GuidePedia

0


Γκουτζάνης Σπύρος
Μετά την μεγάλη του εκλογική νίκη, o πρωθυπουργός, όπως ήταν αναμενόμενο, συνεχίζει στο υβριδικό μοντέλο διακυβέρνησης της πρώτης θητείας του, που έχει έντονα τα στοιχεία του προεδρικού συστήματος και ονομάστηκε επιτελικό κράτος. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ολοκληρώνει την μετάβαση από το παραδοσιακό πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα, σύστημα που άφηνε μεγάλο περιθώριο αυτονομίας σε υπουργούς-τσελιγκάδες (σύμφωνα με τον χαρακτηρισμό παλαιού υπουργού του Κώστα Καραμανλή). Τώρα έχουμε υπουργούς γενικούς διευθυντές!

Διότι και σε περισσότερο βαθμό από την προηγούμενη τετραετία, οι υπουργοί τελούν υπό ασφυκτική παρακολούθηση, με την προεδρία της κυβέρνησης, το σύστημα ηλεκτρονικής παρακολούθησης των δράσεων και τους τοποτηρητές-συνδέσμους του Μαξίμου ανά υπουργείο (υφυπουργούς, γενικούς γραμματείς, συμβούλους).

Για να μείνουμε στη ΝΔ και στο προ Μητσοτάκη κυβερνητικό παρελθόν της, ο Κώστας Καραμανλής λειτουργούσε με τους υπουργούς-τσελιγκάδες ή φεουδάρχες. Ο πρωθυπουργός επέλεγε τον υπουργό, ο οποίος εφ’ εξής ήταν ο απόλυτος άρχοντας στον τομέα του, τον οποίο διαχειριζόταν σαν τσιφλίκι. Πολλές φορές επέλεγε τους υφυπουργούς, τους γενικούς γραμματείς και τους συνεργάτες του και χάραζε την υλοποίηση της πολιτικής και έδινε λόγο μόνο στον πρωθυπουργό για τα μείζονα ζητήματα.

Παράλληλα, ο Κώστας Καραμανλής είχε καθιερώσει την κυβερνητική επιτροπή που συνεδρίαζε με σταθερή σύνθεση κάθε εβδομάδα, και όταν χρειαζόταν με την προσθήκη ενός υπουργού που παρουσίαζε τα θέματά του. Ο ίδιος ο Καραμανλής είχε συστήσει στους υπουργούς του να επιλέγουν ένα κεντρικό θέμα και πέντε έως έξι δευτερεύοντα ανά εξάμηνο ή έτος και εκεί να επικεντρώνονται και να κρίνονται. Το σύστημα αυτό αντανακλούσε και τους εσωκομματικούς συσχετισμούς και το εγγενές σύστημα των φεουδαρχών της ΝΔ.

Υπουργοί όπως ο Γιώργος Σουφλιάς, ο Γιώργος Αλογοσκούφης, η Ντόρα Μπακογιάννη, ο Προκόπης Παυλόπουλος, ο Δημήτρης Σιούφας, ο Δημήτρης Αβραμόπουλος, με αυξημένα κομματικά ερείσματα, ισχυρές προσβάσεις στα συστημικά ΜΜΕ, σχέσεις με επιχειρηματικά συμφέροντα και απήχηση στην κοινή γνώμη, διέθεταν υψηλό βαθμό αυτονομίας. Από την άλλη η απόδοση και του υπουργικού τίτλου ενίσχυε τους κομματικούς φεουδάρχες και διαιώνιζε το φεουδαρχικό σύστημα, αφού διαχειρίζονταν κονδύλια, μοίραζαν οφίκια και διαχειρίζονταν προσωπικές πελατείες.

Μοντέλο διακυβέρνησης Σαμαρά

Ο Αντώνης Σαμαράς θέλησε να το αλλάξει, αποδυναμώνοντας τους υπουργούς-φεουδάρχες τόσο ως μέλη της κυβέρνησης, όσο και στο κόμμα. Βοήθησε η μνημονιακή περίοδος και η συγκυβέρνηση και η επιλογή των προσώπων, όπως και η αποχώρηση ισχυρών κομματικών παραγόντων.

Παράλληλα, όπως εξηγούσε υπουργός (που έχει παρακολουθήσει διαχρονικά την διακυβέρνηση της ΝΔ και γνωρίζει και προσωπικά τον Γιώργο Γεραπετρίτη και τις απόψεις του), «ο Σαμαράς τοποθέτησε μία σειρά από υφυπουργούς, γραμματείς και στελέχη δικά του γύρω από κάθε υπουργό που ήταν τα μάτια και τα αυτιά του, και είτε απευθείας ο ίδιος είτε μέσω των συνεργατών του στο Μαξίμου (Σταμάτης, Λαζαρίδης, Μπούρας) ασκούσε συνεχή εποπτεία και έλεγχο στους υπουργούς».

Ακόμη και το ηλεκτρονικό σύστημα παρακολούθησης είχε εγκατασταθεί στα υπουργεία επί Σαμαρά, αν και περιορισμένα λειτούργησε. Μάλιστα, ο Αντώνης Σαμαράς είχε διακηρύξει ότι επιθυμούσε να πάει σε ένα καθαρά προεδρικό σύστημα, με καθιέρωση ασυμβίβαστου ανάμεσα στους υπουργούς και τους βουλευτές, αλλά τελικά δεν προχώρησε σε μεταρρύθμιση αυτού του μεγέθους.

Ένα τέτοιο σύστημα καθαρά πια προεδρικό θα ενίσχυε μεν τον πρωθυπουργό, ως επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας που θα διάλεγε τους εξωκοινοβουλευτικούς υπουργούς του, αλλά θα αναβάθμιζε παράλληλα και το κοινοβούλιο, αφού οι βουλευτές θα ασκούσαν τον ουσιαστικό νομοθετικό και ελεγκτικό τους ρόλο και δεν θα προσπαθούσαν απλώς να είναι αρεστοί στον πρωθυπουργό για να μπουν στην επόμενη κυβέρνηση. Ωστόσο παραμένει πάντα σαν παρακαταθήκη.
Σε κρίση το σύστημα Μητσοτάκη

Μέσα από αυτό το πρίσμα, ο πρωθυπουργός, ολοκλήρωσε, συστηματοποίησε και θεσμοποίησε, ένα μοντέλο διακυβέρνησης που είχε αρχίσει άτυπα να εφαρμόζει ο Αντώνης Σαμαράς, ήδη από την πρώτη του θητεία. Ένα μοντέλο που συνεχίζει. Η προεδρία της κυβέρνησης, με τις αυξημένες και θεσμοποιημένες εξουσίες που διαθέτει, λειτουργεί σαν προέκτασή του και καθιστά παντοδύναμο τον πρωθυπουργό.

Το Υπουργικό Συμβούλιο παραμένει τυπικά ως το επιτελικό όργανο που θα συνεδριάζει σε τακτά χρονικά διαστήματα, όχι πάντα για να χαράσσει τις κατευθυντήριες γραμμές της κυβερνητικής πολιτικής. Είναι χαρακτηριστικό πως στο πρώτο Υπουργικό διανεμήθηκαν τα περίφημα γαλάζια “ντοσιέ” ανά υπουργείο, με στόχους, προτεραιότητες και χρονοδιαγράμματα που πρέπει να προωθήσει ο εκάστοτε υπουργός, σαν να πρόκειται για γενικούς διευθυντές επιχειρήσεων.

Την ίδια στιγμή, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εμφανίζεται ως πανίσχυρος, τόσο στο πολιτικό σκηνικό, αφού επί της ουσίας δεν έχει αξιωματική αντιπολίτευση, όσο και στο εσωκομματικό πεδίο. Μπορεί η επόμενη γενιά “Γαλάζιων” βαρόνων να είναι υπαρκτή, αλλά οι συνθήκες διαιώνισης της βαρωνείας δυνητικά εκλείπουν, όταν ακόμα και οι υπουργοί έχουν περιορισμένη εξουσία.

Πάντως, το υβριδικό με στοιχεία προεδρικού μοντέλου σύστημα διακυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, στην πρώτη του θητεία “διαφημίστηκε” πως λειτούργησε στην μεταναστευτική κρίση του Έβρου και στην πανδημία (στο πρώτο κύμα, πριν η διαχείριση της περάσει πλήρως στον “αυτόματο πιλότο” στης ατομικής ευθύνης) όμως, στην πορεία επισκιάστηκε από το σκάνδαλο των υποκλοπών, όπου αποδείχτηκε πως μέχρι και στελέχη της κυβέρνησης και του κράτους ήταν θύματα παρακολουθήσεων.

Στην δεύτερη θητεία Μητσοτάκη, με την κυβέρνηση να σπάει το ένα αρνητικό ρεκόρ μετά το άλλο μέσα σε λίγο διάστημα από την επανεκλογή της, το συγκεκριμένο σύστημα διακυβέρνησης μοιάζει πλέον να περιορίζεται πως να θέτει μονίμως στο απυρόβλητο τον πρωθυπουργό, στις πολλαπλές κρίσεις που εμφανίζονται. Βλέπετε μπορεί οι τύποις υπουργοί να μην έχουν εξουσία, αλλά πάντα διατηρούν την ευθύνη!

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top