Δημήτρης Σταθακόπουλος

Του Δρα Δημ. Σταθακόπουλου
Η πρόσφατη συνάντηση του Γερμανού καγκελαρίου Φρίντριχ Μέρτς με τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Άγκυρα ανέδειξε με ενάργεια το βαθύ χάσμα που χωρίζει τη Δύση από την Τουρκία του σήμερα. Παρά τις προσπάθειες για έναν «ειλικρινή διάλογο», η αντιπαράθεση εξελίχθηκε σε σύγκρουση δύο πολιτικών φιλοσοφιών: του ευρωπαϊκού ορθολογισμού και του νεοοθωμανικού συναισθηματισμού.
Κεντρικό σημείο τριβής αποτέλεσε η Γάζα. Ο Μέρτς, ακολουθώντας την παραδοσιακή γραμμή του Βερολίνου, επανέλαβε ότι το Ισραήλ έχει δικαίωμα στην αυτοάμυνα, αποφεύγοντας κάθε χαρακτηρισμό για «εγκλήματα πολέμου». Ο Ερντογάν αντέδρασε σφοδρά, κατηγορώντας τη Γερμανία ότι κλείνει τα μάτια σε μια «γενοκτονία» και υποστήριξε πως η Χαμάς δεν είναι τρομοκρατική οργάνωση αλλά «αντιστασιακό κίνημα». Με αυτή τη ρητορική, ο Τούρκος πρόεδρος επιχειρεί να ενισχύσει τον ρόλο της Τουρκίας ως υπερασπιστή του μουσουλμανικού κόσμου και να εκμεταλλευτεί επικοινωνιακά το χάσμα μεταξύ Δύσης και Ανατολής.
Η δεύτερη μεγάλη διαφωνία αφορούσε την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Ο Μέρτς ξεκαθάρισε ότι η Άγκυρα δεν πληροί τα «κριτήρια της Κοπεγχάγης» – δημοκρατία, κράτος δικαίου, ανεξαρτησία Δικαιοσύνης. Ο Ερντογάν απάντησε προκλητικά ότι «η Τουρκία έχει τα δικά της κριτήρια», επιβεβαιώνοντας τη σταδιακή απομάκρυνση της χώρας του από τις ευρωπαϊκές αξίες. Το μήνυμα ήταν σαφές: η Άγκυρα δεν δέχεται πλέον να αξιολογείται με δυτικά μέτρα, αλλά επιδιώκει έναν ισότιμο – και όχι εξαρτημένο – ρόλο.
Παρά τις έντονες δηλώσεις, υπήρξε κάποια προσέγγιση στα εξοπλιστικά και στο μεταναστευτικό, τομείς όπου η αλληλεξάρτηση επιβάλλει ψυχραιμία. Ωστόσο, η ουσία παραμένει: Γερμανία και Τουρκία μπορεί να συνομιλούν, αλλά δεν συνεννοούνται. Ο ένας μιλά τη γλώσσα της θεσμικής σταθερότητας, ο άλλος της ηγεμονικής επιβολής.
Η αντιπαράθεση Μέρτς – Ερντογάν δεν είναι ένα απλό διπλωματικό επεισόδιο· είναι καθρέφτης της νέας γεωπολιτικής πραγματικότητας. Η Τουρκία δεν ανήκει ολοκληρωτικά στη Δύση, αλλά ούτε και μπορεί να αποκοπεί απ’ αυτήν άμεσα.
Ως γνήσιο swing state / εκκρεμές, κινείται ανάμεσα στα δύο σύμπαντα, χρησιμοποιώντας τη ρητορική της σύγκρουσης ως εργαλείο ισχύος.
Για τη Γερμανία – και κατ’ επέκταση την Ευρώπη – το στοίχημα είναι αν θα μπορέσει να διαχειριστεί αυτή τη νέα, «ανεξάρτητη» Τουρκία χωρίς να υπονομεύσει τις δικές της αξίες.

Του Δρα Δημ. Σταθακόπουλου
Η πρόσφατη συνάντηση του Γερμανού καγκελαρίου Φρίντριχ Μέρτς με τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Άγκυρα ανέδειξε με ενάργεια το βαθύ χάσμα που χωρίζει τη Δύση από την Τουρκία του σήμερα. Παρά τις προσπάθειες για έναν «ειλικρινή διάλογο», η αντιπαράθεση εξελίχθηκε σε σύγκρουση δύο πολιτικών φιλοσοφιών: του ευρωπαϊκού ορθολογισμού και του νεοοθωμανικού συναισθηματισμού.
Κεντρικό σημείο τριβής αποτέλεσε η Γάζα. Ο Μέρτς, ακολουθώντας την παραδοσιακή γραμμή του Βερολίνου, επανέλαβε ότι το Ισραήλ έχει δικαίωμα στην αυτοάμυνα, αποφεύγοντας κάθε χαρακτηρισμό για «εγκλήματα πολέμου». Ο Ερντογάν αντέδρασε σφοδρά, κατηγορώντας τη Γερμανία ότι κλείνει τα μάτια σε μια «γενοκτονία» και υποστήριξε πως η Χαμάς δεν είναι τρομοκρατική οργάνωση αλλά «αντιστασιακό κίνημα». Με αυτή τη ρητορική, ο Τούρκος πρόεδρος επιχειρεί να ενισχύσει τον ρόλο της Τουρκίας ως υπερασπιστή του μουσουλμανικού κόσμου και να εκμεταλλευτεί επικοινωνιακά το χάσμα μεταξύ Δύσης και Ανατολής.
Η δεύτερη μεγάλη διαφωνία αφορούσε την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Ο Μέρτς ξεκαθάρισε ότι η Άγκυρα δεν πληροί τα «κριτήρια της Κοπεγχάγης» – δημοκρατία, κράτος δικαίου, ανεξαρτησία Δικαιοσύνης. Ο Ερντογάν απάντησε προκλητικά ότι «η Τουρκία έχει τα δικά της κριτήρια», επιβεβαιώνοντας τη σταδιακή απομάκρυνση της χώρας του από τις ευρωπαϊκές αξίες. Το μήνυμα ήταν σαφές: η Άγκυρα δεν δέχεται πλέον να αξιολογείται με δυτικά μέτρα, αλλά επιδιώκει έναν ισότιμο – και όχι εξαρτημένο – ρόλο.
Παρά τις έντονες δηλώσεις, υπήρξε κάποια προσέγγιση στα εξοπλιστικά και στο μεταναστευτικό, τομείς όπου η αλληλεξάρτηση επιβάλλει ψυχραιμία. Ωστόσο, η ουσία παραμένει: Γερμανία και Τουρκία μπορεί να συνομιλούν, αλλά δεν συνεννοούνται. Ο ένας μιλά τη γλώσσα της θεσμικής σταθερότητας, ο άλλος της ηγεμονικής επιβολής.
Η αντιπαράθεση Μέρτς – Ερντογάν δεν είναι ένα απλό διπλωματικό επεισόδιο· είναι καθρέφτης της νέας γεωπολιτικής πραγματικότητας. Η Τουρκία δεν ανήκει ολοκληρωτικά στη Δύση, αλλά ούτε και μπορεί να αποκοπεί απ’ αυτήν άμεσα.
Ως γνήσιο swing state / εκκρεμές, κινείται ανάμεσα στα δύο σύμπαντα, χρησιμοποιώντας τη ρητορική της σύγκρουσης ως εργαλείο ισχύος.
Για τη Γερμανία – και κατ’ επέκταση την Ευρώπη – το στοίχημα είναι αν θα μπορέσει να διαχειριστεί αυτή τη νέα, «ανεξάρτητη» Τουρκία χωρίς να υπονομεύσει τις δικές της αξίες.
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου