GuidePedia

0


Του Κώστα Σαρικά
Η αεράμυνα μπαίνει σε μια νέα εποχή, όπου το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι μόνο η δυνατότητα αναχαίτισης, αλλά κυρίως η αναχαίτιση με βιώσιμο κόστος απέναντι σε μαζικές επιθέσεις κορεσμού.

Πρόκειται για επιχειρησιακή δυνατότητα άμεσου ενδιαφέροντος για τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, με δεδομένη την μαζική κατασκευή drones αλλά και βαλλιστικών πυραύλων από την Τουρκία.

Και αυτό ακριβώς είναι το πεδίο στο οποίο το Ισραήλ επιχειρεί να κάνει το ποιοτικό άλμα με το Iron Beam, το οποίο πλέον προστέθηκε στο οπλοστάσιο του.

Οι πληροφορίες του OnAlert.gr αναφέρουν ότι στο πλαίσιο της αναβαθμισμένης συνεργασίας Ελλάδας-Ισραήλ, το Τελ Αβίβ έχει εκφράσει πρόθεση να αποδεσμεύσει το σύστημα στη χώρα μας, με την Ελλάδα να βρίσκεται πλέον στο κάδρο ως ο πρώτος δυνητικός χρήστης εκτός Ισραήλ.

Το Iron Beam δεν αποτελεί πλέον ένα φιλόδοξο και άκρως «υποσχόμενο» πρόγραμμα που θα ωριμάσει κάποτε. Ήδη οι κατασκευαστές και το ισραηλινό Υπουργείο Άμυνας παρέδωσαν το πρώτο επιχειρησιακό σύστημα στον IDF, σηματοδοτώντας τη μετάβαση από την ανάπτυξη στη σειριακή παραγωγή, με την ισραηλινή πλευρά να μιλά ανοιχτά για «τεχνολογική επανάσταση» και για ένταξη ενός ακόμη επιπέδου στην πολυεπίπεδη αρχιτεκτονική αεράμυνας.

Για την Ελλάδα, η συζήτηση δεν αφορά ένα όπλο τελευταίας τεχνολογίας. Αφορά τον τρόπο που θα θωρακιστεί ο εναέριος χώρος, τα νησιά, οι βάσεις, τα πλοία, τα κρίσιμα ενεργειακά και λιμενικά σημεία, απέναντι σε μια απειλή που εξελίσσεται.

Τα UAV κάθε κατηγορίας, περιπλανώμενα πυρομαχικά, ρουκέτες/βλήματα καμπύλης τροχιάς, αλλά και το σενάριο κορεσμού, όπου ο αντίπαλος προσπαθεί να επιφέρει μαζικές καταστροφές σε «high value» συστήματα και υποδομές. Κι εδώ το λέιζερ, αν αποδώσει όσα υπόσχεται σε επιχειρησιακές συνθήκες αλλάζει την οικονομία του πολέμου.

Από την επιχειρησιακή ένταξη στον IDF στην «αποδέσμευση» προς την Αθήνα

Η έννοια της «αποδέσμευσης» σε τέτοιου είδους συστήματα δεν είναι μια απλή πολιτική δήλωση. Μεταφράζεται σε πρόσβαση σε τεχνικά δεδομένα, διαθεσιμότητα για διακρατική συμφωνία, χρονοδιάγραμμα παραγωγής και παράδοσης και κυρίως ένταξη σε ένα πακέτο ολοκληρωμένης λύσης που αφορά ραντάρ, C2, διασύνδεση με υπάρχοντα συστήματα και όχι ένα μεμονωμένο σύστημα με αυτοτελή λειτουργία.

Ήδη από το 2024–2025, στον δημόσιο διάλογο μπήκε ότι η Ελλάδα εξετάζει ισραηλινές λύσεις λέιζερ ως μέρος της μελλοντικής πολυεπίπεδης αεράμυνας. Το καλοκαίρι του 2025 υπήρχαν σαφείς ενδείξεις ενδιαφέροντος για τέτοιου τύπου συστήματα, στο πλαίσιο ευρύτερης αναζήτησης λύσεων αντι-drone/αντι-ρουκετικών δυνατοτήτων.

