσότερη από την άλλη πλευρά, ούτως ώστε να καταφέρει να μεταβάλλει την συμπεριφορά της άλλης πλευράς, όπου εντός της νέας αυτής συμπεριφοράς θα κατοπτρίζεται η βούληση και οι θέσεις του πρώτου κράτους.
Η Ρωσία την δεκαετία του 1990, λόγω ελλείματος ισχύος δεν είχε εγείρει καμία αξίωση για την περιοχή. Η μεταβολή της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής στο βαλκανικό υποσύστημα επήλθε κυρίως μετά την Ουκρανική κρίση το 2014. Το λανθάνον ρωσικό ενδιαφέρον για την εκεί περιφέρεια έγινε έντονα ενεργό από παθητικό, ιδίως δε στις χώρες με επίσημη θρησκεία την Ορθοδοξία και έντονο το σλαβικό στοιχείο. Έτσι, λοιπόν, μέσω της διπλωματίας η Ρωσία επιδίωξε τον περιορισμό της Δύσης στην περιοχή.
Πιο συγκεκριμένα, οι ενέργειες που ακολούθησε η Ρωσία ήταν τρεις: α) Προώθηση των Ρωσικών θέσεων για την περιφέρεια των Δυτικών Βαλκανίων μέσα από διάφορους διεθνείς θεσμούς συμπεριλαμβανομένης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.). β) Ανάπτυξη στενών πολιτικών δεσμών στη βάση κοινών ιδεολογιών και πολιτισμικής συγγένειας σε χώρες όπως η Σερβία, η Βόρεια Μακεδονία, το Μαυροβούνιο και η Βοσνία (συγκεκριμένα η Σερβική Δημοκρατία της Βοσνίας – ΣΔΒ). Τέλος, γ) ανάπτυξη των σχέσεων με πολιτικές δυνάμεις και ελίτ των κρατών αυτών, που έχουν έντονα φιλορωσικά αισθήματα. Συγκεκριμένα, οι τελευταίοι -επειδή συνήθως ελέγχουν όλα τα μέσα ενημέρωσης του εκάστοτε κράτους- προωθούν φιλορωσικές θέσεις μέσω του τύπου και της τηλεόρασης, με αποτέλεσμα η προπαγάνδα να έχει πολύ βασικό ρόλο ως μέρος της ανάπτυξης της διπλωματίας από μεριάς Ρωσίας σε αυτά τα κράτη.
Οικονομική-εμπορική προσέγγιση
Ιδίως μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, η οικονομία και το εμπόριο άρχισαν να έχουν πολύ πιο σημαντικό ρόλο στις διακρατικές σχέσεις. Βασική αιτία, ήταν η ραγδαία μετάδοση του φιλελεύθερου οικονομικού συστήματος (ελευθερία της αγοράς) σε ολόκληρο τον πλανήτη -πλέον και στα πρώην κομμουνιστικά κράτη. Γίνεται, λοιπόν, φανερό ότι την δεκαετία του 1990 ο ρόλος της οικονομίας και του εμπορίου αναβαθμίζεται και η σημαντικότητά τους γίνεται ακόμη πιο μεγάλη από ότι ήταν στο παρελθόν.
Οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών αυξάνονται δραματικά. Αυτό γίνεται έκδηλο και στην περίπτωση των εμπορικών σχέσεων μεταξύ Ρωσίας και των κρατών των Δυτικών Βαλκανίων, όπου σημειώνεται τεράστια αύξηση των εμπορικών σχέσεων. Παράλληλα, σημειώνεται και μεγάλος αριθμός ρωσικών επενδύσεων στα Βαλκάνια. Το γεγονός αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο καθώς η Ρωσία με σωστή διάγνωση του διεθνούς περιβάλλοντος εντοπίζει μια αναφυόμενη ευκαιρία και την αξιοποιεί για να επιτύχει τους τιθέμενους στόχους της στα Δυτικά Βαλκάνια. Καθώς η Ε.Ε. ταλανίζεται από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και οι ΗΠΑ έχουν στραμμένη την προσοχή τους στην Ασία (άνοδος Κίνας), τα Βαλκάνια αποτελούν ένα ανοιχτό πεδίο για επενδύσεις και οικονομική υποστήριξη. Η Ρωσία ως αναδυόμενη δύναμη, διαθέτει, τόσο τους πόρους, όσο και την πολιτική βούληση να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην περιοχή στον οικονομικό-εμπορικό τομέα.
Αν και η Ρωσία επηρεάστηκε από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008, οι επιπτώσεις στην ρωσική οικονομία ήταν πολύ μικρότερες από αυτές που σημειώθηκαν σε κράτη της Δύσης. Η Ρωσία κατάφερε να ξεπεράσει πολύ γρήγορα τις επιπτώσεις της κρίσης. Πολύ σημαντικό ρόλο για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών είχε η ενέργεια -πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
Πέρα όμως από τις εμπορικές σχέσεις και τις επενδύσεις, η Ρωσία έχει εξασφαλίσει την παρουσία της στα Δυτικά Βαλκάνια και μέσω του χρηματοπιστωτικού τομέα. Η ρωσική κρατική τράπεζα Sberbank διαδραματίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην περιοχή και μάλιστα έχει άμεση πρόσβαση σε: Σερβία, Κροατία, Σλοβενία, Βοσνία. Η ρωσική παρουσία στα Δυτικά Βαλκάνια μέσω του χρηματοπιστωτικού τομέα έχει χαρακτηριστεί ως «η διπλωματία του ρουβλιού», η οποία αποτελεί μέρος της ευρύτερης οικονομικής στρατηγικής της Ρωσίας.
Ο παράγοντας της ενέργειας
Όπως το εμπόριο και η οικονομία έτσι και η ενέργεια με την πάροδο του χρόνου γίνεται όλο και πιο σημαντική στις διακρατικές σχέσεις. Η Ρωσία διαθέτει πολύ μεγάλα αποθέματα κοιτασμάτων σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Το γεγονός αυτό την κατατάσσει στα μεγαλύτερα κράτη-παραγωγούς του κόσμου μαζί με τα κράτη της Μέσης Ανατολής. Αυτό έχει ως απόρροια, η ενέργεια και συγκεκριμένα ο έλεγχος μεγάλων ποσοτήτων πετρελαίου και φυσικού αερίου να αποτελούν πολύ σημαντική μορφή ισχύος για τη Ρωσία στο σύγχρονο διεθνές σύστημα. Μάλιστα, οι ενεργειακοί πόροι της Ρωσίας είναι αυτοί που έχουν διαδραματίσει τον πιο σημαντικό ρόλο για την ανακατανομή ισορροπίας ισχύος του 21ου αιώνα που έχει καταστήσει την Ρωσία -εάν όχι μεγάλη δύναμη- μια εν δυνάμει μεγάλη δύναμη.
Η παρουσία της Ρωσίας, τόσο στα Δυτικά Βαλκάνια, όσο και στο σύνολο των Βαλκανίων γενικότερα, για τις ενεργειακές εξελίξεις είναι πάρα πολύ έντονη. Πιο συγκεκριμένα οι εταιρίες Gazprom και Lukoil ενθαρρύνθηκαν ανοιχτά από το κράτος, για να επενδύσουν στις ενεργειακές βαλκανικές αγορές για την ισχυροποίηση του ρόλου της Μόσχας στην περιοχή.
Ενδεικτικά αναφέρονται κάποια πολύ σημαντικά αποτελέσματα συμφωνιών που προέκυψαν από συμφωνίες της Gazprom με διάφορα κράτη της Ευρώπης: α) επέκταση της πελατειακής βάσης β) δημιουργία νέου δικτύου αγωγών γ) δημιουργία αποθηκευτικών εγκαταστάσεων και δ) άμεση πρόσβαση στην ενεργειακή αγορά της Ευρώπης.
Πιο συγκεκριμένα για την περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων, σημειώνεται μια έντονη εξάρτηση των δεύτερων από την Ρωσία, καθώς τα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων εισάγουν ενέργεια για την κάλυψη των ενεργειακών τους αναγκών σχεδόν εξ ολοκλήρου από την Ρωσία. Επίσης, οι συμφωνίες με την Ρωσία που θα καταστήσουν ορισμένα από αυτά τα κράτη, transit states, γεγονός που θα διαδραματίσει πολύ σημαντικό ρόλο για την ανάπτυξη της οικονομίας των κρατών αυτών, διότι θα αποτελούν ενδιάμεσα κράτη από τα οποία θα περνάνε αγωγοί που θα διακινούν ρωσικό φυσικό αέριο και οι οποίοι θα αποφέρουν μεγάλο αριθμό εσόδων στα κράτη αυτά.
