GuidePedia

0


Σκλαβούνος Γεώργιος
Η Ασία επελαύνει με όχημα το “αναπτυξιακό κράτος”, ενώ η Δύση υποχωρεί παραδομένη στις αγορές. Η άνοδος της Ασίας θα συνοδευτεί από μονοδιάστατες οικονομικές επιπτώσεις, στον παγκόσμιο καταμερισμό δύναμης, ή αναγκαστικά και από πολιτισμικές και πολιτικές επιπτώσεις. Το περιοδικό Economist από τις 28 Ιανουαρίου 2012 επισημαίνει ότι το παγκόσμιο κέντρο βάρους μετατοπίζεται στην Ασία. Ο 21ος αιώνας είναι ο αιώνας της Ασίας.

H Aliance Research, στις 18 Ιανουαρίου 2021 εμφατικά τεκμηριώνει ότι ο κόσμος κινείται προς Ανατολάς και γρήγορα. Η πολιτική κυριαρχία των αγορών στον αγγλοσαξωνικό κόσμο εκφράζεται με την εκλογή της Μάργκαρετ Θάτσερ στη Βρετανία στα 1979 και του Ρόναλντ Ρέηγκαν το 1980 στις ΗΠΑ. Παρέμειναν στην εξουσία μέχρι το 1989-1990. Παράλληλα, επιχειρείται η επικυριαρχία-επιβολή του θατσερικού “νεοφιλελευθερισμού”, ως η οικονομική και πολιτική ορθοδοξία για την παγκόσμια οικονομία.

Ο Ρέηγκαν εκλέγεται με την θέση ότι «η κυβέρνηση αποτελεί το πρόβλημα και όχι την λύση». Από τις χαρακτηριστικές θέσεις της Θάτσερ αξίζει να επισημάνουμε την άποψή της για την κοινωνία και τις συναινετικές πολιτικές. Για την κοινωνία δηλώνει ότι «κάτι τέτοιο δεν υπάρχει, υπάρχουν άτομα, άνδρες και γυναίκες και οι οικογένειές τους». Για τις συναινετικές πολιτικές προσθέτει: «Στο κόμμα μου υπάρχουν ακόμα μερικοί που πιστεύουν στις συναινετικές πολιτικές. Τους θεωρώ Quislings, τους θεωρώ προδότες και το εννοώ. Δεν είμαι πολιτικός της συναίνεσης, είμαι πολιτικός των ασυμβίβαστων πεποιθήσεων».
Κράτος πρόνοιας

Το κράτος πρόνοιας που αποδομείται είχε χτιστεί από τον 19ο αιώνα με την στήριξη της ευρωπαϊκής Δεξιάς, αλλά και της ευρωπαϊκής Αριστεράς από την εποχή του Βίσμαρκ στην Γερμανία και του Τσάμπαρλεν στην Βρετανία. Ο Βίσμαρκ, αντιμετωπίζοντας μια θεαματική άνοδο του σοσιαλιστικού κόμματος και της δύναμης των εργατικών συνδικάτων, απάντησε με σκληρά “αντισοσιαλιστικά μέτρα”, ένα αστυνομικό κράτος, αλλά και προσφέροντας το πρώτο κράτος πρόνοιας στην Ευρώπη.

Με αυτή την έννοια, η πολιτική του απέκτησε δυο αντίθετους χαρακτηρισμούς: αφενός αντισοσιαλιστικά μέτρα, αφετέρου “κρατικός σοσιαλισμός”. Το κράτος πρόνοιας παρείχε ασφάλεια από εργατικά ατυχήματα (1884), ασφάλιση υγείας και καθιέρωση σύνταξης (1889), προστασία των εργαζομένων (1891) και προστασία των παιδιών (1903). Έχει ιδιαίτερη σημασία να επισημάνουμε ότι ο Βίσμαρκ επέτυχε την εφαρμογή αυτής της πολιτικής, διασφαλίζοντας την οργανωμένη στήριξη των επιχειρηματιών, αλλά απέτυχε να τιθασεύσει την άνοδο των σοσιαλιστών.

Το σοσιαλιστικό κόμμα στα 1912 είχε καταστεί πρώτη πολιτική δύναμη στην Γερμανία. Βλέπουμε ότι το κράτος πρόνοιας χτίστηκε με τη πεποίθηση μιας πολυεπίπεδης χρησιμότητας και σκοπιμότητας. Χτίσθηκε, επιδιώκοντας κοινωνική συνοχή, διασφάλιση στοιχειώδους κοινωνικής ειρήνης και εξουδετέρωσης του ανερχόμενου συνδικαλισμού και του αντικαπιταλιστικού κλίματος.

Το Beveridge Report

Αλλά και στην καρδιά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στην μητρόπολη της αποικιοκρατίας και του καπιταλισμού, στην Βρετανία, καλείται ο λαός να συμμετέχει στον πόλεμο με την υπόσχεση για ένα κράτος πρόνοιας. Είναι η περίφημη έκθεση “Beveridge” (Beveridge Report – Social Insurance and Allied Services), μαθηματικά θεμελιωμένη, που υπόσχεται εθνική ασφάλιση, εθνικό σύστημα υγείας και αντιμετώπιση των “πέντε αντικοινωνικών γιγάντων” στην αναμενόμενη μεταπολεμική ανασυγκρότηση.

Την αντιμετώπιση της ανάγκης που γεννιέται από την φτώχεια, της άγνοιας που γεννιέται από την έλλειψη παιδείας, της εξαθλίωσης που προκύπτει από την ανυπαρξία αξιοπρεπούς κατοικίας, της παραίτησης και την απραξίας που προκύπτει από την ανεργία και την αδυναμία εξεύρεσης εργασίας, της ασθένειας που πηγάζει από την ανυπαρξία πρόνοιας για την δημόσια υγεία.

Το “Beveridge Report” αποτέλεσε τον θεμέλιο λίθο του βρετανικού κράτους πρόνοιας, κοινωνικής ασφάλισης και συστήματος υγείας. Περίληψή του μοιράστηκε στις βρετανικές ένοπλες δυνάμεις, ως πηγή έμπνευσης, ενθάρρυνσης και ελπίδας για ένα καλύτερο μέλλον. Είναι επίσης αποδεκτό ότι επηρέασε καθοριστικά τα μεταπολεμικά προγράμματα κοινωνικής πολιτικής σε πανευρωπαϊκό και όχι μόνον επίπεδο.

New Deal και συνέχεια

Στις ΗΠΑ παρατηρείται μια παρόμοια χρησιμοποίηση του κράτους πρόνοιας. Ως υποψήφιος πρόεδρος του Δημοκρατικού Κόμματος (1932) ο Ρούσβελτ υπόσχεται ένα New Deal και με την εκλογή του στα 1934 προχώρησε στην δραστική επέκταση του ρόλου του κράτους με το πρώτο New Deal (1933-34) που συμπυκνώθηκε στα 3 R. Μεταπολεμικά και στις ΗΠΑ το κοινωνικά υπεύθυνο κράτος δεν υστερεί. Στις 5/1/1945 ο πρόεδρος Τρούμαν, στο Κογκρέσο εξήγγειλε το περίφημο Fair Deal θυμίζοντας το New Deal.

Υποσχόταν σταθερή και προστατευόμενη πλήρη απασχόληση, κοινωνική ασφάλιση, ευημερία για όλους, νομοθεσία που θα διασφάλιζε αξιοπρεπή κατοικία. O Τρούμαν δήλωνε ότι οι ΗΠΑ δεν θα μπορέσουν να διατηρήσουν το επίπεδο και την δυναμική της ευημερίας τους αν δεν προσφέρουν και δεν διασφαλίσουν μια δίκαιη προσφορά ευκαιριών σε όλους. Τον Φεβρουάριο υπέγραψε την “Πράξη για την Απασχόληση” (employment act), νομοθετώντας την ευθύνη της κυβέρνησης για την διασφάλιση πλήρους απασχόλησης.

Η αμερικανική οικονομία έπρεπε να εντάξει τις δεκάδες χιλιάδες στρατιωτών που επέστρεφαν από το μέτωπο και να πραγματοποιήσει την προσαρμογή της σε στρατηγική “ειρηνικού ανταγωνισμού”. Από την δεκαετία του 1970 συναντάμε την στροφή στο “λιγότερο κράτος”. Το 1976 με την απόδοση του Νόμπελ οικονομίας στον Milton Freedman είχαν τεθεί επισήμως και ευλογηθεί με κύρος τα θεμέλια του “Θατσεριγκανισμού”.

Το κράτος πρόνοιας που αξιοποιήθηκε από την δυτική Ευρώπη για να αντιμετωπίσει τον “κόκκινο κίνδυνο” φαινόταν να φτάνει στο τέλος του. Η πτώση του Τείχους του Βερολίνου στις 9/11//1989 σήμαινε και την πτώση του φωτοστέφανου του υπαρκτού σοσιαλισμού. Η υποστολή της κόκκινης σημαίας με το σφυροδρέπανο από το Κρεμλίνο στις 26/12/1991 σήμαινε το τέλος και την απαξίωση του πειράματος κρατικού κεντρικού σχεδιασμού στο οικονομικό και πολιτικό επίπεδο.

Το αναπτυξιακό κράτος

O όρος “αναπτυξιακό κράτος” εισέρχεται στην ορολογία της πολιτικής οικονομίας και της αναπτυξιακής θεωρίας από τον Αμερικανό οικονομολόγο Chalmers Johnson στα 1982. Παρουσιάζοντας το μεταπολεμικό ιαπωνικό θαύμα (1950-1990) αποκαλύπτει ουσιαστικά ένα αναπτυξιακό μοντέλο, στο οποίο καθοριστικός είναι ο ρόλος ενός “αυτόνομου κράτους” που χαράζει εθνικούς αναπτυξιακούς στόχους και διαμορφώνει το πλαίσιο για την πραγμάτωσή τους.

