του καθηγητή Νομικής David Kaye*
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, σύντομα θα εμπλακούν στρατιωτικά στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας. Η εικαζόμενη χρήση χημικών όπλων από την κυβέρνηση της Συρίας που σκότωσε εκατοντάδες ανθρώπους υπερέβη την «κόκκινη γραμμή» η οποία, όπως υποστήριξε ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, πριν από ένα χρόνο, θα είναι ο παράγοντας που θα αλλάξει το παιχνίδι, και το παιχνίδι για την Ουάσιγκτον, το Λονδίνο και το Παρίσι έχει σαφώς αλλάξει. Ωστόσο, ένα πράγμα δεν έχει αλλάξει: το διεθνές δίκαιο που ορίζει πότε τα κράτη μπορούν να προβούν σε χρήση βίας.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι νομικοί σύμβουλοι της κυβέρνησης δεν θα προσπαθήσουν τελικά να παράσχουν κάποιο είδος νομικής ευλογίας. Οι ειδησεογραφικές πηγές δείχνουν ότι αξιωματούχοι τής κυβέρνησης πιέζουν για να κάνουν ακριβώς αυτό. Και οι νομικοί σύμβουλοι θα θέλουν να είναι χρήσιμοι, ιδιαίτερα αν η πολιτική συναίνεση για την χρήση βίας είναι ισχυρή και τα αποδεικτικά στοιχεία για την ευθύνη τού καθεστώτος γύρω από τις επιθέσεις είναι υπεράνω κριτικής.
Αλλά, θα πρέπει επίσης να είναι σαφείς: είναι υποχρέωση των νομικών να παρέχουν στους πελάτες τους – τους ανώτατους αξιωματούχους των ΗΠΑ - νομικές, όχι ηθικές, συμβουλές. Αρμοδιότητα των νομικών δεν είναι να πουν αν η επίθεση στη Συρία είναι κάτι σωστό, αλλά να ορίσουν ποιος είναι ο νόμος, να εξηγήσουν τις θέσεις που υιοθετήθηκαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες σε παρόμοιες περιπτώσεις στο παρελθόν, και να προβλέψουν ποιες μπορεί να είναι οι νομικές και θεσμικές συνέπειες της παραβίασής τους.
Και τι είναι ο νόμος; Η καθιερωμένη ερμηνεία τού νόμου σχετικά με την χρήση βίας είναι αρκετά απλή: σύμφωνα με τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, που είναι η κεντρική Συνθήκη της σύγχρονης εποχής και σε μεγάλο βαθμό δημιούργημα των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, τα κράτη γενικά απαγορεύεται να χρησιμοποιούν βία εναντίον άλλων κρατών, εκτός αν ενεργούν σε ατομική ή συλλογική αυτοάμυνα ή σύμφωνα με εξουσιοδότηση του Συμβουλίου Ασφαλείας τού ΟΗΕ. Κατά τη διάρκεια της μεταπολεμικής ιστορίας τού Χάρτη, οι αξιώσεις αυτοάμυνας έχουν αποδειχθεί οι πιο αμφιλεγόμενες. Τα κράτη - ιδίως οι Ηνωμένες Πολιτείες - επεδίωξαν να επεκτείνουν τις καταστάσεις που εμπίπτουν στον ορισμό της αυτοάμυνας.
Αλλά, μια υπόθεση περί αυτοάμυνας στη Συρία θα κάνει την ίδια την έννοια της αυτοάμυνας αγνώριστη. Αυτό που απασχολεί την κυβέρνηση, σύμφωνα με τις επίσημες δηλώσεις, είναι η «ηθική απρέπεια» [1] της επίθεσης κάποιου με χημικά στους ίδιους τους πολίτες του. Όσο απαίσιο κι αν είναι αυτό, δεν υπήρξε καμία επίθεση (ή απειλή επίθεσης) στις Ηνωμένες Πολιτείες που να δικαιολογεί ατομική αυτοάμυνα, ή ενάντια στους συμμάχους που να δικαιολογεί συλλογική αυτοάμυνα ως αποτέλεσμα του δικαίου.