Κύριοι πυλώνες της στρατηγικής της Gazprom στα Βαλκάνια είναι οι εξής: α) Κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου South Stream, ο οποίος θα διαπερνούσε το σύνολο των Βαλκανίων και θα έφτανε έως την κεντρική Ευρώπη. Ωστόσο, το πλάνο αυτό απέτυχε, αλλά τείνει να αντικατασταθεί εν μέρει με την προέκταση του αγωγού Turkish stream και β) την ιδιοκτησία του Σερβικού ενεργειακού κολοσσού Naftna Industrija Srbije (NIS).
Κλείνοντας την υπό-ενότητα αυτή είναι σημαντικό να αναφερθεί πως η ενεργειακή αυτή στρατηγική της Ρωσίας, η οποία είναι πάρα πολύ αποτελεσματική, καθώς προσδίδει τα μεγαλύτερα έσοδα στην ρωσική οικονομία, έχει προκύψει μετά την ενεργειακή μεταρρύθμιση του 2009 με πρωτοβουλία του προέδρου Putin. Συγκεκριμένα, η «Ενεργειακή Στρατηγική της Ρωσίας» θα ισχύσει έως το 2030 (τιθέμενο όριο). Η στρατηγική αυτή έθεσε συγκεκριμένους στόχους αντικειμενικούς σκοπούς, προτεραιότητες και κατευθυντήριες γραμμές. Κύριο πρωταγωνιστή καθιστούσε την Gazprom, η οποία όπως αναφέρθηκε επικεντρώθηκε στην δυτικό-ευρωπαϊκή αγορά για την εδραίωση της παρουσίας της και εκπλήρωση των ρωσικών στόχων.
Στρατιωτική προσέγγιση
Από την διαμόρφωση της στρατηγικής της Ρωσίας για τα Δυτικά Βαλκάνια δεν θα μπορούσε να λείψει ο στρατιωτικός παράγοντας, ο οποίος αποτελεί μέρος της ευρύτερης ρωσικής στρατηγικής στην περιοχή.
Τον Δεκέμβριο του 2014 εγκαινιάστηκε το νέο στρατηγικό δόγμα της Ρωσίας, το οποίο είχε στον πυρήνα του την ιδέα πως η Ρωσία πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ισότιμος συνομιλητής από τις υπόλοιπες μεγάλες δυνάμεις του συστήματος.
Συγκεκριμένα το δόγμα αυτό διαθέτει πέντε βασικούς άξονες εντός των οποίων κινείται η Ρωσία: α) η Δύση είναι ο βασικός εχθρός-ανταγωνιστής της Ρωσίας, β) δεν υπάρχει σαφής διατύπωση των εξοπλιστικών στόχων, γ) υπάρχει για πρώτη φορά και εξωτερική και εσωτερική απειλή πολέμου, δ) δίνεται έμφαση στην ναυτική στρατηγική και στην δημιουργία ναυτικών βάσεων (πρόσβαση σε όσο το δυνατόν περισσότερες θάλασσες) και ε) μεταφορά στρατιωτικών εντάσεων μακριά από τα σύνορά της.
Στο πλαίσιο της ανωτέρω στρατηγικής η Ρωσία ενεπλάκη στον πόλεμο στην Συρία, ούτως ώστε να διατηρήσει την μοναδική ναυτική βάση που διαθέτει στην περιοχή και άρα να διατηρήσει την άμεση πρόσβασή της στην Μεσόγειο (ένας από τους λόγους εμπλοκής της Ρωσίας στην Συρία). Ωστόσο, η Ρωσία θέλοντας να εξασφαλίσει περαιτέρω πρόσβαση σε θάλασσες ενεπλάκη και στα Βαλκάνια. Όμως τα κράτη με τα οποία είχε/έχει καλύτερες σχέσεις (Σερβία, ΣΔΒ, Βόρεια Μακεδονία και Μαυροβούνιο) είναι ως επί το πλείστον κράτη που δεν έχουν πρόσβαση σε θάλασσα (με εξαίρεση το Μαυροβούνιο). Όλα τα παράκτια κράτη (π.χ. Αλβανία, Κροατία, Σλοβενία κτλ.) ελέγχονται από την Δύση (ΝΑΤΟ-Ε.Ε.). Τα μόνα κράτη στα οποία η Ρωσία είχε ανοιχτό πεδίο για δημιουργία ναυτικής βάσης ήταν το Μαυροβούνιο και η Μάλτα. Η Μάλτα απέρριψε κάθε σχέση με την Ρωσία και τον Putin. Όσον αφορά στο Μαυροβούνιο και αυτό απέρριψε πρόταση της Ρωσίας για εγκατάσταση ναυτικής βάσης στην επικράτειά του. Τότε εικάζεται πως έγινε απόπειρα πραξικοπήματος από πλευράς Ρωσίας στο Μαυροβούνιο, μέσω της χρήσης κυβερνό-επιθέσεων και διάφορων υβριδικών-ασύμμετρων απειλών. Ωστόσο, η απόπειρα αυτή απέτυχε και λίγο αργότερα (2016) το Μαυροβούνιο εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ, με αποτέλεσμα η στρατηγική της Ρωσίας για εύρεση εδάφους για την δημιουργία ναυτικής βάσης στα Δυτικά Βαλκάνια να αποτύχει πλήρως.
Έτσι, όσον αφορά στον στρατιωτικό τομέα, η Ρωσία επικεντρώθηκε στην ανάσχεση του ΝΑΤΟ στα κράτη του άμεσου ενδιαφέροντος της (Σερβία, ΣΔΒ και Βόρεια Μακεδονία), χωρίς βέβαια να έχει δεσμευμένα ρωσικά στρατεύματα στην περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων. Ο στρατιωτικός ρόλος της Ρωσίας στην περιοχή, περιορίζεται μόνο μέσω χρηματοδοτήσεων και εξοπλισμών των κρατών στην περιοχή (όπως θα δούμε στην συνέχεια) και όχι σε άμεση στρατιωτική επέμβαση, διότι κάτι τέτοιο είναι πέρα από τις δυνατότητές της -κίνδυνος στρατηγικής υπερεπέκτασης και στρατηγικής υπερεξάπλωσης.
Ο ρόλος της θρησκείας και του πολιτισμού
Τέλος, μια σημαντική διάσταση στην διαμόρφωση υψηλής στρατηγικής της Ρωσίας στην περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων είναι η αξιοποίηση της κοινής θρησκείας και του κοινού πολιτισμού. Τα δύο αυτά στοιχεία αποτελούν μια πολύ καλή αφορμή για την Ρωσία, ούτως ώστε αυτή να δικαιολογεί μια πιο παρεμβατική πολιτική στην περιοχή, για να εκπληρώσει την βαθύτερη αιτία που είναι η προσπάθεια απόκτησης περιφερειακής ηγεμονίας και άσκησης ρόλου μεγάλης δύναμης.
Η Ρωσία διαθέτει εκτεταμένο πρόγραμμα θρησκευτικών και πολιτιστικών εκδηλώσεων στα Βαλκάνια, το οποίο αποτελεί και μέρος της επίσημης ρωσικής διπλωματίας.
Σημαντικό ρόλο διαδραματίζει το ίδρυμα Russkiy Mir, το οποίο ιδρύθηκε το 2007 με προεδρικό διάταγμα με σκοπό να ασκεί τις εξής δραστηριότητές στα κράτη των Βαλκανίων: α) εκμάθηση ρωσικής γλώσσας, β) διενέργεια πολιτιστικών προγραμμάτων, γ) μαθήματα ρωσικής ιστορίας. Το ίδρυμα αυτό έχει παρουσία σε Σερβία , Βουλγαρία, Ελλάδα, Σλοβενία, Μαυροβούνιο και ΣΔΒ Πολύ σημαντικό ρόλο διαδραματίζει και η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία (ΡΟΕ), η οποία αποτελεί το κοινό σημείο αναφοράς των δύο περιοχών με αφετηρία την Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Επίσης ως σκοπό έχει: α) την προώθηση των Σλάβων ορθοδόξων σε διεθνές επίπεδο, β) την διαφοροποίηση από την Δύση, δημιουργώντας στην περιοχή τον δεύτερο πόλο, τον ορθόδοξο φιλο-ρωσικό, ο οποίος εναντιώνεται στον μουσουλμανικό φιλο-δυτικό πόλο γ) την αναβάθμιση της Ρωσίας, η οποία θα έχει το ρόλο του «Μεγάλου Αδερφού» στα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων, δ) την μη αποδοχή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το οποίο πολλές φορές έχει υποστηριχθεί από τις ΗΠΑ σαν επιμέρους διαμάχη μεταξύ των δύο πλευρών και ε) την ενδυνάμωση της επιρροής στην Σέρβικη και Κυπριακή Ορθόδοξη Εκκλησία.
Τέλος, ιδιαίτερη μνεία από πλευράς Ρωσίας δίνεται στην θεωρία του πανσλαβισμού και στην φυλετική και ιστορική σχέση που έχουν αναπτύξει οι δύο πλευρές.
*απόφοιτος του τμήματος Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών, μέλος της SAFIA και συντάκτης στην Off Line Post
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.