Το «κλειδί» όμως είναι ότι το Ισραήλ – παράλληλα με την επιχειρησιακή ωρίμανση – επιταχύνει την παραγωγή. Τον Οκτώβριο του 2024 είχε ανακοινωθεί συμφωνία ύψους 2 δισ. Σέκελ για επέκταση της παραγωγής του Iron Beam με τη Rafael και την Elbit. Η συμφωνία αυτή έδιεξε ότι το πρόγραμμα δεν αντιμετωπίστηκε ως «τεχνολογικό demo», αλλά ως μαζική ανάγκη που πρέπει να περάσει σε αριθμούς.

Το OnAlert.gr είχε την ευκαιρία τον περασμένο Σεπτέμβριο να παρακολουθήσει στο Ισραήλ την παρουσίαση του Iron Βeam και των διαβαθμισμένων χαρακτηριστικών του. Η παρουσίαση περιελάμβανε μεταξύ άλλων και video από κατάρριψη drone με χρήση του Iron Beam πάνω από την έρημο Negev.

Στην ελληνική πλευρά, το παράθυρο ευκαιρίας ανοίγει ακριβώς τώρα που η Ελλάδα βρίσκεται σε συνομιλίες με το Ισραήλ για τη δημιουργία ενός πολυεπίπεδου αντιαεροπορικού/αντι-drone πλέγματος («Achilles Shield»), με εκτιμώμενο κόστος περί τα 3 δισ. ευρώ, ενώ στο ίδιο πλαίσιο «τρέχουν» και άλλες ισραηλινές προμήθειες/συνεργασίες.

Πρόσφατα αποφασίστηκε η απόκτηση 36 συστημάτων πυραυλικού πυροβολικού PULS, σε εξέλιξη βρίσκεται η αναβάθμιση των ελικοπτέρων Apache, η Πολεμική Αεροπορία προχωρά στην παραλαβή Rampage και Spice, ενώ ο Στρατός Ξηράς παρέλαβε ήδη τα Spike Nlos.
Χαρακτηριστικά και δυνατότητες του Iron Beam

Το Iron Beam είναι σύστημα υψηλής ενέργειας λέιζερ (High Energy Laser Weapon System – HELWS). Οι κατασκευαστές το περιγράφουν ως λέιζερ κλάσης 100kW, σχεδιασμένο να εμπλέκει απειλές από «εκατοντάδες μέτρα έως αρκετά χιλιόμετρα» και – σε υλικό παρουσίασης – με δυνατότητα εμπλοκής «έως 10 km», ανάλογα με τη διαμόρφωση/στόχο/συνθήκες.

Σε επίπεδο φιλοσοφίας, δεν αντικαθιστά τα υπόλοιπα συστήματα αναχαίτισης αλλά τα συμπληρώνει. Το Iron Dome για παράδειγμα είναι missile-based «hard kill» με αναχαιτιστικά (Tamir).

Το Iron Beam είναι επίσης «hard kill», αλλά με δέσμη ενέργεια καθώς χτυπά τον στόχο ώστε να προκληθεί θερμική καταστροφή και αστοχία σε κρίσιμα σημεία (κέλυφος, αισθητήρες, πτέρυγες/κινητήρας, κεφαλή), μέχρι να πάψει να είναι λειτουργικός.

Τα βασικά χαρακτηριστικά του είναι τρία:

1. Ταχύτητα εμπλοκής: η δέσμη κινείται πρακτικά «με την ταχύτητα του φωτός».

2. «Unlimited magazine»: δεν διαθέτει «βλήματα» που τελειώνουν, αλλά συνεχή ενεργειακή/ηλεκτρική υποστήριξη.

3. Κόστος ανά εμπλοκή: η ισραηλινή πλευρά έχουν υπογραμμίσει τη διαφορά κόστους έναντι των κλασικών συστημάτων αναχαίτισης (που μπορεί να κοστίζουν δεκάδες χιλιάδες δολάρια ανά βολή), καθώς στο λέιζερ το οριακό κόστος είναι πολύ χαμηλό.

Σύμφωνα με τους κατασκευαστές, το σύστημα ολοκλήρωσε επιτυχώς τις δοκιμές και πιστοποιήθηκε σε «πλήρη επιχειρησιακή διαμόρφωση» με αναχαιτίσεις ρουκετών, όλμων, αεροσκαφών και UAV σε «ευρύ φάσμα σεναρίων», πριν την ένταξή του στην αεράμυνα του Ισραήλ.
Γιατί το χρειάζεται η Ελλάδα: ο πόλεμος των UAV και το σενάριο κορεσμού

Στο Αιγαίο, στην Ανατολική Μεσόγειο και στον Έβρο, η απειλή δεν είναι μονοδιάστατη. Από τη μία πλευρά υπάρχουν τα «κλασικά» μέσα (μαχητικά, cruise missiles, stand-off όπλα). Από την άλλη, υπάρχει η πραγματικότητα των UAV: φθηνά, πολυάριθμα, με δυνατότητα επίμονης παρουσίας, αναγνώρισης–στοχοποίησης–κρούσης, και κυρίως με δυνατότητα να λειτουργήσουν ως «εργαλείο κορεσμού» της αεράμυνας.

Σε αυτό το περιβάλλον, κάθε βλήμα (Patriot, Aster, Ram) που εκτοξεύεται σε έναν στόχο χαμηλής αξίας, είναι μια οικονομική αιμορραγία και μια επιχειρησιακή φθορά αποθεμάτων. Το λέιζερ έρχεται ακριβώς να καλύψει αυτό το κενό και να δώσει μια λύση χαμηλού κόστους για τους στόχους που δεν αξίζει να σπαταληθεί ένας ακριβός πύραυλος. Με αυτόν τον τρόπο τα ακριβά βλήματα παραμένουν στη «φαρέτρα» για τους στόχους που πραγματικά το απαιτούν.

Αυτός είναι και ο λόγος που η Ελλάδα επιδιώκει πολυεπίπεδο πλέγμα. Η συζήτηση για τον «Achilles Shield» δεν είναι απλώς μια αγορά συστημάτων. Είναι αρχιτεκτονική και αφορά αισθητήρες–C2–όπλα σε κλίμακες, ώστε να υπάρχει η σωστή «απάντηση» στο σωστό ύψος, απόσταση και τύπο στόχου.
Πώς «κουμπώνει» στον ελληνικό θόλο: το Iron Beam ως το νέο «last line / cheap shot»

Σε ένα ιδανικό σενάριο, το Iron Beam λειτουργεί ως:αντι-drone «εργάτης» για την αντιμετώπιση μικρών UAV/C-UAS και περιπλανώμενων πυρομαχικών,
αντι-RAM (rockets–artillery–mortars) για κρίσιμες εγκαταστάσεις,
και ως «gap filler» ανάμεσα σε πολύ κοντινά συστήματα (πυροβόλα/SHORAD) και στα κλασικά πυραυλικά (μεγαλύτερης εμβέλειας).

Oι κατασκευαστές υποστηρίζουν ότι το Iron Beam μπορεί να ενσωματωθεί σε «οποιοδήποτε πολυεπίπεδο σύστημα άμυνας» και να συνεργαστεί με διαφορετικές πλατφόρμες. Στην πράξη, αυτό σημαίνει διασύνδεση με ραντάρ, ηλεκτροοπτικά, C2, και κανόνες εμπλοκής ώστε να γίνεται έξυπνη κατανομή στόχων: ποιος στόχος ανατίθεται σε λέιζερ, ποιος σε πύραυλο, ποιος σε άλλο μέσο.

Για την Ελλάδα, που ήδη διαθέτει Patriot και μια σειρά από συστήματα διαφορετικών γενεών, το ζητούμενο είναι η δικτυοκεντρική ενοποίηση. Όχι άλλο ένα «stand alone» σύστημα που λειτουργεί αυτόνομα αλλά ένας κόμβος που μοιράζεται εικόνα αεράμυνας, δέχεται στόχους, επιστρέφει αποτελέσματα εμπλοκής, και –ιδανικά – υποστηρίζει κοινή τακτική εικόνα σε νησιά και ενδοχώρα.
Τα πραγματικά «όρια» του λέιζερ – και γιατί δεν ακυρώνουν την αξία του

Κανένα σύστημα λέιζερ δεν είναι αποτελεί υπερόπλο. Έχει σκληρούς φυσικούς περιορισμούς:Καιρός/ατμόσφαιρα: υγρασία, βροχή, ομίχλη, σκόνη, αερολύματα μειώνουν την απόδοση
Line of sight: πρέπει να διακρίνεται ο στόχος χωρίς εμπόδια.
Dwell time: δεν καταστρέφεται ο στόχος όπως σε μια έκρηξη αναχαίτισης, αλλά χρειάζονται δευτερόλεπτα συνεχούς ενέργειας στο σωστό σημείο.
Ισχύς–ψύξη–ηλεκτροδότηση: όσο καλύτερη απόδοση, τόσο πιο απαιτητική η ενεργειακή υποστήριξη.

Αυτά όμως δεν ακυρώνουν την αξία. Αντίθετα, εξηγούν γιατί το Iron Beam προορίζεται να είναι συμπληρωματικό επίπεδο. Η ισραηλινή προσέγγιση, όπως αποτυπώνεται και στις δοκιμές, είναι ακριβώς αυτή: όχι «either/or», αλλά «both», σε μία αρχιτεκτονική όπου κάθε επίπεδο αναλαμβάνει συγκεκριμένη αποστολή.

Η «αποδέσμευση» σε πρακτικό επίπεδο

Για να περάσει το Iron Beam από τη θεωρία σε ελληνικό έδαφος απαιτείται πολιτική και θεσμική οδός που αφορά διακρατική συμφωνία, έγκριση εξαγωγής, πακέτο υποστήριξης. Για να ακολουθήσει η ενσωμάτωση με ελληνικά συστήματα και, όταν προχωρήσει το συνολικό πακέτο «Achilles Shield», γιατί όχι και εγχώρια συμμετοχή.

Στη διαπραγμάτευση που γίνεται στόχος είναι οι ελληνικές εταιρείες να να υποστηρίξουν περίπου το 25% του project «Achilles Shield». Αυτό, αν μετουσιωθεί σε συμβάσεις, ανοίγει χώρο για ελληνικό αποτύπωμα σε υποσυστήματα, ολοκλήρωση, λογισμικό, επικοινωνίες, υποστήριξη και MRO.
Το στρατηγικό μήνυμα: Φραγμός στη φθηνή επίθεση πριν γίνει ακριβό πρόβλημα

Το μεγάλο πλεονέκτημα του Iron Beam δεν είναι ότι μπορεί να καταρρίψει κάθε στόχο. Είναι ότι δίνει βιωσιμότητα στην άμυνα απέναντι σε απειλές που στοιχίζουν ελάχιστα στον επιτιθέμενο αλλά εξαντλούν γρήγορα τον αμυνόμενο. Στον 21ο αιώνα, όπου τα drones και τα φθηνά πυρομαχικά μπορούν να εμφανιστούν κατά κύματα, η άμυνα χρειάζεται όπλα που να μην αναγκάζουν να καταναλώνεται το απόθεμα σε κάθε επαφή.

Αυτός είναι και ο λόγος που το Ισραήλ επενδύει σε μια νέα «εποχή υψηλής ενέργειας» και δείχνει έτοιμο να μεταφέρει αυτή την τεχνογνωσία στους στενούς εταίρους του. Για την Ελλάδα, το Iron Beam μπορεί να είναι το στοιχείο που θα κάνει τον «θόλο» πραγματικά ανθεκτικό και όχι μόνο ικανό να αναχαιτίζει, αλλά ικανό και να αντέχει.

πηγή


Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top