Θεόδωρος Ράκκας
Η συμφωνία των Πρεσπών κατέδειξε εμφαντικά την έλλειψη εμπέδωσης, από σημαντική μερίδα της εγχώριας ελίτ, των καταβολών και προεκτάσεων που έχει το Μακεδονικό ζήτημα, λόγω του σλαβικού Μακεδονισμού. Είναι χαρακτηριστικό, ότι κυριαρχεί μια γενικότερη τάση σε σχεδόν σύσσωμη την ελίτ της χώρας. Αυτή η τάση συνοψίζεται στην πρόκριση λύσης, ακόμα και μιας όχι τόσο ικανοποιητικής για τις ελληνικές θέσεις, έναντι της μη λύσης.
Τα κύρια επιχειρήματα είναι απ’ τη μία, η πάση θυσία ανάγκη διατήρησης της φυσικής ύπαρξης της ΠΓΔΜ. Απ’ την άλλη, η πεποίθηση ότι μέσω της οικονομικής αλληλεξάρτησης και της διάδοσης των ευρωπαϊκών ιδεωδών στη γειτονική χώρα, θα καμφθεί σταδιακά ο αλυτρωτισμός. Επίσης, κερδίζει χώρο η φιλελεύθερη ιδεοληπτική πεποίθηση, ότι μέσω της οικονομικής διείσδυσης, το γειτονικό κράτος θα καταστεί από φιλελληνικό έως και δορυφόρος της χώρας μας.
Όμως, απ’ ότι έχει δείξει η ιστορία, την οποία δυστυχώς αγνοούν πολλοί, οι Σλάβοι έχουν αρκετά ισχυρή πολιτισμική ταυτότητα και απορρίπτουν κάθε είδους εξελληνισμό. Απ’ ό,τι τους προφέρεται, απορροφούν αυτά τα οποία τους βοηθούν να γίνουν ισχυρότεροι και ύστερα στρέφονται εναντίον μας. Το διαπιστώνουμε ήδη από τον 10ο αιώνα, όταν ο Τσάρος Σαμουήλ ο Μέγας, στην επαύριον των δώρων του χριστιανισμού (με αυτοκέφαλη εκκλησία) και της αναγνώρισης του αυτοκρατορικού τίτλου, κατέστη υπαρξιακή απειλή για τον Μεσαιωνικό Ελληνισμό.
Ο λόγος είναι αφοπλιστικά απλός, γεωπολιτική. Χωρίς έξοδο στις θερμές θάλασσες, στο Αιγαίο στην περίπτωση μας, οι ηπειρωτικές βαλκανικές οντότητες είναι καταδικασμένες σε δυνάμεις δευτέρας διαλογής στη χερσόνησο του Αίμου. Είναι γεγονός, που δεν το χωράει ο νους των βορείων γειτόνων, ότι οι Έλληνες κρατάνε μια λωρίδα γης, πεισματάρικα, τόσους αιώνες αποκλείοντας την σλαβική ενδοχώρα από τη Μεσόγειο. Συνεπώς, καταλήγουν να το θεωρούν ιστορική αδικία.
Αυτή η, γεωπολιτικά αιτιοκρατική, διαπίστωση αποτελεί την ερμηνευτική πηγή των διαχρονικών διεκδικήσεων από τον Βορρά. Κατά το παρελθόν, οι Σλάβοι, προσπάθησαν λυσσαλέα να απορροφήσουν τις περιοχές τις ελληνικής Μακεδονίας και Θράκης, ήδη απ’ τον 7ο μ.Χ. αιώνα, μέσω επιδρομών και εποικισμών. Απέτυχαν κι οπότε τα κατάφεραν ήταν για περιορισμένο χρονικό διάστημα.
Απέτυχαν κυρίως λόγω της μεθοδικότητας των Ρωμιών βασιλέων και της αδυναμίας τους να εκπορθήσουν οχυρωμένες πόλεις. Στα οθωμανικά χρόνια το σλαβόφωνο στοιχείο σταδιακά κυριάρχησε δημογραφικά στο ηπειρωτικό εσωτερικό της Μακεδονίας, με το ελληνόφωνο να κυριαρχεί στα παράλια. Φτάνοντας στον 20ο αιώνα, οι Έλληνες έδωσαν τιτάνιες μάχες για την ανάκτηση της Μακεδονίας από τον Μακεδονικό Αγώνα, τους Βαλκανικούς Πολέμους, μέχρι και το 1945.
Βούλγαροι και Σλαβομακεδόνες ένα και το αυτό
Η ελληνικότητα της σύγχρονης Μακεδονίας κατοχυρώθηκε με το αίμα των μαρτύρων, το οποίο πότισε τους βάλτους των Γιαννιτσών και τα λαγκάδια του Κιλκίς. Εν κατακλείδι, ο Μακεδονισμός των Σκοπίων αποτελεί, δυστυχώς, ακόμη μία έκφραση αυτής της αναγκαιότητας για έξοδο στη Μεσόγειο. Η όποια διεθνής νομιμοποίηση της οικειοποίησης του όρου «Μακεδονία» και παραγώγων του από τα Σκόπια, απλά θα συντηρήσει τον σπόρο των διαχρονικών διεκδικήσεων έναντι του Ελληνισμού. Επίσης, ας πάψουμε να κρυβόμαστε πίσω από θεσμικές διατυπώσεις.
Οι Σλάβοι των Σκοπίων είναι Βούλγαροι στην καταγωγή, όσο Βούλγαροι είναι στη Σόφια και το Μπλαγκόεβγκραντ. Φτάνει μια ματιά, όχι μόνο στη γλώσσα, αλλά κυρίως στην εθνική μυθολογία και τις ιστορικές προσωπικότητες. Από τον Τσάρο Σαμουήλ και τον Κλημέντ Οχριντίτσκι μέχρι τον Γκότσε Ντέλτσεφ. Οι «Μακεδόνες» εθνικοί ήρωες των Σλαβομακεδόνων δεν είναι απλά Βούλγαροι, αλλά σημαίνουσες μορφές της μεσαιωνικής και νεότερης βουλγαρικής ιστορίας με δεσπόζουσα θέση στο βουλγαρικό εθνικό αφήγημα. Πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περιώνυμη εξέγερση του Ίλιντεν, η οποία μνημονεύεται τόσο στην Βουλγαρία όσο και στα Σκόπια.
Παρά, λοιπόν, τις ακαδημαϊκές και πολιτικές διχογνωμίες, ελέω τιτοϊκής προπαγάνδας, Βούλγαροι και Σλαβομακεδόνες αποτελούν τον ίδιο λαό. Ας μην μας κάνει εντύπωση αν μετά από λίγα χρόνια, εάν και όταν η Βουλγαρία γίνει ξανά υπολογίσιμη δύναμη στα Βαλκάνια, οι Σλάβοι των Σκοπίων (ξανά)ανακαλύψουν τις βαθιές βουλγαρικές τους καταβολές. Το ζήτημα για μας, είναι όταν συμβεί αυτό, που κατά τη γνώμη μου είναι αναπόφευκτο, να μην κληρονομηθεί ξανά στο βουλγαρικό έθνος η επιθυμία, η μνήμη και κυρίως η νομιμοποίηση για βλέψεις και δικαιώματα στην ελληνική Μακεδονία.
Παρότι οι σχέσεις Ελλήνων και Βουλγάρων βρίσκονται ίσως στο καλύτερο σημείο διαχρονικά, δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας το γεγονός, ότι η ιδέα της «Μεγάλης Βουλγαρίας» χαίρει ακόμη απήχησης σε εθνικιστικούς κύκλους της γείτονος. Ως εκ τούτου, η αποδόμηση του σλαβικού Μακεδονισμού, πολιτική, ιστορική, πολιτιστική, ακαδημαϊκή και θεσμική, οφείλει να αποτελεί πρωταρχικό στόχο μιας ευρύτερης βαλκανικής στρατηγικής.
Ελληνοβουλγαρική «συνεννόηση»
Αν μη τι άλλο, η κοιλάδα του Βαρδάρη θα μπορούσε να είναι ένα «δώρο» της Ελλάδας στην Βουλγαρία στα πλαίσια μιας γενικότερης ελληνοβουλγαρικής Αντάντ. Συνοπτικά, αυτή η ελληνοβουλγαρική «συνεννόηση» θα μπορούσε να κινηθεί πάνω στους παρακάτω άξονες:
Τα κοινά πολιτιστικά στοιχεία, με βασικό πυλώνα την Ορθοδοξία.
Το κοινό ιστορικό τραύμα της τουρκοκρατίας σε συνάρτηση με την απειλή που συνιστά ο σύγχρονος τουρκικός αναθεωρητισμός.
Την ύπαρξη και στις δύο χώρες, και μάλιστα σε συνορεύουσα περιοχή, συμπαγών μουσουλμανικών πληθυσμών.
Την συνεργασία ως προς την αποτελεσματικότερη θωράκιση, του κοινού και ευρωπαϊκού, συνόρου του Έβρου από κάθε είδους απειλή.
Έμφαση, και σε επίπεδο ακαδημαϊκής-παιδαγωγικής συνεργασίας, στις ιστορικές συμμαχίες και τους κοινούς αγώνες, πάρα την πληθώρα συγκρούσεων.
Την αποδοχή εξ ημών της βουλγαρικότητας των βουλγαροφώνων Σλάβων της κοιλάδας του Βαρδάρη. Υπό αυστηρά πλαίσια και προϋποθέσεις, με κυρίαρχο αυτό της συνέχισης της μη χρήσης του όρου Μακεδονία, στα πρότυπα του Πίριν.
Την δημιουργία των θεμελίων για ένα βαλκανικό Visegrad εντός της ΕΕ.
Πάνω από όλα όμως, μια συμμαχία, συνειδητή με στέρεες βάσεις και όχι ευκαιριακή, απαιτεί εκατέρωθεν ειλικρίνεια. Ειλικρίνεια αναφορικά με το παρελθόν, αλλά και το παρόν. Στα πλαίσια, λοιπόν, αυτής της ειλικρίνειας, οφείλουμε να επισημάνουμε στους Βούλγαρους το εξής: Την ελέω γεωπολιτικής, διαχρονική τους τάση καθόδου προς το Νότο. Αυτή η τάση εκδηλώθηκε, καθ’ όλη τη μεσαιωνική αλλά και κατά τα 42 από τα 115 έτη της σύγχρονης ελληνοβουλγαρικής γειτνίασης.
Ως εκ τούτου, πρέπει να δοθεί έμφαση στις, αμοιβαία καταστρεπτικές, συνέπειες αυτής της διαμάχης: κυρίως την οθωμανική κατάκτηση. Η ψύχραιμη διαπίστωση των συγκρούσεων του παρελθόντος, των αιτίων πίσω απ αυτές και, πάνω απ’ όλα, των συνεπειών τους αποτελεί την σημαντικότερη εγγύηση για τη μη επανάληψή τους στο μέλλον.
Τέλος, όσο αναφορά τον ατλαντικό παράγοντα οι ελληνικές κυβερνήσεις οφείλουν να κινηθούν υπό την παρακάτω αρχή. Υπάρχει ένα ζήτημα όπου ελληνικά συμφέροντα συμπλέουν πλήρως με αυτά της αγγλοσαξονικής θαλασσοκρατορίας. Αναφέρομαι στην ανάγκη, πάση θυσία ανάσχεσης της εξόδου των ηπειρωτικών δυνάμεων, σλαβικών και μη, στις θερμές θάλασσες. Συνεπώς ο μόνος τρόπος να ταχθούν οι ΗΠΑ με την ελληνική θέση είναι να κατανοήσουν το Σκοπιανό υπό τον ευρύτερο γεωπολιτικό ανταγωνισμό μεταξύ ηπειρωτικών και παράκτιων δυνάμεων, κάτι σαν ένα βαλκανικό υποσύστημα του μοντέλου Rimland-Heartland του Nickolas Spykman.
Όπως προαναφέρθηκε, η επιθυμία-τάση για έξοδο στη Μεσόγειο και κυριαρχία στη Θεσσαλονίκη υφίσταται ήδη από τον 7ο αιώνα. Εκδηλώθηκε, κατ’ αρχάς, με τον σχηματισμό των σκλαβηνιών (πολιτικά αυτόνομες νησίδες σλαβικού πληθυσμού διάσπαρτες ανάμεσα σε Έλληνες στον ελλαδικό χώρο) και, εν συνεχεία, μέσω των βουλγαρικών μεσαιωνικών βασιλείων. Επανεμφανίστηκε δυναμικά, ύστερα από 500 και πλέον έτη ύπνωσης, στο πρώτο μισό του προηγούμενου αιώνα. Η πρόσφατη ημιεπίσημη (επαν)εκδήλωση αυτών των διεκδικήσεων, μέσω του Μακεδονισμού των Σκοπιών, αν και λίγων δεκαετιών, έχει την ίδια γενεσιουργό αιτία, με τα προαναφερθέντα ιστορικά γεγονότα.