Συγκεντρώνει και διαμορφώνει αναπτυξιακούς πόρους, δημιουργεί και προσφέρει ικανά κίνητρα, προσανατολίζει επενδύσεις για αναπτυξιακές πολιτικές επιχειρήσεων, κλάδων και τομέων οικονομίας για συμπράξεις που υπηρετούν τους επί μέρους εθνικούς αναπτυξιακούς στόχους και την στοχευμένη στρατηγική. Eνα μοντέλο που προϋποθέτει μια αφοσιωμένη, αξιοκρατική κρατική γραφειοκρατία, με αυστηρότατο κώδικα ηθικής, διαποτισμένη από το ήθος, την ελιτίστικη νοοτροπία των Σαμουράι, αλλά υψηλών προδιαγραφών και απαιτήσεων που διασφαλίζονταν από ένα αυστηρό σύστημα εξετάσεων για την είσοδο στην υπηρεσία.

Αυτή η γραφειοκρατία ενέπνεε όχι απλά αποδοχή αλλά σεβασμό και εμπιστοσύνη. Το μοντέλο παράλληλα στηρίχτηκε σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που απεδείχθη ικανό να προσφέρει ανθρώπινο κεφάλαιο στυλοβάτη και επιταχυντή στην κάλυψη του τεχνολογικού χάσματος που χώριζε την Ιαπωνία από τις ΗΠΑ. Ανθρώπινο κεφάλαιο ικανό να αντιγράψει, να εντάξει και να αξιοποιήσει ξένες τεχνολογικές κατακτήσεις.

Αυτό το μοντέλο ανάπτυξης επέτυχε την πενταετία 1955-60 ρυθμούς ανάπτυξης 10% και αύξηση εξαγωγών 15%. Στα 1983 η Ιαπωνία είναι βιομηχανική υπερδύναμη. Στοιχείο αυτής της ανάπτυξης είναι οι εμπορικές της σχέσεις με τις ΗΠΑ. Τα 2/3 των εξαγωγών των ΗΠΑ στην Ιαπωνία είναι αγροτικά προϊόντα και πρώτες ύλες, ενώ το 90% των εξαγωγών της Ιαπωνίας στις ΗΠΑ είναι βιομηχανικά προϊόντα. Το “αναπτυξιακό κράτος” έθεσε σε ουσιαστική αμφισβήτηση κατεστημένες απόψεις στην πολιτική οικονομία και την αναπτυξιακή θεωρία.

Ο αιώνας της Ασίας

Το ιαπωνικό μοντέλο αποτέλεσε το παράδειγμα, που με τις προσαρμογές του κατά χώρα, αποτέλεσε τον αναπτυξιακό οδηγό, το πρότυπο για τις “τίγρεις της Ασίας” (Νότιο Κορέα, Ταιβάν, Σιγκαπούρη, Χονγκ Κόγκ). Με επικρατούσα την παραδοχή ότι οι Tiger Cubs, οι αναπτυσσόμενες τίγρεις της Ασίας (Ινδονησία, Μαλαισία, Βιετνάμ, Ταϊλάνδη και Φιλιππίνες) ακολουθούν τον ίδιο δρόμο, η μετατόπιση του οικονομικού κέντρου βάρους φαίνεται αναπότρεπτη με αποτέλεσμα ο 21ος αιώνας να είναι ο αιώνας της Ασίας.

Αποκαλυπτικά δείγματα της μετατόπισης είναι το πέρασμα της Ινδονησίας από την 27η θέση στην παγκόσμια οικονομία το 2000 στην 16η το 2020 και της Ταϋλάνδης από την 32η στην 24η. Σύμφωνα με το global innovation index 2020, ανάμεσα στις 25 πιο καινοτόμες χώρες, πέντε είναι από την Ασία (Σιγκαπούρη, Νότιος Κορέας, Κίνα, Ιαπωνία, Χονγκ Κονγκ). Το μερίδιο της Κίνας στις παγκόσμιες εξαγωγές το 2020 έφτασε στα 14,7% από 13,9% το προηγούμενο έτος, ενώ το μερίδιο των ΗΠΑ στο 8,1%.

Το κινέζικο κράτος ως παράδειγμα, πρόκληση ή και απειλή επηρεάζει την Ασία στο σύνολο της. Θεωρείται “αναπτυξιακό κράτος”, έχει την ευθύνη για την χάραξη οικονομικής στρατηγικής, λειτουργεί αυτόνομα από ομάδες συμφερόντων και παρεμβαίνει ανεμπόδιστα στην υλοποίηση της οικονομικών πολιτικών. Κατά συνέπεια συμπεραίνουμε ότι το “αναπτυξιακό κράτος” είναι αυτό που οδήγησε στην εκτίμηση ότι ο 21ος αιώνας είναι ο αιώνας της Ασίας. Το ερώτημα είναι αν η άνοδος της Ασίας ήταν αναπότρεπτη, ή αν η παράδοση της Δύσης στις αγορές συνέβαλε καθοριστικά στην παρακμή της με όποιες επιπτώσεις σε πολιτικό και πολιτισμικό επίπεδο…

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top