Η μέτρηση που πραγματοποίησε το Πολυτεχνείο Κρήτης, επιβεβαιώνει τη άσχημη πορεία που έχει πάρει η ελληνική οικονομία.
Οι ερευνητές, επικαλούμενοι τα πλέον πρόσφατα οικονομικά στοιχεία διεθνών και εθνικών οργανισμών, κάνουν λόγο για ένα «εκρηκτικό κοκτέιλ που έχει δημιουργηθεί από την κρίση», το οποίο «οδηγεί τις ελληνικές επιχειρήσεις σε σημαντικά αδιέξοδα» και στην «απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας».
Συγκεκριμένα, αναφέρονται στα στοιχεία για την εκτίμηση της ανάπτυξης της χώρας μας τα οποία κυμαίνονται από-1,7% (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) ως 1,1% (υπουργείο Οικονομικών), ενώ στέκονται ιδιαίτερα στις δυσοίωνες προβλέψεις του ΟΟΣΑ. Ωστόσο ξεχωρίζουν ως «σημείο στήριξης της οικονομίας και των επιχειρήσεων» τη θετική πρόβλεψη του διεθνούς οργανισμού για τις δημόσιες επενδύσεις, στις οποίες το πρόσημο είναι θετικό για το 2010.
Στη συνέχεια επισημαίνουν την ανησυχητική αύξηση των πτωχεύσεων κατά 3,92% στο διάστημα 2007-2008 και την «εκτόξευση σε ύψη ρεκόρ των ακάλυπτων επιταγών το πεντάμηνο Ιανουάριος- Μάιος 2009».... ο αριθμός των οποίων «έφθασε τις 132.357 με αξία 1,319 δισ. ευρώ, έναντι μόλις 39.014 τεμαχίων αξίας 424,42 εκατ. ευρώ την ίδια περίοδο του 2008». Επίσης, σημειώνουν κάτι που έχουν δείξει και έρευνες των επιχειρηματιών, ότι δηλαδή «πέρα από τις επιχειρήσεις που αδυνατούν να καλύψουν τις επιταγές τους, ο αντίκτυπος της έλλειψης ρευστότητας εμφανίζεται και στις επιχειρήσεις που κρατούν διαμαρτυρημένες επιταγές των πελατών τους».
«Το πρόβλημα των ακάλυπτων επιταγών και απλήρωτων συναλλαγματικών επιτείνεται και από την πολιτική των τραπεζών, οι οποίες δυσκολεύουν τις διαδικασίες προεξόφλησης επιταγών έχοντας εξαντλήσει τα περιθώριά τους. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, ο ετήσιος ρυθμός της πιστωτικής επέκτασης “προσγειώθηκε” τον Ιούνιο στο 7,6% από 9,4% τον Μάιο και 15,9% τον Δεκέμβριο του 2008, τάση που επαληθεύει τις προβλέψεις για ετήσιο ρυθμό κοντά στο 5% ή ακόμη και χαμηλότερα» αναφέρουν χαρακτηριστικά. Οι ερευνητές, επικαλούμενοι στοιχεία του ΙΟΒΕ, σημειώνουν ότι «ενδεικτικό της μεγάλης ύφεσης που κλονίζει την ελληνική οικονομία είναι ότι από τους 30 κλάδους επιχειρηματικής δραστηριότητας μόνο τρεις βελτίωσαν τη χρονιά που πέρασε τα οικονομικά τους αποτελέσματα, ενώ περίπου μία στις πέντε επιχειρήσεις έκλεισε τη χρονιά με ζημιές».
Προσθέτουν ωστόσο ότι πολλές φορές «η κρίση ανοίγει νέους δρόμους ανάπτυξης» και τονίζουν την ανάγκη υποστήριξης των επιχειρήσεων από τις τράπεζες προκειμένου «να εξέλθουν από το τούνελ της ύφεσης και να μη δεσμεύουν τα κεφάλαιά τους για δικούς τους καθαρά στόχους», καθώς «ο κίνδυνος των ακάλυπτων και μεταχρονολογημένων επιταγών εξελίσσεται σε ωρολογιακή βόμβα, όχι μόνο για τις προβληματικές επιχειρήσεις αλλά και για τις υγιείς».
«Καθώς το 2009 εξελίσσεται πολύ δύσκολα για τις ελληνικές επιχειρήσεις, η έξοδος από την κρίση πρέπει να συγκεντρώσει τις δυνάμεις όλων (κράτος,τράπεζες,επιχειρήσεις)ώστε το 2010 να είναι έτος ανάκαμψης και αποκατάστασης της εμπιστοσύνης των αγορών και της οικονομίας» καταλήγουν οι ερευνητές. Η έρευνα υπογράφεται από τον καθηγητή και διευθυντή του Εργαστηρίου Συστημάτων Χρηματοοικονομικής Διοίκησης κ. Κ. Ζοπουνίδη και τον επίκουρο καθηγητή κ. Μ. Δούμπο.
Οι ερευνητές, επικαλούμενοι τα πλέον πρόσφατα οικονομικά στοιχεία διεθνών και εθνικών οργανισμών, κάνουν λόγο για ένα «εκρηκτικό κοκτέιλ που έχει δημιουργηθεί από την κρίση», το οποίο «οδηγεί τις ελληνικές επιχειρήσεις σε σημαντικά αδιέξοδα» και στην «απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας».
Συγκεκριμένα, αναφέρονται στα στοιχεία για την εκτίμηση της ανάπτυξης της χώρας μας τα οποία κυμαίνονται από-1,7% (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) ως 1,1% (υπουργείο Οικονομικών), ενώ στέκονται ιδιαίτερα στις δυσοίωνες προβλέψεις του ΟΟΣΑ. Ωστόσο ξεχωρίζουν ως «σημείο στήριξης της οικονομίας και των επιχειρήσεων» τη θετική πρόβλεψη του διεθνούς οργανισμού για τις δημόσιες επενδύσεις, στις οποίες το πρόσημο είναι θετικό για το 2010.
Στη συνέχεια επισημαίνουν την ανησυχητική αύξηση των πτωχεύσεων κατά 3,92% στο διάστημα 2007-2008 και την «εκτόξευση σε ύψη ρεκόρ των ακάλυπτων επιταγών το πεντάμηνο Ιανουάριος- Μάιος 2009».... ο αριθμός των οποίων «έφθασε τις 132.357 με αξία 1,319 δισ. ευρώ, έναντι μόλις 39.014 τεμαχίων αξίας 424,42 εκατ. ευρώ την ίδια περίοδο του 2008». Επίσης, σημειώνουν κάτι που έχουν δείξει και έρευνες των επιχειρηματιών, ότι δηλαδή «πέρα από τις επιχειρήσεις που αδυνατούν να καλύψουν τις επιταγές τους, ο αντίκτυπος της έλλειψης ρευστότητας εμφανίζεται και στις επιχειρήσεις που κρατούν διαμαρτυρημένες επιταγές των πελατών τους».
«Το πρόβλημα των ακάλυπτων επιταγών και απλήρωτων συναλλαγματικών επιτείνεται και από την πολιτική των τραπεζών, οι οποίες δυσκολεύουν τις διαδικασίες προεξόφλησης επιταγών έχοντας εξαντλήσει τα περιθώριά τους. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, ο ετήσιος ρυθμός της πιστωτικής επέκτασης “προσγειώθηκε” τον Ιούνιο στο 7,6% από 9,4% τον Μάιο και 15,9% τον Δεκέμβριο του 2008, τάση που επαληθεύει τις προβλέψεις για ετήσιο ρυθμό κοντά στο 5% ή ακόμη και χαμηλότερα» αναφέρουν χαρακτηριστικά. Οι ερευνητές, επικαλούμενοι στοιχεία του ΙΟΒΕ, σημειώνουν ότι «ενδεικτικό της μεγάλης ύφεσης που κλονίζει την ελληνική οικονομία είναι ότι από τους 30 κλάδους επιχειρηματικής δραστηριότητας μόνο τρεις βελτίωσαν τη χρονιά που πέρασε τα οικονομικά τους αποτελέσματα, ενώ περίπου μία στις πέντε επιχειρήσεις έκλεισε τη χρονιά με ζημιές».
Προσθέτουν ωστόσο ότι πολλές φορές «η κρίση ανοίγει νέους δρόμους ανάπτυξης» και τονίζουν την ανάγκη υποστήριξης των επιχειρήσεων από τις τράπεζες προκειμένου «να εξέλθουν από το τούνελ της ύφεσης και να μη δεσμεύουν τα κεφάλαιά τους για δικούς τους καθαρά στόχους», καθώς «ο κίνδυνος των ακάλυπτων και μεταχρονολογημένων επιταγών εξελίσσεται σε ωρολογιακή βόμβα, όχι μόνο για τις προβληματικές επιχειρήσεις αλλά και για τις υγιείς».
«Καθώς το 2009 εξελίσσεται πολύ δύσκολα για τις ελληνικές επιχειρήσεις, η έξοδος από την κρίση πρέπει να συγκεντρώσει τις δυνάμεις όλων (κράτος,τράπεζες,επιχειρήσεις)ώστε το 2010 να είναι έτος ανάκαμψης και αποκατάστασης της εμπιστοσύνης των αγορών και της οικονομίας» καταλήγουν οι ερευνητές. Η έρευνα υπογράφεται από τον καθηγητή και διευθυντή του Εργαστηρίου Συστημάτων Χρηματοοικονομικής Διοίκησης κ. Κ. Ζοπουνίδη και τον επίκουρο καθηγητή κ. Μ. Δούμπο.