Με τη Μαρία Ψαρά
Η Θία Χάλο σε ένα ταξίδι μνήμης στα βάθη της Τουρκίας μαζί με την 101 χρόνων μητέρα της ζωντανεύει την τραγωδία των Ποντίων
Τη μητέρα της την ονομάζουν «γιαγιά των Ποντίων», αφού στα 10 της χρόνια κατάφερε να επιζήσει από τις σφαγές και τους διωγμούς Ελλήνων, Ασσυρίων και Αρμενίων. Εβδομήντα χρόνια μετά, η κόρη της, Θία Χάλο αποφάσισε να την συνοδεύσει σε ένα ταξίδι στην Τουρκία, εκεί όπου γεννήθηκε και άφησε τα πατρογονικά της. Το ταξίδι στην πατρίδα της μητέρας της, ήταν και για την ίδια ένα ταξίδι στη μνήμη, την ιστορία και την τραγωδία των λαών της περιοχής... Και τότε ήταν που αποφάσισε να κάνει αγώνα για την αναγνώριση της γενοκτονίας -εκτός από αυτή των Αρμενίων- των Ελλήνων και των Ασσύριων του Πόντου. Στο βιβλίο της με τίτλο «Ούτε το όνομά μου» (εκδόσεις Γκοβόστη) διηγείται την ιστορία της Πόντιας μητέρας της, αλλά μέσα από τα δικά της μάτια, ο αναγνώστης μαθαίνει και την ιστορία Ασσυρίων και Αρμενίων.
Η κυκλοφορία του βιβλίου πυροδότησε μια μεγάλη δημόσια συζήτηση στις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και αλλού για τη γενοκτονία των χριστιανικών λαών του Πόντου από τους Τούρκους μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Είναι το πρώτο και το μόνο βιβλίο με αυτό το θέμα γραμμένο στα αγγλικά και η πρώτη πραγματική καταγραφή των γεγονότων εκείνης της εποχής, όπως τα διηγήθηκε ένα πρόσωπο που τα έζησε και βρίσκεται ακόμη στη ζωή! «Μια ιστορία προσωπικής δύναμης και θρίαμβος της επιβίωσης από τύχη», έγραψαν οι «Νew Υork Τimes».
Χάρη στη Θία Χάλο, η Διεθνής Ένωση Ακαδημιών για τη μελέτη των Γενοκτονιών (ΙΑGS) σε συνέδριο που έγινε το 2007 στο Σαράγεβο ενέκρινε το ψήφισμα της αναγνώρισης 353.000
Ποντίων, 1,5 εκατ. Αρμενίων και περίπου 500.000 Ασσυρίων από τον Κεμάλ Ατατούρκ. Χάρη σε εκείνη, πραγματοποιήθηκε την περασμένη άνοιξη ένα μεγάλο βήμα, καθώς η Σουηδία ήταν η πρώτη χώρα που αναγνώρισε τη γενοκτονία Ποντίων, Αρμενίων και Ασσυροχαλδαίων από τα στρατεύματα του Κεμάλ.
Αν και επιτυχημένη ζωγράφος, η Θία Χάλο τα τελευταία χρόνια αποφάσισε να ζωγραφίζει με τις λέξεις. Λέξεις γεμάτες ιστορία. Η Θία Χάλο θα βρίσκεται την Τετάρτη, 29η Σεπτεμβρίου 2010 και ώρα 19:00, στο Βιβλιοπωλείο RΙVΕRGΑΤΕCΕΝΤRΕ, Πάφου 4 στα Λατσιά. «Μπορεί η ιστορία των λαών του Πόντου και της Κύπρου να μην είναι κοινή, ωστόσο υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής, μια κοινή νοοτροπία... Το πρόβλημα της Κύπρου είναι πρόβλημα εισβολής και κατοχής...», δηλώνει στον «Φιλελεύθερο» η διάσημη συγγραφέας.