Δεδομένου ότι ένα ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας φαίνεται απίθανο, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μείνει χωρίς ισχυρά νομικά επιχειρήματα για να ασκήσουν βία. Ορισμένα κράτη, Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις και επιστήμονες έχουν προσπαθήσει να δημιουργήσουν εξαιρέσεις για να πάρουν την έγκριση του Συμβουλίου, συνήθως κάτω από τη σκέπη τής ανθρωπιστικής παρέμβασης [2], ή τη σύγχρονη μορφή της, την Ευθύνη Προστασίας [3] (ή συντετμημένα R2P, Responsibility to Protect). Και οι δύο εξαιρέσεις προκύπτουν από μια ηθική θέση, ότι τα κράτη οφείλουν στους πολίτες τους το καθήκον τής φροντίδας, και όταν το παραβιάζουν με τη διάπραξη σοβαρών εγκλημάτων, η άσκηση βίας πρέπει να είναι ένας διαθέσιμος μηχανισμός για να τους σταματήσει ή να τους αποτρέψει. Αλλά καμία από τις εξαιρέσεις δεν έχει την ισχύ νόμου. Οι Ηνωμένες Πολιτείες απέρριψαν την ανθρωπιστική παρέμβαση ως νόμιμη δικαιολογία για τον πόλεμο του Κοσσυφοπεδίου το 1999, ακόμη και αν το Ηνωμένο Βασίλειο την ενστερνίστηκε (και εξακολουθεί να ενστερνίζεται [4]), αλλά το Ηνωμένο Βασίλειο δεν έχει πολλούς συμμάχους στο θέμα αυτό. Το R2P πήρε την ευλογία των Ηνωμένων Εθνών [5] το 2005, αλλά ακόμη κι εκεί τα Ηνωμένα Έθνη αποφάσισαν ότι η έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας ήταν απαραίτητη για να χαρακτηριστεί ως νόμιμη οποιαδήποτε επέμβαση.
Ο Ομπάμα έχει επικαλεστεί, επίσης, κανόνες κατά της χρήσης όπλων μαζικής καταστροφής, όπως το Πρωτόκολλο της Γενεύης του 1925 που απαγορεύει την χρήση όπλων με δηλητηριώδη αέρια (του οποίου Πρωτοκόλλου η Συρία είναι συμβαλλόμενο μέρος). Η απαγόρευση αυτή μπορεί να υποστηρίχθηκε απερίφραστα, αλλά η ίδια η Συνθήκη δεν προβλέπει καμία βάση για τη χρήση βίας. Όπως πολλά εργαλεία τής εποχής της, δεν μιλάει για τις συνέπειες της παραβίασης.
Έτσι, αν το Συμβούλιο Ασφαλείας δεν εγκρίνει την ανάληψη δράσης, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους θα παραβίαζαν το διεθνές δίκαιο αν χρησιμοποιούσαν στρατιωτική βία εναντίον της Συρίας. Πείτε την όπως θέλετε: «παράνομη» αν είστε ειλικρινής, «δεν συνάδει με το διεθνές δίκαιο» αν είστε νομικός, «είναι δύσκολο να υποστηριχθεί» αν είστε διπλωμάτης. Όλα καταλήγουν στο ίδιο πράγμα: δεν υπάρχει διεθνές δίκαιο που να υποστηρίζει μια επίθεση των ΗΠΑ στη Συρία, ακόμη και εξ ονόματος της μαζικής θανάτωσης από διεθνώς απαγορευμένα όπλα.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες πιθανότατα θα αναζητήσουν κάποιο άλλο μέσο για να δικαιολογήσουν τις ενέργειές τους. Η συμπεριφορά τους σε παρόμοιες καταστάσεις, όταν αξιωματούχοι θέλουν να χρησιμοποιήσουν βία αλλά δεν έχουν καμία προφανή νομική βάση για να το κάνουν αυτό, είναι διαφωτιστική. Πολλοί σχολιαστές καταδεικνύουν τον πόλεμο στο Κοσσυφοπέδιο, έχοντας ισχυρό επιχείρημα, ως το νομικό [6] και πολιτικό [7] προηγούμενο στις διαβουλεύσεις των νομικών της κυβέρνησης. Το 1999, με τον πόλεμο στη Βοσνία να αποτελεί πολύ πρόσφατη μνήμη, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους στο ΝΑΤΟ έγιναν μάρτυρες μιας μεγάλης ανθρωπιστικής καταστροφής στα Βαλκάνια, με τη φημολογούμενη σερβική εθνοκάθαρση κατά των Αλβανών Κοσοβάρων. Όμως, η Ρωσική Ομοσπονδία στη συνέχεια, όπως και τώρα, αρνήθηκε να ανεχθεί οποιαδήποτε έγκριση βίας από το Συμβούλιο Ασφαλείας, κάτι που ανάγκασε το ΝΑΤΟ να εξετάσει μια εναλλακτική διεθνή νομική βάση.
Οι νομικοί του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, δύσπιστοι όσον αφορά τη θέσπιση νομικού προηγούμενου το οποίο και άλλα κράτη θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν σε μελλοντικές συγκρούσεις, αρνήθηκαν να δώσουν την επίσημη νομική έγκρισή τους. Αντ' αυτού, συνεργάστηκαν με πολιτικούς για να δημιουργήσουν ένα σύνολο κριτηρίων που, στο συγκεκριμένο πλαίσιο του Κοσσυφοπεδίου, παρείχαν αιτιολόγηση (αν όχι νομική επικύρωση) για την χρήση βίας. Τα κριτήρια αυτά περιελάμβαναν την απειλή μιας ανθρωπιστικής καταστροφής, την διατάραξη της περιφερειακής ασφάλειας και την παράλυση του Συμβουλίου Ασφαλείας. Αλλά, επίσης, επικαλέστηκαν την αδυναμία τής πρώην Γιουγκοσλαβίας να ανταποκριθεί στις προηγούμενες απαιτήσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Στην περίπτωση της Συρίας, δεν υπάρχουν προηγούμενες απαιτήσεις τού Συμβουλίου Ασφαλείας. Αλλά, φαίνεται ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να κατευθύνονται προς μια ανανέωση αυτής της γενικής προσέγγισης. Ο Ομπάμα, σε συνέντευξή του στο PBS [8], αράδιασε μια σειρά από κριτήρια που έχουν ειδική σχέση με την Συρία, και ειδικότερα την προφανή ανάγκη να διατηρηθεί ο διεθνής κανόνας κατά της χρήσης χημικών όπλων.
Από πολιτική άποψη, η λεγόμενη προσέγγιση μέσω κριτηρίων που εφαρμόστηκε στο Κοσσυφοπέδιο είναι ελκυστική. Κάνει τη βία να φαίνεται νομιμοποιημένη, ακόμη και όταν δεν είναι νόμιμη, και πολλοί πολιτικοί ενδιαφέρονται περισσότερο για τη νομιμοποίηση παρά για τη νομιμότητα, ιδιαίτερα εάν δεν υπάρχουν συγκεκριμένες νομικές συνέπειες για την ανάληψη δράσης. Αλλά, προτείνοντας ότι το δίκαιο και η νομιμότητα είναι αντιθετικά - ή πιο συγκεκριμένα, ότι το πλαίσιο του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών είναι μη νομιμοποιημένο στο μέτρο που επιτρέπει σε ορισμένα κράτη να καταφεύγουν ή να επιτρέπουν στυγερή συμπεριφορά από τους ίδιους ή τους συμμάχους τους - αυτό το είδος των νομικών τεχνασμάτων βλάπτει την ακεραιότητα του διεθνούς δικαίου και των θεσμών του, συμπεριλαμβανομένου του Συμβουλίου Ασφαλείας. Καθώς ορισμένες δυνάμεις, όπως η Κίνα, γίνονται ισχυρότερες, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να μετανιώσουν που βοήθησαν την υπονόμευση του νόμιμου ελέγχου τού Συμβουλίου Ασφαλείας για την χρήση βίας.
