GuidePedia

0
Το Βυζαντινό Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως πού λεγόταν επίσης πανεπιστήμιο σπουδών της αίθουσας του ανακτόρου της Μαγναύρας, κατά τη διάρκεια της βυζαντινής αυτοκρατορίας αναγνωρίστηκε ως πανεπιστήμιο το 848, έστω και εάν τα δυτικοευρωπαϊκά κράτη δεν το αναγνώρισαν ποτέ ως πανεπιστήμιο!

Όπως τα περισσότερα μεσαιωνικά πανεπιστήμια, υπήρξε ένα ακαδημαϊκό ίδρυμα για πολλά χρόνια, προτού ακόμα αναγνωριστεί σαν πανεπιστήμιο, η γέννηση της Σχολής της Κωνσταντινουπόλεως έλαβε χώρα επί βασιλείας Θεοδοσίου του Β’ (408 – 450), στις 27 Φεβρουαρίου του έτους 425. Το πανεπιστήμιο αυτό περιλάμβανε τις σχολές της ιατρικής, της φιλοσοφίας , των νομικών και της δασοκομίας. Οι σχολές της οικονομίας πού ήσαν ποικίλες εκείνη την εποχή, τα πανεπιστήμια, τα πολυτεχνεία, οι βιβλιοθήκες και οι ακαδημίες καλών τεχνών ήσαν ανοιχτές στη Πόλη, καταστώντας τη Κωνσταντινούπολη κέντρο της διανόησης του μεσαιωνικού κόσμου.
Εικόνα: Ο Κολοσσός της Barletta (στη Νότιο Ιταλία), το κολοσσιαίο άγαλμα του Θεοδοσίου του Β’, του ιδρυτού του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινουπόλεως (γνωστού ως Πανδιδακτηρίου της Μαγναύρας).

Το πανεπιστήμιο θα κλείσει στις 29 Μαΐου 1453, από τον Μεχμέτ τον Καταστροφέα (ή «Μωάμεθ τον Πορθητή»), στη θέση του οποίου ανέγειρε ένα δικό του πανεπιστήμιο πού αρχικά λειτούργησε ως ισλαμική ιερατική σχολή (Μεντρεσές), αλλά κατόπιν με τη προσέλευση ξένων (δυτικών καθηγητών) πού κάλεσε ο Μεχμέτ δημιουργήθηκαν και άλλες σχολές όπως η ιατρική αλλά πλήρως «απαγκιστρωμένες» από το ελληνικό πρωτότυπο και φυσικά δεν χάρηκε ποτέ την αίγλη του ελληνικού Πανδιδακτηρίου.

Η βυζαντινή κοινωνία σε αντίθεση των δυτικοευρωπαϊκών του ανωτέρου μεσαίωνα, ήταν υψηλά μορφωμένη και πράγματι η βυζαντινή αυτοκρατορία κατείχε ένα υψηλό επίπεδο αλφαβητισμού σε σύγκριση με τον υπόλοιπο κόσμο. Το γεγονός ότι η βυζαντινή κοινωνία ήταν καλλιεργημένη οφειλόταν στο προαιώνιο εκπαιδευτικό σύστημα πού υπήρχε στην Ελλάδα. Όντως η Κωνσταντινουπολίτικη Σχολή αποτελούσε μιά συνέχεια των ακαδημιών της αρχαίας Ελλάδας. Η στοιχειώδης εκπαίδευση ήταν ευρέως διαδεδομένη και διαθέσιμη ακόμα και σε κάθε χωριό και στις τοπικές κοινωνίες για αμφότερα τα φύλα. (Οι βυζαντινοί δεν έκλειναν στο σπίτι τις γυναίκες τους, να παχαίνουν και να είναι αποκλεισμένες από τον έξω κόσμο όπως έκαναν αργότερα οι οθωμανοί). Έτσι εξηγείται και γίνεται εύληπτη η διαιώνιση του πανεπιστημίου σπουδών της Κωνσταντινουπόλεως. Η Σχολή της Πόλης δεν υπήρξε η μοναδική της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Πρίν την μουσουλμανική κατάκτηση της Βορείου Αφρικής και της Εγγύς Ανατολής, υπήρξαν σχολές επίσης στις μεγάλες επαρχιακές πόλεις της αυτοκρατορίας όπως της Αλεξάνδρειας της Αυγύπτου και της Αντιοχείας της Συρίας.

Το ανώτερο εκπαιδευτικό ίδρυμα της Πόλης ιδρύθηκε στις 27 Φεβρουαρίου του 425 από τον βυζαντινό αυτοκράτορα Θεοδόσιο τον Β’, πού του έδωσε το όνομα Πανδιδακτήριον, η σχολή εγκαινιάσθηκε κοντά στην Αγορά των βοοειδών (Forum Boarium). Η πρώτη σχολή της Κωνσταντινουπόλεως περιλάμβανε 31 έδρες για τις σχολές των νομικών, φιλοσοφίας, ιατρικής, αριθμητικής, γεωμετρίας, αστρονομίας, μουσικής, ρητορικής (μάθημα πού δεν διδάσκεται σήμερα γι αυτό οι σημερινοί έλληνες δεν ξέρουν να μιλήσουν ιδιαίτερα στα τηλεοπτικά κανάλια και «γαυγίζουν» όλοι καλύπτοντας ο ένας τη φωνή του άλλου!) και άλλες διδασκαλίες, 15 έδρες για τη σχολή των λατινικών και 16 για τη σχολή των ελληνικών.

Το έτος 849 η σχολή αναδιοργανώθηκε από τον μελλοντικό αντιβασιλέα του θρόνου Μιχαήλ τον Γ’ τον λεγόμενο Βάρδα (856-866), πού αναγνώρισε επισήμως τη σχολή με το τίτλο του πανεπιστημίου.

Τα κυριώτερα μαθήματα του πανεπιστημίου καθώς και τα πιό δημοφιλή πού επέλεγαν οι φοιτητές ήσαν, η ρητορική, η φιλοσοφία και το δίκαιο. Σκοπός του πανεπιστημίου ήταν να μορφώσει άτομα ικανά, πού θα μπορούσαν να αναλάβουν γραφειοκρατικές θέσεις, ή να γίνουν άνθρωποι του κράτους ή της εκκλησίας. Υπ’αυτή την έννοια το πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως υπήρξε το αντίστοιχο λαϊκό της θεολογικής σχολής. Το πανεπιστήμιο διατήρησε έναν ενεργό ρόλο στη φιλοσοφική παράδοση του πλατωνισμού και του αριστοτελισμού, ο πρώτος των οποίων αντιπροσωπεύει το μακροβιότερο παράδειγμα αδιάκοπης συνέχισης της πλατωνικής σχολής πού παρέμεινε ενεργός για σχεδόν δύο χιλιετίες, έως τον 15ο αιώνα. Το Πανεπιστήμιο εξαφανίστηκε την ημέρα της Άλωσης της Πόλης στις 29 Μαΐου 1453.


Σημαντικοί καθηγητές του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινουπόλως

Λέων ο μαθηματικός από τη Θεσσαλία (790 - 869) διδάσκαλος της φιλοσοφίας.

Φώτιος ο Α’ της Κωνσταντινουπόλεως, διδάσκαλος της ελληνικής φιλοσοφίας.
Άγιος Κωνσταντίνος Κύριλλος

Θεόδωρος διδάσκαλος της γεωμετρίας.

Θεοδόγιος διδάσκαλος της αστρονομίας.

Κομήτης διδάσκαλος της ελληνικής φιλολογίας.

Ιωάννης Ξιφιλίνος διδάσκαλος των νόμων. Νομοφύλαξ του κράτους.


Σημαντικοί σπουδαστές του πανεπιστημίου της Κωνσταντινουπόλεως

Μιχαήλ Ψελλός ο μετέπειτα «Ύπατος των Φιλοσόφων» (Πρύτανις)

Νικήτας Χωνιάτης μέγας ιστορικός του 12ου αιώνα

Συμεών ο Α’

Πέτρος ο Απονενσιανός ο ενετός νεοαριστοτελικός ιατροφιλόσοφος

Μάρκο Πόλο ο εξερευνητής και διπλωμάτης πρέσβης του Δογικού κράτους της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Ενετίας στη Κίνα, Ταταριστάν, Μοσκοβία και Κωνσταντινούπολη. Σπούδασε οικονομικά, εμπορευματολογία, ρητορική της διπλωματίας σύμφωνα με τα αριστοτελικά πρότυπα. Ήταν δεινός γνώστης της ελληνικής γλώσσας, φίλος και ενθαρρυντής του συμπατριώτη του Πέτρου του Απονενσιανού. (και πράκτορας της Ενετίας εν γνώσει της βυζαντινής αντικατασκοπείας!)
Το Πανεπιστήμιο – Πανδιδακτήριο της Κωνσταντινουπόλεως υπέστη τη λαίλαπα της περιόδου της εικονομαχίας το 730. Τότε θανατώθηκαν εικονολάτρες καθηγητές, το πανεπιστήμιο περιήλθε σε χάος και πυρπολήθηκε. Οι εικονολάτρες καθηγητές σπίλωσαν τη μνήμη του Λέοντος Γ’ του Ισαύρου (717-741) τον οποίο θεώρησαν υπεύθυνο για «την έλλειψη εκπαίδευσης στην αυτοκρατορία». Ο Λέων ο Ίσαυρος όμως ήταν σοφός αυτοκράτορας και προέβη στην εικονοκλαστία (δηλαδή το σπάσιμο των εικόνων των εικονολατρών, μιά εντελώς παγανιστική συμπεριφορά της αμμόρφωτης μάζας των χριστιανών, οι οποίοι με τις προκαταλήψεις τους έξυναν τις εικόνες των αγίων και προσλάμβαναν σαν θαυματουργό φάρμακο τη κονιορτοποιημένη βαφή με αποτέλεσμα να πεθαίνουν από Σατουρνισμό – μολυβδίαση – καθώς η βαφή περιείχε μόλυβδο πού από τότε ήταν σημαντικό συστατικό της βαφής των αγιογράφων, αλλά και ισχυρό δηλητήριο για όποιον κατάπινε τη βαφή), τόσο για λόγους προάσπισης της υγείας αλλά και για το φαινόμενο της μαζικής αποχής των νέων από το στρατό με το πρόσχημα των σπουδών! (Οι γενόμενοι ιερομοναχοί απαλλάσσονταν από τη στρατιωτική θητεία. Στη Δύση, μόνον οι ιερομοναχοί μπορούσαν να σπουδάσουν, και το έκαναν για να αποφύγουν το στρατό, με τη διαφορά ότι στο Βυζάντιο οι σπουδές ήσαν δωρεάν χρηματοδοτούμενες από τους φόρους).

Έτσι η αυτοκρατορία επί Λέοντος Ισαύρου βρέθηκε με περισσότερους μοναχούς παρά στρατιώτες! Το κράτος αντιλήφθηκε τι συνέβαινε και έδρασε κεραυνοβόλα, διώκωντας τους «ιερομοναχούς» και τραβώντας τους έξω από τα μοναστήρια κατατάσσοντάς τους στο στρατό δια της βίας! Επί Ισαύρων το Πανεπιστήμιο μεταρρυθμίστηκε και μετονομάστηκε σε «Οικουμενικόν Διδασκαλείον». Στο Πανεπιστήμιο δεν διδασκόταν η θεολογία, αλλά στην Πατριαρχική Σχολή. Ποτέ οι Ίσαυροι δεν έκλεισαν το πανεπιστήμιο και αντιθέτως έδωσαν μεγάλη σημασία στη μόρφωση και την προώθησαν με τις μεταρρυθμίσεις τους. Όσοι επικαλούνται το αντίθετο ψεύδονται αισχίστως!

syskepsi2Το Πανδιδακτήριο αναγνώριζε διατριβές φοιτητών πού υποβάλονταν από τους ιδίους με νομοθετικό ή ρητορικό περιεχόμενο πού ονομάζονταν «δρακτά ή δράγματα» και που ενέκρινε καθηγητής της σχολής. Το σύστημα αυτό το μιμήθηκαν στη συνέχεια (13ο αιώνα) τα δυτικοευρωπαϊκά πανεπιστήμια επεκτείνοντας τη διατριβή σε όλες τις σχολές και το εξακολουθούν μέχρι σήμερα.
Εικόνα αριστερά: Σύσκεψη ιατρών σε γαλλικό πανεπιστήμιο του 14ου αιώνα. Εξετάζονται διατριβές, ενώ περιφέρεται ο «οβολοσυλλέκτης διδάκτρων» για την είσπραξη της συμμετοχής των παρισταμένων απ’όπου θα βγεί ο μισθός του καθηγητού (στο βάθος καθήμενος στη έδρα) καθώς και η συντήρηση της αίθουσας. Ο οβολοσυλλέκτης ήταν ο οικονομικός διαχειριστής και λογιστής των εσόδων-εξόδων των δυτικοευρωπαϊκών Πανεπιστημίων (Ιταλίας, Γαλλίας). Μάλιστα έφερε και ειδική στολή (όπως και σήμερα!). Το μάθημα-μελέτη κρατούσε πολλές ώρες και γινόταν διάλειμμα μόνον για το συσσύτιο πού παρείχετο από το πανεπιστήμιο (μόνον στους εγγεγραμμένους σ’αυτό, φοιτητές ή καθηγητές) και περιλαμβανόταν στην τιμή της «οβολοείσπραξης». Το μενού ήταν όπως και των μοναστηρίων (συνήθως ο μάγειρας ήταν φραγκισκανός ή δομινικανός μοναχός με υπηρέτες κατάδικους πρόσφατης αποφυλάκισης από τα κάτεργα) και συνίστατο από ψωμί, πυτιούχο τυρί και prebogion ένα είδος χορταρικού με το οποίο σιτίζονταν οι νορμανδοί (ιδιαίτερα οι ιππότες του 12ου αιώνα) πού κατέκτησαν όλη την Ευρώπη. Το κρέας σπάνιζε στους ακαδημαϊκούς κύκλους της εποχής. Εισήχθη στο μενού αργότερα (15ος αιώνας).

ΠΗΓΗ

Δημοσίευση σχολίου

 
Top