- Πώς ξεκινήσατε να ασχολείστε με την ιστορία των προγόνων σας; - Η καταγωγή των γονιών μας ήταν ένα μυστήριο για εμάς όταν ήμασταν παιδιά στη Νέα Υόρκη. Είχαν έρθει και οι δύο από χαμένους πολιτισμούς, αλλά κατάγονταν από την Τουρκία. Κανένας δεν είχε ακούσει για τον λαό της μητέρας μου -τους Έλληνες Πόντιους της Μικράς Ασίας. Όσο για τον λαό του πατέρα μου, τους Ασσύριους, γι’ αυτούς πίστευαν ότι είχαν ζήσει μόνο στους αρχαίους χρόνους και δεν υπήρχαν πια. Ως παιδί, δεν ανέφερα ποτέ την καταγωγή της μητέρας μου... Ακόμη και οι δάσκαλοι μου έλεγαν ότι ο λαός αυτός δεν υπάρχει πια... Η μητέρα μου μας έλεγε «Μας φώναζαν Ρουμ» κι εγώ μπερδευόμουν ακόμη πιο πολύ και τα ελληνικά της τα είχε ξεχάσει, αφού δεν τα μιλούσε με κανέναν πια...
Όταν μεγαλώσαμε, είπα στη μητέρα μου ότι θα την πάω πίσω στην πατρίδα της, να βρει ξανά το χωριό της που δεν το βρίσκαμε στον χάρτη... Ταξιδέψαμε στην Άγκυρα και από εκεί σιγά-σιγά, βήμα-βήμα, φτάσαμε στον Άγιο Αντώνη, το κάποτε ελληνορθόδοξο χωριό της, όπου τίποτα πια δεν ήταν το ίδιο... Ακόμη και τα σπίτια είχαν γκρεμίσει...
Το μόνο που είχε μείνει να επιβεβαιώνει τις μνήμες της μητέρας μου ήταν τα θαμμένα κατσαρολικά της οικογένειας κάτω από το μεγάλο δέντρο του χωριού. «Νομίζαμε πως θα γυρίσουμε», μου είπε η μητέρα μου...
Τότε αποφάσισα ότι πρέπει να ασχοληθώ, να γράψω γι’ αυτό το θέμα... - Η μητέρα σας ήθελε να γράψετε την ιστορία της; - Ήθελε πάρα πολύ. Ήθελε να τη μάθει ο κόσμος. Αλλά εγώ δεν ήμουν συγγραφέας, αλλά ζωγράφος... Δεν ήξερα πώς να γράφω. Και τότε συνέβη ένα τυχαίο περιστατικό που τα άλλαξε όλα. Περπατώντας στον δρόμο, κάποιος είχε πετάξει μια κούτα με βιβλία. Και επειδή λατρεύω τα βιβλία τα πήρα σπίτι για να δω αν κάτι με ενδιαφέρει. Εκεί υπήρχε ένα στο οποίο κάποιος
δάσκαλος έλεγε στους μαθητές πώς να πουν μια ιστορία που συνέβη στους ίδιους μέσα σε μία σελίδα. Αφού έγραψαν όλοι οι μαθητές, τους είπε ότι το κλειδί είναι «να γράψετε απλώς ό,τι συνέβη, απλώς πείτε την ιστορία». Αυτή η φράση μού έμεινε: «Απλώς πες τι συνέβη, μη μου πεις τι να σκεφτώ, μη μου πεις τι να αισθανθώ. Αυτή η φράση με έκανε να γράψω το βιβλίο για να πω απλώς τι συνέβη».
Σήμερα, η μητέρα μου είναι 101 χρονών και χαίρεται πολύ ως «γιαγιά των Ποντίων». Είναι πολύ περήφανη γυναίκα.
Μόλις τώρα δέχθηκε να κρατήσει μπαστούνι όταν πηγαίνει βόλτα.
Ακόμη τα Σαββατοκύριακα μαγειρεύει σε παιδιά και εγγόνια... Είναι η «ήρεμη δύναμη», ο άνθρωπος που ξέρει πώς να τα καταφέρνει χωρίς πολλά λόγια και τυμπανοκρουσίες...
- Αν σας ζητούσα να ξεχωρίσετε κάποιες από τις αναμνήσεις της μητέρας σας, ποιες θα ξεχωρίζατε; Τις προσωπικές, ασφαλώς. Πώς θυμόταν να φεύγει από το σπίτι της στον Πόντο. Πώς έζησε τη στιγμή που η μητέρα της αναγκάστηκε να την δώσει, για να μπορέσει να θρέψει τα υπόλοιπα παιδιά της, χωρίς να ξέρει ότι δεν θα την ξαναδεί... Πώς το ’σκασε από την οικογένεια που την είχε «υιοθετήσει», πώς βρέθηκε να παντρεύεται στα 15 της... Η μητέρα μου ξεκίνησε από ένα μέρος στην Τουρκία, που δεν είναι καν μια κουκκίδα στον χάρτη, και ήρθε στη μεγαλύτερη πόλη του κόσμου, τη Νέα Υόρκη, όπου έπρεπε να περάσουν 70 χρόνια για να δει ξανά τον τόπο της. Κι όταν τη ρώτησα τι της έκανε εντύπωση από τη Νέα Υόρκη μού είπε «Τα παιδιά με τα πατίνια!». Μα ήταν ακόμη παιδί!
Ο,τι θυμόταν η μητέρα μου το συμπεριέλαβα στο βιβλίο “Ούτε το όνομά μου”. Αφού η μητέρα μου θυμάται οτιδήποτε για τόσα χρόνια, θα πρέπει να είναι σημαντικό, ανεξάρτητα από το πόσο ασήμαντο μπορεί να δείχνει. Ακόμη και τα καθημερινά μικροπράγματα που έκαναν τότε τα θεώρησα σημαντικά... Είναι κι αυτά δείγματα πολιτισμού... - Τι άποψη έχει η μητέρα σας για τους Τούρκους;
- Ζούσε σε ένα αμιγές ελληνικό χριστιανικό χωριό περιτριγυρισμένο από τουρκικά χωριά. Οι σχέσεις με τον τουρκικό λαό ήταν αρμονικές. Και πάντα μας λέει ότι ο λαός είναι καλός και αγαθός, αλλά οι πολιτικές ήταν που κατέστρεψαν κάθε τι διαφορετικό υπήρχε στην περιοχή. Οι Νεότουρκοι του Κεμάλ είχαν το όραμα να φτιάξουν ένα μοντέρνο, ασφαλές και “καθαρό” κράτος. Για το λόγο αυτό σκότωσαν και εκδίωξαν όλους τους χριστιανούς από τη χώρα. Με αυτόν τον τρόπο δεν είχαν κανέναν να αντιτείνεται...
Συγκλόνισε ο «Γιατρός» με την ομιλία του
Συγκλονιστική ήταν η πανηγυρική ομιλία του «Γιατρού» Βάσου Λυσσαρίδη που καταχειροκροτήθηκε και προκάλεσε τον ενθουσιασμό των ευρισκομένων στο συνέδριο. Σε μια λυρική ομιλία, βαθιά ιστορική, πολιτική και λογοτεχνική ο «Γιατρός» συνέδεσε το νήμα από τη Σαμψούντα μέχρι την Κερύνεια, το κοινό αίσθημα πόνου, οργής και εμμονής για τη δικαίωση. Όπως είπε «το θέμα της Γενοκτονίας είναι θέμα κάθε ανθρώπου που έχει αυτοσεβασμό και αξιοπρέπεια... Η σιωπή ισοδυναμεί με συνενοχή και η απάθεια οδηγεί στη συνέχιση». Ανέλυσε γιατί η νέο-οθωμανική πολιτική της νεότευκτης τότε Τουρκίας «αφομοίωση ή αφανισμός» συνεχίζεται και σήμερα με τον κ. Νταβούτογλου να αιτεί την κηδεμονία της περιοχής. Όπως μάλιστα γράφει ο τελευταίος στο βιβλίο του σημείωσε ο Β. Λυσσαρίδης- «η Τουρκία θα πρέπει να ελέγχει τις κυπριακές εξελίξεις, ακόμη κι αν δεν υπήρχε ούτε ένας Τουρκοκύπριος στο νησί, διότι από την Κύπρο εξαρτάται η ανάδειξή της σε παγκόσμια περιφερειακή δύναμη». «Θέλουμε φιλία με τους λαούς» συνέχισε ο Β. Λυσσαρίδης. «Όμως φιλία σημαίνει σεβασμός στη δίκαιη συμβίωση. Ο Νταβούτογλου επιθυμεί κηδεμονία στη Θράκη και τα Βαλκάνια, επιδιώκει «αλεξανδρεττοποίηση» της Κύπρου, αρνείται την αναγνώριση των γενοκτονιών και θεωρεί τα θύματα υπεύθυνα για ό,τι τους συνέβη». Στηλίτευσε τη στάση των δυτικών δυνάμεων απέναντι στην Τουρκία που έχει βρει θέση στο Συμβούλιο Ασφαλείας και στην προεδρία του Συμβουλίου της Ευρώπης. Πρόκειται για την πολιτική «απολιτικοποίησης και απο-εθνοποίησης της παγκοσμιοποίησης και των παραρτημάτων της». Και κατέληξε: «Αν εθνικισμός σημαίνει να διαφυλάττεις την εθνότητά σου και να σέβεσαι των γειτόνων, δηλώνω αδιόρθωτα εθνικιστής… Μου είπαν: Γιατί αγωνίζεσαι στα 90 σου χρόνια, αφού έχει χαθεί η μάχη; Τους είπα: Διότι αν δεν αγωνίζομαι δεν θα υπάρξει άλλη μάχη».
«Τρεις γενοκτονίες, μια στρατηγική, ένας αγώνας»
ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗτης αλήθειας και τη διεθνή αναγνώριση της γενοκτονίας Αρμενίων, Ασσυρίων και Ελλήνων της Μικράς Ασίας είχε σκοπό το συνέδριο υπό τον τίτλο «Τρεις γενοκτονίες, μία στρατηγική» που πραγματοποιήθηκε την περασμένη εβδομάδα στην Αθήνα. Με μεγάλη συμμετοχή επιστημόνων από την Ελλάδα και το εξωτερικό, στο συνέδριο υπογράμμισε -μεταξύ άλλων- την τεράστια σημασία που έχει σήμερα η διεθνής καταδίκη της τριπλής γενοκτονίας, την οποία άλλωστε ο ΟΗΕ έχει χαρακτηρίσει ως «έγκλημα εναντίον της ανθρωπότητας».
«Ήταν το 2ο διεθνές επιστημονικό συνέδριο που πραγματοποιήσαμε με το ίδιο θέμα. Σημείωσε μεγάλη επιτυχία, καθώς η συμμετοχή συνέδρων απ’ όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό ήταν μεγάλη, όχι μόνο κατά την πανηγυρική συνεδρίαση, αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια των εργασιών του συνεδρίου, ενώ ταυτόχρονα χιλιάδες είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν το συνέδριο σε απευθείας σύνδεση μέσω του διαδικτύου», λέει στον “Φ” ο πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής Αντώνης Παυλίδης. «Το θέμα των γενοκτονιών τίθεται στην ουσιαστική, ανθρώπινη διάσταση, με απώτερο στόχο την ευρεία ενημέρωση της ελληνικής και της διεθνούς κοινής γνώμης για τη μεγάλη σημασία της αναγνώρισής τους. Συγχρόνως προτείνεται στην Τουρκία να συμφιλιωθεί με την ιστορική πραγματικότητα, χωρίς μνησικακία, ώστε να διαμορφωθεί ένα πραγματικά νέο τοπίο στις σχέσεις των λαών της περιοχής.
Ένα τοπίο ειρήνης, δημοκρατίας, ανθρωπιάς… Η τεράστια σημασία του αγώνα για τη διεθνοποίηση και αποκατάσταση μιας Γενοκτονίας, πόσο μάλλον τριών, έχει ως κύριο στόχο την αποτροπή επόμενων Γενοκτονιών», σημειώνει ο κ. Παυλίδης.
Το συνέδριο εξέτασε σε κοινό πλαίσιο τις γενοκτονίες των χριστιανικών λαών της Ανατολής (Ελλήνων του Πόντου και της Μικράς Ασίας, Αρμενίων και Ασσυρίων), προτείνοντας μια κοινή στρατηγική για τη διεθνή αναγνώριση και αποκατάσταση του εγκλήματος. Ιδιαίτερα κατά το πρώτο μέρος, οι εισηγητές τεκμηρίωσαν την ιστορική πραγματικότητα των τριών γενοκτονιών, ενώ στη συνέχεια παρατέθηκε η νομική διάστασή τους, με προτάσεις για την αποκατάσταση. Το μεγαλύτερο μέρος του συνεδρίου ασχολήθηκε με συζήτηση σχετικά με τη συνέχεια του αγώνα και ειδικότερα με τις αναγκαίες πολιτικές που θα οδηγήσουν σε διεθνείς αναγνωρίσεις και αποκατάσταση.
Μεταξύ των προτάσεων που κατατέθηκαν, σημαντική ήταν και αυτή για συγκρότηση ελληνικής Επιτροπής για τη μελέτη των τριών Γενοκτονιών, κατ’ αντιστοιχία με τη Διεθνή Επιτροπή Αναγνώρισης Γενοκτονιών (Ι.Α.G.S.), που είναι μια αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία, με πυρήνα την Οργανωτική Επιτροπή του συνεδρίου της Κομοτηνής (το 2008) και το 2ο συνέδριο, αυτόνομη αλλά και με σύνδεση με τους φορείς, που θα συλλέξει, ταξινομήσει και αξιοποιήσει το υλικό που υπάρχει σχετικά με τις τρεις Γενοκτονίες. Θα ετοιμάζει τα συνέδρια και θα φροντίζει για την υλοποίηση των αποφάσεών τους, προσαρμόζοντας τις τακτικές της κινήσεις ανάλογα με τις συνθήκες, στη στρατηγική κατεύθυνση της διεθνούς αναγνώρισης και αποκατάστασης.
Επίσης, τονίστηκε η ανάγκη ανέγερσης μνημείων των 3 γενοκτονιών σε διάφορες πόλεις του κόσμου καθώς και το άνοιγμα των αρχείων όλων των χωρών στους ερευνητές, ενώ το πνεύμα του συνεδρίου, που σχετίζεται με την ανάγκη για ενότητα των τριών λαών που υπέστησαν τις τρεις Γενοκτονίες, αποτυπώθηκε έντονα στη φράση του υπεύθυνου του παγκόσμιου ιδρύματος της ασσυριακής Γενοκτονίας «Seyfo» Αtman Sabri: «Τρεις γενοκτονίες, μια στρατηγική, ένας αγώνας, μία αναγνώριση, μια αποκατάσταση».
«Το Κυπριακό έχει κοινά με την ιστορία της μητέρας μου»
- Ποια είναι η άποψή σας για το Κυπριακό; - Το πρόβλημα της Κύπρου είναι πρόβλημα εισβολής και κατοχής. Παρόλο που δεν ξέρω ιστορικές λεπτομέρειες, γνωρίζω ότι άνθρωποι αναγκάστηκαν να φύγουν από τις πόλεις, τα χωριά, τα σπίτια και τις περιουσίες τους για να μπορέσουν να επιβιώσουν. Αυτό είναι κοινό με την ιστορία της μητέρας μου... Η Τουρκία θα πρέπει να αποδεχθεί την ιστορία της και να ανοίξει νέους δρόμους στην εξωτερική πολιτική της -έτσι μόνο θα φανεί η εξαιρετικά ενδιαφέρουσα πορεία της στο χρόνο. Ο Πρωθυπουργός Ερντογάν έχει κάνει ήδη κάποια θετικά βήματα, τα οποία πρέπει να συνεχιστούν. Σίγουρα πάντως, η Τουρκία πρέπει να πάρει τα στρατεύματά της από την Κύπρο.
ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ
Δημοσίευση σχολίου