Τέλος, υπάρχει το ζήτημα των συνεπειών για αυτού του είδους τις παραβιάσεις του νόμου. Η ποινική ευθύνη είναι σχεδόν αδιανόητη. Αν και το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο μπορεί να έχει δικαιοδοσία για την παράνομη χρήση βίας στο μέλλον [9], η χρήση παράνομης βίας τώρα δεν παράγει το ίδιο είδος ποινικής ενοχής βάσει του διεθνούς δικαίου όπως προβλέπεται για τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, για τα εγκλήματα πολέμου και τη γενοκτονία. Τα κράτη γενικά, (μάλλον ποτέ) δεν διερευνούν και δεν διώκουν την εν λόγω χρήση βίας από ξένους ηγέτες στο πλαίσιο θεσμών διεθνούς δικαιοδοσίας. Σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς για προγράμματα βασανιστηρίων της κυβέρνησης Μπους, λίγα, εάν όχι κανένα κράτος δεν θα είναι σε θέση να οδηγήσουν σε δίκη την παράνομη χρήση βίας στα εθνικά τους δικαστήρια.
Με άλλα λόγια, οι αξιωματούχοι της κυβέρνησης Ομπάμα μπορούν ακόμα να περάσουν τις διακοπές τους στην Ευρώπη (αν και ίσως όχι στη Λευκορωσία [10]). Αλλά οι πολιτικοί θα πρέπει να εξακολουθούν να σκέφτονται τις νομικές συνέπειες για το σύστημα του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Θα μπορούσε η παράνομη χρήση βίας κατά της Συρίας να εμποδίσει τις Ηνωμένες Πολιτείες να διαμαρτύρονται για όσους χρησιμοποιούν βία έξω από το δόγμα της αυτοάμυνας ή την έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας; Θα μπορέσει να συμβάλει στην ανάπτυξη ενός μη θεσμοθετημένου πρότυπου ανθρωπιστικής επέμβασης, σύμφωνα με το οποίο κάθε κράτος θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει βία με τους δικούς του όρους; Ή μάλλον, μήπως αυτό το είδος παραβίασης του νόμου θα οδηγούσε στην ενίσχυση άλλων κανόνων του διεθνούς δικαίου, όπως είναι ο κανόνας κατά της χρήσης χημικών όπλων ή η στόχευση των αμάχων; Δεδομένου ότι οι νομικοί του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ συνεργάζονται επίσης πολύ με διεθνείς οργανισμούς, θα θέλουν να εξετάσουν κατά πόσον η χρήση βίας στη Συρία θα μπορούσε να περιπλέξει άλλες προσπάθειες και σχέσεις στα Ηνωμένα Έθνη.
Με λίγα λόγια, οι Ηνωμένες Πολιτείες οδεύουν προς μια επέμβαση στη Συρία την οποία οι σύμβουλοι της κυβέρνησης σαφώς πιστεύουν ότι είναι σωστή, αναγκαία και ανθρωπιστική. Η αιτία της μπορεί να είναι έτσι ακριβώς. Αλλά δεν θα είναι νόμιμη, και καμία «δημιουργική» νομική σκέψη δεν μπορεί να την κάνει να φανεί έτσι.
In English: http://www.foreignaffairs.com/articles/139886/david-kaye/the-legal-conse...
*Ο DAVID KAYE είναι καθηγητής στη Νομική Σχολή στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, στο Irvine.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου