των Γ. Παπανικολάου - Χρ. Κίτσιου
Σε σχεδόν πλήρη ανατροπή του σκηνικού οδηγεί η αιφνιδιαστική υποβάθμιση από την Standard and Poors, υποβάθμιση που έγινε ακριβώς την ημέρα που οι «εξηγήσεις» Παπακωνσταντίνου σε ξένους επενδυτές, για τα μέτρα, που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός, έδειχναν να κερδίζουν χρόνο για την ελληνική κυβέρνηση. Μεταξύ στελεχών και παραγόντων της ελληνικής αγοράς επικρατεί συναγερμός όχι τόσο για την ίδια την υποβάθμιση όσο για τα όσα σηματοδοτεί ο χρόνος στον οποίο έγινε (μέσα σε 9 μόλις μέρες από την ανακοίνωση ότι μπήκαμε σε «αρνητική επιτήρηση» ......
δηλαδή σε χρόνο ρεκόρ) αλλά και το αρνητικό outlook που τη συνοδεύει, ως προειδοποίηση νέας υποβάθμισης… προσεχώς αν δεν ληφθούν πρόσθετα μέτρα που να «αρέσουν».
Δεν είναι τυχαίο ότι υψηλόβαθμοι παράγοντες της αγοράς καλούσαν χθες για ένα «εθνικό σχέδιο» με ευρεία πολιτική και κοινωνική συναίνεση άμεσα, τονίζοντας ότι η συγκυρία δεν επιτρέπει καθυστερήσεις με ορίζοντα «το Γενάρη ή το Μάρτιο» καθώς έως τότε πιθανώς θα έχουμε πραγματικό ντόμινο δυσμενών εξελίξεων, που θα οδηγήσουν σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις.
Απαρατήρητες δεν πρέπει να περάσουν και οι έμμεσες παρενέργειες σε σχέση με το modus vivendi που φάνηκε να βρίσκει ο πρωθυπουργός με τις Βρυξέλλες στο τέλος της προηγούμενης εβδομάδας, σε ότι αφορά την διασφάλιση «πολιτικού χρόνου».
Και τούτο διότι α) η χώρα μας είναι μέλος της ζώνης του ευρώ β) η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει κάθε λόγο να φοβάται την «μετάσταση» του ελληνικού προβλήματος, σε άλλες χώρες μέλη με αντίστοιχα προβλήματα και γ) ο βασικότερος όγκος των ελληνικών ομολόγων ( περίπου το 55% του συνόλου των 300 δισ. σύμφωνα με πληροφορίες) κατέχεται από ευρωπαίους τελικούς επενδυτές.
Που σημαίνει ότι ανεξαρτήτως των δημόσιων δηλώσεων στήριξης (που ενδέχεται και να ενταθούν) πιθανώς θα έχουμε πλέον σκληρότερες απαιτήσεις για τη λήψη μέτρων.
Ενδεικτικό του «σοκ» που προκάλεσε χθες η συγκεκριμένη υποβάθμιση είναι το γεγονός ότι έως και την τελευταία στιγμή (καθώς πληροφορίες για την υποβάθμιση είχαν αρχίσει να κυκλοφορούν πριν την επίσημη ανακοίνωση) στελέχη της αγοράς αλλά και κυβερνητικοί παράγοντες, θεωρούσαν απίθανο το ενδεχόμενο να δεχθούμε υποβάθμιση σε μέρα που ο υπουργός Οικονομικών βρισκόταν στο εξωτερικό διευκρινίζοντας τα μέτρα της κυβέρνησης σε μεγάλους επενδυτές.
Όπως προκύπτει πάντως, η υποβάθμιση προφανώς αποφασίστηκε αμέσως μετά την εξαγγελία των μέτρων από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, τη Δευτέρα και ανακοινώθηκε την Τετάρτη μετά τις «εξηγήσεις» Παπακωνσταντίνου.
Το ζητούμενο τώρα είναι να βρεθεί τρόπος αντίδρασης, τονίζουν στελέχη της αγοράς, επισημαίνοντας ότι οποιαδήποτε στρατηγική που αποσκοπεί πλέον στο να κερδίσει χρόνο, ακόμη κι αν υποτεθεί ότι έχει ως απώτερο πολιτικό στόχο «να έλθουν τα σκληρά μέτρα από το εξωτερικό» (μέσω παρεμβάσεων της ΕΕ) ενέχει σοβαρότατους κινδύνους να προκληθεί βαρύτατη ζημία στο μεσοδιάστημα, η οποία θα οδηγήσει σε πολύ σκληρότερες συνθήκες αντιμετώπισης της κρίσης.
Το τελεσίγραφο που επέδωσε χθες η S&P για λογαριασμό των αγορών προειδοποιεί για περαιτέρω υποβάθμιση εφόσον η κυβέρνηση δεν διαμορφώσει συνθήκες πολιτικής στήριξης επί ενός αξιόπιστου μεσοπρόθεσμου σχεδίου δημοσιονομικής εξυγίανσης. Για τους επόμενους τρεις με τέσσερις μήνες οι σχετικές ενέργειες της κυβέρνησης θα είναι υπό την παρακολούθηση της S&P και αν το σχέδιο της κριθεί επιτυχές αφήνει ανοικτό και το ενδεχόμενο αναβάθμισης.
Οι άμεσες συνέπειες για τις ελληνικές αγορές
Κοινός τόπος μεταξύ των αναλυτών είναι ότι τα παραπάνω θα δημιουργήσουν σημαντικό volatility σε ομόλογα και μετοχές, επιδρώντας και στις αποτιμήσεις των ελληνικών τραπεζών.
Παρά το γεγονός ότι ήδη εδώ και ένα μήνα τα spreads των ελληνικών ομολόγων έχουν προεξοφλήσει υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας στο «BBB+” η κίνηση της S&P αποτελεί το πιο ισχυρό κτύπημα που έχει δεχθεί την τελευταία 15ετία η ελληνική αγορά ομολόγων.
Και αυτό γιατί τους δείκτες της S&P ακολουθεί η πλειονότητα των ομολογιακών χαρτοφυλακίων παγκοσμίως τα οποία θα αναγκαστούν λόγω των επενδυτικών πειθαρχιών που ακολουθούν να ρευστοποιήσουν ελληνικά ομόλογα.
H άμεση επίπτωση είναι ότι τα index funds που διαθέτουν πειθαρχίες χαμηλού risk Profile θα αναγκαστούν να πουλήσουν τις θέσεις τους σε ελληνικά ομόλογα μετά την υποβάθμιση.
Ασιατικά κυρίως χαρτοφυλάκια και δευτερευόντως long only funds που τοποθετούνται μόνο σε ομόλογα Ευρωζώνης είναι υποχρεωμένα από τους κανονισμούς τους να τοποθετούν το 65% του ενεργητικού τους σε ομόλογα με αξιολόγηση μεγαλύτερη του “A”.
Αυτά τα χαρτοφυλάκια εκτιμάται ότι κατέχουν θέσεις σε ελληνικά ομόλογα αξίας 120 δισ. ευρώ. Τα περιθώρια εσωτερικών αναδιαρθρώσεων σε περίοδο τέλους χρήσης ( για τα ευρωπαικά χαρτοφυλάκια που κατέχουν περίπου το 55% του ελληνικού χρέους) είναι μικρά και επομένως στο μεγαλύτερο μέρος τους οι θέσεις σε ελληνικά ομόλογα θα πρέπει να ρευστοποιηθούν.
Ο χρονικός ορίζοντας των αναδιαρθρώσεων ποικίλει ανά χαρτοφυλάκιο και φθάνει ως τους 6 μήνες. Πρακτικά, όμως, το μεγαλύτερο μέρος των πωλήσεων θα εκδηλωθεί εντός των επόμενων τριών μηνών και θα είναι εμπροσθοβαρές, σύμφωνα με στελέχη dealing rooms.
Μέρος της προσφοράς τους εικάζεται ότι θα απορροφήσουν τα emerging funds, το capacity όμως των οποίων είναι μικρό για το μεγάλο ελληνικό χρέος. Αυτός ο φόβος της αδυναμίας εξεύρεσης αγοραστών εικάζεται ότι θα επιταχύνει τις αναγκαστικές πωλήσεις.
Το γεγονός ότι η S&P συνόδευσε την υποβάθμιση με αρνητικό outlook αποτελεί το δεύτερο μεγάλο πλήγμα. Και αυτό γιατί δεν αφήνει περιθώρια αναβολής στις αναγκαστικές πωλήσεις ελληνικών ομολόγων με την ελπίδα της αναβάθμισης της οικονομίας σε «Α» εντός των επόμενων μηνών και μετά τις ενέργειες της κυβέρνησης.
Επιπλέον, το αρνητικό outlook θα πυροδοτήσει πωλήσεις ελληνικών ομολόγων και από χαρτοφυλάκια τα οποία φοβούνται ενδεχόμενη νέα υποβάθμιση από την S&P.
Το timing της υποβάθμισης δυσκολεύει τα πράγματα ακόμη περισσότερο καθώς ήλθε σε περίοδο που τα ευρωπαικά χαρτοφυλάκια κλείνουν βιβλία και δύσκολα θα βγουν να αγοράσουν ομόλογα. Το ίδιο ισχύει και για τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες θα πιεσθούν από υποαξίες στο υφιστάμενο χαρτοφυλάκιο ομολόγων.
Πρόβλημα θα έχουν οι ελληνικές τράπεζες και με τις τιτλοποιήσεις καθώς θα χρειασθεί να βάλουν επιπλέον ενέχυρα προκειμένου να διατηρήσουν τα υφιστάμενα ratings στις εκδόσεις τους.
Που σημαίνει ότι ανεξαρτήτως των δημόσιων δηλώσεων στήριξης (που ενδέχεται και να ενταθούν) πιθανώς θα έχουμε πλέον σκληρότερες απαιτήσεις για τη λήψη μέτρων.
Ενδεικτικό του «σοκ» που προκάλεσε χθες η συγκεκριμένη υποβάθμιση είναι το γεγονός ότι έως και την τελευταία στιγμή (καθώς πληροφορίες για την υποβάθμιση είχαν αρχίσει να κυκλοφορούν πριν την επίσημη ανακοίνωση) στελέχη της αγοράς αλλά και κυβερνητικοί παράγοντες, θεωρούσαν απίθανο το ενδεχόμενο να δεχθούμε υποβάθμιση σε μέρα που ο υπουργός Οικονομικών βρισκόταν στο εξωτερικό διευκρινίζοντας τα μέτρα της κυβέρνησης σε μεγάλους επενδυτές.
Όπως προκύπτει πάντως, η υποβάθμιση προφανώς αποφασίστηκε αμέσως μετά την εξαγγελία των μέτρων από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, τη Δευτέρα και ανακοινώθηκε την Τετάρτη μετά τις «εξηγήσεις» Παπακωνσταντίνου.
Το ζητούμενο τώρα είναι να βρεθεί τρόπος αντίδρασης, τονίζουν στελέχη της αγοράς, επισημαίνοντας ότι οποιαδήποτε στρατηγική που αποσκοπεί πλέον στο να κερδίσει χρόνο, ακόμη κι αν υποτεθεί ότι έχει ως απώτερο πολιτικό στόχο «να έλθουν τα σκληρά μέτρα από το εξωτερικό» (μέσω παρεμβάσεων της ΕΕ) ενέχει σοβαρότατους κινδύνους να προκληθεί βαρύτατη ζημία στο μεσοδιάστημα, η οποία θα οδηγήσει σε πολύ σκληρότερες συνθήκες αντιμετώπισης της κρίσης.
Το τελεσίγραφο που επέδωσε χθες η S&P για λογαριασμό των αγορών προειδοποιεί για περαιτέρω υποβάθμιση εφόσον η κυβέρνηση δεν διαμορφώσει συνθήκες πολιτικής στήριξης επί ενός αξιόπιστου μεσοπρόθεσμου σχεδίου δημοσιονομικής εξυγίανσης. Για τους επόμενους τρεις με τέσσερις μήνες οι σχετικές ενέργειες της κυβέρνησης θα είναι υπό την παρακολούθηση της S&P και αν το σχέδιο της κριθεί επιτυχές αφήνει ανοικτό και το ενδεχόμενο αναβάθμισης.
Οι άμεσες συνέπειες για τις ελληνικές αγορές
Κοινός τόπος μεταξύ των αναλυτών είναι ότι τα παραπάνω θα δημιουργήσουν σημαντικό volatility σε ομόλογα και μετοχές, επιδρώντας και στις αποτιμήσεις των ελληνικών τραπεζών.
Παρά το γεγονός ότι ήδη εδώ και ένα μήνα τα spreads των ελληνικών ομολόγων έχουν προεξοφλήσει υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας στο «BBB+” η κίνηση της S&P αποτελεί το πιο ισχυρό κτύπημα που έχει δεχθεί την τελευταία 15ετία η ελληνική αγορά ομολόγων.
Και αυτό γιατί τους δείκτες της S&P ακολουθεί η πλειονότητα των ομολογιακών χαρτοφυλακίων παγκοσμίως τα οποία θα αναγκαστούν λόγω των επενδυτικών πειθαρχιών που ακολουθούν να ρευστοποιήσουν ελληνικά ομόλογα.
H άμεση επίπτωση είναι ότι τα index funds που διαθέτουν πειθαρχίες χαμηλού risk Profile θα αναγκαστούν να πουλήσουν τις θέσεις τους σε ελληνικά ομόλογα μετά την υποβάθμιση.
Ασιατικά κυρίως χαρτοφυλάκια και δευτερευόντως long only funds που τοποθετούνται μόνο σε ομόλογα Ευρωζώνης είναι υποχρεωμένα από τους κανονισμούς τους να τοποθετούν το 65% του ενεργητικού τους σε ομόλογα με αξιολόγηση μεγαλύτερη του “A”.
Αυτά τα χαρτοφυλάκια εκτιμάται ότι κατέχουν θέσεις σε ελληνικά ομόλογα αξίας 120 δισ. ευρώ. Τα περιθώρια εσωτερικών αναδιαρθρώσεων σε περίοδο τέλους χρήσης ( για τα ευρωπαικά χαρτοφυλάκια που κατέχουν περίπου το 55% του ελληνικού χρέους) είναι μικρά και επομένως στο μεγαλύτερο μέρος τους οι θέσεις σε ελληνικά ομόλογα θα πρέπει να ρευστοποιηθούν.
Ο χρονικός ορίζοντας των αναδιαρθρώσεων ποικίλει ανά χαρτοφυλάκιο και φθάνει ως τους 6 μήνες. Πρακτικά, όμως, το μεγαλύτερο μέρος των πωλήσεων θα εκδηλωθεί εντός των επόμενων τριών μηνών και θα είναι εμπροσθοβαρές, σύμφωνα με στελέχη dealing rooms.
Μέρος της προσφοράς τους εικάζεται ότι θα απορροφήσουν τα emerging funds, το capacity όμως των οποίων είναι μικρό για το μεγάλο ελληνικό χρέος. Αυτός ο φόβος της αδυναμίας εξεύρεσης αγοραστών εικάζεται ότι θα επιταχύνει τις αναγκαστικές πωλήσεις.
Το γεγονός ότι η S&P συνόδευσε την υποβάθμιση με αρνητικό outlook αποτελεί το δεύτερο μεγάλο πλήγμα. Και αυτό γιατί δεν αφήνει περιθώρια αναβολής στις αναγκαστικές πωλήσεις ελληνικών ομολόγων με την ελπίδα της αναβάθμισης της οικονομίας σε «Α» εντός των επόμενων μηνών και μετά τις ενέργειες της κυβέρνησης.
Επιπλέον, το αρνητικό outlook θα πυροδοτήσει πωλήσεις ελληνικών ομολόγων και από χαρτοφυλάκια τα οποία φοβούνται ενδεχόμενη νέα υποβάθμιση από την S&P.
Το timing της υποβάθμισης δυσκολεύει τα πράγματα ακόμη περισσότερο καθώς ήλθε σε περίοδο που τα ευρωπαικά χαρτοφυλάκια κλείνουν βιβλία και δύσκολα θα βγουν να αγοράσουν ομόλογα. Το ίδιο ισχύει και για τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες θα πιεσθούν από υποαξίες στο υφιστάμενο χαρτοφυλάκιο ομολόγων.
Πρόβλημα θα έχουν οι ελληνικές τράπεζες και με τις τιτλοποιήσεις καθώς θα χρειασθεί να βάλουν επιπλέον ενέχυρα προκειμένου να διατηρήσουν τα υφιστάμενα ratings στις εκδόσεις τους.
Δημοσίευση σχολίου