Διεκδικήσεις με ρίζες αιώνων
Συνεπώς μιλάμε για διεκδικήσεις με ρίζες αιώνων και εν προκειμένου γεωπολιτικής φύσεως. Ως εκ τούτου, δεν πρόκειται να εξαλειφθούν ως δια μαγείας, μέσω της ένταξης των Σκοπίων στους δυτικούς θεσμούς. Όπως κατέδειξαν οι περιπτώσεις του Ιράκ, της Βοσνίας αλλά και του Κοσόβου, η αποτελεσματικότητα των διαφόρων αμερικανικών φιλελευθέρων λύσεων είναι, στην καλύτερη περίπτωση, αμφίβολη. Εν τέλει, ενώ είναι στο χέρι της διπλωματίας μας να καταστεί η Ελλάδα εκπρόσωπος και διαμορφωτής των ατλαντικών συμφερόντων στα Βαλκάνια, αντ’ αυτού επιλέγει να γίνει πιόνι, έστω και «βασίλισσα», σ’ ακόμα ένα φιλελεύθερο πείραμα.
Ο Μακεδονισμός των Σκοπίων συντηρείται, στην πρόσφατη συμφωνία, μέσω του χαρακτηρισμού της γλώσσας και της εθνικότητας σαν μακεδονικής. Το βασικό επιχείρημα, κατά της συμφωνίας πηγάζει από ερμηνεία του σύγχρονου σλαβομακεδονισμού με όρους κατά βάση γεωπολιτικούς, άρα συνεπακόλουθα γεωγραφικούς και ιστορικούς. Ως εκ τούτου προκρίνεται ως λύση η ευθυγράμμιση της ελληνικής με τη βουλγαρική θέση, η οποία είναι ιστορικά και πολιτικά ορθή. Η βουλγαρικότητα των Σκοπίων συνιστά αυθύπαρκτη αντιπαραβολή στον Μακεδονισμό τους. Ας μην ξεχνάμε ότι αυτός πηγάζει από την ενοχοποίηση της βουλγαρικής τους συνείδησης, λόγω της ενσωμάτωσής τους στη Σερβία και υστέρα στη Γιουγκοσλαβία.
Συνεπώς, ο πλέον αξιόπιστος τρόπος να καταπολεμηθεί, ρητορικά, ακαδημαϊκά και πολιτιστικά, ο Μακεδονισμός των Σλαβομακεδόνων είναι η επαναφορά τους στο βουλγαρικό πλαίσιο. Αυτό προτείνεται να εφαρμοστεί μεσοπρόθεσμα στην επαύριον αναπόφευκτων γεγονότων, τα οποία θα δημιουργήσουν τριγμούς στη συνοχή του γειτονικού κράτους. Αυτή η επαναφορά, προφανώς, απαιτεί ελληνική συναίνεση και συμμέτοχη στη διαδικασία ενσωμάτωσης. Καθώς και ρήτρες περί της συνέχισης της μη χρήσης του όρου Μακεδονία.
Επίσης, ας μην ξεχνάμε ότι η Βουλγαρία έχει αποβάλει τις αναθεωρητικές της βλέψεις, ελέω της ήττας σε τρεις πολέμους και της ικανοποιητικής εξομάλυνσης των σχέσεων με την Ελλάδα. Είναι χαρακτηριστικό ότι για την περιοχή της «Μακεδονίας του Πιρίν» δεν χρησιμοποιεί τον όρο Μακεδονία, αλλά την ονομασία «Благоевградска обласτ», δηλαδή Επαρχία Μπλαγκόεβγκραντ.
Κλείνοντας, θα ήθελα να επισημάνω ότι, μια διαδικασία οικονομικής ενσωμάτωσης-αλληλεξάρτησης Ελλάδας-Σκοπίων, πέραν από αμφίβολης αποτελεσματικότητας, δύναται να προκαλέσει μια διαδικασία ελληνοβουλγαρικού ανταγωνισμού επιρροών. Κάτι τέτοιο είναι προφανώς ανεπιθύμητο.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου